1.3.21

Όταν ο Τσίπρας αποκαλούσε την συγκάλυψη «πολιτική ωριμότητα»

 

Γράφει η
Σοφία Βούλτεψη

Γνωστός για το απύθμενο πολιτικό του θράσος, ο Αλέξης Τσίπρας σέρνει αυτόν τον καιρό τον χορό της μεγαλύτερης από τις πολιτικές αθλιότητες στις οποίες έχει πρωταγωνιστήσει. Με αφορμή την υπόθεση Λιγνάδη, με συνεχείς δηλώσεις, δικές του και του κόμματός του, κατηγορεί τη Νέα Δημοκρατία για… απόπειρα συγκάλυψης του πρωτοφανούς σκανδάλου.

Με τις δηλώσεις αυτές δίνει τον τόνο και παρακινεί όλα τα troll που έχει στην υπηρεσία του σε μια απίστευτη εκστρατεία δυσφήμησης διακηρύσσοντας ότι «η συγκάλυψη είναι μεγαλύτερο έγκλημα και από τα εγκλήματα που προσπαθούν να συγκαλύψουν».

Μιλάμε για τον άνθρωπο που με τον πιο αδιάντροπο τρόπο προσπάθησε να συγκαλύψει τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις προς το προσωπικό της πρεσβείας του διαβόητου πρέσβη της Βενεζουέλας Φράνκλιν Ραμόν Γκονσάλες, ο οποίος έφθασε στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 2012 και δεν σταμάτησε να επιτίθεται στις εργαζόμενες, μεταξύ των οποίων και η θυγατέρα υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ.

Τον Μάρτιο του 2013, ο κ. Τσίπρας ταξίδεψε στη Βενεζουέλα με όλη την κουστωδία του για να παρευρεθεί στην κηδεία του Ούγκο Τσάβες. Ήταν τότε που μας έλεγε πως και οι άλλοι λαοί θα ακολουθήσουν τον δρόμο της Βενεζουέλας, με τη νεολαία του τότε Συνασπισμού να θρηνεί για τον Τσάβες με στίχους του Νερούντα και διακηρύσσοντας πως ο αγώνας του «θα είναι το παράδειγμα για κάθε αγωνιζόμενο όπου γης»…

Μετά την απομάκρυνση του πρέσβη Γκονσάλες από την Αθήνα – χωρίς, βέβαια, να υποστεί οποιαδήποτε συνέπεια - ο διάδοχός του, πρέσβης Φαρίντ Φερνάντες, ο οποίος έφθασε στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2013, απέλυσε, προφανώς κατ’ εντολήν άνωθεν, τα τέσσερα από τα πέντε θύματα του προκατόχου του, οι καταγγελίες των οποίων υπήρξαν συγκλονιστικές.

Αν και τώρα οι διάφοροι υποστηρικτές του κ. Τσίπρα προσπαθούν να μας πείσουν πως «κατόπιν ενεργειών του» απομακρύνθηκε ο πρέσβης, οι μαρτυρίες διαψεύδουν την καινούργια προπαγάνδα.

Η δημοσιοποίηση θα… έβλαπτε την Αριστερά!

Από την κατάθεση του πρώην πρέσβη της Βενεζουέλας στην Αθήνα Ροντρίγκο Τσάβες Σαμούδιο, που έγινε σε δικηγόρο της Θεσσαλονίκης την 1η Σεπτεμβρίου 2016, προκύπτουν όλα τα σούρτα φέρτα και οι επικοινωνίες του κ. Τσίπρα, ο οποίος προτίμησε την οδό της… διαρκούς ενημέρωσης μεταξύ Αθήνας και Καράκας, αντί να παρακινήσει τις γυναίκες αυτές να καταφύγουν στην Δικαιοσύνη.

