Aλέξανδρος Τάρκας
Η συνάντηση του Τούρκου προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπ. Νετανιάχου και το αίτημα της Άγκυρας για κοινές γεωτρήσεις στη Μεσόγειο προκαλούν ερωτηματικά, αλλά δεν πλήττουν (με τα σημερινά δεδομένα) το τριμερές σχήμα συνεργασίας Αθήνας-Λευκωσίας-Ιερουσαλήμ.
Αν εξαιρέσει κανείς την πίεση από τη βεβαιότητα του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη για απόλυτο έλεγχο των εξελίξεων, χάρη στις προσωπικές σχέσεις με τον Ισραηλινό ομόλογό του, η ελληνική διπλωματία δεν αιφνιδιάστηκε. Ανέμενε πως, αργά ή γρήγορα, οι κύριοι Ερντογάν και Νετανιάχου θα δρομολογούσαν μία πορεία συνεννόησης.
Άλλωστε, οι υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Εξωτερικών είχαν απορρίψει κατηγορηματικά την πεποίθηση του κ. Μητσοτάκη, μετά από ταξίδι στο Ισραήλ τον Ιούνιο του 2020, ότι ο κ. Νετανιάχου του υποσχέθηκε ακόμη και στρατιωτική υπεράσπιση του αγωγού EastMed. Η πιθανότερη εξήγηση, από την αρχή, ήταν ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, μετά την ανάπτυξη των απόψεών του, εξέλαβε τη σιωπή του συνομιλητή του σαν συναίνεση.
Η εκτίμηση των διπλωματών επιβεβαιώθηκε, το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, όταν ο τότε υπουργός Άμυνας Μπ. Γκαντζ υπογράμμισε στον ομόλογό του Ν. Παναγιωτόπουλο ότι, κάθε χώρα που εμπλέκεται στον EastMed, θα υπερασπίζεται μόνη το αντίστοιχο τμήμα αγωγού (αν το έργο υλοποιηθεί).
Παράλληλα, ήταν αναμενόμενο ότι, μετά τη διακοπή των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας το 2010, θα υπήρχε κάποια στιγμή αναβάθμιση των πολιτικών επαφών, καθώς η οικονομική και εμπορική συνεργασία όχι μόνον δεν διακόπηκε, αλλά ο όγκος των συναλλαγών αυξήθηκε.
Ομοίως, διατηρήθηκε στενή συνεργασία σε θέματα αντιτρομοκρατίας λόγω του μεγάλου τουριστικού ρεύματος Ισραηλινών, κυρίως προς την Κωνσταντινούπολη, ενώ είναι γνωστή η ανάγκη παρακολούθησης των κινήσεων της Χαμάς στην οποία πάντα προσφέρουν στήριξη ο κ. Ερντογάν και οι μυστικές υπηρεσίες του υπό την ηγεσία του κ. Χ. Φιντάν και, τώρα, του κ. Ιμπ. Καλίν.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Αθήνα αξιολόγησε πρόσφατα ότι, μετά και την ανησυχητική πρόοδο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, το Ισραήλ θα βελτίωνε τις σχέσεις του με άλλες περιφερειακές δυνάμεις.
Η Άγκυρα δεν θα αποτελούσε εξαίρεση, καθώς αντιμετωπίζει προβλήματα με την Τεχεράνη και ο κ. Ερντογάν ευνοεί και την τριμερή συνεργασία Τουρκίας-Αζερμπαϊτζάν-Ισραήλ που ίσως αξιοποιηθεί κατά του Ιράν. Ταυτόχρονα, το Ισραήλ ενδιαφέρεται για την προσέγγισή του με τη Σαουδική Αραβία, επιδιώκοντας επέκταση των Συμφωνιών Αβραάμ που υπέγραψε με τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν το 2020.
Ο Τούρκος πρόεδρος τόνισε, δημόσια, ότι στηρίζει τις προσπάθειες Μπάιντεν για συνεννόηση Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας.
Επομένως, καθώς η αναβάθμιση σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας θα συνεχιστεί, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται ενώπιον τριών ερωτημάτων:
Πρώτον, σε ποια βαθμίδα ισραηλινών προτεραιοτήτων θα βρίσκονται οι σχέσεις με την Αθήνα και τη Λευκωσία. Η ισραηλινή απάντηση είναι ότι η ειλικρινής συνεργασία των περασμένων 13 ετών, που κορυφώθηκε σε επίπεδο «στρατηγικής σχέσης», θα διαφυλαχθεί απόλυτα.
