23.4.22

ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΥΠΡΙΩΝ ΠΑΣΧΑ.

 


Λαογραφία. Επιμέλεια από Αντώνη Αντωνά. Τυχαία επιλογή.

 

ΑΝΟΙΞΗ ΚΑΙ ΠΑΣΧΑ της Ελένης Αρτεμίου - Φωτιάδου

Οι μικρές εκκλησίες  χωμένες σε έναν ήχο καμπάνας

 με μια βελούδινη έκρηξη να τις περικυκλώνει

στολίζοντας τις πόρτες τους με αγκάθινα στεφάνια

και ρόδα από αναστημένους επιτάφιους

περαστικός ένας άνεμος δειλός

με χούφτες γεμάτες λιωμένο χιόνι

στάζει πάνω στις μαργαρίτες και στις φωνές χελιδονιών

τις πιο κρύες ανάσες  του κόσμου

για να γενούνε άνοιξη και Πάσχα

 

Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ του Αχνιώτη Χαμπή

Τζιαι φέτη μας αξίωσεν, ο πλάστης ο Θεός μου,

τζιαι θα χαρεί, κάθε πιστός,

γιατ’αναστήθην ο Χριστός,

ο βασιλιάς του κόσμου.

Πούρτεν στην γήν σαν άθρωπος, διότι εχρειάστην,

να πεί σε ούλους που κοντά,

τζιαι σε φτωχόν τζιαι άρκοντα,

έσιει που πάνω πλάστην.

Ήρτεν στην γήν σαν άθρωπος, τον κόσμον του να σώσει,

χτυπήθηκεν εδέρτηκεν,

τζιαι εις το τέλος δέχτηκεν,

τζιαι την ζωήν να δώσει.

Ήρτεν στην γήν σαν άθρωπος, που τον Θεόν σταλμένος,

τζι΄είσιεν για μόνον του σκοπόν,

να δεί στην γήν τον άθρωπον,

να ζιεί αγαπημένος.

Για τούτον να ξιχάσουμεν, σήμερα πάθη μίση,

γιατ΄ο Χριστός μάς καρτερά,

ο ένας τ΄άλλου σήμμερα,

για να του συχχωρήσει.

Σήμμερα να ξιχάσουμεν,  φίλοι μου τι εγίνην,

τα σιέρκα να τα δώσουμεν,

μες την καρκιάν να νιώσουμεν,

πραγματική…ειρήνην. Της Ανάστασης

ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΠΕΡΙΜΕΝΩ της Άντριας Γαριβάλδη

Και πάλι περιμένω στ’ ανοιχτό παράθυρο

να δω το πέταγμα της χελιδόνας...

Και πάλι αναζητώ το μυρωμένο αεράκι

που ’ρχεται απ’ το περβόλι το φορτωμένο μ’ ανθό και μέλισσα

να χαϊδέψει τα μάγουλα της άνοιξης

φέρνοντας την οσμή του λεμονιού

ν’ αναζωογονήσει τη γειτονιά.

Πάλι έρχεται το ταρακούνημα της μνήμης

τυλιγμένο στον καπνό απ’ το θυμίαμα της μάνας

το ευλογημένο να ετοιμάσει πασχαλιάτικο τραπέζι

με την ψάθα γεμάτη καλούδια, κουλούρια, ζυμωτά παξιμάδια

και τ’ άρωμα του τριμμένου τυριού στη σκάφη

που θα γεμίσει το σπίτι με τ’ άρωμα της φλαούνας

που θα ψήσει στον φούρνο

έξω στην αυλή της κυρά Παναγιώτας.

Να τρέξουν τα παιδιά να μαζέψουν αυγά

για να τα βάψει η μάνα κόκκινα

κόκκινα με το χρώμα της χαράς

για να’ χουμε στα χείλη μας χαμόγελο.

Ακόμα μαζεύω στο συρτάρι τις πολύχρωμες κλωστές

που θα κεντήσουν το γιορτινό τραπεζομάντιλο

τη μέρα της Λαμπρής

στο σπίτι μας... στη Ζώδια.