Η επιτομή της συγκάλυψης, με αποκορύφωμα την περίφημη επιστολή Τσίπρα προς τον Μαδούρο, όπου του ευχόταν νίκη στις εκλογές που ακολούθησαν τον θάνατο του Τσάβες, τον καλούσε να επισκεφθεί την Αθήνα και μεταξύ άλλων επαναστατικών και… μπολιβαριανών, έγραφε:

«Τέλος, εφιστώ την προσοχή σου σε ένα ευαίσθητο θέμα στο οποίο περιμένω τη συμβολή σου και την παρέμβασή σου με τον καλύτερο τρόπο, το ήδη γνωστό σε εσάς ζήτημα που έχει προκύψει με τον νέο πρέσβη στην Αθήνα. Μέχρι στιγμής το προσωπικό της πρεσβείας έχει επιδείξει πολιτική ωριμότητα και δεν θα λάβει μέτρα εντός της Ελλάδας, που θα δημοσιοποιούσαν το πρόβλημα, γεγονός που θα το εκμεταλλεύονταν στο έπακρο τα συστημικά μέσα ενημέρωσης για να βλάψουν την Αριστερά τόσο στη Βενεζουέλα όσο και στην Ελλάδα».

Ο κ. Τσίπρας, λοιπόν, ο οποίος τολμά σήμερα να μιλά για συγκάλυψη, αναφερόμενος στην σεξουαλική παρενόχληση του πρέσβη, μιλά απλά για ένα… «ευαίσθητο θέμα»!

Και όχι μόνο αυτό: Φθάνει στο σημείο να αποκαλεί την συγκάλυψη… «πολιτική ωριμότητα»! Και προεξοφλεί ότι το κατ’ εξακολούθηση παρενοχλούμενο προσωπικό δεν θα προσέφευγε στην ελληνική Δικαιοσύνη. Τολμά μάλιστα να αναφέρει ότι ενδεχόμενη δημοσιοποίηση του προβλήματος θα γινόταν αντικείμενο εκμετάλλευσης από τα «συστημικά μέσα ενημέρωσης», προκειμένου να βλάψουν την Αριστερά!

Ο καημός δηλαδή του κ. Τσίπρα ήταν να σταματήσει το θέμα, χωρίς να φθάσει στην Δικαιοσύνη, για να μην υποστεί βλάβη η Αριστερά!

Και έχει το θράσος να μιλάει σήμερα για συγκάλυψη! Δηλαδή κατά τον κ. Τσίπρα συγκάλυψη είναι να συλλαμβάνεται ο Λιγνάδης, αλλά όχι το να μην συλλαμβάνεται ο πρέσβης.

Με λίγα λόγια, για τον κ. Τσίπρα η σεξουαλική κακοποίηση πρέπει να συγκαλύπτεται όταν πρόκειται να υποστεί βλάβη η Αριστερά, αλλά όχι όταν πρόκειται να υποστεί βλάβη η Δεξιά.

Αλλά να θυμάται πως η κατάθεση του Ροντρίγκο Τσάβες Σαμούδιο, πρέσβη της Βενεζουέλας στην Αθήνα από το 2008 ως τον Ιούνιο του 2012, ο οποίος το 2004 είχε χρηματίσει και διευθυντής του γραφείου του Ούγκο Τσάβες, αποτελεί για τον ίδιο και το κόμμα του τον μεγαλύτερο κόλαφο.

Η κατάθεση αυτή έφθασε στα γραφεία των γυναικών βουλευτών στις 9 Δεκεμβρίου του 2016. Και ακολούθησαν σειρά ερωτήσεων στη Βουλή, τόσο από τις γυναίκες βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, όσο και από βουλευτές όλων σχεδόν των κομμάτων, που κατέθεσαν κοινή ερώτηση.

Στην επιστολή, ο κ. Σαμούδιο εκθειάζει τις προσπάθειες του προσωπικού στην Αθήνα και αναφέρει πως όταν μετατέθηκε στο Βερολίνο, είχε την ευκαιρία να συναντήσει τον νέο πρέσβη, τον οποίο γνώριζε από τον καιρό που υπηρετούσε στην Ουρουγουάη – όπου επίσης είχαν υπάρξει καταγγελίες για σεξουαλικές παρενοχλήσεις.

