Προ ολίγων ημερών – στις 22 Ιουλίου 2025 – έληξε η διαβούλευση γύρω από το νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού με τίτλο: «Σύσταση νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνορθόδοξη Ιερά Βασιλική Αυτόνομη Μονή του Αγίου και Θεοβάδιστου όρους Σινά στην Ελλάδα», ρυθμίσεις θεμάτων αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων, ενίσχυση της ασφάλειας στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, διατάξεις για τον αθλητισμό και λοιπές ρυθμίσεις».
Είναι κάτι παραπάνω από προφανές, ότι η ανωτέρω νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβερνήσεως είναι απόρροια της αποφάσεως του αιγυπτιακού δικαστηρίου, που αφορά στο νομοκανονικό καθεστώς της Ιεράς Μονής Σινά στην Αίγυπτο.
Επίσης, είναι κάτι παραπάνω από προφανές, ότι η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία εισάγει και νέες πρωτοφανείς ρυθμίσεις γύρω από θέματα, που άπτονται του Εκκλησιαστικού και του Κανονικού Δικαίου αλλά και των σχέσεων Κράτους – Εκκλησίας. Ειδικότερα:
Καταρχήν, όπως προκύπτει από τον τίτλο του νομοσχεδίου, συνιστάται με αυτό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ». Εξ αυτού προκύπτουν τα παρακάτω ερωτήματα:
Πρώτον, Ιερά Μονή του Θεοβαδίστου Όρου Σινά – επισήμως γνωστή ως Ιερά Αυτόνομος Βασιλική Μονή Αγίας Αικατερίνης του Αγίου και Θεοβαδίστου Όρους Σινά –υπάρχει ήδη από αιώνων, και είναι μόνον μία, καθόσον και το όρος Σινά είναι ένα και μοναδικό και βρίσκεται μόνον στην Αίγυπτο. Πώς γίνεται, λοιπόν, να ιδρύεται νέα, δεύτερη, ιερά μονή, με την ίδια επωνυμία αλλά στην Ελλάδα; Δεν δημιουργείται σύγχιση στους πιστούς αλλά και γενικότερα το ερώτημα, πώς γίνεται – ενώ το όρος Σινά είναι ένα και βρίσκεται στην Αίγυπτο – να υπάρχουν δύο ιερές μονές του όρους Σινά, εκ των οποίων η μία να βρίσκεται στην Αίγυπτο, και πράγματι επί του όρους Σινά, ενώ η άλλη, αν και είναι του όρους Σινά, να μην βρίσκεται επ’ αυτού αλλά στην Ελλάδα και εντός της πόλεως των Αθηνών και πιθανόν σε κάποιο πολυόροφο οικοδόμημα;
Δεύτερον, το νομικό πρόσωπο που συνιστάται είναι ιερά μονήκαι εδρεύει στην Αθήνα. Λαμπρά, λαμπρά, λαμπρότατα. Εάν, τώρα, ένας πιστός χριστιανός, ή ακόμη και ένας αλλόδοξος ή αλλόθρησκος ή ακόμη και άθεος, θελήσει να επισκεφθεί την Ιερά Μονή Σινά στην Ελλάδα, και πάει στην διεύθυνση, που αυτή βρίσκεται, θα βρει τους χώρους και τα εν γένει στοιχεία,που προσδιορίζουν έναν ιερό χώρο, όπως είναι η ιερά μονή; Δηλαδή:
Προφανώς και όχι. Άρα, στην πράξη δεν πρόκειται περί ιεράς μονής. Πρόκειται όμως, τουλάχιστον, περί ιεράς μονής από νομικής πλευράς; Θα το δούμε αμέσως παρακάτω.
Τρίτον, όπως προκύπτει από το άρθρο 6 του νομοσχεδίου, όργανα διοικήσεως του νομικού προσώπου που συνιστάται, δηλαδή της ιεράς μονής, είναι: α) το Διοικητικό Συμβούλιο, β) ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και γ) ο διαχειριστής.
