11.9.23

Κακοκαιρία Daniel: Γιατί είναι η πιο καταστροφική που έχουμε βιώσει





Ερευνητές εξηγούν στην «Κ» πώς το έντονο καιρικό φαινόμενο σε συνδυασμό με τη γεωμορφολογία της Θεσσαλίας οδήγησαν σε μία πρωτοφανή καταστροφή

Με το πιο καταστροφικό πλημμυρικό φαινόμενο που έχει καταγραφεί βρίσκεται αντιμέτωπη η Ελλάδα. Το σαρωτικό πέρασμα της κακοκαιρίας «Daniel» έπληξε ολόκληρες περιοχές στην κεντρική και στην ανατολική Ελλάδα, με τις πλημμυρισμένες περιοχές να ξεπερνούν τα 700 χιλιάδες στρέμματα και τον απολογισμό της επόμενης ημέρας σε χαμένες ζωές, περιουσίες και υποδομές να προεικονομείται ως δραματικός.

Πώς εξηγείται η ένταση του φαινομένου; Ερευνητές ανέλυσαν στην «Κ» τις κλιματικές συνθήκες αλλά και την γεωμορφολογία της Θεσσαλίας που την καθιστά πιο ευάλωτη σε πλημμυρικά φαινόμενα από άλλες περιοχές.
Ασυνήθιστη και καταστροφική η κακοκαιρία Daniel

Τις κλιματικές παραμέτρους που κατέστησαν την κακοκαιρία Daniel ακόμη πιο σφοδρή από την κακοκαιρία του Ιανού, η οποία προκάλεσε επίσης εκτεταμένες καταστροφές στη χώρα μας, εξηγεί στην «Κ» ο διευθυντής της ομάδας για τα ακραία κλιματικά φαινόμενα στο Εργαστήριο Επιστημών Κλίματος και Περιβάλλοντος του Παρισιού Climameter, Νταβίντ Φεράντα.

«Η καταιγίδα «Daniel» είναι ασυνήθιστη ως προς τη δυναμική της επειδή επηρέασε μια πολύ μεγάλη περιοχή της Ελλάδας με ακραίες βροχοπτώσεις. Θα ήταν ήδη αρκετά ασυνήθιστο να έχουμε τέτοια ποσότητα βροχόπτωσης σε μια τοπική περιοχή, πολλώ μάλλον σε μία πολύ μεγαλύτερη έκταση, όπως αυτή. Επιπλέον, ακραίες βροχοπτώσεις περιμένουμε παραδοσιακά στα τέλη του φθινοπώρου, ωστόσο εν προκειμένω έχουμε ακραία καιρικά φαινόμενα στα τέλη του καλοκαιριού», εξηγεί ο κ. Φεράντα.
Το μπλοκ Ωμέγα

Στην περίπτωση της κακοκαιρίας Daniel οι κλιματικές συνθήκες και πιο συγκεκριμένα η επικράτηση του φαινομένου «μπλοκ Ωμέγα» ήταν υπαίτια για την τόσο μεγάλη διάρκεια της κακοκαιρίας. Το φαινόμενο αυτό προκάλεσε την παραμονή της ύφεσης στην περιοχή για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και μέσω της συνεχούς άντλησης υγρού αέρα από τη Μεσόγειο Θάλασσα, του επέτρεψε να ενταθεί όχι μόνο σε διάρκεια αλλά και σε ποσότητα.

Αναλυτικά, ο Ωμέγα εμποδισμός εντοπίστηκε κυρίως στην περιοχή της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Παράλληλα δημιούργησε ένα στάσιμο πεδίο χαμηλών πιέσεων στο Ιόνιο με αποτέλεσμα τη ροή για αρκετές ημέρες στη σειρά, θερμών και υγρών αερίων μαζών από τα βορειοανατολικά προς την Ελλάδα (και ειδικότερα προς τη Θεσσαλία) και ως συνέπεια τα πρωτοφανή ύψη βροχόπτωσης που σημειώθηκαν και τα ακραία πλημμυρικά φαινόμενα που προέκυψαν. Σημειώνεται επίσης ότι η ένταση του συστήματος Daniel μπορεί να συνδέεται επίσης με την αύξηση της επιφανειακής θερμοκρασίας της θάλασσας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Το μπλοκ Ωμέγα

Στην περίπτωση της κακοκαιρίας Daniel οι κλιματικές συνθήκες και πιο συγκεκριμένα η επικράτηση του φαινομένου «μπλοκ Ωμέγα» ήταν υπαίτια για την τόσο μεγάλη διάρκεια της κακοκαιρίας. Το φαινόμενο αυτό προκάλεσε την παραμονή της ύφεσης στην περιοχή για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και μέσω της συνεχούς άντλησης υγρού αέρα από τη Μεσόγειο Θάλασσα, του επέτρεψε να ενταθεί όχι μόνο σε διάρκεια αλλά και σε ποσότητα.