Στη συνάντηση εκείνη – και προφανώς γνωρίζοντας την προϊστορία του – ο Σαμούδιο επισήμανε στον Γκονσάλες πόσο μεγάλη σημασία έχει στην Ελλάδα ο σεβασμός προς τις γυναίκες και τον σημαντικό κοινωνικό ρόλο τους στην ελληνική κοινωνία.

Ζητούσαν προστασία από τον παλιό τους πρέσβη

Στην κατάθεσή του, ο Σαμούδιο αναφέρει πως αν και έφυγε από την Ελλάδα δεν έχασε ποτέ επαφή ούτε με τον νέο πρέσβη και με το προσωπικό της πρεσβείας. Από τα τέλη του 2012, άρχισε να λαμβάνει τηλεφωνήματα από το γυναικείο προσωπικό και ενημερώθηκε για μια «αντικανονική συμπεριφορά» εργασιακής και σεξουαλικής παρενόχλησης, «γεγονός που με έχει θλίψει, αφού αφορούσε γυναίκες, μητέρες, εργαζόμενες, επαγγελματίες, αφοσιωμένες πλήρως στην καθημερινή εργασία τους».

Αφού αναφέρει ότι ο πρέσβης ήταν φίλος του προέδρου της Βενεζουέλας, ο οποίος γνώριζε τα γεγονότα, ο Σαμούδιο προσθέτει:

«Δεσμεύτηκα να μεταφέρω τις ανησυχίες, τους φόβους τους, μία κατάσταση που σε ορισμένες περιπτώσεις γινόταν βίαιη, σύμφωνα με τις αναφορές των εργαζομένων γυναικών. Η προεδρία της Βενεζουέλα με εξουσιοδότησε σε πολλές περιπτώσεις να συνομιλήσω με το προσωπικό και να μεταβώ στην Αθήνα, αν και δεν συμμετείχα στην διπλωματική αποστολή της Βενεζουέλας, ώστε να εξακριβώσω την κατάσταση, να στηρίξω το προσωπικό και να δεσμευτώ να μεταφέρω τις ανησυχίες τους».

Ο Σαμούδιο αναφέρει πως οι ελληνικές αρχές δεν γνώριζαν (τότε) την κατάσταση, ενώ ο συγκεκριμένος πρέσβης είχε κληθεί στο Καράκας, αλλά δεν του έγινε καμία μομφή, με αποτέλεσμα με την επιστροφή του να επιβαρυνθεί η κατάσταση.

Δηλαδή η περίφημη μπολιρβαριανή επανάσταση δεν έκανε τίποτε και τον έστειλε πίσω να συνεχίσει το… θεάρεστο έργο του!

Γνώριζαν αλλά έπρεπε να αρπάξουν την εξουσία!

Αμέσως μετά, όμως, ο Σαμούδιο αναφέρει πως ο κ. Τσίπρας ενημερώθηκε. Αναφέρει συγκεκριμένα:

«Κατά τις στενές επαφές που είχα με τον Αλέξη Τσίπρα και τον Κώστα Ήσυχο, αποφασίσαμε να μιλήσουμε με τις ίδιες για την σοβαρή κατάσταση. Το προσωπικό επιθυμούσε να διαφυλάξει την θέση του στον χώρο εργασίας του, όπου απειλούνταν και αντιμετωπίζονταν χωρίς σεβασμό καθημερινά. Λόγω του ότι η προεδρία της Βενεζουέλας δεν έδινε βαρύτητα σε ένα τόσο σοβαρό θέμα, για προφανείς λόγους φιλίας, ο Αλέξης Τσίπρας αντιλαμβανόταν ότι αν αυτή η κατάσταση ξέφευγε από τον έλεγχο και καθώς η Βενεζουέλα αποτελούσε μία από τις πολιτικές αναφορές, καταλάβαινε ότι θα μπορούσε αυτή η κατάσταση να βλάψει τη δουλειά που έκανε χρόνια για να ανέβει στην εξουσία της Ελληνικής Δημοκρατίας. Γι’ αυτό αποφάσισε να στείλει ένα σημείωμα στο Καράκας, ζητώντας γραπτώς αυτό που είχε ήδη αναφέρει προφορικά».