Καλή Ανάσταση να πούμε πια στον τόπο μας.

 

ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΑΣ του  Ιωσήφ Σ. Ιωσηφίδη

Σαν άστρο περνά

απ’ τον φεγγίτη η αγάπη

μες στην καρδιά σου.

Χείλη τέσσερα,

ψυχές τρεις, σώματα δυο,

μια η Αγάπη.

Αγάπη Χριστού

δίνε πάλι και πάλι,

πίσω μη ζητάς.

Βάγια σου στρώνω,

μέλισσα φιλά ανθό

μέλι το φιλί.

Στο κεφάλι Σου

ακάνθινος στέφανος,

μα το χαϊδεύω.

Στον σταυρό διψάς,

σαλεύουν τα χείλη Σου,

έρχεται βροχή.

Όσο Σε λιώνουν

Ανθέ, τόσο πιο πολύ

μυρίζεις πλατιά.

Άρπα δεν έχεις,

τις χορδές Σου ακούω

σαν καρδιοχτυπάς.

Ουρανός και γη

στο Γολγοθά Σου σκύβουν,

σχίζονται στα δυο.

Ανασταίνεσαι,

κάθε πόλεμο νικάς

με τις πληγές Σου.

Αναστάσιμο

βλέπω τον σπόρο καρπό,

το απόν παρόν.

Τα δάχτυλά Σου

θωπεύουν τον ήλιο μας,

τον πυρακτώνουν.

Απ’ το σκοτάδι

βγαίνεις με την πατρίδα.

Θαύμα ! Προσκυνώ.

Επιούσιον

άρτον και ευλογία

Θεέ ικετεύω

σαν έρθει ο Χάρος

ας δει πατρίδα Αγάπης

κι άπρακτος να βγει.

 

Εγκλωβισμένες της Αγγέλας Καιμακλιώτη

Εγκλωβισμένες οι γυναίκες

στο Καρπάσι

με τ' αρμυρίκια

και του γιαλού το χρώμα

τις μνήμες ξαναβάφουν

κάθε Μεγάλη Πέμπτη

Κι εμείς αλλού

ψυχές εγκλωβισμένες

σε χρώμα πλαστικό

βάφουμε τις ελπίδες

ανεξίτηλα, σχεδόν χυδαία

κάθε Μεγάλη Μέρα

και κάθε Νύκτα Μεγαλύτερη

Αιώνες τώρα

Περιμέναμε την Άνοιξη

Και την Ανάσταση

Λησμονήσαμε

ότι προηγούνται

Αιώνες τώρα

Η προδοσία

και η Σταύρωση

Αιώνες τώρα

Πόντιοι πιλάτοι

Και Ιούδες

Αιώνες τώρα

μας φιλούν

 

Μάθημα θρησκευτικών της Αγγέλας Καιμακλιώτη

Είναι αναγκαίος βέβαια

ένας μεγάλος θάνατος

πριν από κάθε ανάσταση μικρή

κι η σταύρωση κυρίως γίνεται

για την αποκαθήλωση μας

Αυτό μηνούσε από την αρχή

το σούπερ νόβα

Μας πήρε αιώνες

να το καταλάβουμε

Πλέον τετέλεσται …

 

Πάσχα. Προσμονή της Κατερίνας Κωνσταντίνου Μάτσιου

Σ΄ αγαπάω Μάρτη

με τα χρώματα

και τ΄αρώματά σου

με τις μαργαρίτες

και τις πασχαλιές σου

και σένα Απρίλη με τα λεμονόδενδρά σου

τις ανθισμένες μοσχομυριστές ουλές

Τα σπαρτά με στους αγρούς

να περιμένουν αγκαλιές

και να ευωδιάζουν τους αιθέρες

με τις πλανεύτρες μυρωδιές

Τα παιδάκια αναμένουν με ενθουσιασμό

να φτιάξουν τις κουλούρες τις παραδοσιακές

και να ψήσουν τις φλαούνες

στης γιαγιάς τους τις πλατιές αυλές

Οι νιοι να αγκαλιάσουν

αγάπες τις αληθινές

κι οι γερόντοι να γυρίσουν

στις παλιές τους γειτονιές

… σαν τότε στο χωριό τους,

στου Πενταδάκτυλου τις βορεινές πλαγιές…

 