Αναλυτικά, ο Ωμέγα εμποδισμός εντοπίστηκε κυρίως στην περιοχή της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Παράλληλα δημιούργησε ένα στάσιμο πεδίο χαμηλών πιέσεων στο Ιόνιο με αποτέλεσμα τη ροή για αρκετές ημέρες στη σειρά, θερμών και υγρών αερίων μαζών από τα βορειοανατολικά προς την Ελλάδα (και ειδικότερα προς τη Θεσσαλία) και ως συνέπεια τα πρωτοφανή ύψη βροχόπτωσης που σημειώθηκαν και τα ακραία πλημμυρικά φαινόμενα που προέκυψαν. Σημειώνεται επίσης ότι η ένταση του συστήματος Daniel μπορεί να συνδέεται επίσης με την αύξηση της επιφανειακής θερμοκρασίας της θάλασσας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.




Η χαμηλή ατμοσφαιρική πίεση στην Ισπανία, η υψηλή ατμοσφαιρική πίεση στη Γαλλία και η χαμηλή πίεση στην Ελλάδα δημιούργησε ένα ελληνικό γράμμα «Ωμέγα» στον μετεωρολογικό χάρτη. Χάρτης: Νταβίντ Φεράντα



Όπως αναφέρει ο κ. Φεράντα, παρ΄ότι το συγκεκριμένο καιρικό φαινόμενο εμφανιζόταν και στο παρελθόν (υπάρχουν καταγραφές από το 1979), ωστόσο η ανθρωπογενής κλιματική κρίση το έχει κάνει πιο καταστροφικό.


Στη Μεσόγειο βλέπουμε μία ανώμαλη αύξηση της θερμοκρασίας. Εν συνεχεία η θερμή θάλασσα μεταφέρει θερμότητα και υγρασία στην ατμόσφαιρα κι έτσι όταν μία κακοκαιρία φτάνει στη λεκάνη της Μεσογείου, βρίσκει αρκετή υγρασία και θερμότητα για να δημιουργήσει μία ισχυρή καταιγίδα.

«Η κλιματική αλλαγή που προκαλείται από τις ανθρώπινες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κάνει αυτά τα φαινόμενα πιο έντονα επειδή οι εκπομπές CO2 αυξάνουν τη θερμοκρασία. Εν προκειμένω, στη Μεσόγειο βλέπουμε μία ανώμαλη αύξηση της θερμοκρασίας. Εν συνεχεία η θερμή θάλασσα μεταφέρει θερμότητα και υγρασία στην ατμόσφαιρα κι έτσι όταν μία κακοκαιρία φτάνει στη λεκάνη της Μεσογείου, βρίσκει αρκετή υγρασία και θερμότητα για να δημιουργήσει μία ισχυρή καταιγίδα», αναφέρει ο κ. Φεράντα.

Την ίδια ώρα λαμβάνοντας υπόψη και τα εξωπραγματικά ύψη βροχής που καταγράφηκαν στη χώρα μας, οι επιστήμονες καταλήγουν στο συμπέρασμα πως κακοκαιρίες όπως η «Daniel» δίνουν μεγαλύτερα ύψη βροχής απ΄ότι στο παρελθόν εξαιτίας της κλιματικής κρίσης.

«Αυτό αποδεικνύεται και από την καταστροφή που συμβαίνει στην Ελλάδα αλλά και όσα είδαμε από άλλες περιοχές της Μεσογείου τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά, τον Οκτώβριο του 2021 η Σικελία καταστράφηκε από την καταιγίδα Απόλλωνας, ενώ τον Αύγουστο του 2022 η Κορσική δέχτηκε πλήθος καταστροφών από μία παρόμοια έντονη καταιγίδα», κατέληξε.
Θεσσαλία: Καταγραφές για πλημμύρες από το 1811

Ωστόσο, εκτός από το έντονο κλιματικό φαινόμενο που «έδωσε» τα περισσότερα ύψη βροχής που έχουν καταγραφεί ποτέ, αξίζει να διευρευνθεί και η γεωμορφολογία της Θεσσαλίας, η οποία όπως εξηγεί η καθηγήτρια του Τμήματος Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, Νίκη Ευελπίδου, έρχεται αντιμέτωπη με πλημμύρες από τα αρχαία χρόνια.

«Η ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας, και ιδίως οι νομοί Λάρισας και Καρδίτσας, είναι ίσως από τις περιοχές της Ελλάδος με την μεγαλύτερη συχνότητα σε πλημμυρικά φαινόμενα. Η περιοχή της Θεσσαλίας και ειδικότερα η Μαγνησία είναι αρκετά γνωστές για τη διαχρονικότητα των πλημμυρικών φαινομένων. Οι εφημερίδες το 1955 κάνουν αναφορά για «εικόνες φρίκης» των 27 θυμάτων της κακοκαιρίας που έπληξε τον Βόλο. Η σφοδρή βροχόπτωση διήρκησε 3 ώρες οι οποίες ήταν αρκετές για τη καταστροφική ξαφνική πλημμύρα με τους 27 νεκρούς και 23 τραυματίες μαζί με 150 κατεστραμένες κατοικίες. Το 2006 μετά από αντίστοιχα φαινόμενα ο Βόλος αντιμετώπισε ξανά καταστροφές με την πλημμύρα του σταθμού της ΔΕΗ και την κατάρευση της μεταλικής γέφυρας του Ξηριά. Μετά από 3 χρόνια, το 2009 ήταν η επόμενη πλημμύρα του Βόλου με 3 θύματα», αναφέρει η ίδια, τονίζοντας πως και η Λάρισα έχει μεγάλη ιστορία στα πλημμυρικά φαινόμενα λόγω του Πηνειού ποταμού.