Τι μας λέει δηλαδή ο άνθρωπος; Μα ότι ο Τσίπρας γνώριζε, είχε θέσει το θέμα προφορικά, το είχε συζητήσει με τον Σαμούδιο, αλλά επειδή διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Τσάβες, τον Μαδούρο και την Βενεζουέλα, η οποία ήταν γι’ αυτόν σημείο πολιτικής αναφοράς, καταλάβαινε πως μια τέτοια αποκάλυψη θα έβλαπτε τις προσπάθειές του να καθίσει στο κεφάλι μας! Και πως τελικά αποφάσισε να στείλει το περίφημο σημείωμα.

Στο μεταξύ, συνέχισε να συγκαλύπτει κανονικά!

Η πρώην εισαγγελέας ξέρει πολλά…

Ο Σαμούδιο αναφέρει ακόμη πως χρειάστηκε να πραγματοποιήσει πολλά ταξίδια στην Αθήνα και στο Καράκας, με σεβασμό προς την επιθυμία των εργαζομένων, οι οποίες το μόνο που ζητούσαν ήταν σεβασμός στο πρόσωπό τους ως γυναίκες και ως εργαζόμενες. Και σημειώνει:

«Δεσμεύτηκα και βοήθησα εκείνη την περίοδο τις εργαζόμενες στην τόσο σοβαρή κατάσταση που αντιμετώπιζαν, παρουσίασα την κατάσταση απελπισίας, εγκατάλειψης, έλλειψης σεβασμού, στην οποία βρίσκονταν χωρίς να έχουν κάποιον δίπλα τους που να τις βοηθήσει ώστε να μην χάσουν τη δουλειά τους και επιπλέον να τις αγνοεί μέχρι εκείνη την στιγμή η προεδρία της Βενεζουέλας, που αντιμετώπιζε με αδιαφορία όλα όσα συνέβαιναν στην Αθήνα. Απευθύνθηκα, λοιπόν, στην εισαγγελία της Βενεζουέλας, και μετέφερα όλες τις δηλώσεις που έστειλαν οι εργαζόμενες στην εισαγγελέα Λουίσα Ορτέγκα, η οποία είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει τίποτε, διότι θα ήταν περίπλοκο να ενεργήσει εναντίον αυτού του υπαλλήλου, γιατί η Εθνοσυνέλευση θα έπρεπε να του αφαιρέσει την ασυλία».

Εδώ πρέπει να πούμε πως η γενική εισαγγελέας Λουίσα Ορτέγκα Ντίας, η οποία καθαιρέθηκε από τον Μαδούρο τον Αύγουστο του 2017 και ζει τώρα αυτοεξόριστη στη Μπογκοτά της Κολομβίας, είχε καταγγείλει την καταστολή των διαδηλώσεων του 2017 που στοίχισε τη ζωή σε 125 ανθρώπους. Άνθρωπος του Τσάβες, υποστηρίζει τώρα πως ο Μαδούρο έχει εξελιχθεί σε τύραννο, ενώ έχει ζητήσει συγγνώμη «για πράγματα που δεν είχα πει την κατάλληλη στιγμή». Η ίδια, κατηγορεί τον Μαδούρο ότι δωροδοκήθηκε με τουλάχιστον 35 εκατομμύρια δολάρια από την βραζιλιάνικη κατασκευαστική εταιρεία Odebrecht και ότι η κυβέρνησή του συνδέεται με τα καρτέλ κοκαΐνης. Και σε συνέντευξή της προς τον Ιάσονα Πιπίνη και τον «Ελεύθερο Τύπο», είχε δηλώσει ότι γνωρίζει πολύ καλά «ποιες ήταν οι σχέσεις που διατηρούσαν και εξακολουθούν να διατηρούν αυτή τη στιγμή οι κυβερνήσεις της Βενεζουέλας και της Ελλάδας». Σημειώστε επίσης ότι ο σύζυγός της, Ερμάν Φερέρ, βουλευτής, επέβαινε στο αεροπλάνο του Λιβανέζου επιχειρηματία Μαχέντ Χαλίλ, με το οποίο είχαν ταξιδέψει Παππάς, Ήσυχος και Αρτεμίου.