Ανάστασης ανατολή του  Γιάννου Λάμπη

Μη διερωτάσαι αδερφέ, αν σε ξεγέλασαν,                                                                     

τα λούλουδα και τ’ αηδόνια της ¨Άνοιξης

ακόμα περισσότερο μην απορείς που δεν κατεβαίνει ο Εσταυρωμένος,

ανάμεσα μας με μια χούφτα γεμάτη ελπίδα και φως

Ψάξε τον, σίγουρα σε κάποια ρυτίδα πόνου και απόγνωσης έχει κρυφτεί

πάλι ίσως τον βρεις στην αλμύρα των δακρύων ενός μικρού παιδιού

ή μιας μάνας χαροκαμένης, κάποιας αγαπημένης ή αδελφής

Άκουσε, θα αναγνωρίσεις τη φωνή του ανάμεσα

στους σταυρούς που λυγάνε και στις πλάκες που σπάνε,

αφήνοντας τους τάφους ανοικτούς,

κι άκουσε τον καθώς κλαίνε οι πεθαμένοι, βλέποντας σε

σαβανωμένο ζωντανό απ’ τους Ιούδες, με των ανθρώπων τις ψευτιές

Κοίταξε γύρω σου, δεν σε ξεγέλασαν,

κοκκινίσανε οι παπαρούνες, κι ήρθαν κουβαλώντας

στη πλάτη την Άνοιξη, και την κοινωνούν

με κλώνια φτέρης, από Θείο ποτήρι ψηλά στο σταυρό

μεθούν τ’ αηδόνια και υμνολογούν την Ανάσταση

Κρίνος λευκός ας γίνει κ΄η ψυχή μας

κι ας μάθουμε πως είναι ν’ αγαπάς,

πως ευωδιάζουν τα φιλιά στο στόμα

και πως έχει τέλειωμα ο κάθε Γολγοθάς.

 

Πασχαλινό τραπέζι του Νίκου Πενταρά

Φέτος θα κάνω το πασχαλινό τραπέζι

στους γονείς μου και στ’ αδέλφια μου

εκεί στο πέτρινο αλώνι όπου μεγαλώσαμε

δίπλα στη θάλασσα

κι ανέμιζαν τα όνειρά μας άνεμοι πεντοζάληδες.

Θα στολίσω το τραπέζι με πασχαλινές λαμπάδες

όλων των χρωμάτων και των αποχρώσεων

όπως αρμόζει σε μια γιορτή τόσο μεγάλη

θα γιομίσω τα βάζα όλα

με πολύχρωμα λουλούδια της εποχής

θ’ ανοίξω διάπλατα στον ήλιο

τις πόρτες και τα παραθύρια τ’ αλωνιού

και θα προσφέρω μόνο φαγητά

που θα’ χουν γεύση σιταριού

και κόκκινο κρασί μ’ άρωμα θάλασσας.

Πολύ χαίρομαι που θα δω και πάλι τους γονείς μου

ντυμένους με το γιορτινό χαμόγελό τους

και τ’ αδέλφια μου

με τα κορίτσια να φορούν τα κλαδωτά φουστάνια τους

και τ’ αγόρια το χακί κοντό παντελονάκι

μ’ άσπρο λινό πουκάμισο

από το παιδικό τους Πάσχα.

Μετά το φαγητό

μαζί με τις ευχές μου για «Καλή Ανάσταση»

έχω μεριμνήσει να χαρίσω σ’ όλους από ένα δώρο

που να ταιριάζει στον καθένα.

Στον πατέρα μου θα χαρίσω ένα μπαούλο

από ξύλο βελανιδιάς

με σκαλισμένη πάνω την άγια του μορφή

που έχω ήδη παραγγείλει

στον συνάδελφό του Ιωσήφ τον ξυλουργό

από τη Ναζαρέτ,

αφού πρώτα το γεμίσω με τα πολύτιμα όνειρά του

που δεν πρόλαβε να ζήσει γιατί μας έφυγε νωρίς. 