Δεύτερον, πώς και πότε θα εξελιχθεί η διμερής ενεργειακή συνεργασία. Είναι σημαντικό ότι ο κ. Ερντογάν διατύπωσε την πρόταση για κοινές γεωτρήσεις, χωρίς δημόσια απάντηση από τον κ. Νετανιάχου που, ίσως, «αγοράζει χρόνο». Αντίθετα, το χειροπιαστό στοιχείο είναι ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός στηρίζει το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης EuroAsia Ιnterconnector. Εξετάζει, επίσης, τις εξαγωγές LNG με πλοία και τη συνεργασία σε αγωγούς προς την Αίγυπτο και την Κύπρο, οι οποίοι θα ωφελήσουν την Ελλάδα στρατηγικά και οικονομικά ως πύλη εισόδου στην αγορά της Ε.Ε.
Τρίτον, αν θα υπάρξουν βήματα προόδου στο σχήμα «3+1» (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και οι ΗΠΑ). Το Ισραήλ ευνοεί την ενασχόληση με θέματα ενέργειας και κυβερνοασφάλειας, όπως και η Ουάσιγκτον που, εμμέσως πλην σαφώς, απορρίπτει την αναβάθμιση του «3+1» σε διπλωματικές και αμυντικές πτυχές, ώστε να μη δυσαρεστηθεί η Τουρκία.
Συμπερασματικά, αν -ή για όσο διάστημα- οι σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας παραμείνουν, πραγματικά, στη λεγόμενη «χαμηλή πολιτική» (τουρισμός, εμπόριο και οικονομία), χωρίς επέκταση στους κλάδους της άμυνας και της ενέργειας, τα ελληνικά συμφέροντα δεν θίγονται. [iEpikaira: Όλα τα κακά όμως έχουν πάντοτε ένα σημείο εκκίνησης που ανοίγει τον δρόμο για την τελική υλοποίησή τους...]
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Δημοκρατία” στις 27 Σεπτεμβρίου 2023 amynanet.gr
Η συνάντηση του Τούρκου προέδρου Ρ.Τ. Ερντογάν με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπ. Νετανιάχου και το αίτημα της Άγκυρας για κοινές γεωτρήσεις στη Μεσόγειο προκαλούν ερωτηματικά, αλλά δεν πλήττουν (με τα σημερινά δεδομένα) το τριμερές σχήμα συνεργασίας Αθήνας-Λευκωσίας-Ιερουσαλήμ.
Αν εξαιρέσει κανείς την πίεση από τη βεβαιότητα του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη για απόλυτο έλεγχο των εξελίξεων, χάρη στις προσωπικές σχέσεις με τον Ισραηλινό ομόλογό του, η ελληνική διπλωματία δεν αιφνιδιάστηκε. Ανέμενε πως, αργά ή γρήγορα, οι κύριοι Ερντογάν και Νετανιάχου θα δρομολογούσαν μία πορεία συνεννόησης.
Άλλωστε, οι υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου Εξωτερικών είχαν απορρίψει κατηγορηματικά την πεποίθηση του κ. Μητσοτάκη, μετά από ταξίδι στο Ισραήλ τον Ιούνιο του 2020, ότι ο κ. Νετανιάχου του υποσχέθηκε ακόμη και στρατιωτική υπεράσπιση του αγωγού EastMed. Η πιθανότερη εξήγηση, από την αρχή, ήταν ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, μετά την ανάπτυξη των απόψεών του, εξέλαβε τη σιωπή του συνομιλητή του σαν συναίνεση.
Η εκτίμηση των διπλωματών επιβεβαιώθηκε, το Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, όταν ο τότε υπουργός Άμυνας Μπ. Γκαντζ υπογράμμισε στον ομόλογό του Ν. Παναγιωτόπουλο ότι, κάθε χώρα που εμπλέκεται στον EastMed, θα υπερασπίζεται μόνη το αντίστοιχο τμήμα αγωγού (αν το έργο υλοποιηθεί).
Παράλληλα, ήταν αναμενόμενο ότι, μετά τη διακοπή των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας το 2010, θα υπήρχε κάποια στιγμή αναβάθμιση των πολιτικών επαφών, καθώς η οικονομική και εμπορική συνεργασία όχι μόνον δεν διακόπηκε, αλλά ο όγκος των συναλλαγών αυξήθηκε.
