6.5.22

Η ρωσοουκρανική κρίση και τα ελληνοτουρκικά



Φίλιππου Νικολόπουλου 

Δρα Κοινωνιολογίας, Νομικού - πρ. Επίκ. Καθηγ. Φιλοσοφικής Σχολής Παν/μίου Κρήτης, 

πρ. Α/τή Καθηγητή Παν/μίου Ινδιανάπολης,

Γραμ. των Σχολών και της Κοσμητείας του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός»


Η Ουκρανία αυτή τη στιγμή ζει μια τραγωδία. Ωστόσο για την κατανόηση των αιτίων αυτής της τραγικής κατάστασης δεν αρκεί να καταγγέλλουμε τον εισβολέα, που σαφώς παραβίασε κανόνες του διεθνούς δικαίου αφού δεν σεβάστηκε την εθνική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα μιας ανεξάρτητης χώρας, αλλά παραπέρα είναι σκόπιμο να βρούμε όλες τις ιστορικοπολιτικές παραμέτρους που προσδιορίζουν τη συνολική περιπλοκή που οδήγησε εκεί.

Και η έρευνα αυτών των παραμέτρων, όπως έχουμε πει και σε παλαιότερα άρθρα μας, μάλλον οδηγεί στον εντοπισμό πολιτικών ευθυνών και από την πλευρά της Δύσης και συγκεκριμένα από την πλευρά του αμερικανονατοϊκού διεθνοπολιτικού άξονα. 

Και υπάρχουν ευθύνες, γιατί ο παραπάνω άξονας μπορούσε να προβλέψει όχι δύσκολα τη ρωσική εισβολή, αφού το όλο ζήτημα ήταν παρόμοιο με εκείνο της «πυραυλικής κρίσης» στην Κούβα το 1962, όταν οι ΗΠΑ απαίτησαν την απομάκρυνση των ρωσικών πυραύλων από το νησί λόγω εθνικής ασφάλειας, ειδάλλως υπήρχε ο κίνδυνος έκρηξης 3ου παγκοσμίου πολέμου και αφού επανειλημμένως είχαν διατυπωθεί ρητές ρωσικές προειδοποιήσεις. Η νατοϊκή ομπρέλα διαρκώς επεκτεινόταν προς Ανατολάς παρά το ότι είχαν δοθεί υποσχέσεις προς την αντίθετη κατεύθυνση στην δεκαετία του 1990! 

Το να «χρησιμοποιεί» ο παραπάνω άξονας τη δυσαρέσκεια ορισμένων πρώην ανατολικών ευρωπαϊκών χωρών προς τη Ρωσία, λόγω κακών ιστορικών εμπειριών από τη Σοβιετική περίοδο, για να αυξήσει την επιρροή του δεν είναι ακριβώς στήριξη «αγώνων για ελευθερία και δημοκρατία». Είναι μια επωφελής τακτική στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, στις οποίες, όπως είναι γνωστό, κυρίως «μετράει» η επιρροή συμφερόντων και ο συσχετισμός δύναμης (ρεαλιστική σχολή) και όχι η προσήλωση σε αρχές και κανόνες (θεσμική-συμβολική σχολή).

Όπως σωστά είπε ο αποκαλούμενος «μακιαβελικός» κοινωνιολόγος G.Mosca η «πολιτική φόρμουλα» με την οποία παρουσιάζονται ορισμένες πολιτικές κινήσεις και συμπεριφορές αποτελούν τον «λευκό μανδύα» με τον οποία καλύπτονται καθαρά ωφελιμιστικές και συμφεροντολογικές ενέργειες, που με τον τρόπο αυτό έχουν μεγαλύτερες δυνατότητες χειραγώγησης. Επόμενο, λοιπόν, ήταν και η άλλη πλευρά να θέσει ζήτημα ασφάλειας και προληπτικής αμυντικής επέμβασης και καταπάτησης των δικαιωμάτων των ρωσόφωνων στο Ντονμπάς, αφού αυτό την συνέφερε και πίστευε ότι συμβάλλει στην εν ευρεία εννοία αμυντική της θωράκιση. Είναι γνωστό ότι στις διεθνείς σχέσεις ο ανταγωνισμός είναι πολύ σκληρός έως κυνικός. Πόσες φορές οι ΗΠΑ υποστήριξαν δικτατορίες (βλ. π.χ. Λατινική Αμερική) που θεωρούσαν ότι ευνοούν τα συμφέροντα τους; Ευρώπη και ΗΠΑ βαρύνονται με ένα ιμπεριαλιστικό παρελθόν, που μας δίνει δικαίωμα να μην τις θεωρήσουμε και τόσο «αμερόληπτες και αντικειμενικές».

