Μετά την εκλογή Τραμπ, η κυβέρνηση Μπάιντεν έκανε ό,τι μπόρεσε για να ναρκοθετήσει την πρόθεση του νέου προέδρου να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, έστω κι αν ισχυρίζεται ότι του δίνει διαπραγματευτικά όπλα. Κατά γενική ομολογία αυτός ο πόλεμος είναι η μεγάλη δοκιμασία του Τραμπ. Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση Μπάιντεν κληροδοτεί στο νέο πρόεδρο την “ουκρανική βόμβα” με σκοπό να εκραγεί στα χέρια του.
Παρά τις επιθέσεις με ATACMS εντός της Ρωσίας, ο Πούτιν απέφυγε στο μεσοδιάστημα να απαντήσει με κλιμάκωση, προφανώς για να αφήσει χώρο στη διπλωματία τώρα που ο Τραμπ αναλαμβάνει καθήκοντα. Πώς σκοπεύει ο νέος Αμερικανός πρόεδρος να σταματήσει τον πόλεμο; Σύμφωνα με όσα έχουν δει τη δημοσιότητα, πρόθεσή του είναι να εκβιάσει τον Ζελένσκι πως εάν δεν δεχθεί να διαπραγματευτεί θα του κόψει κάθε βοήθεια. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε άμεση κατάρρευση της ουκρανικής άμυνας, η οποία είναι ήδη ετοιμόρροπη. Το Κίεβο τον τελευταίο καιρό δηλώνει διατεθειμένο να διαπραγματευτεί, αλλά θέτει μη ρεαλιστικούς στόχους.
Από την πλευρά του, το Κρεμλίνο εμφανιζόταν εξαρχής έτοιμο να διαπραγματευτεί, αλλά με βάση τους ρωσικούς όρους, που αντανακλούν και την κατάσταση στο μέτωπο, δηλαδή:
- Δυτικές δεσμεύσεις και συνταγματική διάταξη ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ.
- Δεσμεύσεις ότι στο Κίεβο δεν θα υπάρχει εχθρική προς τη Ρωσία κυβέρνηση.
- Συνταγματική προστασία της ρωσικής γλώσσας και του πολιτισμού.
- Διεθνή αναγνώριση ότι τα ουκρανική εδάφη που έχουν προσαρτηθεί στη Ρωσία (Κριμαία, Ντονιέτσκ, Λουχάνσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα) θα παραμείνουν σ’ αυτήν. Πιθανότατα, η Μόσχα δεν θα επιμείνει να της παραχωρηθούν και εδάφη των ανωτέρω περιφερειών που σήμερα δεν ελέγχει, ενώ ίσως αποσυρθεί από κάποια εδάφη που κατέχει σε άλλες περιφέρειες της Ουκρανίας.
Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ Μόσχας και Κιέβου υπάρχει –τουλάχιστον προς το παρόν– αγεφύρωτο χάσμα. Σε αντίθεση με το Κρεμλίνο, όμως, η Δύση είναι υποχρεωμένη να διαχειριστεί τη δυσμενή κατάσταση που έχει διαμορφωθεί για το Κίεβο στο πεδίο του πολέμου. Προς το παρόν ο Ζελένσκι αρνείται να παραδώσει και ντε γιούρε ουκρανικό έδαφος στη Ρωσία, αλλά αυτό δεν είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον Τραμπ. Το πρόβλημα είναι ότι οι ρωσικοί όροι είναι πολύ μακριά από ό,τι οι ΗΠΑ φαίνονται διατεθειμένες να αποδεχθούν.
Στην Ιστορία, όμως, τους όρους τους επιβάλλει (όχι απολύτως, αλλά κατά κανόνα) ο νικητής, όχι ο ηττημένος. Και η ειδοποιός διαφορά μεταξύ Μόσχας και Δύσης είναι ότι η Μόσχα κερδίζει τον πόλεμο, ενώ το Κίεβο –και κατ’ επέκταση η Δύση– τον χάνει. Κι αυτή τη ρωσική νίκη ίσως μπορεί να την καθυστερήσουν και δυσκολέψουν, αλλά δεν μπορούν να την αποτρέψουν οι ΗΠΑ. Ο Τραμπ θα συναντηθεί σύντομα με τον Πούτιν, αλλά για αυτά που ο ίδιος θεωρεί ίσως γενναιόδωρη ειρηνευτική φόρμουλα, το Κρεμλίνο δεν έχει κανένα συμφέρον να κάνει εκπτώσεις στις βασικές απαιτήσεις του.
ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr