του Atlantic Council
«Μια θεαματική στρατιωτική επιτυχία.» Έτσι περιέγραψε ο Ντόναλντ Τραμπ, σε τηλεοπτικό του διάγγελμα από τον Λευκό Οίκο, την αμερικανική στρατιωτική επιχείρηση τα ξημερώματα της Κυριακής στη Μέση Ανατολή, κατά την οποία βομβαρδίστηκαν τρεις πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Ιράν — το Φορντόου, η Νατάνζ και η Ισφαχάν.
«Οι βασικές πυρηνικές υποδομές εμπλουτισμού του Ιράν έχουν πλήρως και ολοκληρωτικά καταστραφεί», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, προσθέτοντας πως «θα υπάρξει είτε ειρήνη είτε τραγωδία για το Ιράν». Οι αμερικανικές επιθέσεις ήρθαν λίγο περισσότερο από μία εβδομάδα μετά την ευρείας κλίμακας στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ κατά ιρανικών πυρηνικών και στρατιωτικών στόχων.Παρακάτω, ειδικοί του Atlantic Council αξιολογούν τη σημασία των επιθέσεων και προβλέπουν τις επιπτώσεις στο Ιράν, στην ευρύτερη περιοχή και διεθνώς.
Το άρθρο θα ανανεώνεται με νέες αναλύσεις καθώς προστίθενται νέες συνεισφορές.
William F. Wechsler: Ο Τραμπ πήρε τη σωστή απόφαση. Θα κάνει το ίδιο και ο Χαμενεΐ;
Περίπου μία εβδομάδα πριν, όταν το Ισραήλ ξεκίνησε την εκστρατεία του κατά του Ιράν, υποστήριξα ότι «δεν πρέπει να επιτραπεί στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα ή να συνεχίσει να εκβιάζει τον κόσμο με τη δυνατότητά του να το πράξει». Τόνισα τότε πως «θα ήταν πιο αποτελεσματικό — στρατιωτικά και διπλωματικά — να είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες και όχι το Ισραήλ εκείνες που θα χτυπήσουν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν». Και κατέληξα: «Σε στιγμές όπως αυτή, δεν υπάρχει υποκατάστατο για την αποφασιστική ηγεσία της Ουάσιγκτον. Όχι αναμονή, όχι παθητικότητα.»
Ο Τραμπ, πλέον, έχει πάρει αυτή την απόφαση.
Τακτικά, δεν υπάρχει λόγος να αμφισβητεί κανείς τη δήλωσή του το Σάββατο βράδυ — ότι οι επιθέσεις ήταν «θεαματική επιτυχία». Στρατηγικά, αν και οι κίνδυνοι είναι υψηλοί και οι τελικές εξελίξεις παραμένουν αβέβαιες, θεωρώ πως έκανε τη σωστή κίνηση.
Ωστόσο, το μέλλον εξαρτάται από τις επιλογές που θα γίνουν στην Τεχεράνη. Οι στρατηγικές εναλλακτικές για τον Ανώτατο Ηγέτη του Ιράν, Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, είναι σαφείς. Μία επιλογή είναι να «πιει από το δηλητηριασμένο ποτήρι», όπως έκανε ο προκάτοχός του στο τέλος του πολέμου Ιράν-Ιράκ, και να διαπραγματευτεί άμεσα και ευθέως με τον Τραμπ για τον τερματισμό της σύγκρουσης. Αυτό θα απαιτούσε, κατ’ ελάχιστον, ιρανική δέσμευση για οριστική και αμετάκλητη παραίτηση από κάθε μορφή εγχώριου εμπλουτισμού, πολλώ δε μάλλον από την επιδίωξη ανάπτυξης πυρηνικών όπλων.
ΗΠΑ: Τέλος σε μία από τις πιο σοβαρές εξωτερικές απειλές
του Matthew Kroenig
Έχω εργαστεί πάνω στην ιρανική πυρηνική κρίση για περισσότερα από είκοσι χρόνια, και εδώ και καιρό προέβλεπα πως το ζήτημα αυτό θα έπρεπε —και θα κατέληγε— σε πλήγμα των Ηνωμένων Πολιτειών κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Αυτό συνέβη απόψε.