«Θα κάνουμε υπομονή»…

Αλλά ας επιστρέψουμε στην κατάθεση του Σαμούδιο: Σύμφωνα με αυτήν, τον Ιανουάριο του 2013, μετά από μεγάλη πίεση, οι πέντε εργαζόμενες αποφάσισαν να γράψουν μια επιστολή στον «πολίτη» Ελίας Χοσέ Χοάο Μιλάνο, υπουργό Λαϊκής Εξουσίας για θέματα Διεθνών Σχέσεων, με κοινοποίηση στον Τεμίρ Πόρρας Πονσελεόν, υφυπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στο ίδιο υπουργείο.

Εκεί, οι εργαζόμενες ανέφεραν πως πρόθεσή τους δεν είναι η πρωτοβουλία τους να λάβει νομικό χαρακτήρα, ούτε σκοπεύουν να κάνουν ανακοινώσεις στα μέσα ενημέρωσης. Ανέφεραν επίσης πως η επιστολή τους έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα, καθώς βρίσκονται στην υπηρεσία της προεδρίας «με την διακριτικότητα που πάντα μας χαρακτηρίζει», γνωρίζοντας ότι αυτό το πρόβλημα αφορά μόνο ένα πρόσωπο και όχι μια χώρα ή έναν θεσμό. Πρόσθεταν δε πως «θα κάνουμε υπομονή και θα αντέξουμε δουλεύοντας με την ίδια αποτελεσματικότητα σ’ αυτήν την διπλωματική αποστολή». Παράλληλα, ζητούσαν από τον Μπολιβαριανή Δημοκρατία «σεβασμό, αξιοπρέπεια, δικαιώματα, ισότητα, προστασία». Έγραφαν μάλιστα πως το μόνο που ήθελαν ήταν να εργαστούν με τιμιότητα και να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους για να κρατήσουν ψηλά το όνομα της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας και του προέδρου Ούγκο Τσάβες!

Υπενθυμίζω ότι ο Τσάβες τότε ήταν ακόμη στη ζωή. Δηλαδή ο Τσίπρας προσπαθούσε να «επιλύσει» το θέμα χωρίς να ενοχλήσει τον μέντορά του, ο οποίος αδιαφορούσε.

Οι εργαζόμενες δεν έλαβαν καμία απάντηση, γι’ αυτό, όπως αναφέρει ο Σαμούδιο, επανήλθαν στις 11 Φεβρουαρίου του 2013.

«Τότε», γράφει ο Σαμούδιο, «ο τότε βουλευτής και υποψήφιος πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος αντιλαμβανόταν ως αρχηγός της αντιπολίτευσης ότι ένα θέμα τόσο σοβαρό όπως αυτό μιας φιλικής χώρας, από πολιτική άποψη, θα μπορούσε να προκαλέσει πολύ σοβαρότερα προβλήματα, παρέδωσε προσωπικά σε μένα αυτό το γράμμα και στη συνάντηση παρόντες ήταν ο Κώστας Ήσυχος, ο Νίκος Παππάς και ο Αλέξης Τσίπρας».

«Τσίπρας και Βενεζουέλα δεν θα έχουν τη στήριξή μου»

Ακολούθως ο Σαμούδιο αναφέρεται στις απολύσεις των εργαζομένων με πρόσχημα την μειωμένη απόδοση, διαβεβαιώνοντας πως έχει ιδία γνώμη για το αντίθετο, δηλαδή για τις εξαιρετικές επαγγελματικές επιδόσεις τους.

