8.6.25

Από την Κυριαρχία στη Βιωσιμότητα: Σύντομη Ιστορία της Διακυβέρνησης των Ωκεανών

 

Δημοσίευση: 4 Ιουνίου 2025, 17:05 (Ώρα Κεντρικής Ευρώπης)

Η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τους Ωκεανούς στη Νίκαια της Γαλλίας θα πρέπει να αποτελέσει ευκαιρία για την εδραίωση ενός νέου διεθνούς δικαίου της θάλασσας. Best-Backgrounds/Shutterstock

Η Τρίτη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για τους Ωκεανούς (UNOC 3) θα ανοίξει τις εργασίες της στη Νίκαια της Γαλλίας στις 9 Ιουνίου 2025. Είναι η τρίτη διοργάνωση αυτού του είδους, μετά τις διασκέψεις στη Νέα Υόρκη το 2017 και στη Λισαβόνα το 2022.


Συγκαλείται από κοινού από τη Γαλλία και την Κόστα Ρίκα, και αναμένεται να συγκεντρώσει 150 χώρες και σχεδόν 30.000 συμμετέχοντες με αντικείμενο τη βιώσιμη διαχείριση των ωκεανών του πλανήτη.

Η διάσκεψη παρουσιάζεται ως καθοριστική καμπή, στην πραγματικότητα όμως αποτελεί μέρος μιας βαθύτερης μετατόπισης στη διακυβέρνηση των θαλασσών που εξελίσσεται εδώ και δεκαετίες. Αν και στο παρελθόν η διακυβέρνηση των ωκεανών αποσκοπούσε πρωτίστως στην προστασία των κρατικών θαλάσσιων συμφερόντων, σήμερα καλείται να αντιμετωπίσει και τις πολλαπλές κλιματικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις που απειλούν τα θαλάσσια οικοσυστήματα.

Η δημοσιογραφική προβολή αυτής της «πολιτικής στιγμής» δεν πρέπει να επισκιάσει την επιτακτική ανάγκη για ουσιαστική αναμόρφωση του διεθνούς δικαίου που διέπει τους ωκεανούς. Αν δεν επιτευχθεί κάτι τέτοιο, η διάσκεψη κινδυνεύει να καταλήξει απλώς σε μια ακόμη σκηνή για κενές ρητορείες.

Για να κατανοήσουμε τι πραγματικά διακυβεύεται, είναι χρήσιμο να ξεκινήσουμε με μια σύντομη ιστορική επισκόπηση της διακυβέρνησης των θαλασσών.

Το Νόημα της Διακυβέρνησης των Ωκεανών
Η διακυβέρνηση των ωκεανών έχει μεταβληθεί ριζικά τις τελευταίες δεκαετίες. Η έμφαση μετατοπίστηκε από τα κρατικά συμφέροντα – και το αντίστοιχο νομικό πλαίσιο που εδραιώθηκε στη δεκαετία του 1980 – σε μια πολυμερή προσέγγιση που ξεκίνησε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα φορέων: διεθνείς οργανισμούς, ΜΚΟ, επιχειρήσεις και άλλους παράγοντες.

Η διακυβέρνηση αυτή σταδιακά μετατοπίστηκε από ένα σύστημα υποχρεώσεων ανά θαλάσσια ζώνη και το σχετικό καθεστώς κυριαρχίας (χωρικά ύδατα, αποκλειστικές οικονομικές ζώνες – ΑΟΖ, και ανοικτές θάλασσες), σε ένα νέο σύστημα που λαμβάνει υπόψη την «υγεία των ωκεανών». Σκοπός του είναι η διαχείριση των θαλασσών σύμφωνα με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης.

Κατανοώντας την αλλαγή: Τι διακυβεύεται στη Νίκαια
Η κατανόηση του πώς επήλθε αυτή η μεταστροφή είναι απαραίτητη για να αντιληφθούμε τι πραγματικά διακυβεύεται στη Νίκαια. Η δεκαετία του 1990 σημαδεύτηκε από διακηρύξεις, συνόδους και διεθνείς πρωτοβουλίες. Ωστόσο, όπως φαίνεται παρακάτω, η επιτυχία αυτών των πολυάριθμων προσπαθειών υπήρξε έως τώρα περιορισμένη. Αυτό εξηγεί γιατί παρατηρούμε σήμερα μια επιστροφή σε μια προσέγγιση πιο σταθερά εδραιωμένη στο διεθνές δίκαιο – με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για τη διεθνή συνθήκη κατά της ρύπανσης από πλαστικά.