Με βάση λοιπόν την παραπάνω κριτική τοποθέτηση στο όλο τραγικό πρόβλημα της Ουκρανίας και η χώρα μας πρέπει να διαμορφώσει απέναντί του μία προσεκτική στάση, ανάλογα με τη γεωπολιτική της θέση, την ιστορικοπολιτική της διαδρομή και τις εμπειρίες της από το πεδίο των διεθνών σχέσεων. Ο σκληρός έως κυνικός ανταγωνισμός συμφερόντων και επιδιώξεων των μεγάλων δυνάμεων σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, που πολλές φορές εκτυλίσσεται χωρίς αρχές στο όνομα ποικίλων προσχημάτων την υποχρεώνει να εξασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντά της κρατώντας μια κατά το δυνατόν ρεαλιστική, ανεξάρτητη και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, χωρίς εμμονή σε μονόπλευρες επιλογές ακόμη και μέσα στο πλαίσιο των συμμαχιών στις οποίες ανήκει. Έτσι η γραμμή «βασιλικότεροι του βασιλέως», που ακολουθεί η κυβέρνηση σε σχέση με τις επιλογές του αμερικανονατοϊκού άξονα απέναντι στην Ουκρανία είναι μάλλον εσφαλμένη.

Η Τουρκία, μία μόνιμη απειλή εξ Ανατολών στη χώρα μας (οι πρόσφατες παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου μας το επιβεβαιώνουν ακόμη μια φορά), αναβαθμίζει το διεθνοπολιτικό της ρόλο ως «μεσολαβήτριας-ειρηνοποιού χώρας», πράγμα που γίνεται δεκτό από τη Δύση, ενώ εμείς «στριμωχνόμαστε» με απειλές «αναθεωρητισμού», με μία Δύση «να ανέχεται» την κατάσταση της παράνομης κατοχής του 38% της Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα. Ο «αναθεωρητισμός» από πλευράς Ρωσίας απορρίπτεται, ενώ οι τουρκικές προκλήσεις, απειλές και συκοφαντίες σε βάρος μας από την Τουρκία γίνονται ανεκτές! «Δύο μέτρα και δύο σταθμά!». Με ευκαιρία το Ουκρανικό η παράνομη εισβολή του 1974 στην Κύπρο έπρεπε δεόντως να αναδειχθεί από την ελληνική κυβέρνηση και όχι η τελευταία να φοβάται μη τυχόν ενοχληθεί ο αμερικανονατοϊκός άξονας αν ζητήσουμε πίεση στην Τουρκία, αφού είναι κι αυτή μέλος του ΝΑΤΟ!

Αν είναι έτσι λοιπόν γιατί να μην προσπαθήσουμε να προστατεύσουμε, όσο είναι δυνατόν, τις διπλωματικές μας σχέσεις με τη Ρωσία, ανεξάρτητα αν καταδικάζουμε την εισβολή στην Ουκρανία. Υπάρχουν διαχρονικοί ιστορικοπολιτιστικοί δεσμοί ανάμεσα στον ελληνικό και ρωσικό λαό, όπως φυσικά και με τον ουκρανικό. Αυτοί, στο πλαίσιο της πολιτιστικής διπλωματίας πρέπει να προστατεύονται και ν’ αναδεικνύονται και όχι να αγνοούνται και να υπονομεύονται με εσφαλμένες πολιτικές κινήσεις. Και με βάση αυτούς τους δεσμούς κατ’ εξοχήν η Ελλάδα έπρεπε να διεκδικήσει τον ρόλο του μεσολαβητή-ειρηνοποιού και όχι η Τουρκία, που ιστορικά υπήρξε ο αιώνιος εχθρός της Ρωσίας! 

Αυτό θα προϋπόθετε όμως να μη συρόμαστε απλώς στις οποιεσδήποτε επιλογές του αμερικανονατοϊκού άξονα, αλλά να προσπαθούμε να επιτυγχάνουμε μια κατά το δυνατόν λιγότερη εμπλοκή στην αναμέτρηση των ακραίων αντιδράσεων και των δύο πλευρών. Μια κριτική επιφύλαξη απέναντι σ’ ορισμένες κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν θα έβλαπτε τα εθνικά μας συμφέροντα, δεδομένου ότι οι αλληλοεξαρτήσεις Ευρώπης-Ρωσίας στο ενεργειακό επίπεδο (και όχι μόνον) είναι φανερές και δεν αίρονται από τη μια ημέρα στην άλλη. Εν μέσω ουκρανικής κρίσης η Τουρκία με τις πρωτοβουλίες της «κερδίζει πόντους» και στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές, ενώ η χώρα μας μάλλον χάνει και στις δύο! Ας προβληματιστούμε γύρω από το «γιατί». Και να μην προτρέχει ο πρωθυπουργός να διαβεβαιώνει ότι βρισκόμαστε στην «ορθή πλευρά της ιστορίας»! Είναι εξαιρετικά δύσκολη αυτή η διαβεβαίωση σ’ ένα πεδίο διεθνών σχέσεων τόσο περίπλοκο και γεμάτο από τόσες παγίδες και αντιφάσεις. Απλώς βρίσκεται με την «πλευρά» που του υποδεικνύει ο αμερικανονατοϊκός άξονας. Και είναι γελασμένος αν νομίζει ότι αυτός ο άξονας είναι οπωσδήποτε «με την ορθή πλευρά» της ιστορίας.