Εγώ, όπως και όλοι σας νομίζω, γνώριζα μέχρι και σήμερα, ότι τα όργανα διοικήσεως μίας ιεράς μονής είναι: α) ο Ηγούμενος, β) το Ηγουμενοσυμβούλιο και γ) η συνέλευση της Αδελφότητας. Αυτό το πλαίσιο οργανώσεως προβλέπουν οι ιεροί κανόνες αλλά και ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος και ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Κρήτης και αποδέχεται όλη η Ορθόδοξη Εκκλησία. Το προτεινόμενο όμως νομοσχέδιο εισάγει μία πρωτοτυπία, καταργώντας το ισχύον σύστημα διοικήσεως των ιερών μονών αλλά και τους Καταστατικούς Χάρτες και το ίδιο το άρθρο 3 του Συντάγματος που κατοχυρώνει τους ιερούς κανόνες, εγκαινιάζοντας ένα νέο σύστημα διοικήσεως ιεράς μονής, που περιλαμβάνει:
α) έναν Πρόεδρο, που αντικαθιστά τον Ηγούμενο, ασχέτως εάν ο ως Πρόεδρος ορίζεται ο Ηγούμενος της «γνήσιας» Ιεράς Μονής Σινά στην Αίγυπτο,
β) ένα πενταμελές διοικητικό συμβούλιο, που αντικαθιστά το Ηγουμενοσυμβούλιο, το οποίο διοικητικό συμβούλιο δεν συγκροτείται – τουλάχιστον – αποκλειστικώς από μοναχούς αλλά και από λαϊκούς, οι οποίοι μάλιστα δεν επιλέγονται από την «γνήσια» Ιερά Μονή αλλά διορίζονται από το Υπουργείο Παιδείας και
γ) έναν διαχειριστή, προφανώς λαϊκό.
Όπως, λοιπόν, καταλαβαίνετε, ούτε από νομικής πλευράς συνιστάται ιερά μονή με το εν λόγω νομοθέτημα.
Τέταρτον, κατά το άρθρο 4 πργφ. 1, στοιχείο α΄: «Σκοποί του ν.π.δ.δ. είναι: α) η εκπροσώπηση της Μονής στην Ελλάδα, κατόπιν εξουσιοδότησης της Ιεράς Σιναϊτικής Αδελφότητας». Είναι πρωτοφανές, μία Ιερά Μονή – και μάλιστα με το κύρος της Ιεράς Μονής Σινά – να εκπροσωπείται, όχι από ένα μέλος της Αδελφότητας της, αλλά από μία άλλη Ιερά Μονή. Και το ωραιότερο από όλα είναι, ότι η «εκπρόσωπος» Ιερά αυτή Μονή δεν έχει συσταθεί και ορισθεί ως τέτοια – δηλαδή ως εκπρόσωπος της «γνήσιας» Ιεράς Μονής Σινά – από την εκπροσωπούμενη «γνήσια» Ιερά Μονή Σινά, όπως θα έπρεπε με βάση τους στοιχειώδεις κανόνες, που διέπουν τον θεσμό της εκπροσωπήσεως, αλλά από το ελληνικό Κράτος δια νόμου. Όμως, ο εκπρόσωπος επιλέγεται αποκλειστικώς από τον εκπροσωπούμενο και σε καμία περίπτωση ο εκπρόσωπος δεν είναι ισότιμος του εκπροσωπουμένου, αφού εκ των πραγμάτων εκτελεί τις εντολές αυτού και ελέγχεται από αυτόν. Συνεπώς, αυτονοήτως, μία Ιερά Μονή δεν ορίζει ως εκπρόσωπο της μία άλλη Ιερά Μονή, πολλώ δε μάλλον εάν δεν την έχει επιλέξει κιόλας ως εκπρόσωπο της.