Το «Σύνταγμα των Θαλασσών»
Το Δίκαιο της Θάλασσας εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Διάσκεψη της Χάγης το 1930. Ωστόσο, η αρχιτεκτονική της σύγχρονης θαλάσσιας διακυβέρνησης καθορίστηκε σταδιακά τη δεκαετία του 1980, με την υιοθέτηση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) το 1982.

Η τρίτη Διάσκεψη για τους Ωκεανούς (UNOC 3) είναι άμεση απόρροια αυτής της Σύμβασης: οι συζητήσεις για τη βιώσιμη διαχείριση των ωκεανών απορρέουν από τα όρια αυτού του θεμελιώδους κειμένου, το οποίο συχνά αποκαλείται «Σύνταγμα των Θαλασσών».

Η UNCLOS εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 1982 στο Μοντέγκο Μπέι της Τζαμάικα και τέθηκε σε ισχύ τον Νοέμβριο του 1994, έπειτα από μακρόχρονες διεθνείς διαπραγματεύσεις και την κύρωση του κειμένου από 60 κράτη. Από την αρχή, οι διαβουλεύσεις επικεντρώθηκαν στα συμφέροντα των αναπτυσσόμενων χωρών, ιδίως των παράκτιων, σε ένα πλαίσιο κρίσης του πολυμερούς συστήματος. Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατάφεραν να ασκήσουν επιρροή χωρίς ποτέ να κυρώσουν επίσημα τη Σύμβαση. Έκτοτε, η UNCLOS αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της παγκόσμιας θαλάσσιας διακυβέρνησης.

Η Σύμβαση δημιούργησε νέους θεσμούς, όπως η Διεθνής Αρχή για τον Βυθό της Θάλασσας (International Seabed Authority), η οποία έχει την ευθύνη να ρυθμίζει την εκμετάλλευση των μεταλλευτικών πόρων σε περιοχές που βρίσκονται πέρα από τη δικαιοδοσία των κρατών. Η UNCLOS αποτελεί τη βάση σχεδόν ολόκληρης της διεθνούς νομολογίας για θέματα θάλασσας.

Αν και η Σύμβαση όρισε τις θαλάσσιες ζώνες και ρύθμισε την εκμετάλλευσή τους, γρήγορα προέκυψαν νέες προκλήσεις: αφενός, η έντεκα ετών καθυστέρηση μεταξύ της υιοθέτησης και της εφαρμογής της την κατέστησε εν μέρει ανεπίκαιρη. Αφετέρου, η ίδια η πρόοδος στη χρήση των θαλασσών – κυρίως οι τεχνολογικές εξελίξεις στην αλιεία και την εκμετάλλευση του βυθού – ξεπέρασαν τα όρια του αρχικού κειμένου.

Η δεκαετία του 1990 αποτέλεσε σημείο καμπής στη νομική τάξη της θάλασσας. Η διαχείριση των θαλασσών άρχισε να αντιμετωπίζεται πλέον μέσα από ένα περιβαλλοντικό πρίσμα – μια μεταστροφή που καθοδηγήθηκε από διεθνείς συνδιασκέψεις και διακηρύξεις, όπως η Διακήρυξη του Ρίο (1992), η Διακήρυξη της Χιλιετίας (2005) και η Σύνοδος Rio+20 (2012). Αυτές οδήγησαν στην Ατζέντα 2030 και τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs) του ΟΗΕ – ένα σύνολο 17 στόχων για την προστασία του πλανήτη και των ανθρώπων. Ο Στόχος 14, με τίτλο «Ζωή κάτω από το Νερό», αφορά άμεσα τα ζητήματα των ωκεανών.

