– Ο καημός ο δικός μου, ο δικός σου και των άλλων μισών Ελλήνων ήταν ανέκαθεν το γεγονός ότι δεν ευτυχήσαμε να δούμε αυτήν την πατρίδα να έχει στις τάξεις της εκτελεστικής εξουσίας πολιτικούς ή διπλωμάτες που να διακρίθηκαν ταυτόχρονα για τον παραγωγικό, αποτελεσματικό και υπεύθυνο ρόλο τους. Να διακρίθηκαν για το θάρρος, την επιμονή, την αντοχή και προπάντων τη διορατική δύναμη της νοημοσύνης και τη στρατηγική ευφυΐα τους…
Γράφει η
Κρινιώ Καλογερίδου
(Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)
Ακούω άφωνη από σεβασμό τον παλιό υποδιευθυντή μου Μανώλη Δουβατζή, γεροντάκι πια με καταζαρωμένο πρόσωπο και άσπρα μαλλιά, να μιλά χαμηλόφωνα, σχεδόν εξομολογητικά για όσα τον πίκραιναν.
Είχα να τον δω από χρόνια. Απ’ τη σχολική, ”προσκυνηματική” εκδρομή του σχολείου μας στην Καστοριά, στον μικρό βυζαντινό ναό, το Παρεκκλήσι των Παμμεγίστων Ταξιαρχών όπου βρίσκονται φυλαγμένα τα οστά του ήρωα του Μακεδονικού Αγώνα Παύλου Μελά (βλ. ”Ο Παύλος Μελάς και οι ξεχασμένοι Έλληνες των Σκοπίων”).
Έγειρα ελαφρά προς το μέρος του πασχίζοντας να ακούσω τη συνέχεια της κριτικής του που έμοιαζε άσκηση προβληματισμού, κριτική με θέμα την Εξωτερική πολιτική μας. Το κατάλαβε και ύψωσε ελαφρά τη φωνή του διαπιστώνοντας πως ήμασταν σχεδόν μόνοι στο καφέ ”Η Συνάντηση”. Κάποια στιγμή κάρφωσε τα μάτια του στα πλεγμένα του χέρια πάνω στο τραπέζι και συνέχισε σαν να μονολογούσε:
– Ο Μεταξάς μπορεί να ήταν φασίστας – όπως μου υπενθυμίζεις μονότονα – αλλά ήταν μοναδικός στον διπλό ρόλο του πρωθυπουργού και υπουργού Εξωτερικών, γιατί διέθετε στρατηγική ευφυΐα…
– Δεν αντιλέγω, αλλά έτερον εκάτερον…, τόλμησα να τον διακόψω ψιθυριστά και βιάστηκα να συμπληρώσω: Στο τελευταίο, πάντως, συμφωνώ απόλυτα.
Το βλέμμα του με προσπέρασε αφηρημένα, σαν να μη μ’ ακουσε, και συνέχισε σε τόνο μονόλογου, μέχρι ν’ αλλάξει θέμα συζήτησης.
– ΄Εσπασε το καλούπι ”φεύγοντας” και τ’ άφησε άδειο. Ήταν αστέρι στην Εξωτερική πολιτική, αλλά άφησε πίσω του πεφτάστερα που δεν μπόρεσαν να μπουν σε αυτό…
”Η, πολύ περισσότερο, να μπουν στο καλούπι του ιδανικού στρατηγικού νου, του αρχιστράτηγου της Ελληνικής Επανάστασης Θεόδωρου Κολοκοτρώνη…”, σκέφτηκα αυθόρμητα, πριν τον ακολουθήσω στη συζήτηση που άνοιξε για τα εκπαιδευτικά θέματα τα οποία τον απασχολούσαν.