Κάθε πρόεδρος από την εποχή του Τζορτζ Μπους είχε δηλώσει, σωστά, ότι η αποδοχή ενός Ιράν με πυρηνικά όπλα είναι αδιανόητη. Κάποιοι είχαν ελπίσει ότι το πρόβλημα θα λυνόταν μέσω διαπραγματεύσεων. Αλλά για πάνω από δύο δεκαετίες, η ιρανική ηγεσία αρνείται να εγκαταλείψει το πυρηνικό της πρόγραμμα. Δεν υπήρχε πλέον χρόνος. Οι ειδικοί εκτιμούσαν ότι ο χρόνος που χρειαζόταν το Ιράν για να κατασκευάσει αρκετό εμπλουτισμένο ουράνιο για μία βόμβα είχε μειωθεί σε μόλις 2 έως 5 ημέρες.
Άλλοι ήλπιζαν ότι το Ισραήλ θα αναλάμβανε δράση, όμως μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες διέθεταν τη δυνατότητα να καταστρέψουν τις βαθιά θαμμένες και ενισχυμένες πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν.
Κάποιοι φοβούνται έναν περιφερειακό ή και παγκόσμιο πόλεμο. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Το Ιράν δεν διαθέτει αξιόλογες επιλογές αντιποίνων και φοβάται έναν γενικευμένο πόλεμο με τις ΗΠΑ. Ίσως εξαπολύσει κάποιες συμβολικές πυραυλικές επιθέσεις, αλλά η κρίση αυτή πιθανότατα θα αποκλιμακωθεί σύντομα — όπως συνέβη και με τη δολοφονία του Κασέμ Σουλεϊμανί το 2020.
Κάποιοι φοβούνται ότι το Ιράν θα εξοργιστεί και θα επιδιώξει εκ νέου να αποκτήσει πυρηνικά. Με τι ακριβώς; Οι εγκαταστάσεις του είναι πλέον ερείπια. Μάλλον δεν θα τις ξαναχτίσει. Ξόδεψε δισεκατομμύρια και δεκαετίες μόνο και μόνο για να καταλήξει με κυρώσεις και πόλεμο απέναντι στην ισχυρότερη χώρα του κόσμου. Γιατί να ξαναπαίξει αυτό το σενάριο;
Και αν τις ξαναχτίσει, μπορούμε να τις ξαναχτυπήσουμε.
Το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα υπήρξε μία από τις πλέον σοβαρές προκλήσεις για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ επί δύο δεκαετίες. Δεν υπάρχει πια. Πρόκειται ίσως για τη μεγαλύτερη επιτυχία των ΗΠΑ στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
—Ο Matthew Kroenig είναι αντιπρόεδρος και επικεφαλής του Scowcroft Center for Strategy and Security του Atlantic Council.
Οι δύο πιθανοί δρόμοι της ιρανικής απάντησης
του Jonathan Panikoff
Τώρα είναι η σειρά του Ιράν, και η Τεχεράνη έχει δύο μονοπάτια μπροστά της.
Το πρώτο είναι να προβεί σε αντίποινα, πλήττοντας αμερικανικές βάσεις στην περιοχή, αλλά με τρόπο περιορισμένο. Μια τέτοια ενέργεια θα επέτρεπε στο ιρανικό καθεστώς να ισχυριστεί ότι απάντησε, υπερασπίστηκε την πατρίδα και στάθηκε απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες — ενδεχομένως ανοίγοντας τον δρόμο για την επανέναρξη της διπλωματικής διαδικασίας.
