20.9.10

ΚΥΠΡΟΣ : Ολέθρια τα σφάλματα του Δημήτρη Χριστόφια



   Του Δρα. Χριστ. Χριστοδούλου*

Είναι καλώς γνωστό ότι ο διάλογος, που διεξάγεται εδώ και δύο περίπου χρόνια για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος, δεν έχει σημειώσει βήματα προόδου. Είναι ακόμη εξίσου καλώς γνωστό ότι ο διάλογος αυτός άρχισε, αφού επικράτησε το πείσμα και η αθεμελίωτη επιμονή του Προέδρου Χριστόφια ότι δήθεν υπήρχε κοινή βάση για την επιτυχία της διεξαγωγής και της θετικής κατάληξής του.
Η επιμονή αυτή του κ. Χριστόφια και η τελική επικράτηση της άποψής του αποτέλεσε γεγονός, παρά τις αντίθετες, ορθολογικά βάσιμες και ρεαλιστικές απόψεις όλων των άλλων κομμάτων, ακόμη και των συμπολιτευόμενων και συγκυβερνώντων, πλην του ΑΚΕΛ και του ηγέτη του κόμματος της αντιπολίτευσης του ΔΗΣΥ, ο οποίος συντάχθηκε με τις απόψεις του κ. Χριστόφια. Και, βεβαίως, δεν χρειαζόταν εξειδικευμένη γνώση και υψηλού επιπέδου πολιτική και ....
πολιτειακή κατάρτιση για να καταλήξει κάποιος στο συμπέρασμα ότι η απόφαση του κ. Χριστόφια και του στενού του συνεργάτη κ. Αναστασιάδη -όπως ο ίδιος δημοσίως ομολόγησε προσφάτως, παραπονούμενος για τη μεταχείριση που τυγχάνει από τον Πρόεδρο και το ΑΚΕΛ- δεν εδραζόταν στην αντικειμενική πραγματικότητα.
Ήταν, απλώς, μια θεωρητική θολούρα, η οποία καρυκεύθηκε με το πασίγνωστο ότι υπάρχει κοινή βάση για ένα ομόσπονδο κράτος με μια υπηκοότητα, μια κυριαρχία και μια διεθνή προσωπικότητα.
Θα ήταν σφάλμα να υποστηριχθεί ότι τόσο ο Πρόεδρος Χριστόφιας όσο και το ΑΚΕΛ και ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ, που ταυτίστηκαν μαζί του, αγνοούσαν την αληθινή πραγματικότητα. Ότι δηλαδή έκαναν λανθασμένη εκτίμηση των δεδομένων. Ή ότι έτρεφαν ψευδαισθήσεις και χίμαιρες. Ή ότι αποφάσισαν και ενήργησαν υπό το κράτος ευσεβοποθισμού.
Επαναφορά του Σχεδίου Ανάν
Η πραγματικότητα ήταν και παραμένει μια και χειροπιαστά πλέον αποδεδειγμένη: Ότι ο Πρόεδρος Χριστόφιας και οι θιασώτες της επανέναρξης του διαλόγου σε ένα και μόνο πράγμα απέβλεπαν και στο ίδιο εξακολουθούν να προσβλέπουν: Στην επαναφορά του Σχεδίου Ανάν. Στο τσιμέντωμα του «ναι», καθώς είχε διακηρύξει με ένταση και πάθος ο τότε ηγέτης του ΑΚΕΛ Δημήτρης Χριστόφιας και στην υλοποίηση των υποσχέσεων που έδωσε ο κ. Αναστασιάδης προς όλους όσοι συντάχθηκαν με την υπερψήφιση του Σχεδίου Ανάν.
Οι δηλώσεις που τόσο ο Πρόεδρος Χριστόφιας όσο και ο ηγέτης του ΔΗΣΥ έκαναν την πρώτη περίοδο μετά το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου, 2004, ότι το Σχέδιο Ανάν ανήκει στο παρελθόν γιατί το ενταφίασε με την ψήφο της η συντριπτική πλειοψηφία του κυπριακού Ελληνισμού, δεν αποδεικνύονται ειλικρινείς.
