25.5.25

Η παράλογη μετατροπή της Ρωσίας σε εχθρό της Ευρώπης


Γράφει ο

Νικήτας Χιωτίνης

Με σχετική ανοχή και αυτοσυγκράτηση -γιατί, συμφώνως με τα όσα θα αναφέρουμε,  θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ολέθρια πρακτική των σημερινών Ευρωπαίων ηγετών-  θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε γιατί η θεώρηση της Ρωσίας ως εχθρό της Ευρώπης, ιδιαιτέρως σήμερα που φτάσαμε σε σημείο  αμυντικής συνεργασίας  Ευρώπης και Τουρκίας, είναι τουλάχιστον παράλογη.

Όταν η Ρωσία ήταν κομμουνιστική, πολίτευμα καταδικαστέο από τη  φιλελεύθερη Δύση,   η θεώρηση της τότε ΕΣΣΔ ως αντίπαλο κράτος,  ήταν απολύτως φυσιολογική. Επειδή μάλιστα ο σοβιετικός ιμπεριαλισμός δεν κρυβόταν, ήταν απολύτως φυσιολογικό να εξοπλιζόμαστε για να αμυνθούμε σε περίπτωση που αυτός ο ιμπεριαλισμός θα εκδηλωνόταν στρατιωτικώς. 


  Όταν όμως το κομμουνιστικό καθεστώς κατέρρευσε, η υπόλοιπη Ευρώπη δέχτηκε ευχαρίστως και επωφελώς γι’ αυτήν, την ρωσική συνεργασία σε πολλούς τομείς. Σημειωτέον πως η Ρωσία ανήκει κατά 25% στην ευρωπαϊκή ήπειρο, όπου και κατοικεί το 77% του πληθυσμού της.  Η νέα Ρωσία άλλωστε και πολιτικώς συν-μορφώνεται   με την υπόλοιπη Δύση.  Επί πλέον, η αποκηρύξασα   το κομμουνιστικό της παρελθόν νέα Ρωσία,  είναι και επισήμως πλέον χριστιανική χώρα. Άλλωστε οι Ρώσοι ουδέποτε κατ’ ουσίαν αποκήρυξαν την Χριστιανική Ορθοδοξία και την εξ αυτής προκύπτουσα εθνική τους  συνείδηση.

Η  ένταξη της Ρωσίας στη λεγόμενη Δύση,  φαινόταν πλέον κάτι φυσικό και αυτό γινόταν. Μη ξεχνάμε πως αυτό είχε ζητήσει ήδη ο Ντε Γκωλ  και υποστηρίχτηκε έκτοτε από πλήθος διανοητών και πολιτικών αναλυτών. Ενδεικτικώς αναφέρω τον Βασίλειο Μαρκεζίνη και το βιβλίο του «Μια  νέα Εξωτερική Πολιτική για την Ελλάδα, στα πλαίσια της βαθμιαίας ανεξαρτητοποίησης της Ευρώπης από τις ΗΠΑ» (εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗ). Αλλά   και οι τελευταίοι Ρώσοι ηγέτες το ίδιο ζητούσαν. Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης,  υποστήριξε την ιδέα ενός «κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού» και μιας Ευρώπης χωρίς διαχωριστικές γραμμές. Ο Μπόρις Γέλτσιν, λίγο μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, έγραψε επιστολή προς το ΝΑΤΟ εκφράζοντας ενδιαφέρον για τη ρωσική ένταξη. Αλλά και ο Βλαντίμιρ Πούτιν, το 2000, σε συνέντευξή του στο BBC, ανέφερε ότι η Ρωσία θα μπορούσε να σκεφτεί την ένταξή της στο ΝΑΤΟ,  εάν αντιμετωπιζόταν ως ισότιμος εταίρος.