Ωστόσο, η αποψινή ομιλία του Αμερικανού προέδρου είναι πιο πιθανό να εκληφθεί από την Τεχεράνη ως περαιτέρω απειλή παρά ως πρόσκληση για διάλογο. Το Ιράν δύσκολα θα πιστέψει ότι μπορεί απλώς να υποχωρήσει. Οι σκληροπυρηνικοί του καθεστώτος ενδέχεται να θεωρήσουν κάτι τέτοιο απαράδεκτο. Ευχής έργον θα ήταν η Ουάσινγκτον να αξιοποιεί παράλληλα και διαύλους παρασκηνιακής διπλωματίας, ώστε να δώσει στο Ιράν μια διέξοδο με διατήρηση προσώπου. Αν δεν υπάρξει κάτι που να δίνει στο καθεστώς λόγο για ήπια απάντηση, οι σκληροπυρηνικοί ίσως επικρατήσουν — και αυτό θα οδηγούσε σε πολύ πιο επικίνδυνη κλιμάκωση.
Η άλλη πιθανή διαδρομή είναι το Ιράν να κρίνει ότι τα αμερικανικά πλήγματα — και οι διαρκείς απειλές του Τραμπ — επιβάλλουν ισχυρή απάντηση. Αυτό θα μπορούσε να πυροδοτήσει έναν φαύλο κύκλο κλιμάκωσης και αντιποίνων, που ίσως οδηγήσει σε περιφερειακό πόλεμο.
Οι στρατιωτικές δυνατότητες του Ιράν έχουν υποστεί ζημιές, αλλά δεν έχουν εκμηδενιστεί. Αν το καθεστώς θεωρήσει ότι κινδυνεύει — είτε από τις ΗΠΑ είτε από το Ισραήλ — ή αν φοβηθεί πως μια αδύναμη απάντηση θα του στοιχίσει τη στήριξη των συμμάχων του, τότε μπορεί να επιλέξει αυτό το δεύτερο, επικίνδυνο μονοπάτι.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, θα μπορούσε να ενεργοποιήσει τις παραστρατιωτικές του οργανώσεις στη Μέση Ανατολή, αλλά και να προχωρήσει σε ασύμμετρες επιθέσεις — ακόμη και τρομοκρατικές — εναντίον στόχων των ΗΠΑ, του Ισραήλ ή της εβραϊκής διασποράς παγκοσμίως.
Το ερώτημα που παραμένει: Καταστράφηκε όντως το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν; Αν ναι, τότε πιθανότατα δεν θα υπάρξουν νέες επιθέσεις. Αν όμως αποδειχθεί ότι το Ιράν μετέφερε τμήμα του προγράμματος ή ότι υπάρχουν μυστικές εγκαταστάσεις, τότε ίσως τα πλήγματα δεν ήταν το τέλος, αλλά η αρχή.
Ο πρόεδρος πήρε μια απόφαση αυτό το Σαββατοκύριακο που μπορεί να διαμορφώσει μια νέα Μέση Ανατολή — ίσως και καλύτερη. Όλα όμως εξαρτώνται από το πώς θα αντιδράσει το Ιράν.
—Ο Jonathan Panikoff είναι διευθυντής του Scowcroft Middle East Security Initiative του Atlantic Council και πρώην αναπληρωτής εθνικός αξιωματούχος Πληροφοριών για τη Μέση Ανατολή.
Οι επιθέσεις των ΗΠΑ προσφέρουν έξοδο από τον πόλεμο Ισραήλ–Ιράν
του Daniel B. Shapiro
Η απόφαση του Τραμπ να πλήξει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν πιθανότατα ήταν αναγκαία για να κλείσει οριστικά ο δρόμος της Τεχεράνης προς την απόκτηση πυρηνικών όπλων. Πέρα από την ανάγκη να αποτιμηθεί το αποτέλεσμα των επιθέσεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να στείλουν σαφές μήνυμα στο Ιράν: αν η Τεχεράνη ή οι πληρεξούσιοί της προβούν σε αντίποινα κατά αμερικανικών δυνάμεων στην περιοχή, θα αντιμετωπίσουν συντριπτική απάντηση. Ο Τραμπ άρχισε ήδη να στέλνει αυτό το μήνυμα στην ομιλία του μετά τα χτυπήματα, αλλά θα χρειαστεί να επαναληφθεί σε πολλαπλά επίπεδα και με την υποστήριξη των συμμάχων των ΗΠΑ τις επόμενες ημέρες. Ο στόχος είναι η ταχεία είσοδος σε έναν κύκλο αποκλιμάκωσης.