Στη μάνα μου θα χαρίσω δυο κατάλευκα φτερά

όμοια μ’ εκείνα των αγγέλων

καθάρια και μεγάλα σαν τα χέρια της

που έχω ήδη παραγγείλει

στα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ.

Στ’ αδέλφια μου έχω μια έκπληξη μεγάλη.

Παράγγειλα στη μάνα μας κρυφά

να ζυμώσει ψωμιά σταρένια, όπως παλιά

και στον πατέρα να σκαλίσει σε ξύλο περιστέρια

με τα φτερά ορθάνοιχτα.

Θα τους χαρίσω από ένα ψωμί κι ένα περιστέρι.

 

 

«Χριστός Ανέστη» του Νίκου Πενταρά

Της Άνοιξης φυσά γλυκά

το μυρωμένο αγέρι

κι οι Χριστιανοί με γιορτινά

και με κερί στο χέρι

μαζεύτηκαν στην εκκλησιά

όλοι τους, νιοι και γέροι.

«Χριστός Ανέστη εκ νεκρών…»

ακούς γλυκά να βγαίνει

απ’ την ολόφωτη εκκλησιά

κι αμέσως τους θερμαίνει

πίστης κι αγάπης ζεστασιά

που στην ψυχή τους μπαίνει.

«Χριστός Ανέστη…» και με μιας

τα μίση τους ξεχνιούνται,

«Χριστός Ανέστη…» και με μιας

αλληλοσυγχωρούνται

κι από τα βάθη της καρδιάς

όλοι θερμά φιλιούνται.

 

 

Ο Κύκλος άνωστου ποιητή.

Το βλέμμα προς την Ανατολή

αγκίστρωνε τις ψυχές μια μια

ώσπου ο μύθος να περάσει το φως

στην απέναντι όχθη

πριν να τυφλώσει ανθρώπους και ζα.

Ήταν λίγοι αυτοί που κρατούσανε τον ήλιο

δίχως τα σώματα κι ο νους να περάσουν

την κάμινο της ζωής και να γίνουν στάχτη.

 

Το νερό και το χώμα ζητούσαν αέρα 

να αναπνεύσει η ψυχή την αιωνιότητα.

Κι ύστερα... ύστερα έπρεπε να ριχτούν στην φωτιά

να καεί ο κόσμος μέχρι το κόκαλο

να γραφτεί η ιστορία

να διαβάζουμε στίχους στις σάρκες των δέντρων.

Η γνώση είχε πάντα ως τίμημα

την ζωή  και τον θάνατο.

 

 

Συλλογισμοί άγνωστου ποιητή.

Δεν υπάρχουν λόγια να

γραφτούν στις σελίδες.

Δεν υπάρχουν λόγια να

στολίσουν τη ζωή ή να

πνίξουν το θάνατο.

Δυο χέρια απλώνουν,

μαζεύουν τον πόνο

κι εμείς τα σταυρώνουμε.

Να πάρουμε τ’ άστρα,

κρυφά σα φωτίζουν τον δρόμο.

Καυτές συνείδησες στα στόματα μας.

Πιοτό το φεγγάρι σιγά σιγά μεθάμε

κι αλαλιασμένοι νοσταλγοί γινόμαστε.

Ειν’ το κατώφλι του σπιτιού

μακρύ κι ατέλειωτο.

Ας είναι η σκέψη μας γλυκιά

ήμερη ταξιδεύτρα.

Χρόνια μας πάει στις θάλασσες,

κάποτε βλέπει και στεριά.

Εύχομαι το Πάσχα, οι άνθρωποι να βιώνουν το πέρασμα από το σκοτάδι στο φως και οι θεανθρώπινες αλήθειες να γίνονται αφετηρίες για μια νέα ζωή.

 

Νοσταλγικός χρόνος του Ανδρέα Τιμοθέου 

Οι πόρτες έκλεισαν,

τα παράθυρα σφραγίστηκαν,

οι κήποι ξεράθηκαν.