Η Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (UNCED)
Η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (γνωστή και ως Earth Summit), που πραγματοποιήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας το 1992, σηματοδότησε την έναρξη της εποχής της «βιώσιμης ανάπτυξης» και – χάρη στις επιστημονικές ανακαλύψεις της προηγούμενης δεκαετίας – συνέβαλε καθοριστικά στη σύνδεση περιβαλλοντικών και θαλάσσιων ζητημάτων.

Από το 2008 έως το 2015, τα περιβαλλοντικά ζητήματα απέκτησαν μεγαλύτερη βαρύτητα, όπως φάνηκε από τη συστηματική υιοθέτηση αποφάσεων για το περιβάλλον και το κλίμα.

Αλλαγή στη γλώσσα του ΟΗΕ
Η βιοποικιλότητα και η βιώσιμη χρήση των ωκεανών (Στόχος Βιώσιμης Ανάπτυξης 14) αποτελούν τα δύο κεντρικά θέματα που κυριαρχούν στην παγκόσμια ατζέντα από το 2015 και έπειτα, με τα θαλάσσια ζητήματα να επεκτείνονται πλέον σε τομείς όπως η οξίνιση των ωκεανών, η ρύπανση από πλαστικά και η μείωση της θαλάσσιας βιοποικιλότητας.

Η ετήσια απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ για τους ωκεανούς και το Δίκαιο της Θάλασσας (Law of the Sea – LOS) αποτελεί ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο για την παρακολούθηση αυτής της εξέλιξης: από το 1984 και κάθε χρόνο έκτοτε, η απόφαση καλύπτει όλες τις πτυχές του θαλάσσιου καθεστώτος των Ηνωμένων Εθνών, ενσωματώνοντας παράλληλα τα νέα ζητήματα και ανησυχίες της διεθνούς κοινότητας.

Εξέλιξη ζητημάτων και ανησυχιών που σχετίζονται με τους ωκεανούς στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών για τους ωκεανούς και το δίκαιο της θάλασσας (LOS). Kevin Parthenay, Συγγραφέας που παρέχεται (χωρίς επαναχρησιμοποίηση)

Ορισμένοι περιβαλλοντικοί όροι απουσίαζαν αρχικά από το κείμενο, αλλά από τη δεκαετία του 2000 και μετά άρχισαν να εμφανίζονται ολοένα και συχνότερα.

Αυτή η εξέλιξη αποτυπώνεται επίσης και στην επιλογή της γλώσσας που χρησιμοποιείται.

Εξέλιξη βασικών όρων στα ψηφίσματα LOS για τα έτη 1984-1995 (με γκρι χρώμα) έναντι 2016-2022 (με μπλε χρώμα). Παροχή συντάκτη (χωρίς επαναχρησιμοποίηση)

Από τις οικονομικές χρήσεις στη βιωσιμότητα: Προς ένα νέο Δίκαιο των Ωκεανών;
Οι αποφάσεις για το Δίκαιο της Θάλασσας (LOS), από το 1984 έως το 1995, επικεντρώνονταν κυρίως στην εφαρμογή της Σύμβασης και στην οικονομική εκμετάλλευση των θαλάσσιων πόρων. Οι πιο πρόσφατες αποφάσεις, όμως, υιοθετούν όρους που αφορούν τη βιωσιμότητα, τα οικοσυστήματα και τα θαλάσσια περιβαλλοντικά ζητήματα.

Καθώς εντείνεται η παγκόσμια συνειδητοποίηση για τα προβλήματα που αφορούν τους ωκεανούς και τη σύνδεσή τους με την κλιματική αλλαγή, οι ωκεανοί σταδιακά αναδεικνύονται ως το παγκόσμιο «τελικό σύνορο» της γνώσης.

Το προφίλ των εμπλεκόμενων φορέων έχει επίσης αλλάξει. Η διεύρυνση της θεματολογίας γύρω από τους ωκεανούς οφείλεται κυρίως στην περιβαλλοντική στροφή της διεθνούς κοινότητας, με την επιστημονική κοινότητα και τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Αυτή η προσέγγιση – που απομακρύνεται από το μονοπώλιο του διεθνούς δικαίου και των νομικών κύκλων – συνιστά αναμφισβήτητα θετική εξέλιξη.