Και η κατάθεσή του, η οποία έγινε για να διευκολυνθούν οι απολυμένες εργαζόμενες στις επόμενες ενέργειές τους, καταλήγει ως εξής:

«Δηλώνω ότι αυτή η μαρτυρία μου είναι εμπιστευτική και θα σας χρειαστεί για να μπορέσετε να υπερασπιστείτε την αλήθεια και να μην επιτρέψετε σε κανέναν άνθρωπο αρσενικού φύλου, εκμεταλλευόμενος τη δύναμή του, το φύλο του, την εργασιακή του θέση πολιτική ή διπλωματική να χτυπήσει ή να παρενοχλήσει σεξουαλικά στον εργασιακό χώρο μια γυναίκα, πρώτα απ’ όλα ως άνδρας, ως πολίτης και δεύτερον γιατί ανέλαβα υπεύθυνα να διεκπεραιώσω θέματα υψηλού επιπέδου στην εργασία μου ως ένας κρατικός υπάλληλος, για να προστατεύσω, να υπερασπιστώ, να κατευθύνω, να βοηθήσω και να στηρίξω τη χώρα μου. Και με καμία προϋπόθεση δεν θα δεχόμουν να παραβιαστεί κάποια αρχή, αξία ή ηθική για να υπερασπιστώ ένα άτομο ή μια υπόθεση. Αν στη Βενεζουέλα δεν είναι δυνατή η απονομή Δικαιοσύνης και αποπέμπονται εργαζόμενες γυναίκες που το μόνο που ζητούσαν ήταν ο σεβασμός και να σταματήσει η εργασιακή και σεξουαλική παρενόχληση, αν σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας αποδεσμεύεται από κάτι που μοιραζόμαστε, προσπαθώντας να βοηθήσουμε αυτές τις εργαζόμενες γυναίκες, για να μην επηρεαστεί πολιτικά, δεν μπορούν να απαιτούν τη στήριξή μου, για να πάνε κόντρα σε έναν αδύναμο κρίκο. Και ακόμη περισσότερο όταν πρόκειται για χώρο όπως είναι μια διπλωματική αποστολή, όπου σήμερα εμπλέκονται ένας πρόεδρος και ένας πρωθυπουργός, οι οποίοι φαινομενικά δείχνουν διατεθειμένοι να υπερασπιστούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, όσο αυτά δεν παραβιάζουν τα πολιτικά τους συμφέροντα».

Μάλιστα, ο Σαμούδιο αναφέρεται στη Δημοκρατία «για την οποία ο Σωκράτης έδωσε την ζωή του, υπερασπιζόμενος μια ιδέα».

Η δικαίωση από Δικαιοσύνη και Συνήγορο του Πολίτη

Στην μαρτυρία του στηρίχθηκε και ο Συνήγορος του Πολίτη, που το 2017 με πόρισμα του αναγνωρίζει ότι υπήρξαν οι σεξουαλικές παρενοχλήσεις, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στη στάση του κ. Τσίπρα καθώς και στην περίφημη επιστολή του.

Όπως αναφέρεται στο πόρισμα «με την επιστολή αυτή φαίνεται να ζητείται η παρέμβαση του Προέδρου Μαδούρο για την επίλυση του ήδη γνωστού στον κύριο Μαδούρο ζητήματος της σεξουαλικής παρενόχλησης των εργαζομένων γυναικών στην πρεσβεία της Βενεζουέλας στην Αθήνα από τον τότε πρέσβη κύριο Φρανκλίν Ραμόν Γκονζάλες».

Η υπόθεση έφθασε τελικά στην Δικαιοσύνη και τον Απρίλιο του 2019 μια από τις πρώην υπαλλήλους της πρεσβείας της Βενεζουέλα δικαιώθηκε. Το δικαστήριο αναγνώρισε ότι απολύθηκε εκδικητικά επειδή κατήγγειλε τις σεξουαλικές επιθέσεις που δεχόταν από τον πρώην πρέσβη της Βενεζουέλας.