Φέτος το σπίτι σου

δε γέμισε μυρωδιές του Πάσχα.

Η αγάπη έπαψε να ζει

στο καταφύγιο των παιδικών μου χρόνων.

Τούτες τις Άγιες μέρες

ο χρόνος σταμάτησε

στον επιτάφιο του Χριστού.

Την Ανάσταση, τη ζούσαμε μαζί…

 

 

Πάσχα της Μαρίνας Τακκίδη [Καπετάνου]

 

Πάσχα λαμπρή εορτή μεγάλη!

Της ορθοδοξίας εορτή!

Του θεανθρώπου η σταύρωση

και η ανάσταση του Ιησού χριστού

του θεού και κυρίου μας.

Του θεού και αγάπης του θεανθρώπου

που ήρθε στην γη, να σώσει εμάς.

Τους αμαρτωλούς και εμείς τον σταυρώσαμε,

τον δικάσαμε, τον ταπεινώσαμε, τον χλευάσαμε

και τον ανεβάσαμε στον σταυρό.

Όμως η αγάπη του, η μεγαλοψυχία του δεν μας ξέχασε

ούτε στα μεγάλα πάθη που του προκαλέσαμε.

Ζήτησε από τον πατέρα τον ουράνιο λέγοντας:

«ΠΑΤΕΡ ΣΥΧΩΡΕΣΕ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΤΙ ΚΑΝΟΥΝ»

Γενηθήτω κύριε το όνομα σου.

Κύριε μου και Θεέ μου, ανάμεσα στα πάθη σου τα άγια

εμάς σκέφτηκες , Κύριε μου Ιησού χριστέ,  και μας συγχώρεσες !!!

Και εμείς δεν πιστέψαμε τι μας είπες

«Θα χαλάσω τον ναό και σε τρεις μέρες θα τον κτίσω!»

Και σε είπαν αμαρτωλό κύριε και πως βλαστήμησες.

Και εσύ εννοούσες χριστέ μου,

τον θάνατο και την ανάσταση σου την τριήμερο

την πίστη μας.

Δεν πίστεψαν ποτέ ότι εσύ ήσουν η εκκλησία, ο Ναός.

Στα είδωλα πίστευαν τότε Κύριε μου !!!

Την ώρα που ξεψυχούσες και χάλασε η πλάση

σεισμός έγινε τότε, φοβήθηκαν.

Και μερικοί είπαν αληθώς υιός θεού ήταν.

Όταν και πάλι σε ενταφίασαν σφράγισαν το τάφο σου

Μήπως από τους μαθητές σε έκλεβαν και θα έλεγαν

πως αναστήθηκες μεγάλη η χάρη σου θεέ μου!

Το επόμενο πρωί που ήρθαν οι Μυροφόρες

να σε αλείψουν με μύρα,

η  Μαρία η Μαρία Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία

Είδαν ένα κηπουρό που έσκαβε στον κήπο

τον χαιρέτησαν και αυτός λέει στην Μαρία

«Μαρία ΤΙ ΖΗΤΑΤΕ ΤΟΝ ΖΩΝΤΑ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ?»

Μα  η Μαρία δεν πρόσεξε τι της είπε

Μόνο σαν πήγαν και βρήκαν τον τάφο

Του Κυρίου μας ανοιχτό τότε σκέφτηκε.

Ο Κύριος μου και θεός μου αναστήθηκε

Πρέπει να πάω την είδηση στους μαθητές Του !»

 

ΤΑ ΤΡΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΗΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΗ ΠΕΡΗΦΑΝΗ ΚΥΠΡΟ ΝΑ ΦΕΡΟΥΝ. Του Αντώνη Αντωνά.

Απόσπασμα.