Ωστόσο, η διακυβέρνηση των ωκεανών βασίζεται ακόμη κυρίως σε μη δεσμευτικά δηλωτικά μέσα (όπως οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης – SDGs), παραμένοντας αναποτελεσματική. Ένας νέος κύκλος νομικής εδραίωσης φαίνεται να βρίσκεται σε εξέλιξη, με σκοπό να συμπληρωθεί το διεθνές ναυτικό δίκαιο με ένα νέο σύνολο εργαλείων. Σε αυτά περιλαμβάνονται:

  • η υιοθέτηση της Συμφωνίας για τη Διατήρηση και Βιώσιμη Χρήση της Θαλάσσιας Βιοποικιλότητας σε Περιοχές Πέρα από την Εθνική Δικαιοδοσία (γνωστή ως BBNJ Agreement), με στόχο την προστασία των θαλάσσιων πόρων στην ανοικτή θάλασσα·
  • η υπό διαπραγμάτευση συνθήκη για τη ρύπανση από πλαστικά στις θάλασσες, η οποία ακόμη δεν έχει οριστικοποιηθεί·
  • η συμφωνία για τις επιδοτήσεις στην αλιεία που υιοθετήθηκε από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ), η οποία στοχεύει στη διατήρηση των ιχθυαποθεμάτων, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει εφαρμοστεί πλήρως·
  • και τέλος, ο Κώδικας Εξόρυξης του Βυθού της Θάλασσας της Διεθνούς Αρχής για τον Βυθό (Seabed Authority), που στοχεύει στη ρύθμιση της εξόρυξης σε μεγάλα βάθη.

Ανάμεσα σε όλες τις παραπάνω συμφωνίες, η BBNJ είναι ίσως η πιο φιλόδοξη: από το 2004, οι διαπραγματευτές εργάζονται για να καλύψουν τα νομικά κενά της Σύμβασης UNCLOS, δημιουργώντας ένα νέο νομικό εργαλείο για τη θαλάσσια βιοποικιλότητα εκτός εθνικών θαλάσσιων ορίων.

Η συμφωνία αντιμετωπίζει δύο μείζονες ανησυχίες των κρατών: την κυριαρχία και τη δίκαιη κατανομή των φυσικών πόρων.

Η ιστορική αυτή συμφωνία υιοθετήθηκε το 2023, αλλά ακόμη δεν έχει τεθεί σε ισχύ. Για να συμβεί αυτό απαιτούνται 60 επικυρώσεις – μέχρι σήμερα έχουν επιτευχθεί μόλις 29 (μεταξύ αυτών και η Γαλλία, τον Φεβρουάριο του 2025).

Η διαδικασία του BBNJ βρίσκεται, λοιπόν, σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Η προτεραιότητα σήμερα δεν είναι οι νέες δεσμεύσεις ούτε οι περίπλοκες δηλώσεις υψηλού επιπέδου, αλλά η αντιμετώπιση των άμεσων και συγκεκριμένων προκλήσεων της θαλάσσιας διακυβέρνησης – όπως η φρενήρης αναζήτηση κρίσιμων ορυκτών πρώτων υλών στο πλαίσιο του ανταγωνισμού ΗΠΑ–Κίνας, που αποτυπώθηκε χαρακτηριστικά στην υπογραφή προεδρικού διατάγματος από τον Ντόναλντ Τραμπ τον Απρίλιο του 2025, με το οποίο εγκρίνεται η εξόρυξη στον βυθό – μια απόφαση που παραβιάζει τους εδραιωμένους κανόνες της Διεθνούς Αρχής για τον Βυθό.

Σε μια εποχή όπου ο αμερικανικός μονομερής ακτιβισμός οδηγεί σε πολιτικές τετελεσμένων, η διάσκεψη UNOC 3 οφείλει – πάνω απ’ όλα – να ενισχύσει, εντός πλαισίου πολυμερούς διακυβέρνησης, τις ήδη υφιστάμενες υποχρεώσεις για την προστασία και τη βιωσιμότητα των ωκεανών.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στα γαλλικά. 

Avatar

Laura Hood Πολιτικός Συντάκτης & Βοηθός Συντάκτη, The Conversation UK