Του Matt Spetalnick – Reuters
22 Ιουνίου 2025 | Ουάσινγκτον
Με την άνευ προηγουμένου απόφασή του να βομβαρδίσει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν, συμμετέχοντας άμεσα στην αεροπορική επίθεση του Ισραήλ κατά του περιφερειακού του αντιπάλου, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έκανε ακριβώς αυτό που επί μακρόν διακήρυττε ότι θα αποφύγει: να παρέμβει στρατιωτικά σε έναν μεγάλο ξένο πόλεμο.
Το δραματικό αυτό αμερικανικό πλήγμα, που περιλάμβανε στόχευση της πιο βαριά οχυρωμένης πυρηνικής εγκατάστασης του Ιράν, βαθιά μέσα στο έδαφος, συνιστά το μεγαλύτερο διπλωματικό ρίσκο των δύο προεδρικών θητειών του Τραμπ – ένα στοίχημα γεμάτο κινδύνους και αβεβαιότητες.
Ο Τραμπ, ο οποίος το Σάββατο επέμεινε ότι το Ιράν πρέπει τώρα να αποδεχθεί την ειρήνη ή να αντιμετωπίσει νέα πλήγματα, θα μπορούσε να προκαλέσει την Τεχεράνη να απαντήσει κλείνοντας τα Στενά του Ορμούζ – την πιο σημαντική αρτηρία του παγκόσμιου εμπορίου πετρελαίου – να επιτεθεί σε αμερικανικές βάσεις και συμμάχους στη Μέση Ανατολή, να εντείνει την εκτόξευση πυραύλων κατά του Ισραήλ ή να ενεργοποιήσει δίκτυα πληρεξούσιων οργανώσεων εναντίον αμερικανικών και ισραηλινών στόχων παγκοσμίως, σύμφωνα με αναλυτές.
Τέτοιες κινήσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια ευρύτερη και πιο μακροχρόνια σύγκρουση από αυτή που είχε κατά νου ο Τραμπ, θυμίζοντας τα «αιώνια πολέμους» που διεξήγαγε η Αμερική στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, τους οποίους ο ίδιος είχε χλευάσει ως «ανόητους» και υποσχόταν να μην επαναλάβει.
«Οι Ιρανοί έχουν υποστεί σοβαρή αποδυνάμωση και υποβάθμιση των στρατιωτικών τους δυνατοτήτων», δήλωσε ο Aaron David Miller, πρώην διαπραγματευτής για τη Μέση Ανατολή στις κυβερνήσεις Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών. «Όμως διαθέτουν κάθε λογής ασύμμετρους τρόπους για να απαντήσουν… Αυτό δεν πρόκειται να τελειώσει γρήγορα.»
Στο διάστημα που προηγήθηκε του βομβαρδισμού, τον οποίο ανακοίνωσε το βράδυ του Σαββάτου, ο Τραμπ ταλαντεύτηκε ανάμεσα σε απειλές για στρατιωτική δράση και σε εκκλήσεις για ανανέωση των διαπραγματεύσεων με στόχο μια συμφωνία για την αποδόμηση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.
Σύμφωνα με ανώτατο αξιωματούχο του Λευκού Οίκου, μόλις ο Τραμπ πείστηκε ότι η Τεχεράνη δεν έχει καμία πρόθεση να διαπραγματευτεί, έκρινε ότι οι επιθέσεις ήταν «το σωστό βήμα».
Ο πρόεδρος έδωσε το πράσινο φως όταν έλαβε διαβεβαιώσεις ότι υπήρχε «υψηλή πιθανότητα επιτυχίας», όπως δήλωσε ο αξιωματούχος – μια απόφαση που ελήφθη αφότου πάνω από μία εβδομάδα ισραηλινών αεροπορικών επιδρομών στις ιρανικές πυρηνικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις προετοίμασαν το έδαφος για το αμερικανικό πλήγμα-κορύφωμα.
Η Πυρηνική Απειλή Παραμένει
Ο Τραμπ μίλησε για «μεγάλη επιτυχία» των επιθέσεων, οι οποίες περιλάμβαναν τη χρήση τεράστιων «βομβών διάτρησης καταφυγίων» (bunker-busters) στον βασικό στόχο στο Φορντό. Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί προειδοποίησαν ότι, παρότι το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν μπορεί να υπέστη σημαντική καθυστέρηση, η απειλή απέχει πολύ από το να έχει εξαλειφθεί.
Το Ιράν αρνείται ότι επιδιώκει την απόκτηση πυρηνικού όπλου, επιμένοντας ότι το πρόγραμμά του έχει αποκλειστικά ειρηνικό χαρακτήρα.
«Μακροπρόθεσμα, η στρατιωτική δράση είναι πιθανό να ωθήσει το Ιράν στο να αποφασίσει ότι η απόκτηση πυρηνικών όπλων είναι αναγκαία για λόγους αποτροπής και ότι η Ουάσινγκτον δεν ενδιαφέρεται για τη διπλωματία», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η Ένωση Ελέγχου Εξοπλισμών (Arms Control Association), μια μη κομματική οργάνωση με έδρα τις ΗΠΑ που προωθεί τη νομοθεσία για τον έλεγχο των εξοπλισμών.
«Οι στρατιωτικές επιθέσεις από μόνες τους δεν μπορούν να καταστρέψουν την εκτεταμένη γνώση του Ιράν στον πυρηνικό τομέα. Οι επιθέσεις θα καθυστερήσουν το ιρανικό πρόγραμμα, αλλά με τίμημα την ενίσχυση της αποφασιστικότητας της Τεχεράνης να το επανεκκινήσει», πρόσθεσε η οργάνωση.