Οι επιθέσεις αυτές, ωστόσο, παρέχουν επίσης μια πιθανή έξοδο από τον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, ο οποίος συνεχίζεται εδώ και οκτώ ημέρες. Απαιτείται άμεση και έντονη διπλωματία —με τη στήριξη περιφερειακών εταίρων όπως το Ομάν και το Κατάρ— ώστε και οι δύο πλευρές να αναγνωρίσουν ότι η σύγκρουση αυτή έχει φτάσει στο τέλος της. Όταν σταματήσουν οι εχθροπραξίες, θα πρέπει να ξεκινήσει μια νέα διπλωματική προσπάθεια: προσφέροντας άρση κυρώσεων στο Ιράν με αντάλλαγμα τη δέσμευσή του να μην επανεκκινήσει το πυρηνικό του πρόγραμμα, να σταματήσει την υποστήριξη τρομοκρατικών οργανώσεων και να θέσει σαφή όρια στο βαλλιστικό του πρόγραμμα. Η ιρανική ηγεσία έχει απογυμνωθεί — ίσως δει αυτές τις υποχωρήσεις ως ένδειξη αδυναμίας, αλλά ενδέχεται να αποτελούν τη μόνη διέξοδο για να σωθεί το καθεστώς από κατάρρευση.
Ο ιρανικός λαός θα πρέπει να αποφασίσει αν το καθεστώς που έφερε μόνο καταστροφή στη χώρα έφτασε στη στιγμή της αλήθειας. Αυτή η διαδικασία πρέπει να παραμείνει εσωτερική — όχι επιβεβλημένη απ’ έξω.
Παράλληλα, υπάρχει ευκαιρία να αξιοποιηθεί αυτή η κομβική στιγμή, κατά την οποία το Ιράν βρίσκεται στη μεγαλύτερη του αδυναμία, για να επιτευχθεί εκεχειρία και συμφωνία για τους ομήρους στη Γάζα: να λήξει ο πόλεμος, να επιστρέψουν όλοι οι όμηροι, να απομακρυνθεί η Χαμάς από την εξουσία και να ξεκινήσει η ανοικοδόμηση με τη στήριξη αραβικών κρατών. Είναι επίσης η κατάλληλη στιγμή για να επανεκκινηθούν οι προσπάθειες ομαλοποίησης των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας – Ισραήλ.
Υπάρχει ρίσκο σε αυτή τη συγκυρία, το οποίο πρέπει να διαχειριστεί. Όμως μέσα από την τραγωδία της 7ης Οκτωβρίου, αναδύονται επίσης ευκαιρίες για μια πιο ειρηνική, πιο ολοκληρωμένη Μέση Ανατολή, λιγότερο απειλούμενη από το Ιράν και τους πληρεξούσιους του.
—Ο Daniel B. Shapiro είναι διακεκριμένος συνεργάτης του Atlantic Council και πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο Ισραήλ (2011–2017), καθώς και πρώην υφυπουργός Άμυνας για θέματα Μέσης Ανατολής.
Οι επιθέσεις των ΗΠΑ αποτυπώνουν μια βαθύτερη μεταμόρφωση του παγκόσμιου ενεργειακού τοπίου
του Landon Derentz
Η απόφαση του Τραμπ να πλήξει τις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν υπενθυμίζει εμφατικά ότι η ηγεσία των ΗΠΑ εξακολουθεί να έχει βαρύτητα. Αυτή η ισχύς, όταν συνοδεύεται από σταθερότητα στις αγορές, μπορεί να αναδιαμορφώσει τον στρατηγικό χάρτη χωρίς να προκαλέσει παγκόσμιο πανικό. Δεν πρόκειται για ενέργεια απελπισίας. Πρόκειται για μια υπολογισμένη απόφαση, θεμελιωμένη σε γεωπολιτική διορατικότητα, ενεργειακή επάρκεια και στρατηγικό έλεγχο αντί για πρόκληση.