΄Ενε πρόλαβαν το μήνυμα στην μάνα μας να πάνε,/τα τρία της Κύπρου, περιστέρκα../ 

Απεγνωσμένα μάχουνται,/ στης Κύπρου της ματοτζιηλισμένης/, στην αχάπαρη την μάνα για να πάσιν,/ να ικετεύσουν, ύστατη στιγμή,/ βοήθεια μητρική να κελεύσουν/. Εν είχαν απ΄αλλού βοήθεια,/ τα άμοιρα να εκλιπαρήσουν,/ για την έρμην κόρη, που αργοπέθαινε./ Εθέλασιν μόνο στην μάνα της,/ τα μαύρα μαντάτα να της λαλήσουν,/ για την βαρβαροκτυπημένη θυγατρί,/ απού τα σιέρκα τα ΄γκληματικά κατασφαγμένης,/ αυτόνων των βάρβαρων, τ΄ Αττίλα απογόνων./ Εν πρόλαβε το μαυροπικραμμένο μαντάτο/, το ΄να άσπρο περιστέρι για να πάει/, μες΄ τους καπνούς εχάθην./ Απού ψηλά την Κύπρο εθώρεντην,/ που εκαύκετου…, εν άντεξε, εποστάθηκεν,/η θλίψη το παράλυσε, τζιαί χάμου ππέφτει,/ οϊμένανε..στ’ Απόστολου Βαρναβα σκλαβωμένο μοναστήρι!/ Το άλλο στου Τζιύκκου το ψηλό βουνί,/ της Παναγιάς Τζιυκκώτισσας, στο άγιο το θρονί της,/ ψυχομασιεί τζιαί σέρνεται το πισσομαυρισμένο/το τρίτο απ τον ουρανό, την Κύπρο/ που τους καπνούς, θολά εθώρεντην / τζι΄ απ την πύρινη θωρκά του, αστραπόβροντα γενιούνται./ τζιαι επιθανάτιο Ύστατο ανακάλημα, μες την ανεμοζάλη του την μαυρογέρημη/, σαν Διγενή Ακρίτα μεταμόρφωση,/ στα θεία ουράνια με βροντερήν ανθρώπινην λαλιά/, ανακράζει το πικροποτισμένο/ τζιαί αναπέμπει ικεσία έσχατη,/ που σαν ιερή ψαλμουδκιά απόκοσμη,/ απαντοχή στα πέρατα ακούστην,/ « Την Κύπρο σώστε, Ω! Θεέ, Χριστέ μας,/ τζιαί συ Τζιυκκώτισσα Παναγιά μας/ 

 

Εσύ της Κύπρου η μάνα Παναγιά, που απ΄την Κύπρο,/ όταν πέρασε,ς τον Άη Λάζαρο να δείς,/ πάνου στου Τζιύκκου τα βουνά μαζί,/ τ΄ ανεβήκατε για να βλογήσετε,/ πιστούς Χριστιανού Κυπραίους,/ τα πεύκα ούλλα λύγισαν τζιαί υποκλιθήκαν./ Έλα πίσω Παναγιά μας, συγχώρεση να δώσεις,/ για τις αμαρτίες μας τζιαί τούτην μόνον την φοράν,/ τους βάρβαρους θε να λυγίσεις τζιαί γονατίσεις,/ στα τιμημένα χώματα της Κύπρου, να θεοκαρβουνιάσουν,/Αυτοί οι βάρβαροι που αμάχους κατάκαψαν,/ εκκλησιές λεηλάτησαν, ιερά και όσια καταπατήσαν…/ 

 

Τζιαί επί τέλους οι Κυπραίοι τζιαί ούλλoς,/ ο Ελληνισμός αυτός ο μαρτυρικός λαός να πνάσουσιν…,/τζιαι απ αύτην του κόσμου την μαυροσκότεινη/ μαυρογέρημη τραγωδία της πανδημίας τζιαι τους βαρβάρους Τούρκους να ησυχάσουσιν…. , / ειρήνη, υγεία τζιαί αναπαμό νάχουν, διότι  έχουν λυγίσει/ πια τα ματωμένα γόνατα τους,/ και αν κάποτε ακούμπαγαν τα ιερά χώματα,/ ήταν για τους νεκρούς τους ήρωες τζιαι για προσευχή…..
 