Δυστυχώς όμως η ιστορία πήρε βιαίως άλλη τροπή. Από τη μια μεριά οι ΗΠΑ εξακολουθούσαν να θεωρούν τη Ρωσία αντίπαλο και εχθρό. Από την άλλη το ΝΑΤΟ,  ασκώντας επεκτατική πολιτική, επεδίωκε να συμπεριλάβει στις τάξεις του και την Ουκρανία, πολιορκώντας, τρόπον τινά, τη Ρωσία, άγνωστο για ποιο λόγο. Γι’ αυτήν την πολιτική των ΗΠΑ παλαιοί και έμπειροι Αμερικανοί πολιτικοί, συμπεριλαμβανομένου του Κίσσιγκερ,  είχαν σοβαρές αντιρρήσεις, φοβούμενοι δυναμική αντίδραση της Ρωσίας, αλλά δεν εισακούσθηκαν. Επισημαίνουμε πως  η Ουκρανία υπήρξε εκ των ιδρυτικών σοσιαλιστικών δημοκρατιών της ΕΣΣΔ και πως η Δύση δεν τήρησε τις εκπεφρασμένες υποσχέσεις της περί μη ένταξης στο ΝΑΤΟ των πρώην ανατολικών κρατών. Δυστυχώς αυτή η υπόσχεση δινόταν μόνο προφορικώς από   ανώτατους πολιτικούς παράγοντες, τον Αμερικανό Υπουργό Τζ. Μπέϊκερ,  τον Χ.Ν. Γκένσερ, τον Φ. Μιτεραν,  τον Τζ. Μέϊτζορ, τον Χ. Κολ, ίσως και άλλους  και δεν τηρήθηκαν. Δεν αιτιολογούμε την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά εκπλησσόμεθα για τη μη εξ αρχής σοβαρή επιδίωξη ειρήνευσης, ιδίως από την οικονομικώς βαρύτατα πληττόμενη Ευρώπη.  Οι ΗΠΑ εισήλθαν αμέσως και σχεδόν ενθουσιωδώς σε πόλεμο εναντίον της Ρωσίας, πόλεμο όμως «δι’ αντιπροσώπων», την Ευρώπη και την Ουκρανία:  δραματικές οικονομικές ζημίες υπέστη και εξακολουθεί να υφίσταται η Ευρώπη,  απώλειες  εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων  υπέστησαν τα εμπόλεμα κράτη.

Με την αλλαγή Προέδρου τους,  οι ΗΠΑ δείχνουν πως διαφοροποιούν τις επιδιώξεις τους. Δείχνουν να επιδιώκουν ειρήνη και διαπραγμάτευση μεταξύ των εμπολέμων. Η πολλαπλώς όμως, οικονομικώς και αναπτυξιακώς, πληγείσα  Ευρώπη,  καταδήλως εμμένει στη συνέχισή του. Μάλιστα, μετά την άρνηση του νέου Αμερικανού Προέδρου να συνεχίσουν οι ΗΠΑ να στηρίζουν στρατιωτικώς το ΝΑΤΟ και την Ευρώπη, οι ηγέτες των ευρωπαϊκών κρατών αποφάσισαν τη διάθεση 800 δις ευρώ, για ανάπτυξη καθαρώς δικού τους εξοπλισμού (με άγνωστο ακόμα το  ποιοί θα  χειρίζονται τα όπλα και από ποιους θα διοικούνται). Ακόμα,  δίνονται συμβουλές στους ευρωπαίους πολίτες να προετοιμαστούν για την περίπτωση πυρηνικής επίθεσης εναντίον τους. Αλλά   καλούν και την Τουρκία να συνδράμει   στην ισχυροποίηση της ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης, επιζητούν δηλαδή στρατιωτική συμμαχία με την Τουρκία. Ιδού το ανώτατο στάδιο της μετατροπής της Ρωσίας σε εχθρό. Η στρατηγική συμμαχία Ευρώπης-Τουρκίας,  μπορεί να γίνει για τη Ρωσία χειρότερη από την ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, που προκάλεσε τον πόλεμο. Με άλλα λόγια η Ευρώπη προκαλεί τη Ρωσία, οικονομικώς  μάλιστα αυτοχειριαζόμενη. Ανόητοι ηγέτες ή καθοδηγούμενοι ηγέτες,  τουλάχιστον από τις πολεμικές βιομηχανίες;  αλλά μόνο από αυτές ;

