16.3.22

Τρομάζει ο νέος οικονομικός πόλεμος


 Παρά το γεγονός ότι, σύμφωνα με στοιχεία της FocusEconomics, η ρωσική οικονομία των 1,479 τρισ. δολ. αντιπροσωπεύει μόλις το 1,66% και της Ουκρανίας των 155 δισ. δολ. μόλις το 0,137% της παγκόσμιας οικονομίας, καθώς όπως εκτίμησε και η Deutsche Bank, μετά και τις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία «ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πλέον στην πραγματικότητα και ένας οικονομικός πόλεμος», και με τις τιμές των εμπορευμάτων να σημειώνουν εφέτος τη μεγαλύτερη άνοδο από το 1915, το σίγουρο είναι πως ο κόσμος γίνεται πιο νευρικός, καθώς η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε νέες περιπέτειες.

Μεγάλο σοκ

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Goldman Sachs εκτίμησε πως η παγκόσμια οικονομία μπορεί να αντιμετωπίσει ένα από τα μεγαλύτερα πετρελαϊκά σοκ στην ιστορία, καθώς εξαιτίας και των κυρώσεων θα λείψουν από την παγκόσμια αγορά 3 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού πετρελαίου την ημέρα (από τα συνολικά 5 εκατ. βαρέλια που εξάγει η χώρα). Αυτό θα ήταν το 5ο μεγαλύτερο σοκ στον τομέα της προσφοράς από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά τα 5,6 εκατ. βαρέλια κατά την ιρανική επανάσταση (1978), τα 4,3 εκατ. βαρέλια από το αραβικό εμπάργκο πετρελαίου (1973), τα 4,3 εκατ. βαρέλια επίσης κατά τον πόλεμο Ιράν – Ιράκ (1980) και τα 4,1 εκατ. βαρέλια από τον πόλεμο Ιράκ – Κουβέιτ (1990).

Ο Damien Courvalin και η ομάδα εμπορευμάτων της επενδυτικής τράπεζας υπολόγισαν πως αν από την αγορά λείψουν 2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα ρωσικού πετρελαίου, η τιμή του «μαύρου χρυσού» θα φθάσει στα 145 δολ./βαρέλι, ενώ αν το έλλειμμα φθάσει τα 4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, το αργό θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 175 δολάρια το βαρέλι. Στο βασικό τους σενάριο πάντως από την αγορά θα λείψουν τελικά 1,6 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού πετρελαίου την ημέρα, με αποτέλεσμα η τιμή του Brent να κυμανθεί στα 135 δολάρια το βαρέλι το 2022, για να υποχωρήσει στα 115 δολ./βαρέλι το 2023.

Το τρίτο κύμα

Η παγκόσμια οικονομία και το διεθνές εμπόριο μπαίνουν σε αχαρτογράφητα νερά, εκτίμησε ο Φωκίων Καραβίας, διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, επισημαίνοντας πως για την Ελλάδα αυτό είναι το τρίτο κύμα μιας δυσμενούς συγκυρίας μετά τη μακρά οικονομική κρίση και την πανδημία.

Αν και είναι νωρίς ακόμη για να εκτιμήσουμε τον αντίκτυπο στην ελληνική οικονομία, τα θεμελιώδη μεγέθη ωστόσο για την επικράτηση του θετικού σεναρίου εξακολουθούν να ισχύουν: η ύπαρξη ενός φιλικού για επενδύσεις επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ένας σταθερός οδικός χάρτης με βάση το Σχέδιο Ανάκαμψης και επαρκείς πηγές χρηματοδότησης που περιλαμβάνουν το NextGenEU και λοιπούς πόρους από την ΕΕ, ενώ οι επιπτώσεις της γεωπολιτικής αναταραχής είναι πιθανό να μετριαστούν με συντονισμένα μέτρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως συνέβη και με την πανδημία.

Η ανάπτυξη

Το ΑΕΠ της Ελλάδας για το σύνολο του 2021 σε όρους όγκου ανήλθε πάντως σε €181,0 δισ. (+8,3%), ενώ σε τρέχουσες τιμές το ΑΕΠ ανήλθε σε €182,8 δισ. (+10,6%), με την οικονομία να παρουσιάζει ισχυρή ανάκαμψης από την ύφεση του 2020, με σημαντική αύξηση των επενδύσεων, αλλά και επιμονή των δίδυμων ελλειμμάτων, δημοσιονομικού και εξωτερικού.

Ωστόσο, η δυναμική αυτή – που συνηγορούσε σε εκτιμήσεις για οικονομική μεγέθυνση πάνω του 5%, στην τρέχουσα χρονιά – αναμένεται να αποδυναμωθεί, υπό την πολυδιάστατη επίδραση του γεωπολιτικού σοκ της εισβολής. Η μέση εκτίμηση των οικονομολόγων σήμερα είναι πως το άμεσο κόστος του πολέμου για την ελληνική οικονομία θα ξεπεράσει το 1% του ΑΕΠ, ενώ με βάση τα μοντέλα της ΕΚΤ, η ανάπτυξη στην ευρωζώνη το 2022 (που αποτελεί τον μπούσουλα και για την Ελλάδα) θα μπορούσε να επιβραδυνθεί 0,5% ως 1,4% σε σχέση με τη βασική πρόβλεψη.