Επόμενη μέρα για το Ιράν: εκδίκηση ή διπλωματική οδός;
Ο Eric Lob, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Florida International, εκτιμά ότι η επόμενη κίνηση του Ιράν παραμένει ανοιχτό ερώτημα. Μεταξύ των πιθανών αντιποίνων, όπως υποστήριξε, θα μπορούσε να είναι και η στοχοποίηση «ευάλωτων στόχων» των ΗΠΑ και του Ισραήλ τόσο εντός όσο και εκτός της περιοχής.
Παράλληλα, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η Τεχεράνη να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων – «αν και αυτή τη φορά από ακόμα πιο αδύναμη θέση» – ή να αναζητήσει μια διπλωματική έξοδο.
Ωστόσο, στις πρώτες ώρες μετά τα αμερικανικά πλήγματα, η ιρανική πλευρά δεν έδειξε καμία διάθεση για υποχωρήσεις. Ο Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας του Ιράν δήλωσε ότι δεν θα επιτρέψει την παύση ανάπτυξης της «εθνικής βιομηχανίας», ενώ σχολιαστής της κρατικής τηλεόρασης ανέφερε ότι πλέον «κάθε Αμερικανός πολίτης ή στρατιώτης στην περιοχή αποτελεί νόμιμο στόχο».
Τα ξημερώματα της Κυριακής, το ιρανικό υπουργείο Εξωτερικών εξέδωσε ανακοίνωση, προειδοποιώντας ότι η Τεχεράνη «θεωρεί δικαίωμά της να αντισταθεί με όλες της τις δυνάμεις απέναντι στην αμερικανική στρατιωτική επιθετικότητα».
Ο Karim Sadjadpour, αναλυτής στο Carnegie Endowment for International Peace, έγραψε στην πλατφόρμα X: «Ο Τραμπ δήλωσε ότι τώρα είναι η ώρα για ειρήνη. Είναι αβέβαιο – και μάλλον απίθανο – το Ιράν να το δει έτσι. Το πιθανότερο είναι ότι ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στον 46ετή πόλεμο ΗΠΑ-Ιράν, αντί να τον κλείνει.»
Σενάρια «Αλλαγής Καθεστώτος»
Ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι ο Τραμπ – ο οποίος μέχρι πρότινος απέρριπτε ρητά κάθε στόχο ανατροπής της ιρανικής ηγεσίας – θα μπορούσε τελικά να οδηγηθεί προς αυτόν τον στόχο, εάν η Τεχεράνη προβεί σε μαζικά αντίποινα ή επιταχύνει την κατασκευή πυρηνικού όπλου.
Αυτό, όμως, θα άνοιγε και νέο κύκλο κινδύνων.
«Να προσέχουμε την επέκταση της αποστολής – τον πειρασμό για αλλαγή καθεστώτος και καμπάνιες “εκδημοκρατισμού”», προειδοποιεί η Laura Blumenfeld, αναλύτρια Μέσης Ανατολής στη Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στην Ουάσινγκτον. «Θα βρείτε τα λείψανα πολλών αποτυχημένων “ηθικών αποστολών” της Αμερικής θαμμένα στις ερήμους της Μέσης Ανατολής.»
Ο Jonathan Panikoff, πρώην αναπληρωτής διευθυντής πληροφοριών των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή, δήλωσε ότι αν η ιρανική ηγεσία αισθανθεί ότι απειλείται η ίδια η επιβίωσή της, θα προχωρήσει σε «δυσανάλογες επιθέσεις». Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να σταθμίσει και τις συνέπειες.
Μια ενέργεια όπως το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ θα προκαλούσε πρόβλημα στον Τραμπ – λόγω αύξησης των τιμών του πετρελαίου και πιθανών πληθωριστικών πιέσεων στις ΗΠΑ – αλλά θα έπληττε και την Κίνα, έναν από τους ελάχιστους ισχυρούς συμμάχους του Ιράν.
Την ίδια στιγμή, ο Τραμπ αντιμετωπίζει ήδη έντονη αντίδραση από τους Δημοκρατικούς στο Κογκρέσο για την επίθεση στο Ιράν, ενώ βρίσκεται αντιμέτωπος και με την απομονωτιστική πτέρυγα της δικής του «MAGA» βάσης στους Ρεπουμπλικανούς.
Αν και στην πρώτη του θητεία δεν είχε κληθεί να διαχειριστεί καμία μεγάλη διεθνή κρίση, τώρα βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σοβαρή ήδη από τον έκτο μήνα της δεύτερης.
Ακόμα κι αν ο Τραμπ ελπίζει η αμερικανική εμπλοκή να παραμείνει περιορισμένη σε χρόνο και μέγεθος, η ιστορία δείχνει ότι τέτοιες συγκρούσεις για τους Αμερικανούς προέδρους συνοδεύονται από αλυσιδωτές συνέπειες.
Το σύνθημα «ειρήνη μέσω ισχύος» που ο Τραμπ χρησιμοποίησε προεκλογικά, τώρα τίθεται στη σκληρότερη δοκιμασία του, καθώς άνοιξε νέο πολεμικό μέτωπο, χωρίς να έχει τηρήσει τις υποσχέσεις του για γρήγορο τερματισμό των πολέμων σε Ουκρανία και Γάζα.
«Ο Τραμπ επιστρέφει στη “βιομηχανία του πολέμου”», σχολίασε ο Richard Gowan, διευθυντής του ΟΗΕ στο International Crisis Group. «Δεν είμαι βέβαιος ότι κάποιος στη Μόσχα, την Τεχεράνη ή το Πεκίνο πίστεψε ποτέ το αφήγημα ότι είναι ειρηνοποιός. Έμοιαζε πάντα περισσότερο με προεκλογικό σλόγκαν παρά με στρατηγική.»