Σε αντίθεση με προηγούμενες συγκρούσεις στην περιοχή, το σημερινό πλήγμα δεν αποσταθεροποίησε τις αγορές ούτε απείλησε την προσφορά. Ο Περσικός Κόλπος παραμένει ανοιχτός, κρίσιμες υποδομές είναι άθικτες και το παγκόσμιο ενεργειακό σύστημα δείχνει ανθεκτικό και επαρκώς εφοδιασμένο. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Οι ΗΠΑ στόχευσαν αποκλειστικά το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ιράν — όχι τις συμβατικές ενεργειακές του υποδομές. Έστειλαν έτσι μήνυμα δύναμης και αυτοσυγκράτησης.
Αυτή η προσέγγιση αντανακλά μια βαθύτερη αλλαγή στο παγκόσμιο ενεργειακό τοπίο, με τις ΗΠΑ να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο. Η ισχυρή εσωτερική παραγωγή και η διευρυμένη εξαγωγική ικανότητα ενισχύουν την ενεργειακή ασφάλεια. Το ίδιο σημαντικό όμως είναι και το περιφερειακό περιβάλλον: η απουσία εχθρικής στάσης από τους Άραβες του Κόλπου και η ταχεία ανάκαμψη της Σαουδικής Αραβίας μετά την επίθεση στο Abqaiq το 2019 έχουν δημιουργήσει μια νέα βάση ανθεκτικότητας στις αγορές της Μέσης Ανατολής. Οι εξελίξεις αυτές μειώνουν το γεωπολιτικό ασφάλιστρο κινδύνου και προσφέρουν στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής τον χώρο να δρουν αποφασιστικά, χωρίς να ταράσσουν την παγκόσμια οικονομία.
Αυτό το πλήγμα υπερβαίνει τον στόχο της εξάλειψης μιας πυρηνικής απειλής. Υποδηλώνει την έναρξη μιας νέας στρατηγικής εποχής, όπου οι ΗΠΑ, με την υποστήριξη ενός πιο σταθερού και συνεργατικού Κόλπου, δεν είναι πλέον όμηροι των ενεργειακών τρωτών σημείων του παρελθόντος. Από τις Συμφωνίες του Αβραάμ ως τη σημερινή δράση, οι ΗΠΑ δεν αντιδρούν απλώς. Διαμορφώνουν τα αποτελέσματα. Η απόφαση για περαιτέρω κλιμάκωση εναπόκειται πλέον στην Τεχεράνη. Το μήνυμα της Ουάσινγκτον όμως είναι ξεκάθαρο: οι ΗΠΑ ξέρουν να απαντούν — με ακρίβεια, αναλογικά και από θέση ισχύος.
—Ο Landon Derentz είναι αντιπρόεδρος του Atlantic Council για θέματα ενέργειας και υποδομών και επικεφαλής του Global Energy Security Program.
Κανείς δεν πρέπει να αμφιβάλλει ότι οι ΗΠΑ μπορούν να πλήξουν ακόμα και τους πιο απρόσιτους στόχους
της Caroline Zier
Βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά.
Η πολύπλοκη επιχείρηση των Ηνωμένων Πολιτειών το πρωί της Κυριακής στη Μέση Ανατολή αποτελεί ισχυρή υπενθύμιση των ασύγκριτων δυνατοτήτων του αμερικανικού στρατού. Ό,τι κι αν ακολουθήσει στην περιοχή, οι άνδρες και γυναίκες που την εκτέλεσαν αξίζουν τον ύψιστο έπαινο.
Σε έναν βαθιά διασυνδεδεμένο κόσμο, άλλοι αντίπαλοι παρακολουθούν και αναθεωρούν απόψε τις εκτιμήσεις τους για το πώς μπορεί να επιλέξει ο Τραμπ να χρησιμοποιήσει τις ένοπλες δυνάμεις στο μέλλον. Αν υπάρχει κάτι θετικό μέσα από την αβεβαιότητα και την κρίση στη Μέση Ανατολή, είναι αυτό: κανείς δεν πρέπει να αμφιβάλλει πλέον ότι ο στρατός των ΗΠΑ μπορεί να πλήξει στόχους που σχεδιάστηκαν για να είναι απρόσβλητοι.
