47 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τον άθλο του Σήφη Μιγάδη ο οποίος, μαζί με τον συγκυβερνήτη Κωνσταντίνο Φικάρδο, νίκησε τους νόμους της Φυσικής
Συμπληρώνονται σήμερα 47 ολόκληρα χρόνια από τον μοναδικό ελληνικό αεροπορικό άθλο, που πέρασε στην ιστορία της παγκόσμιας Πολιτικής Αεροπορίας ως ένα από τα μεγαλύτερα ανθρώπινα κατορθώματα αποφυγής πολύνεκρου αεροπορικού δυστυχήματος.
Πρωταγωνιστές σε αυτόν τον άθλο ήταν δύο φίλοι πιλότοι της Ολυμπιακής Αεροπορίας, οι οποίοι πιλοτάροντας ένα γιγαντιαίο «Τζάμπο» με βλάβη στον κινητήρα του, νίκησαν τους νόμους της Φυσικής, σώζοντας από βέβαιο θάνατο 392 ψυχές.
Ηταν στις 9 Αυγούστου 1978, ημέρα Τετάρτη, λίγο μετά τις 2 το απόγευμα, όταν ένα από τα τέσσερα γιγαντιαία Boeing 747-200 της Ολυμπιακής Αεροπορίας, με στοιχεία νηολογίου SX-OAA και με το όνομα Olympic Zeus, τροχοδρομούσε στον διάδρομο απογειώσεων του αεροδρομίου του Ελληνικού, προκειμένου να πετάξει από την Αθήνα προς το αεροδρόμιο John F. Kennedy της Νέας Υόρκης, εκτελώντας την πτήση 411.Στο αεροσκάφος επέβαιναν συνολικά 374 επιβάτες, εκ των οποίων οι περισσότεροι ήταν αμερικανοί τουρίστες και 18 μέλη πληρώματος.
Κυβερνήτης της πτήσης ήταν ο Κρητικός Σήφης Μιγάδης, με 32 χρόνια εμπειρίας στην Πολιτική Αεροπορία και από τους πρώτους που ανέλαβαν το πιλοτάρισμα των «Τζάμπο» της Ολυμπιακής. Συγκυβερνήτης ήταν ο Κωνσταντίνος Φικάρδος, στενός φίλος του Μιγάδη, με τον οποίο έκαναν πολλά ταξίδια μαζί.

Το Boeing 747-200 κατάφερε να περάσει το πρώτο εμπόδιο, που ήταν ο λόφος Πανί στον Αλιμο, ύψους 200 μέτρων.
Συγκεκριμένα, ο Μιγάδης πέταξε σε ύψος μόλις 209 μέτρων, ενώ στη συνέχεια το αεροπλάνο έχασε ξανά ύψος.
Το αεροπλάνο με ταχύτητα μόλις 160 μιλίων και σε ύψος πλέον 55 μέτρων, πέρασε ξυστά πάνω από πολυκατοικίες της Καλλιθέας και της Νέας Σμύρνης και ελάχιστα μέτρα πάνω από το κτίριο της Interamerican στη Συγγρού!
Οι επιβάτες δεν έχουν αντιληφθεί το παραμικρό. Πολλοί θεωρούν τη χαμηλή πτήση ως προσχεδιασμένο κομμάτι της διαδρομής, που τους παρέχει τη δυνατότητα να απολαύσουν τα αξιοθέατα της Αθήνας. Την ίδια στιγμή, ο Φικάρδος έστελνε σήματα κινδύνου στον Πύργο Ελέγχου του Ελληνικού, ενώ στο αεροδρόμιο σήμανε συναγερμός.
Ο Μιγάδης δίνει τον υπέρτατο αγώνα για να σώσει το αεροπλάνο, ενώ ταυτόχρονα έχει αποφασίσει να το κατευθύνει μακριά από τον πυκνοκατοικημένο ιστό της Αθήνας… ρίχνοντάς το στο όρος Αιγάλεω, «μήπως και σωθούν οι πίσω επιβάτες και τα Νότια Προάστια», όπως δήλωσε αργότερα.