Ας δούμε τα πράγματα με καθαρότερη και μη προκατειλημμένη ματιά. Η Ρωσία είναι προφανές πως δεν απειλεί την Ευρώπη, δεν έχει ανάγκη από την Ευρώπη, το αντίθετο συμβαίνει. Η Ρωσία έχει ανάγκη την Ελλάδα, το Αιγαίο και την Τουρκία, έστω τη συμμαχία τους. Δεν το λέω αυθαιρέτως, η Ιστορία μας το λέει. Θα μας το επιβεβαίωνε και ο Μακίντερ. Η Ρωσία είναι χώρα αυτάρκης και πλούσια. Επιπροσθέτως -και κυρίως-   οι Ρώσοι έχουν βαθιά  συνείδηση εθνικής ταυτότητος με ιστορικά και πολιτισμικά  θεμέλια.  Επιδίωξή της ήταν και εξακολουθεί να είναι η επέκταση της επιρροής της προς κατάκτηση του  World-Island. Επιδίωξη της Αγγλίας και των ΗΠΑ ήταν και είναι ο περιορισμός της ναυτικής της εμβέλειας και ο περιορισμός της   ηπειρωτικής της ισχύος. Στο δεύτερο κυρίως ζήτημα, αλλά και στο πρώτο,  εμπλέκεται και ο Δεύτερος παγκόσμιος Πόλεμος (ζήτημα που χρήζει ιδιαίτερης μελέτης).

Η Ιστορία επιβεβαιώνει τα ανωτέρω. H Ρωσία, ήδη από τον 18ο τουλάχιστον αιώνα, προσπαθεί να αποκτήσει πρόσβαση στις θάλασσες. Γι’ αυτό προέκυψαν οι Ρωσοτουρκικοί πόλεμοι, κατά τους οποίους η τότε Ρωσία συνεργάστηκε με τους Έλληνες, γι’ αυτό προέκυψε η ναυμαχία του Τσεσμέ το 1770, που αποτέλεσε μία από τις σοβαρότερες ναυτικές καταστροφές της Οθωμανικής αυτοκρατορίαςγι’ αυτό προέκυψε και η Συνθήκη του Καϊναρτζή το 1774, με την οποία η Ρωσία επεβλήθη στην  ανεξάρτητη πλέον Κριμαία, απέκτησε προνόμια στον Εύξεινο Πόντο και στα Στενά και ίδρυσε Ρωσική Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη.  Το επιβεβαιώνει και  η Ρωσική συμβολή στην επανάσταση των Ελλήνων του 1821. Μη ξεχνούμε πως αυτή η  Επανάσταση κηρύχτηκε από τον Αλέξανδρο  Υψηλάντη, μέλος της ρωσικής αριστοκρατίας,  αξιωματικός  του Ρωσικού Στρατού  και αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας.   Η συνήθεια να αναφερόμαστε στις 25 Μαρτίου στα Καλάβρυτα ή στις  17 Μαρτίου στην Αρεόπολη και όχι στην από τον Αλ. Υψηλάντη προκήρυξή της,   στις 24 Φεβρουαρίου του 1821 στη Μολδαβία, καταδήλως δηλώνει   υποβάθμιση της ρωσικής συμμετοχής, η ιστορική συνέχεια δείχνει το γιατί και από ποιους.

Είναι προφανές πως η Ρωσία επιθυμούσε πρόσβαση κυρίως στο Αιγαίο, όπως και ότι το Αιγαίο επιθυμούσαν και οι τότε ευρωπαϊκές δυνάμεις Γαλλία και Αγγλία. Η Ρωσία επεδίωκε προώθηση της κατά Μακίντερ  Heartland,  που κατείχε, προς τη  World Island. Οι Γαλλία και Αγγλία επεδίωκαν να την εμποδίσουν περιορίζοντάς  την, εγκαθιδρύοντας  αυτές επιρροή στο νέο δημιουργούμενο  προτεκτοράτο, κάτι που τελικώς επέτυχαν.