……Τζιαί άφησε τον τελευταίο στεναγμό,/ το τρίτο ματοβαμμένο περιστέρι….,/ στον τρούλλο του Αποστόλου Ανδρέα,/ στ΄Άγιο υπόδουλο μοναστήρι της Ουρανίας Καρπασίας…./ποτίζοντας τζιαι τούτο, το πικροχολωμένο/ το δακρύβρεχτο με το αίμα του το Άγιο Αθάνατο Δέντρο της Ελευθερίας…./ προσδοκώντας η Ανάσταση του Κυρίου ,/ ευλογία  πάνω από την Ελληνική Κύπροι να φέρειι  Λευτεριά/ και αναγέννηση σ΄αυτό το μοναχικό μαραμένο  φύλλο,/ το κλυδωνιζόμενο/ στη φουρτουνιασμένη θάλασσα της Μεσογείου…… 

 

Εσύ Χριστέ Πανάγαθε, / που επί γής ειρήνη και εν ανθρώποις ,/ευδοκία έφερες, / Εσύ που ματόβρεκτος ανέβηκες τον Γολγοθά/ Εσύ που του Σταυρού εβίωσες τα βάσανα και τον θάνατο, /μ΄αγκάθινο στεφάνι,/ μετά την Ανάσταση σου  δες και της Κύπρου τα μαρτύρια, / που είναι Εσταυρωμένη και δώσε απλόχερα ελπίδα, λευτεριά/ και τους βαρβάρους από τον Πενταδάκτυλο μας  αποτίναξε τους … ……

 

Πάσχα των Ελλήνων Πάσχα της Ελένης Τυρίμου

Πάσχα των Ελλήνων Πάσχα,  μέγα Πάσχα. Η πιο μεγάλη γιορτή  του Χριστιανισμού με τα τόσα Θαύματα, Κηρύγματα, Πίστης, Προδοσίας, Μετάνοιας, Αγάπης, Μαρτυρίων, Σταύρωσης και τέλος την Ανάσταση.

Όλα αυτά περιτριγυρίζουν και στριμώχνονται μέσα στο μυαλό μου  και ειλικρινά ντρέπομαι γιατί λεγόμαστε άνθρωποι  στο  εικοστό αιώνα.  Η πορεία της ανθρωπότητας βαδίζει προς το χειρότερο και η σκληρή πραγματικότητα το επαληθεύει.   Οι Ιστορίες επαναλαμβάνονται με άλλα  πρόσωπα με άλλα επιχειρήματα,  τρόπους, μεθόδους….. Υπάρχουν τόσα μηνύματα που θα μπορούσαμε να υιοθετήσουμε  από τις Άγιες αυτές ημέρες  …ώστε η ανθρωπότητα να βαδίσει προς το καλύτερο αύριο. Αμέτρητοι  Πιλάτοι,  αμέτρητοι  Ιουδες. Πλήθη που την μια απλώνουν κλαδιά ελαίας και την άλλη αθωώνουν τον σύγχρονο Βαραββά. Λίγοι οι πιστοί, πολλοί αυτοί που εθελοτυφλούν.

Πάσχα της Χριστιανοσύνης η πιο  μεγάλη μέρα για μετάνοια  .Εύχομαι από τα βαθύ της καρδιάς μου επιτέλους να …..ξυπνήσουμε, για το καλό μας,  για τις νέες γενιές,  για όλη την ανθρωπότητα.  Αγάπη, Σεβασμό, Ειλικρίνεια, Ταπεινοφροσύνη,   επιτέλους ας επικράτηση το δίκαιο,  ας καταλάβουμε πως είμαστε περαστικοί,  δεν μπορούμε να κοιτάζομε τον ήλιο κατάματα,  είμαστε μια χούφτα χώμα πάνω στην γη και όχι  η γης μια χούφτα χώμα στα χέρια μας.

 

                          

 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ – ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ.

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΕΣ ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΕ ΥΓΕΙΑ, ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ.

 

Επιμέλεια του Αντώνη Αντωνά από την Εσταυρωμένη, αλλά περήφανη Ελληνική Κύπρο.