Ωστόσο, στη Μόσχα και στο Πεκίνο μπορεί να πανηγυρίζουν σιωπηλά, βλέποντας την αυξημένη πιθανότητα οι ΗΠΑ να μπλεχτούν βαθύτερα στη Μέση Ανατολή — να μεταβούν δηλαδή από τον ρόλο του εγγυητή σταθερότητας και υπερασπιστή του Ισραήλ, σε εκείνον του συμπλεκόμενου πολεμικού μέρους σε μια σύγκρουση χωρίς σαφές τέλος.
Πάνω απ’ όλα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα μέλη των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, οι διπλωμάτες και οι οικογένειές τους που είναι ανεπτυγμένοι στην περιοχή βρίσκονται απόψε σε μεγαλύτερο κίνδυνο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή μετά τις 7 Οκτωβρίου 2023. Με ιρανική εντολή ή και μονομερώς, φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές μπορεί να ξεκινήσουν επιθέσεις εναντίον αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ, στη Συρία ή στην Ιορδανία με ελάχιστη προειδοποίηση.
Το Ιράν έχει υποστεί σημαντικό στρατιωτικό πλήγμα — τόσο στις συμβατικές του δυνάμεις όσο και στο πυρηνικό του πρόγραμμα — αλλά διατηρεί ένα ευρύ φάσμα ασύμμετρων εργαλείων. Θα αντεπιτεθεί άμεσα και, μακροπρόθεσμα, θα προσπαθήσει να ξαναχτίσει τις δυνατότητές του.
Ο Τραμπ έστειλε ισχυρό μήνυμα προς Ρωσία και Κίνα
του Alan Pino
Τα —κατά τα φαινόμενα επιτυχή— αμερικανικά πλήγματα στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν (Φορντόου, Νατάνζ και Ισφαχάν) στερούν από την Τεχεράνη κάθε πυρηνικό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα έναντι των ΗΠΑ, τουλάχιστον προς το παρόν. Βάζουν το καθεστώς ενώπιον μιας απόφασης: είτε να επιδιώξει ειρήνη, είτε να διατηρήσει αδιάλλακτη στάση με απειλές αντιποίνων — κάτι που ενέχει υψηλό ρίσκο για το Ιράν.
Ο Τραμπ ξεκαθάρισε στην ομιλία του ότι οι ΗΠΑ θα απαντήσουν με συντριπτική ισχύ σε περίπτωση ιρανικής επίθεσης σε αμερικανικό προσωπικό ή εγκαταστάσεις — πιθανώς πλήττοντας κυβερνητικούς και οικονομικούς στόχους στο Ιράν, αποδυναμώνοντας περαιτέρω το καθεστώς.
Δεν είναι σαφές αν το Ιράν θα επιχειρήσει άμεσα αντίποινα ή θα επιλέξει συμβολικές κινήσεις, υπό τον φόβο γενικευμένης αμερικανικής απάντησης. Το καθεστώς πιθανότατα εξακολουθεί να θεωρεί ότι η καλύτερη τακτική είναι να μην υποκύψει, να κατηγορήσει τις ΗΠΑ για επιθετικότητα και να ποντάρει στην αντοχή του.
Η Τεχεράνη έχει επενδύσει μεγάλο μέρος της πολιτικής της ταυτότητας στην ανάπτυξη του πυρηνικού της προγράμματος. Αν αποδεχθεί τις αμερικανικές απαιτήσεις για «ειρηνικό πυρηνικό πρόγραμμα», ίσως θεωρηθεί ότι χάνει την αξιοπρέπειά της ενώπιον του ίδιου του λαού της. Ελπίζει ότι η πίεση από τα κράτη του Κόλπου, την Ευρώπη και τη διεθνή κοινότητα —που φοβούνται την κλιμάκωση— θα μετατοπιστεί προς τις ΗΠΑ ώστε να σταματήσουν τα χτυπήματα.