Πέμπτον, κατά το ίδιο άρθρο 4, στο οποίο περιγράφονται οι σκοποί της ιδρυομένης Ιεράς Μονής, η Ιερά αυτή Μονή έχει επίσης ως σκοπούς της την μελέτη της ελληνορθόδοξης παράδοσης, την διάδοση της εκκλησιαστικής και βυζαντινής γραμματείας, παιδείας και τέχνης, την ενίσχυση της αποστολής της – πραγματικής – Ιεράς Μονής Σινά, τηνυποστήριξη της – πραγματικής – Ιεράς Μονής Σινά για την επιστροφή, απόκτηση, υποδοχή, συγκρότηση συλλογής, στέγαση, προστασία, φύλαξη, συντήρηση, καταγραφή, τεκμηρίωση, έρευνα, μελέτη, δημοσίευση, έκθεση, προβολή και ανάδειξη σε εθνικό και διεθνές επίπεδο των κειμηλίων και τεκμηρίων της – πραγματικής – Μονής και της βιβλιοθήκης της, την υποστήριξη των μελών της Ιεράς Σιναϊτικής Αδελφότητας της Μονής σε θέματα εκπαίδευσης και υγείας και την υποστήριξη της – πραγματικής – Ιεράς Μονής Σινά στην ανάπτυξη προσκυνηματικών ιεραποδημιών και εν γένει θρησκευτικού τουρισμού στο Όρος Σινά.
Εξ όσων γνωρίζω, ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος στο άρθρο 39 πργφ. 1, καθορίζοντας τους σκοπούς λειτουργίας μίας Ιεράς Μονής συμφώνως προς τους ιερούς κανόνες και την παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ορίζει τα εξής: «Ἡ Ἱερὰ Μονὴ εἶναι θρησκευτικὸν καθίδρυμα διὰ τὴν ἄσκησιν τῶν ἐν γένει ἐγκαταβιούντων ἀνδρῶν ἢ γυναικῶν, συμφώνως πρὸς τὰς μοναχικὰς ἐπαγγελίας καὶ τοὺς περὶ μοναχικοῦ βίου ἱεροὺς Κανόνας καὶ παραδόσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Σκοπός αλλά και υποχρέωση κάθε ιεράς μονής είναι, να εγκαταβιούν σε αυτήν μοναχοί ή μοναχές συμφώνως προς τις μοναχικές επαγγελίες, τους περί μοναχισμού ιερούς κανόνες και τις παραδόσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Μετά από όλα αυτά, εγώ θα θέσω υπόψιν σας ένα και μόνο ερώτημα και εσείς θα έχετε όλο το χρόνο, για να το απαντήσετε: Υπάρχει Ιερά Μονή ανά τον κόσμο, η οποία να έχει ως τρόπο λειτουργίας και σκοπούς, όχι όσα προβλέπονται στο άρθρο 39 πργφ. 1 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος αλλά όσα προβλέπονται στο άρθρο 4 του υπό ψήφισιν νομοσχεδίου. Εγώ, πάντως, δεν γνωρίζω να υπάρχει τέτοια ιερά μονή.
Έκτον, άφησα χωριστά, τον τελευταίο εκ των σκοπών της ιδρυομένης Ιεράς Μονής Σινά εν Ελλάδι. Ο σκοπός αυτός είναι η διαχείριση της κινητής και ακίνητης περιουσίας της Μονής, η οποία έχει ανατεθεί από τη Μονή στο ν.π.δ.δ.
Το Κανονικό Δίκαιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, το οποίο ακολουθεί και ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, που είναι επίσης νόμος της ελληνικής πολιτείας, αναγνωρίζει, ότι η οικονομική διαχείριση της κινητής και ακίνητης περιουσίας των ιερών μονών ανήκει στις ίδιες τις ιερές μονές και ειδικότερα στα όργανα διοικήσεως τους. Με το προς ψήφιση νομοσχέδιο, η διαχείριση της περιουσίας της – πραγματικής – Ιεράς Μονής Σινά ανατίθεται στην ιδρυόμενη Ιερά Μονή Σινά της Ελλάδος, στο μέτρο που η περιουσία αυτή ή τμήματα αυτής θα ανατεθούν από την – πραγματική – Ιερά Μονή Σινά της Αιγύπτου στην Ιερά Μονή Σινά της Ελλάδος.