Ώρες μετά τη συνάντηση με τον συνάδελφο και συμπατριώτη μου απ’ τη Θεσσαλονίκη, κλωθωγύριζα ακόμα στη σκέψη μου τα λόγια του κι ύστερα χάθηκα πάλι στο παρελθόν που κουβαλούσε το άρωμα μεγάλων στιγμών για την πατρίδα. Το άρωμα του υπέροχου θάρρους, της στρατηγικής ικανότητας και διορατικότητας του ”Γέρου του Μοριά”, Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
”Τι κι αν ήταν αγράμματος ο ‘Γέρος του Μοριά’ ”, σκεφτόμουν, ”όταν τον συνόδευαν σ’ όλη του τη ζωή τα άθλα της νίκης και της ελευθερίας; Τι κι αν δεν είχε τα καντάρια της γνώσης που έχουν σήμερα οι απόφοιτοι διάσημων ξένων πανεπιστημίων, όταν ήταν προικισμένος με σπάνια ταπεινότητα, ειλικρίνεια, πνεύμα ομόνοιας και προσφοράς στην πατρίδα”;
– […] Η προκοπή σας και η μάθησή σας να μην γίνει σκεπάρνι μόνο δια το άτομό σας, αλλά να κοιτάζει το καλά της Κοινότητος, και μέσα εις το καλό αυτό, ευρίσκεται και το δικό σας. Εγώ, παιδιά μου, κατά κακή μου τύχη, εξ αιτίας των περιστάσεων, έμεινα αγράμματος και δια τούτο σας ζητώ συγχώρηση διότι δεν ομιλώ καθώς οι δάσκαλοί σας. […] Το έργο μας και ο καιρός μας, επέρασε. […] Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, όπου ημείς ελευθερώσαμε. Και δια να γίνει τούτο πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια και την φρόνιμον ελευθερία.
Λόγια απλά, καθαρά, που αποτελούν μνημείο φιλοπατρίας και μίμησης για τους νεότερους Έλληνες. Μνημείο φιλοπατρίας για μας τους πολίτες και γι’ αυτούς που μας κυβέρνησαν και μας κυβερνούν με περγαμηνές, χωρίς να διαθέτουν ωστόσο ίχνος απ’ την ψυχή και την συναισθηματική νοημοσύνη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.
Κι όσο τα σκέφτομαι αυτά, με πνίγει το παράπονο πάνω στους συγκριτισμούς λογαριάζοντας πως σε κάθε σχηματισμό ή ανασχηματισμό κυβέρνησης φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις υποψηφίων για το ΥΠΕΞ ή τις θέσεις Συμβούλων του πρωθυπουργικού Γραφείου τα ονόματα των γνωστών αγνώστων με τις φερμένες απέξω λύσεις για τα προβλήματα τα οποία καλείται να αντιμετωπίσει αυτός.
Με άλλα λόγια δεν λογαριάζεται καν ο πρότερος εθνικά έντιμος ή μη βίος τους, η κοινωνική συμπεριφορά και το αξιακό σύστημα ζωής τους. Όμως όταν δεν εξετάζονται αυτά, πώς περιμένουμε να αποδώσουν τα ”αριστεία” της προσδοκίας τους;
Πώς περιμένουμε να αποδώσουν, όταν – πέραν των γνωστικών διακρίσεων – δεν υπάρχει το συναισθηματικό υπόστρωμα προσφοράς στον συνάνθρωπο και το εθνικό της αγάπης για την πατρίδα; Όταν η καρδιά των εχόντων και κατεχόντων θέσεις εξουσίας δονείται χρησιμοθηρικά και όχι πατριωτικά;
Και για να διευρύνω το πλαίσιο προβληματισμού μου, πώς περιμένουμε από υψηλόβαθμους δημοσίους υπαλλήλους, υπουργούς και πρωθυπουργούς να ανταποκριθούν στον υπεύθυνο ρόλο τους, όταν έμαθαν να λειτουργούν σαν υπολογιστικές μηχανές χωρίς να έχουν ενστερνιστεί βιωματικά τις αξίες που καλούνται να προασπίσουν;