Σ’ εκείνη την δικαστική απόφαση αναφερόταν η επιστολή Τσίπρα προς τον Μαδούρο. Η επιστολή δηλαδή με την οποία ο κ. Τσίπρας είχε επιδιώξει το 2013 να συγκαλύψει τις σεξουαλικές επιθέσεις του τότε Πρέσβη της Βενεζουέλας κατά τεσσάρων υπαλλήλων της πρεσβείας, προκειμένου να μην πληγεί πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ που διεκδικούσε τότε την εξουσία.

Αξίζει να θυμίσουμε πως στις 19 Μαΐου 2016, ερώτηση για το θέμα είχαν καταθέσει στη Βουλή 70 βουλευτές από όλα τα κόμματα, πλην ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσής Αυγής. Είχε προηγηθεί (16.5.2016) ερώτηση των γυναικών βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίες υπογράμμιζαν πως «ο Ν. 3488/2006 για την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών στην εργασία ποινικοποιεί την σεξουαλική παρενόχληση. Επιπροσθέτως, απαγορεύει τη λύση σχέσης εργασίας λόγω μη ενδοτικότητας του εργαζομένου σε σεξουαλική ή άλλη παρενόχληση. Συνεπώς, οι γυναίκες υπάλληλοι δεν έτυχαν της υποστήριξης του συγκεκριμένου νόμου για όσα διαδραματίζονταν εντός της Πρεσβείας».

Συγκάλυψη και κομματικοποίηση

Την προηγουμένη, η κ. Φώφη Γεννηματά είχε αναφερθεί στο θέμα από το βήμα της συνδιάσκεψης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και αναφερόμενη στην στάση του κ. Τσίπρα την χαρακτήρισε ως «μια στάση απαράδεκτη, ουσιαστικά συγκάλυψης σκανδάλου για μικροπολιτικούς λόγους».

Όπως είχε πει «λυπάμαι που μια τέτοια μέρα (σ.σ. ήταν η παγκόσμια ημέρα της οικογένειας) χρειάζεται ως γυναίκα και πολιτικός να αναφερθώ στα όσα είδαν το φως της δημοσιότητας σχετικά με τη στάση του Πρωθυπουργού, του κ. Τσίπρα στην υπόθεση της σεξουαλικής παρενόχλησης εργαζομένων γυναικών από τον Πρέσβη του Μαδούρο. Μια στάση απαράδεκτη, ουσιαστικά συγκάλυψης σκανδάλου για μικροπολιτικούς λόγους. Αυτό δεν είναι ηθική, δεν είναι αριστερά, θυμίζει τις πιο στυγνές εποχές καταπίεσης των γυναικών από τη συντήρηση».

Επομένως, η λέξη «συγκάλυψη» δεν μπορεί να χρησιμοποιείται κάθε φορά για να εξυπηρετεί πολιτικές ανάγκες της στιγμής.

Πολύ περισσότερο που κάθε προσπάθεια κομματικοποίησης τέτοιων εγκλημάτων αποσκοπεί χωρίς αμφιβολία στη συσκότιση, στην απόσπαση της προσοχής από το κυρίως θέμα και τελικά στον αποπροσανατολισμό.

Ο κ. Τσίπρας, που παριστάνει διαρκώς τον τιμητή των πάντων και ρίχνει λάσπη και δηλητήριο χωρίς ποτέ να λέει για ποιον λόγο ακριβώς κατηγορεί τους πολιτικούς του αντιπάλους, θα πρέπει κάποτε να μας πει αν έστειλε πράγματι αυτήν την κατάπτυστη επιστολή προς τον Μαδούρο καθώς ουδέποτε το έχει παραδεχθεί, παρά το γεγονός ότι η ύπαρξη της επιστολής έχει γίνει αποδεκτή από την Δικαιοσύνη.

Εδώ δεν πρόκειται για τις ανοησίες των troll του. Εδώ πρόκειται για δική του προσωπική απόφαση να αποκαλέσει την συγκάλυψη «πολιτική ωριμότητα», προκειμένου να μην υποστεί ο ίδιος πολιτική βλάβη.

Δεν πρόκειται δηλαδή για συμψηφισμό, αλλά για πολιτική ενέργεια για την οποία οφείλει να δώσει εξηγήσεις…