Και έρχομαι και ερωτώ: Πώς γίνεται μία ιερά μονή ( που δεν είναι ιερά μονή) να διοικεί την περιουσία ή τμήμα αυτής μίας άλλης – πραγματικής – ιεράς μονής, όταν μάλιστα η περιουσία αυτή θα ευρίσκεται εκτός των συνόρων της Ελλάδος;
Έβδομον, άφησα για το τέλος ένα ζήτημα νομοκανονικής φύσεως. Κατά το Κανονικό Δίκαιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, κάθε ιερά μονή υπάγεται στην κανονική δικαιοδοσία του επιχωρίου επισκόπου, ήτοι του επισκόπου στα γεωγραφικά όρια της μητροπόλεως του οποίου ευρίσκεται η ιερά μονή, εξαιρουμένων των πατριαρχικών σταυροπηγίων.
Και σας ερωτώ, η ούτω πως ιδρυόμενη «ιερά μονή Σινά», σε ποίου επισκόπου της κανονική δικαιοδοσία υπάγεται και ο ηγούμενος αυτής ποιον επίσκοπο θα μνημονεύει; Εάν ληφθεί ως ορθή η άποψη του Υπουργείου Παιδείας, ότι διά του υπό σχολιασμόν νομοσχεδίου ιδρύεται πράγματι μία πραγματική ιερά μονή, τότε:
α) η «ιερά μονή» αυτή υπάγεται στην κανονική δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Τούτο σημαίνει, ότι η οικονομική διαχείριση της «Ιεράς Μονής Σινά Ελλάδος», που αφορά στην πράξη στην οικονομική διαχείριση της περιουσίας της πραγματικής Ιεράς Μονής Σινά, ελέγχεται από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κατά τις διατάξεις του άρθρου 39 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Τότε, όμως, πρόκειται για ιερά μονή, που διέπεται από τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, οπότε θα έπρεπε να συσταθεί βάσει του άρθρου 39 πργφ. 3 του ανωτέρω Χάρτη με Προεδρικό Διάταγμα και όχι διά νόμου. Και υπό αυτήν την έννοια, ο Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Σινά θα πρέπει να μνημονεύει τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών!!!!
Όμως, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ιεράς Μονής Σινά της Ελλάδος, αν υποτεθεί, ότι με αυτήν την ιδιότητα υποχρεούται να μνημονεύει κάποιον Αρχιερέα, είναι κληρικός και παραμένει κληρικός του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Πώς, λοιπόν, θα μνημονεύει τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών;
Οπότε, το συμπέρασμα είναι, ότι η «ιερά μονή» αυτή του Σινά στην Ελλάδα, δεν υπάγεται στην κανονική δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Δεν είναι, όμως, και Συνοδική Σταυροπηγιακή Ιερά Μονή, για να τελεί υπό την πνευματική εποπτεία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (άρθρο 39 πργφ. 2 ΚΧΕΕ). Αυτό σημαίνει, ότι δεν ανήκει στο κλίμα της Εκκλησίας της Ελλάδος, άρα δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των πργφ. 1 – 6 του άρθρου 39 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος αλλά η πργφ. 7, που αφορά στην ίδρυση μοναστικών οντοτήτων άλλων κλιμάτων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως είναι το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.
