17.12.23

Πώς μας ξεπέρασε και η Ρουμανία

 



του 
Δημήτρη Δελεβέγκου

Το 2009, όταν η ελληνική οικονομία εμφάνισε για πρώτη φορά, ύστερα από πολλά χρόνια, αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης (-4%), όσοι στοιχημάτιζαν ότι η επιστροφή στην ανάκαμψη δεν θα αργήσει έχουν χάσει, όπως φανερώνουν οι επιδόσεις της οικονομίας ύστερα από έξι συναπτά χρόνια ύφεσης. Ταυτόχρονα, όμως, χάθηκε και ακόμα ένα στοίχημα: ότι η ελληνική οικονομία θα παραμείνει συμπαγής ιδίως σε σχέση με γειτονικές χώρες, όπως η Ρουμανία, η οποία το 2009 εμφάνιζε αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης 7%. Ωστόσο, ήρθαν τα πάνω κάτω: το ελληνικό ΑΕΠ δεν εμφάνισε θετικό πρόσημο, παρά μόνον κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2014, με τις προβλέψεις για το 2015 να παραμένουν σε ομιχλώδες τοπίο και το «Greek drama» να απασχολεί ξανά σοβαρά Ευρώπη και ΗΠΑ.

Στον αντίποδα, η ιδιαίτερα ασθενική ρουμανική οικονομία από το -7% (ρυθμός ανάπτυξης ΑΕΠ) το 2009, έκλεισε την περασμένη χρονιά με ανάπτυξη 2,9%, με το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα να διαμορφώνεται στα 7.655 ευρώ. Η βιομηχανική παραγωγή της χώρας αναπτύχθηκε κατά 0,9%, ενώ ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών εμφάνισε ρυθμούς ανάπτυξης 0,6%. Οι δύο αυτοί τομείς αντιπροσωπεύουν συνολικά το 30% του ΑΕΠ. 


Πώς κέρδισε τη μάχη 

Κατά την περασμένη χρονιά, η Ρουμανία των περίπου 20 εκατομμυρίων κατοίκων υπήρξε η τρίτη πιο αναπτυσσόμενη χώρα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, μετά την Ουγγαρία και την Πολωνία. Η χώρα κατά την τελευταία τριετία δεν χρειάστηκε να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τη λήψη χρηματοδοτικής βοήθειας, με το δημόσιο χρέος να αντιστοιχεί μόλις στο 39% του ΑΕΠ. 

Επίσης, ο πληθωρισμός της χώρας διατηρείται χαμηλός (0,4% τον περασμένο Φεβρουάριο), η ισοτιμία ευρώ - ρουμανικού LEU έχει σταθεροποιηθεί, το ύψος του δημόσιου χρέους ανέρχεται στα 57,3 δισ. ευρώ και οι άμεσες ξένες επενδύσεις διαμορφώθηκαν σε 1,5 δισ. ευρώ το εννεάμηνο. Εν ολίγοις, η χώρα πληροί το σύνολο των κριτηρίων σύγκλισης: χαμηλός πληθωρισμός, δημοσιονομική πειθαρχία, σταθερότητα των συναλλαγματικπών ισοτιμιών, σύγκλιση των επιτοκίων. Ωστόσο, όπως δήλωσε, πρόσφατα ο διοικητής της ρουμανικής τράπεζας, Mugur Isarescu, η χώρα δεν είναι σε θέση να υιοθετήσει άμεσα το ευρώ, καθώς, παρά τη σταθεροποίηση της ρουμανικής οικονομίας, υπάρχουν προβλήματα σε μικροοικονομικό επίπεδο. Ως αποτέλεσμα, η έναρξη του εγχειρήματος εισόδου στην ζώνη του ευρώ μετατίθεται για τις αρχές του 2020. 