Ήταν προπέτασμα καπνού και μεθοδολογία για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης. Και για να κερδηθεί χρόνος, ώστε να καταστεί δυνατή, μέσα από τις προταθείσες νεφελώδεις διαδικασίες των παρακοιμώμενων αρχισυμβούλων Τσιελεπή και Α. Κυπριανού και Χρ. Πουργουρίδη και Σ. Χάσικου, η επαναφορά, σταδιακά, ερήμην πάντοτε του λαού, του εκτρωματικού τερατουργήματος που εκπόνησε ο Χάνεϊ και το τιτλοποίησε ονομαστικώς ο αξιοθρήνητος, τότε Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, κ. Ανάν.
Αυτά για την αναζωπύρωση της μνήμης. Αλλά και για την ουσιαστική ερμηνεία των τραγικών σφαλμάτων και των επιζήμιων χειρισμών που επακολούθησαν, όταν, το Σεπτέμβριο του 2008, ο Πρόεδρος Χριστόφιας, ανένδοτα και ασυμβίβαστα, αποφάσισε να επαναρχίσει το διάλογο. Αυτήν τη φορά με το σύντροφό του Μεχμέτ Αλί Ταλάτ. Με τον οποίο, καθώς διακήρυσσε, είχε κοινές απόψεις και κοινές επιθυμίες. Και τον οποίο πίστωνε με αληθινή συντροφικότητα, ειλικρίνεια και αξιοπιστία.
Είναι, ακριβώς, και γι’ αυτόν το λόγο που ο Πρόεδρος Χριστόφιας μάς υποσχέθηκε ότι θα γωνιάσει την Τουρκία. Ότι θα τα βρει με το σύντροφο Ταλάτ. Ότι θα βρουν μαζί μια λύση βιώσιμη, λειτουργική και δίκαιη. Ότι θα καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα κατοχυρώνει την ανεξαρτησία, την ασφάλεια και την εδαφική μας ακεραιότητα. Και ότι η λύση αυτή θα είναι βασισμένη σε διεθνώς αναγνωρισμένες και πανανθρώπινες αρχές.
Βήματα προς τα πίσω
Εδώ και δύο χρόνια από τότε, ο διάλογος συνεχίζεται. Με βήματα σημειωτόν και, κυρίως, από δικής μας πλευράς, με βήματα προς τα πίσω. Και η αξιολόγηση αυτή δεν αφορά στους τελευταίους τέσσερις μήνες που τον δήθεν μετριοπαθή σύντροφο Ταλάτ διαδέχθηκε ο σκληροτράχηλος και εξτρεμιστής-εθνικιστής Έρογλου.
Η αλήθεια βοά αφ’ εαυτής. Και πρέπει να λέγεται, να τονίζεται και να υπογραμμίζεται όσο και αν αυτή ενοχλεί τον Πρόεδρο Χριστόφια. Και η αλήθεια είναι ότι στη διάρκεια των 20 μηνών του διαλόγου μεταξύ των αδελφικών συντρόφων Χριστόφια και Ταλάτ, η δική μας πλευρά προέβη σε τόσες και τέτοιες παραχωρήσεις, που κυριολεκτικά υπερέβησαν την κόκκινη γραμμή. Και επισώρευσαν ζημιά τεράστια, η οποία υπερβαίνει και εκείνην του ανανικού τερατουργήματος του 2004. Να τεκμηριώσουμε πολύ συνοπτικά για να μην κατηγορηθούμε ότι αερολογούμε ή ότι αρνητικώς αντιπολιτευόμαστε ή ότι αβασίμως κινδυνολογούμε:
(α) Ο Πρόεδρος Χριστόφιας αποδέχτηκε τη δημιουργία ενός νέου κρατικού ομοσπονδοσυνομόσπονδου μορφώματος, το οποίο θα αποτελείται από δύο συνιστώντα στέιτς.