Όμως, η πργφ. 7 δεν ομιλεί περί ιδρύσεως ιερών μονών αλλά περί ιδρύσεως μετοχίων ανηκόντων σε άλλα κλίματα της Όρθόδοξης Εκκλησίας. Τα οποία μετόχια ιδρύονται: «τῇ ἀδείᾳ τοῦ Κράτους, παρεχομένη διὰ κοινῆς ἀποφάσεως τῶν Ὑπουργῶν Ἐξωτερικῶν καὶ Ἐθνικῆς Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων, ἐκδιδομένης μετὰ τὴν συγκατάθεσιν τοῦ ἐπιχωρίου Ἀρχιερέως καὶ ἔγκρισιν τῆς Δ.Ι.Σ. καὶ λειτουργοῦν ὑπὸ τὴν ἐποπτείαν αὐτῆς, ἀσκουμένην διὰ τοῦ ἐπιχωρίου Ἀρχιερέως, ἐφαρμοζομένων ἐπ᾿ αὐτῶν τῶν ἰσχυουσῶν διὰ τὰς ἐν τῇ περιοχῇ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Μονὰς διατάξεων».
Στην συγκεκριμένη, όμως, περίπτωση, δεν έχουμε μετόχι αλλά – κατά το νομοσχέδιο – ιερά μονή άλλου κλίματος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που η διαδικασία ιδρύσεως της δεν προβλέπεται στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, είναι προφανές, ότι επιλέχθηκε η διά νόμου ίδρυση ιεράς μονής, η οποία όμως στην πραγματικότητα – κοινή και νομική – δεν είναι ιερά μονή, αφού η οργάνωση και ο τρόπος λειτουργίας της είναι αυτός ενός Ιδρύματος και όχι μίας Ιεράς Μονής. Αυτό περαιτέρω, σημαίνει, ότι ο τίτλος του νομοσχεδίου είναι λάθος, συμπαρασύροντας και όλο το περιεχόμενο αλλά και όλο το σκεπτικό του υπό ψήφισιν νομοσχεδίου.
Εν ολίγοις, άλλο ένα θεμελιώδες και ογκώδες σφάλμα του Υπουργείου Παιδείας, μετά από αυτό της Εκκλησίας της Κρήτης σε σχέση με το δήθεν «μεταθετό».
Με μόνη διαφορά, ότι στην σχολιαζόμενη περίπτωση, το Υπουργείο Παιδείας μεταφέρει τον πυρήνα της υπάρξεως της πραγματικής Ιεράς Μονής Σινά, δηλαδή διοίκηση και περιουσία, σε ένα νομικό πρόσωπο στην Ελλάδα, μία «fake»Ιερά Μονή, που φέρει το όνομα της πραγματικής Ιεράς Μονής Σινά, και η οποία «fake» Ιερά Μονή δεν έχει αδελφότητα, δεν έχει εγκαταστάσεις Ιεράς Μονής, δεν έχει διοίκηση αποτελούμενη από μέλη της αδελφότητας, αφού αυτή δεν υπάρχει, καθιστώντας τήν πραγματική Ιερά Μονή Σινά ένα απλό κτιριακό συγκρότημα με μία αδελφότητα αδρανή και ανενεργό.
Ουσιαστικώς, το υπό ψήφισιν νομοσχέδιο καταργεί έναν θεσμό αιώνων, που εχθροί εφύλαξαν και τώρα οι φίλοι εκατήργησαν.
Έχει άραγε η Κυβέρνηση συνειδητοποιήσει την ανεπιστρεπτί βλάβη που προκαλεί;
Δεν είναι αργά ακόμη να αντικατασταθεί όλο αυτό το επικίνδυνο νομοθέτημα με μία απλή διάταξη ενός άρθρου, το οποίο θα έχει ως εξής:
Άρθρο μόνο: «Η Ιερά Βασιλική Αυτόνομη Μονή του Αγίου και Θεοβάδιστου όρους Σινά ως προς τις νομικές σχέσεις της στην Ελλάδα είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων περί των ιερών μονών της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Έτσι απλά.
Δρ. Αναστάσιος Βαβούσκος
Δικηγόρος
Άρχων Ασηκρήτης της Μ.τ.Χ.Ε.