Ειδικότερα η καθηγήτρια επισημαίνει πως το 1811, όπως αναφέρεται σε κείμενα, μία σφοδρή κακοκαιρία η οποία διήρκησε 36 ώρες οδήγησε στην υπερχείλιση του ποταμού. Επόμενο συμβάν στη πόλη καταγράφηκε στο 1883.

«Η Καρδίτσα ήταν σαν ανοχύρωτη πόλη το 1994 από πλημμύρες των ποταμών Ενιππέα, μαζί με τα νερά του Σοφαδίτη, του Ιταλικού, του Καράμπαλη, του Μέγα, του Καλέντζη, του Πάμισσου και του Φαρσαλίτη, που έφταναν αργά αλλά σταθερά στο καταληκτικό σημείο του κάμπου, στη Μεταμόρφωση», εξηγεί η κ. Ευελπίδου.






Χάρτης μορφολογικών κλίσεων για την ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας. Στον χάρτη παρουσιάζονται οι πλημμυρισμένες περιοχές μέχρι 7/9 και οι σημερινές. Credits: Επιστημονική ομάδα καθηγήτριας Νίκης Ευελπίδου, επικεφαλής Δρ. Γιάννης Σαΐτης
Το πλημμυρικό πεδίο του Πηνειού είναι το μεγαλύτερο στην Ελλάδα

Όλα τα παραπάνω συμβάντα έχουν πολλά κοινά με τα καταστροφικά φαινόμενα των τελευταίων ημερών. Για τον λόγο αυτό βασικό ρόλο στο ερώτημα «γιατί ήταν καταστροφική η κακοκαιρία Daniel» δεν παίζει μόνο η κλιματική κρίση, αλλά και η μορφολογία της περιοχής.

«Ο λόγος για τον οποίον η Θεσσαλία γενικότερα είναι τόσο επιρρεπής σε πλημμύρες είναι αρκετά προφανής θα λέγαμε. Όπως είναι γνωστό, η περιοχή της Θεσσαλίας φιλοξενεί τη μεγαλύτερη πεδιάδα του ελλαδικού χώρου, αυτήν του ποταμού Πηνειού. Ένας τέτοιος κάμπος, ο οποίος βρίσκεται στο χαμηλότερο τμήμα ενός ποταμού, καλείται στη γλώσσα των γεωεπιστημόνων “πλημμυρικό πεδίο”. Μαντέψτε λοιπόν γιατί είναι τόσο επιρρεπής σε πλημμύρες. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, το πλημμυρικό πεδίο δεν έλαβε την ονομασία του επειδή γίνονται σε αυτό συχνές πλημμύρες, αλλά επειδή η ίδια η πεδιάδα δημιουργήθηκε από αλλεπάλληλες πλημμύρες. Όταν ο ποταμός έχει πλημμυρική παροχή, το νερό υπερχειλίζει τις όχθες του και χύνεται στο πλημμυρικό πεδίο, μεταφέροντας παράλληλα πολύ λεπτό υλικό (χώμα). Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον τα πλημμυρικά πεδία είναι τόσο εύφορα εδάφη και συχνά προτιμώνται είτε για καλλιέργειες είτε για κατοίκηση. Το πλημμυρικό πεδίο του Πηνειού είναι το μεγαλύτερο στην Ελλάδα και είναι άκρως φυσικό να υφίσταται συχνές και πολλές φορές έντονες πλημμύρες, μετά από εξαιρετικά έντονες βροχοπτώσεις, όπως αυτές των τελευταίων ημερών», εξηγεί η κ. Ευελπίδου.

Τέλος, σύμφωνα με την ίδια, υπάρχει κι ένας ακόμα λόγος για τις πλημμύρες που δεν είναι άλλος από τα παλαιά αντιπλημμυρικά έργα -ή ακόμη και τα νέα αντιπλημμυρικά- τα οποία όμως δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα τωρινά ακραία καιρικά φαινόμενα, καθώς συχνά οι διατομές των αγωγών ομβρίων δεν επαρκούν για τόσο μεγάλα και συχνά ύψη βροχής.



Κι αν η κακοκαιρία του Ιανού το 2020 ήταν ένα ηχηρό «καμπανάκι», ο κρατικός μηχανισμός δεν έλαβε τα διδάγματα ούτε θωρακίστηκε για την επόμενη καταστροφή που σήμερα βιώνουμε με ακόμα μεγαλύτερη σφοδρότητα.

https://www.kathimerini.gr/