Όταν δεν έχουν συναισθηματικούς δεσμούς με τη χώρα τους παρά τα όσα διατείνονται στην επιδεικτική ρητορεία τους και δεν παθιάζονται για τη βελτίωσή της; Όταν δεν νιώθουν να ρέει μέσα τους το δικαίωμα του ”συνανήκειν” που θα τους κάνει να συνειδητοποιήσουν ότι… χρείαν έχομεν του ”εμείς” και όχι του ”εγώ” σ’ αυτήν πατρίδα;
Ότι η μέθεξη στον δημόσιο βίο της και την οργανωμένη πολιτική της προϋποθέτει… erga omnes τη διάθεση να υπερκεράσουμε αυτά που μας χωρίζουν ως επιμέρους ταυτότητες (κομματικές, κοινωνικές, θρησκευτικές κλπ), για να μοιραστούμε από κοινού (κυβερνήτες και κυβερνώμενοι) την κοινή μας ταυτότητα η οποία ανάγει τις ρίζες της στο όμαιμον, το ομόγλωσσον και το ομότροπον του Ηροδότου;
Φευ!.. Δεν υπάρχει αυτή η διάθεση όπως αποδείχθηκε. Γι’ αυτό και νιώθουμε έντονα το συναίσθημα της απώλειας που δεν καλύφθηκε δυστυχώς ούτε απ’ τις… μη συμμετοχικές απ’ την μεριά του λαού (λόγω covid 19) εορταστικές εκδηλώσεις για τα 200 χρόνια απ’ την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
– Εισπράττουμε τα επίχειρα της αποϊδεολογικοποίησης μας που μας εξοικείωσε με τον ρόλο του υπηρέτη δύο αφεντάδων, των ξένων ”προστατών” της Ελλάδας και των νεο-οθωμανών διεκδικητών της…, σας ακούω να λέτε με αγανάκτηση.
Κι εγώ συμφωνώ μαζί σας στη σκέψη ότι έχουν αυγατίσει οι ”πρόθυμοι” στον ενδοτισμό απ’ τον χώρο της πρώτης και τέταρτης εξουσίας, της διπλωματίας, της ελίτ και της διανόησης σε Ελλάδα και Κύπρο.
Έχουν αυγατίσει αυτοί που είτε εκχωρούν αψήφιστα τα όσια και τα ιερά της Μακεδονίας μας στους παραχαράκτες της ελληνικής ιστορίας, είτε ομνύουν στη ”συνεκμετάλλευση” του Αιγαίου” και απεμπολούν με ευκολία τα νόμιμα δικαιώματα της Ελλάδας σ’ αυτό, είτε καταγγέλλουν – ως ακτιβιστές – την πατρίδα τους για την ”επιθετική” πολιτική της στη Θράκη, το Αιγαίο και την Βόρεια Κύπρο, ή συνιστούν συμβουλευτικά στην κυπριακή ηγεσία (ως… παλαίμαχοι Κύπριοι πολιτικοί) ”Να μην βάζει θέσεις και προτάσεις που δεν θα δεχτούν οι Τούρκοι, για να μην απορριφθούν”, όπως αποκάλυψε πρόσφατα ο πρώην ΥΠΕΞ μας Νίκος Κοτζιάς…
Οποία ντροπή, έλλειψη εθνικής συνείδησης και πατριωτισμού!!! Κι ύστερα αναρωτιόμαστε από πού βρίσκει το θάρρος ο Ταγίπ Ερντογάν και μας φέρεται τόσο υποτιμητικά, υπεροπτικά και προκλητικά επωφελούμενος της κατευναστικής πολιτική μας.
Κι ύστερα αναρωτιόμαστε από πού εκπορεύεται το θράσος του να μας προειδοποιεί ανοιχτά με πόλεμο (”Σύντομα θα καταλάβουν οι Έλληνες τη δύναμη της Τουρκίας…”) με αναφορά στους χάρτες που θα σκίσει η χώρα του για να τους αντικαταστήσει (με νέους, προφανώς, που θα συμπεριλαμβάνουν το μισό Αιγαίο και την Κύπρο).
Από πού εκπορεύεται το θράσος του να μας ”συμβουλεύει” να μάθουμε πώς σωθήκαμε από το να γίνουμε παστά ψάρια ή να μας συνιστά απειλητικά να μην ξαναβάλουμε στο στόμα μας τη λέξη ”Γενοκτονία”…