Ομοίως, διατηρήθηκε στενή συνεργασία σε θέματα αντιτρομοκρατίας λόγω του μεγάλου τουριστικού ρεύματος Ισραηλινών, κυρίως προς την Κωνσταντινούπολη, ενώ είναι γνωστή η ανάγκη παρακολούθησης των κινήσεων της Χαμάς στην οποία πάντα προσφέρουν στήριξη ο κ. Ερντογάν και οι μυστικές υπηρεσίες του υπό την ηγεσία του κ. Χ. Φιντάν και, τώρα, του κ. Ιμπ. Καλίν.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Αθήνα αξιολόγησε πρόσφατα ότι, μετά και την ανησυχητική πρόοδο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, το Ισραήλ θα βελτίωνε τις σχέσεις του με άλλες περιφερειακές δυνάμεις.
Η Άγκυρα δεν θα αποτελούσε εξαίρεση, καθώς αντιμετωπίζει προβλήματα με την Τεχεράνη και ο κ. Ερντογάν ευνοεί και την τριμερή συνεργασία Τουρκίας-Αζερμπαϊτζάν-Ισραήλ που ίσως αξιοποιηθεί κατά του Ιράν. Ταυτόχρονα, το Ισραήλ ενδιαφέρεται για την προσέγγισή του με τη Σαουδική Αραβία, επιδιώκοντας επέκταση των Συμφωνιών Αβραάμ που υπέγραψε με τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν το 2020.
Ο Τούρκος πρόεδρος τόνισε, δημόσια, ότι στηρίζει τις προσπάθειες Μπάιντεν για συνεννόηση Ισραήλ-Σαουδικής Αραβίας.
Επομένως, καθώς η αναβάθμιση σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας θα συνεχιστεί, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται ενώπιον τριών ερωτημάτων:
Πρώτον, σε ποια βαθμίδα ισραηλινών προτεραιοτήτων θα βρίσκονται οι σχέσεις με την Αθήνα και τη Λευκωσία. Η ισραηλινή απάντηση είναι ότι η ειλικρινής συνεργασία των περασμένων 13 ετών, που κορυφώθηκε σε επίπεδο «στρατηγικής σχέσης», θα διαφυλαχθεί απόλυτα.
Δεύτερον, πώς και πότε θα εξελιχθεί η διμερής ενεργειακή συνεργασία. Είναι σημαντικό ότι ο κ. Ερντογάν διατύπωσε την πρόταση για κοινές γεωτρήσεις, χωρίς δημόσια απάντηση από τον κ. Νετανιάχου που, ίσως, «αγοράζει χρόνο». Αντίθετα, το χειροπιαστό στοιχείο είναι ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός στηρίζει το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης EuroAsia Ιnterconnector. Εξετάζει, επίσης, τις εξαγωγές LNG με πλοία και τη συνεργασία σε αγωγούς προς την Αίγυπτο και την Κύπρο, οι οποίοι θα ωφελήσουν την Ελλάδα στρατηγικά και οικονομικά ως πύλη εισόδου στην αγορά της Ε.Ε.
Τρίτον, αν θα υπάρξουν βήματα προόδου στο σχήμα «3+1» (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ και οι ΗΠΑ). Το Ισραήλ ευνοεί την ενασχόληση με θέματα ενέργειας και κυβερνοασφάλειας, όπως και η Ουάσιγκτον που, εμμέσως πλην σαφώς, απορρίπτει την αναβάθμιση του «3+1» σε διπλωματικές και αμυντικές πτυχές, ώστε να μη δυσαρεστηθεί η Τουρκία.
Συμπερασματικά, αν -ή για όσο διάστημα- οι σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας παραμείνουν, πραγματικά, στη λεγόμενη «χαμηλή πολιτική» (τουρισμός, εμπόριο και οικονομία), χωρίς επέκταση στους κλάδους της άμυνας και της ενέργειας, τα ελληνικά συμφέροντα δεν θίγονται. [iEpikaira: Όλα τα κακά όμως έχουν πάντοτε ένα σημείο εκκίνησης που ανοίγει τον δρόμο για την τελική υλοποίησή τους...]
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Δημοκρατία” στις 27 Σεπτεμβρίου 2023 amynanet.gr
Πηγή: i-epikaira.blogspot.com