(β) Ο Πρόεδρος Χριστόφιας αποδέχθηκε την ύπαρξη και εσωτερικής υπηκοότητας των πολιτών τού καθενός από τα δύο συνιστώντα στέιτς. Με το πρόσχημα ότι αυτή θα υπόκειται στην υπηκοότητα που θα δίνει το κεντρικό ομοσπονδοσυνομόσπονδο κράτος. Η οποία θα υπέρκειται και θα εκδηλώνεται προς τα έξω.
(γ) Ο Πρόεδρος Χριστόφιας αποδέχθηκε την παραμονή 50.000 εποίκων, που, κατά πολλούς, θα είναι πενταπλάσιοι.
(δ) Ο Πρόεδρος Χριστόφιας αποδέχθηκε την εκ περιτροπής Προεδρία του νέου ομοσπονδοσυνομόσπονδου ετεροελεγχόμενου μορφώματος.
(ε) Ο Πρόεδρος Χριστόφιας αποδέχθηκε την αντιδημοκρατική και απαξιωτική αρχή της σταθμισμένης ψήφου.
Οι γενναιόδωρες προσφορές του Προέδρου
ΑΥΤΑ εν ολίγοις. Και εν συνόψει. Και όχι εξαντλητικά. Αλλά και, δυστυχώς και θλιβερώς, για να ακριβολογούμε, όλα τα πιο πάνω ο Πρόεδρος Χριστόφιας δεν τα αποδέχθηκε. Τα παραχώρησε γενναιόδωρα, μονομερώς και άνευ αντιπαροχών, ερήμην του λαού και της πλειοψηφίας των πολιτικών κομμάτων. Με τη μετέωρη δικαιολογία ότι έτσι κερδίζουμε διεθνώς τις εντυπώσεις. Ότι έτσι αποδεικνύουμε την καλή μας θέληση και τη διαλλακτικότητά μας. Ότι έτσι βοηθούμε το σύντροφο Ταλάτ να κάνει και αυτός γενναία βήματα, για να βρεθεί μια «δίκαιη λύση». Ότι έτσι γωνιάζουμε την Τουρκία. Και ότι αυτά τα πρότειναν και οι προκάτοχοί του Πρόεδροι, περιλαμβανομένου του Εθνάρχη Μακάριου. Και ο μεν Ταλάτ, μέχρι την ημέρα που αντικαταστάθηκε από τον Έρογλου, πήρε τις γενναιόδωρες προσφορές του κ. Χριστόφια χωρίς να κάνει ούτε την ελάχιστη παραχώρηση και χωρίς να προβεί σε καμιάν απολύτως αντιπαροχή. Και, μάλιστα, κατά τον κ. Νταβούτογλου, η Τουρκία όχι μόνο δεν γωνιάστηκε, αλλά πήρε μια σειρά από σοβαρές παραχωρήσεις χωρίς να κάνει ούτε ένα βήμα πίσω από τις θέσεις της. Και, το χειρότερο, με την κυπριοποίηση του διαλόγου, ή με τον κυπριακής ιδιοκτησίας διάλογο, σύμφωνα με την προσφιλή ορολογία του κ. Χριστόφια, η Τουρκία όχι μόνο δεν γωνιάστηκε, αλλά κατόρθωσε να μη θεωρείται πλέον ως μέρος του διαλόγου ή ως παράγοντας πρωταρχικής ευθύνης για λύση του κυπριακού προβλήματος.