Όποια κι αν είναι η πορεία του Ιράν, το μήνυμα του Τραμπ προς τους υποστηρικτές του Ιράν —Ρωσία και Κίνα— είναι ξεκάθαρο: η αποφυγή νέων πολέμων δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν βία όταν διακυβεύονται ζωτικά τους συμφέροντα.
Χρειάζεται χρόνος και πληροφόρηση για να διαπιστωθεί αν το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν εξουδετερώθηκε
της Tressa Guenov
Ο Λευκός Οίκος δήλωσε ότι το πλήγμα «αποκεφάλισε» το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τα πρώτα δημοσιεύματα κάνουν λόγο για εκτεταμένη χρήση πυρομαχικών από τις ΗΠΑ σε βασικές εγκαταστάσεις. Οι στρατιωτικοί και οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ αξίζουν συγχαρητήρια για την εντυπωσιακή επιχείρηση. Όμως θα χρειαστούμε περισσότερες πληροφορίες και επιτόπιες αξιολογήσεις για να διαπιστώσουμε εάν και πώς επετεύχθη η πλήρης αναστολή της ιρανικής πυρηνικής ικανότητας.
Η έκταση των ζημιών θα επηρεάσει επίσης το πώς θα αντιδράσει η Τεχεράνη — και αν θα επιλέξει ασύμμετρες κινήσεις, όπως κυβερνοεπιθέσεις, ενεργοποίηση δικτύων ύπνωσης ή επιθέσεις από φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές. Το Ιράν έχει επιτεθεί επανειλημμένα σε αμερικανικούς στόχους όλα αυτά τα χρόνια — να θυμίσουμε την τραγική απώλεια τεσσάρων Αμερικανών στρατιωτών στην Ιορδανία το 2024 από drone ιρανικής πολιτοφυλακής.
Η προστασία των στρατιωτών και των πολιτών των ΗΠΑ στην περιοχή —και παγκοσμίως— πρέπει να αποτελεί άμεση προτεραιότητα.
Η Ρωσία, από την πλευρά της, είχε προειδοποιήσει ενάντια σε μια τέτοια ενέργεια, εκφράζοντας ανησυχία για ανεξέλεγκτη περιφερειακή κλιμάκωση. Ο Τραμπ φέρεται να απέρριψε πρόταση διαμεσολάβησης του Πούτιν. Μετά τα σημερινά πλήγματα, η Μόσχα σίγουρα ανησυχεί για τη σταθερότητα του ιρανικού καθεστώτος — καθώς στηρίζει τη ρωσική πολεμική προσπάθεια στην Ουκρανία με drones τύπου Shahed.
Με την κατάρρευση του Άσαντ στη Συρία και την αποδυνάμωση της Τεχεράνης, η ρωσική επιρροή στη Μέση Ανατολή είναι πιο εύθραυστη από ποτέ. Ο Πούτιν έχει δύσκολο έργο: να ισορροπήσει μεταξύ ΗΠΑ, Ιράν, Ισραήλ και των συμφερόντων του στον Κόλπο. Τελικά, δεν είναι πιθανό να κάνει πολλά για να σώσει το Ιράν, ούτε να το εξοπλίσει στρατιωτικά σε αντάλλαγμα.
Ένα πλήγμα που προοριζόταν για τον τερματισμό της εκστρατείας κατά του Ιράν μπορεί να την επεκτείνει
του Danny Citrinowicz
Η άνευ προηγουμένου επίθεση των Ηνωμένων Πολιτειών στις εγκαταστάσεις του Φορντόου, της Νατάνζ και της Ισφαχάν αποσκοπούσε στην επαναφορά του Ιράν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με όρους ευνοϊκούς για τις ΗΠΑ. Όμως, παρά το πλήγμα, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν η Τεχεράνη θα υποχωρήσει στις αμερικανικές απαιτήσεις, που θέτουν ως βασική προϋπόθεση την πλήρη απαγόρευση του εμπλουτισμού ουρανίου στο έδαφος του Ιράν.