Στη διαμάχη Ρωσίας, Αγγλίας και Γαλλίας για το νέο προτεκτοράτο, καταδήλως επεκράτησε η Αγγλία. Η Ρωσία περιορίστηκε στο να εμποδίζει  τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να αποκτήσουν πλήρη κυριαρχία, αλλά   και την Τουρκία να αποκτήσει ισχύ. Τούτο αποδεικνύεται από μια εξέταση της ιστορίας, ιστορία που εντέχνως μας αποκρύπτεται. Ενδεικτικώς αναφέρουμε την τυπική πλήρη ανεξαρτησία της Ελλάδος όχι από την Αγγλία, που με το σύμφωνο του Λονδίνου του Ιουλίου του 1827,   αναγνώριζε επικυρίαρχο τον Σουλτάνο και επέβαλε στους Έλληνες να πληρώνουν φόρο υποτελείας, αλλά με τη Συνθήκη της Αδριανουπόλεως, που σήμανε τη λήξη του ρωσοτουρκικού πολέμου. Η Αγγλία έτσι τελικώς εσύρθη προς το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830, που επικύρωσε την Ελληνική Ανεξαρτησία και αναγκαστικώς δέχτηκε και η Υψηλή Πύλη.   Στον ΧΧο αιώνα, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο,   η παραχώρηση  των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα  έγινε   με τη σύμφωνη γνώμη του υπουργού εξωτερικών της Ρωσίας Βιατσεσλαβ Σκριάμπιν, γνωστού ως Μολότωφ, προφανώς για να αποκλείσει μόνιμη εγκατάσταση σε αυτά της Αγγλίας.  Επρόκειτο   περί αποτελέσματος της διαπραγματεύσεως που οδήγησε στη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947. Εκεί απεφασίσθη   η Κύπρος να παραμείνει   υπό Αγγλική κυριαρχία -ενταγμένη στον αποικιακό σχεδιασμό της για την νοτιοανατολική Μεσόγειο-   η Βόρειος Ήπειρος να παραμείνει υπό Αλβανική κυριαρχία, με την Αλβανία υπό κομμουνιστικό καθεστώς και ως προς την Ελλάδα, η Ρωσία αρκέστηκε   στο περίφημο 10% της Συνθήκης της Γιάλτας και στο όσο λειτούργησε.

Έτσι μέχρι τώρα πορευτήκαμε, με μία σχετική ισορροπία Ρωσίας και Δύσης. Η εμμονή του ΝΑΤΟ να «πολιορκήσει» έτι περαιτέρω τη Ρωσία, με την ένταξη σε αυτό της Ουκρανίας, οδήγησε στο πόλεμο Ουκρανία-Ρωσίας, δηλαδή Δύσης-Ρωσίας. Ενώ αυτός ο πόλεμος οδεύει σε μια κάποια λύση, παρά την κατάδηλη επιθυμία της Ευρώπης να συνεχιστεί, μία νέα πρόκληση προς τη Ρωσία ετοιμάζεται, πολύ χειρότερη. Η σημερινή   διαφαινόμενη στρατιωτική συμμαχία Ευρώπης και Τουρκίας, με την Τουρκία ενισχυόμενη στρατιωτικώς,  διαταράσσει  επικινδύνως την υφιστάμενη ισορροπία.  Η Ελλάς δυστυχώς παθητικώς βλέπει την ιστορία να περνά μπροστά στα μάτια της, μη τολμώντας να συμμετάσχει σε αυτήν, μη τολμώντας να αρθρώσει λέξη, παρά την τεράστια γεωπολιτική ισχύ της.  Είναι γελοίο να ζητούμε ως μοναδικό αντάλλαγμα την άρση του τουρκικού  casus belli, λές και ότι χωρίς αυτό δεν γίνονται εισβολές και πόλεμοι.

Είναι προφανές πως η διαφαινόμενη εξέλιξη των σχέσεων Ευρώπης και Ρωσίας εγκυμονεί κινδύνους, ενισχύει τις πολεμικές βιομηχανίες, θα δημιουργήσει νέα οικονομική  κρίση στην Ευρώπη -θα επωφεληθούν μόνο οι χώρες που έχουν πολεμικές βιομηχανίες- και θα εμποδίζει στο διηνεκές την ειρηνική ανάπτυξή της. Αλλά θα έχει πολλαπλασιαστικώς και  παγκόσμιες συνέπειες.  Φανταστείτε πως θα ήταν τα πράγματα αν η Ρωσία εντασσόταν στην Ευρώπη, όπως και η ίδια μάλλον ακόμα επιθυμεί, αλλά καταδήλως δεν επιθυμούν οι ΗΠΑ.   

Η χώρα μας παθητικώς ακολουθεί,  αναμένοντας νέα δεινά, αρχικώς οικονομικά, μελλοντικώς ίσως χειρότερα. Σκεφτείτε τι θα έκανε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που  και τηρούσε τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις του, αλλά και  επωφελήθηκε από αυτές, υπερδιπλασιάζοντας  την ελληνική επικράτεια.  Αγγλόφιλος μεν, οραματιστής Έλλην δε.  Οι σημερινές  υποκλίσεις των πολιτικών  διαχειριστών μας δεν μαρτυρούν ανάλογη συμπεριφορά και ανάλογες φιλοδοξίες…..

https://www.militaire.gr