Υπήρξε κάποια μαγική συνταγή; Η απάντηση βρίσκεται στις μεταρρυθμίσεις και τα μέτρα –ορισμένα από αυτά αρκετά σκληρά που, τελικά, έμειναν στα χαρτιά– που έλαβε η χώρα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με έκθεση (working document) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη Ρουμανία, η χώρα προχώρησε στην απλοποίηση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, στη συρρίκνωση της γραφειοκρατίας, την ενθάρρυνση υλοποίησης επενδύσεων από μικρές εταιρείες ή νέους επιχειρηματίες. Επίσης, υιοθέτησε πολιτική προσέλκυσης των καινοτόμων εταιρειών, ενώ διέθεσε ποσό 675 εκατ. ευρώ για τον εκσυχρονισμό της γραμμής παραγωγής αυτοκινήτων και μηχανών της αυτοκινητοβιομηχανίας Ford, με στόχο την προσέλκυση μικρομεσαίων εταιρειών που συμμετέχουν στην αλυσίδα παραγωγής. 

Επίσης, εγκαθίδρυσε το σύστημα υποβολής, μέσω Διαδικτύου, φορολογικών δηλώσεων με στόχο τη μείωση του κόστους για πολίτες και Δημόσιο, προσδιόρισε συγκεκριμένα standards ποιότητας που πρέπει να πληρούν οι δημόσιες υπηρεσίες και αύξησε τις δημόσιες επενδύσεις. Παράλληλα, με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, προχώρησε σε μειώσεις μισθών στο Δημόσιο, θέσπισε ενιαίο μισθολόγιο (στο Δημόσιο), πούλησε πλειοψηφικά ποσοστά σε κρατικές εταιρείες και έλαβε μέτρα που ενθάρρυναν την ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας (flexicurity). 

Ακόμα, η αγορά ενέργειας, όπου κυρίαρχες είναι οι κρατικές εταιρείες, βρίσκεται σε πορεία απελευθέρωσης, ενώ προωθούνται μεγάλες μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση των χαμηλότερων εισοδηματικά κατηγοριών σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η χώρα προχώρησε στο κλείσιμο 67 νοσοκομείων, ενώ είχε προωθηθεί –εν τέλει δεν εφαρμόστηκε ποτέ– η ιδιωτικοποίηση σημαντικού αριθμού κρατικών κλινικών. Τέλος, οι καλές επιδόσεις της ρουμανικής οικονομίας του 2014 αποδίδονται στην αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης ως αποτέλεσμα της μείωσης του ΦΠΑ στα είδη αρτοποιίας, τη μερική αύξηση των μισθολογικών απολαβών, την αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης της βιομηχανικής παραγωγής και την εκτόξευση των εξαγωγών που κατέστησαν τη Ρουμανία ως τη μεγαλύτερη εξαγωγέα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Μεγάλα τα προβλήματα 

Παρά την πρόοδο που έχει σημειώσει, η χώρα παραμένει αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα, που προσομοιάζουν, σε μεγάλο βαθμό, με αυτά που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Τα πιο βασικά από αυτά σχετίζονται με τη διαφθορά, την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, αλλά και τη μικρή πρόοδο που έχει καταγραφεί στην υλοποίηση σειράς μεταρρυθμίσεων. Σε αυτές συγκαταλέγονται οι ιδιωτικοποιήσεις, η αναδιάρθρωση ζημιογόνων κρατικών εταιρειών, η θέσπιση του κατώτερου μισθού, η δημιουργία ενιαίου συνταξιοδοτικού συστήματος και η περαιτέρω απλοποίηση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. 

Ακόμα το φορολογικό καθεστώς παραμένει ασταθές, γεγονός που προκαλεί πρόβλημα στο επιχειρηματικό περιβάλλον, ενώ η συλλογή εσόδων παραμένει αναιμική. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί η μεγάλη κοινωνική ανισότητα. Ας σημειωθεί ότι ο ελάχιστος μισθός (από την 1 Ιανουαρίου 2015) διαμορφώνεται σε 217 ευρώ και έχει αυξηθεί σωρευτικά από το 2009 έως το 2012 σε ποσοστό 17% έναντι αύξησης στο δείκτη τιμών καταναλωτή 16%. Κατά το ίδιο διάστημα, ο καθαρός μέσος μισθός αυξήθηκε κατά 19% και διαμορφώνεται περίπου στα 580 ευρώ (ακαθάριστες αποδοχές). 

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" 

https://www.capital.gr/

(Αναρτήθηκε από το συνεργάτη μας κ. Μιχάλη Τσολάκη)