Ξαφνικά, οι χειρισμοί του Μιγάδη και του ιπτάμενου μηχανικού οδηγούν σε ανάκτηση μέρους της ισχύος των υπόλοιπων κινητήρων.
Σε συνδυασμό με τη βοήθεια του ψυχρού αέρα που ερχόταν από τη θάλασσα, γίνεται το πρώτο «θαύμα» μιας μικρής αύξησης της ταχύτητας, η οποία αναπτερώνει τις ελπίδες του.
Η ταχύτητα ανεβαίνει κι άλλο και τότε ο Μιγάδης, νιώθοντας πλέον ασφάλεια, εγκαταλείπει την επιλογή να ρίξει το αεροπλάνο στο όρος Αιγάλεω. Αμέσως, κατευθύνει το αεροσκάφος προς τη θαλάσσια περιοχή του Σκαραμαγκά, δίνοντάς του συνεχώς ύψος. Στα 1.500 πόδια, αδειάζει ένα μέρος των καυσίμων και πλέον οδηγεί το αεροπλάνο για ασφαλή προσγείωση στο Ελληνικό.
Δεν πίστευαν στα μάτια τους
Οι εργαζόμενοι της Ολυμπιακής Αεροπορίας και του αεροδρομίου, βλέποντας το Boeing 747-200 να επιστρέφει από τον Πειραιά, δεν πίστευαν στα μάτια τους! Η προσγείωση του αεροσκάφους στο Ελληνικό έγινε σε πανηγυρικό κλίμα.
Ο Μιγάδης κατέβηκε από το αεροπλάνο ανακουφισμένος. Εκεί τον περίμεναν οι δύο κόρες του, τις οποίες ειδοποίησε ένας εξάδελφός τους, όταν έβλεπε το αεροπλάνο να πετάει λίγα μέτρα πάνω από το γήπεδο του Πανιωνίου.
Το γεγονός ότι δεν συνετρίβη θεωρείται «θαύμα», ενώ σε όλες τις προσομοιώσεις που έγιναν μετέπειτα, το αεροπλάνο πάντα έπεφτε! Η Boeing έχει χαρακτηρίσει εκείνο το αεροσκάφος «lost» (πεσμένο), παρόλο που το ηρωικό πλήρωμα της Ολυμπιακής κατάφερε να το προσγειώσει. Αν είχε πέσει, θα ήταν η μεγαλύτερη αεροπορική τραγωδία στα ελληνικά χρονικά. Η πτήση 411 διδάσκεται ακόμα και σήμερα στους εκπαιδευόμενους πιλότους.
Από τη Μάχη της Κρήτης στην Ολυμπιακή
Ο κυβερνήτης της πτήσης 411, Σήφης Μιγάδης (1923, Ηράκλειο Κρήτης – 1996, Αθήνα), την ημέρα του συμβάντος είχε 32 χρόνια εμπειρίας στο ενεργητικό του. Συμμετείχε ως εθελοντής στη Μάχη της Κρήτης, ενώ έλαβε μέρος και σε όλες τις άλλες μάχες στην περιοχή του Ηρακλείου.
Στη συνέχεια εντάχθηκε στην αντιστασιακή ομάδα «Φορς 133» (Force 133) και τον Ιούνιο του 1943, αντιλαμβανόμενος ότι η δράση του είχε αποκαλυφθεί, φυγαδεύτηκε μαζί με άλλους αγωνιστές στην Αίγυπτο. Εκεί κατετάγη στη Βασιλική Πολεμική Αεροπορία, όπου υπηρέτησε ως έφεδρος σμηνίας χειριστής (κλάσης 1944 / 4578), μέχρι τις 6 Αυγούστου 1948.
Ως πιλότος σε πολιτικά αεροσκάφη προσελήφθη αρχικά στην ΤΑΕ το 1948, ενώ στην Ολυμπιακή Αεροπορία παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1981.