Ο Τραμπ ελπίζει ότι η επίθεση αυτή θα οδηγήσει στον τερματισμό της στρατιωτικής εκστρατείας κατά του Ιράν. Όμως στην πραγματικότητα αυξάνει τις πιθανότητες επέκτασης της σύγκρουσης, αναλόγως με την ιρανική απάντηση. Ο Νετανιάχου ελπίζει ότι το τελευταίο αυτό πλήγμα θα οδηγήσει σε ενεργό εμπλοκή των ΗΠΑ στον στόχο της ανατροπής του ιρανικού καθεστώτος, και ότι η αμερικανική δράση δεν θα σταματήσει στα Φορντόου, Νατάνζ και Ισφαχάν.
Το πρόβλημα για τον Νετανιάχου είναι ότι, αν ο Τραμπ δεν διευρύνει την επιχείρηση και το Ιράν δεν αποδεχθεί τις απαιτήσεις της Ουάσινγκτον, τότε το Ισραήλ κινδυνεύει να βρεθεί σε έναν πόλεμο φθοράς με το Ιράν, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να παρακολουθούν από απόσταση και να αρνούνται να ακολουθήσουν τις φιλοδοξίες του Ισραήλ για περαιτέρω κλιμάκωση.
Ο Τραμπ είναι πλέον σε ισχυρότερη θέση να ανακόψει τη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία
του John E. Herbst
Οι επιπτώσεις από το πλήγμα του Τραμπ στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν —στις Φορντόου, Νατάνζ και Ισφαχάν—, μετά και τις τολμηρές ισραηλινές επιθέσεις κατά των ιρανικών πυρηνικών και στρατιωτικών υποδομών, δεν περιορίζονται στη Μέση Ανατολή. Ήδη, οι επιθέσεις έχουν σημαντικές συνέπειες —αρνητικές, θετικές και αβέβαιες— στην πορεία της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία.
Η πιο ορατή συνέπεια είναι η μετατόπιση της προσοχής. Τα μέσα ενημέρωσης και η πολιτική σκηνή στην Ουάσινγκτον στρέφονται μακριά από τον πόλεμο της Ρωσίας και την απόρριψη από πλευράς Πούτιν των ρεαλιστικών ειρηνευτικών προτάσεων του Τραμπ. Σε σύγκριση με την κάλυψη για τους βαλλιστικούς πυραύλους του Ιράν που έπληξαν το Ισραήλ, ο νυχτερινός βομβαρδισμός ουκρανικών πόλεων από τη Ρωσία —που στις 17 Ιουνίου κόστισε τη ζωή σε τριάντα πολίτες στο Κίεβο— δεν τυγχάνει ανάλογης προσοχής.
Το συντριπτικό πλήγμα των ΗΠΑ στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν αποδεικνύει πως ο Τραμπ κατανοεί την ανάγκη για αποφασιστική δράση όταν διακυβεύονται τα αμερικανικά συμφέροντα. Την κατανόηση αυτή την εφάρμοσε τώρα στη Μέση Ανατολή — και θα μπορούσε (και θα έπρεπε) να την εφαρμόσει και στην Ανατολική Ευρώπη. Αυτό δεν απαιτεί αμερικανική στρατιωτική επέμβαση, αλλά ενίσχυση της οικονομικής πίεσης στη Ρωσία και αποστολή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία. Στο πολιτικό σύμπαν του Τραμπ, οι αντίπαλοι αυτής της πολιτικής είναι πλέον αποδυναμωμένοι.
Ο Τραμπ βρίσκεται τώρα σε πολύ ισχυρότερη θέση έναντι του Πούτιν, σε σχέση με πριν το πλήγμα στο Φορντόου. Η Ρωσία δεν έχει κάνει τίποτε περισσότερο από το να προσφέρει λόγια για να υπερασπιστεί τον σύμμαχό της, το Ιράν. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες αρχίσουν να ασκούν την πίεση που ο Τραμπ έχει υποσχεθεί στον Πούτιν, λόγω της παρεμπόδισης της ειρηνευτικής διαδικασίας, τότε θα έχει γίνει ένα μεγάλο βήμα προς την ανακοπή της ρωσικής επιθετικότητας στην Ουκρανία.