Η Κύπρος στο χειρότερο σημείο
ΑΥΤΑ, χάριν της ιστορίας. Αλλά και για τη συνείδηση του Προέδρου Χριστόφια, ο οποίος, χωρίς να του αμφισβητούμε τις καλές προθέσεις, οδήγησε την Κύπρο, είτε λόγω κακών συμβούλων είτε λόγω υποδομικής αδυναμίας είτε λόγω περιορισμένης πολιτικής ορθοκρισίας, στο χειρότερο σημείο μετά τη βάρβαρη τουρκική εισβολή του 1974, ή, κυριολεκτικά, στο χείλος του γκρεμού. Είναι, όμως, και η τραγική διαπίστωση σχετικά με τον τρόπο που λειτουργεί ο Πρόεδρος Χριστόφιας όσον αφορά στο κυπριακό πρόβλημα. Μια συμπεριφορά και ένας τρόπος λειτουργίας που αποπνέει νοοτροπία αρχηγού οικογένειας ή τιτλούχου διαχειριστή ιδιόκτητης περιουσίας.
Αυτή την ιδιόμορφη λειτουργία ο κ. Χριστόφιας την αποδίδει σε νόμιμο δικαίωμα, σύμφυτο, καθώς ισχυρίζεται, με το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας και της εξουσίας που αντλεί απ’ αυτό με βάση τη λαϊκή εντολή. Πρόκειται περί επικίνδυνης πλάνης. Γιατί ο λαός καμιά εξουσία δεν έχει δώσει στον κ. Χριστόφια να χειρίζεται εν λευκώ και ερήμην του το μέλλον της πατρίδας και των παιδιών του. Ούτε συνταγματικό έρεισμα έχει η λανθασμένη και πεπλανημένη αυτή αντίληψη του κ. Χριστόφια για τις αρμοδιότητές του ως Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το θέμα είναι κομβικής σημασίας. Και ερμηνεύει την τακτική και τους χειρισμούς, στους οποίους οφείλονται τα ολέθρια σφάλματα του κ. Χριστόφια όσον αφορά στις γενναιόδωρες παραχωρήσεις που έκανε στα θέματα της διακυβέρνησης και της κατανομής των αρμοδιοτήτων, αλλά και της οικονομίας και των εποίκων. Και, ίσως, και σε άλλα τα οποία, εν ονόματι της δήθεν εμπιστευτικότητας, ο κυπριακός Ελληνισμός αγνοεί, αλλά γνωρίζει ο κ. Τσιελεπής -παντογνώστης σύμβουλος του Προέδρου-, ο Ταλάτ και ο Έρογλου, ο Ντενκτάς και ο Έρντογαν, ο Γκιουλ και ο Νταβούτογλου, ο Μπαγίς και οι Τούρκοι στρατιωτικοί. Στην προκείμενη περίπτωση η επίκληση του απορρήτου και της εμπιστευτικότητας ισοδυναμεί με δεσμεύσεις της πλευράς μας και δημιουργία τετελεσμένων εν αγνοία και ερήμην του κυρίαρχου λαού.
Αυτή η τακτική, αυτή η νοοτροπία, αυτοί οι χειρισμοί οδήγησαν στην εν κρυπτώ και παραβύστω «κατασκευή» του ανανικού τερατουργήματος, το οποίο, εν αγνοία του λαού, διαμορφώθηκε και ως τετελεσμένο γεγονός ετέθη, μετά την τρισάθλια επιδιαιτησία του ανεκδιήγητου Κόφι Ανάν, για έγκριση ή απόρριψη στο δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου, 2004. Για να απορριφθεί από το 76% του κυπριακού Ελληνισμού και να σχίζει τα ιμάτιά του πολυδιαμαρτυρόμενος ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ και να διακηρύσσει την τσιμεντωμένη επαναφορά του ο τότε Γ. Γ. του ΑΚΕΛ και νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Δημήτρης Χριστόφιας. Και να εισπράττουμε την καταδίκη της διεθνούς κοινής γνώμης γιατί απορρίψαμε μια λύση που δήθεν θα μας έλυε «οριστικά» και ενταφιαστικά, βεβαίως, το πρόβλημα.
Και να κατηγορούμαστε για άρνηση, εξτρεμισμό και απορριπτισμό.
ΔΡ.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Πρώην Υπουργός Οικονομικών 
και Εσωτερικών και τέως Διοικητής 
της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου
sigmalive.com