Για το οικονομικό επιτελείο για κάθε αύξηση 10% στις τιμές ενέργειας η επίπτωση στον πληθωρισμό είναι 0,2 της μονάδας, ενώ για τους αναλυτές το άμεσο κόστος από την άνοδο των τιμών ενέργειας κινείται από το 0,5% ως το 1%.

Η βασική αρνητική επίπτωση στην Ελλάδα από τον πόλεμο προέρχεται από την αύξηση του ενεργειακού κόστους, των τροφίμων και των σιτηρών, που οδήγησαν τον πληθωρισμό στο 7,2% τον Φεβρουάριο, σε νέο ρεκόρ 25ετίας. Οι τιμές του φυσικού αερίου κατέγραψαν ετήσια άνοδο 78,5%, του ηλεκτρικού 71,4%, της στέγασης 25,4%, των μεταφορών 12,2% και των τροφίμων και των μη αλκοολούχων ποτών 7,1%.

Εάν η πολεμική σύγκρουση δεν περιοριστεί σύντομα, οι θετικές προβλέψεις για τον τουρισμό, με τα έσοδα να αναμένεται πως το 2022 θα ξεπερνούσαν το 80% αυτών του 2019, θα μετριαστούν, καθώς θα προκληθεί αβεβαιότητα για τις μετακινήσεις και υψηλότερο κόστος για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά, παρά το γεγονός ότι από τα 18 δισ. ευρώ ταξιδιωτικών εισπράξεων του 2019 μόνο τα 433 εκατ. προήλθαν από τη Ρωσία.

Κοστος δανεισμού

Οι αναταράξεις στις κεφαλαιαγορές αυξάνουν επίσης το κόστος δανεισμού δεδομένου μάλιστα ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει ακόμη την «επενδυτική βαθμίδα», επηρεάζοντας και τις άμεσες ξένες επενδύσεις, αφού αυξάνει το ρίσκο χώρας. Παράλληλα αυξάνει και το δημοσιονομικό κόστος, την ώρα που η χώρα θέλει να βρεθεί σε τροχιά επιστροφής σε πρωτογενή πλεονάσματα, αν και αναμένεται περαιτέρω επέκταση της δημοσιονομικής ευελιξίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τα νοικοκυριά

Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, το 65,1% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για λογαριασμούς σπιτιού (20% το αντίστοιχο ποσοστό το 2020), το 52,8% για είδη διατροφής (26,2% το 2020), το 51,9% για θέρμανση (12,9% το 2020) και το 34,7% για υγεία (26% το 2020). Στη φαρέτρα του οικονομικού επιτελείου φέρεται ότι βρίσκονται μέτρα, τα οποία κινούνται στο πεδίο της μείωσης της φορολογίας (ΕΝΦΙΑ) στην ενίσχυση του εισοδήματος των ευάλωτων νοικοκυριών μέσω της «επιταγής ακρίβειας», στη συνέχιση της επιδότησης στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου αλλά και στη «γενναία αλλά ρεαλιστική αύξηση» του κατώτατου μισθού.

Τα εμπορεύματα

Αναλυτές της JPMorgan ανέφεραν ότι ο πόλεμος έχει οδηγήσει τις τιμές των εμπορευμάτων στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και 60 χρόνια, καθώς τα μερίδια της Ρωσίας στην παγκόσμια αγορά σε νικέλιο, παλλάδιο, πλατίνα, ρόδιο, αλουμίνιο, χαλκό είναι σημαντικά, ενώ η χώρα προμηθεύει το 12,8% της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου, το 17% της αγοράς φυσικού αερίου και έως και το 40% της κατανάλωσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη.

Οι κυρώσεις έχουν οδηγήσει το ρωσικό ρούβλι σε ιστορικά χαμηλά, ενώ την ίδια ώρα τα 5ετή ασφάλιστρα κινδύνου έναντι χρεοκοπίας (CDS) σημείωσαν ιστορικό υψηλό ρεκόρ στις 2.905 βάσεις, δείγμα του ότι οι επενδυτές πιστεύουν ότι η ρωσική οικονομία δεν θα αντέξει υπό το βάρος των κυρώσεων της Δύσης. Η Capital Economics υπολόγισε πως τα εξωτερικά χρέη της Ρωσίας κυμαίνονται κοντά στο μισό τρισ. «Η χρεοκοπία της Ρωσίας δεν είναι πλέον ένα απίθανο γεγονός» ανέφερε η διευθύνουσα σύμβουλος του ΔΝΤ Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα.

Τα επιτόκια και οι κεντρικές τράπεζες

Η εκτίναξη του πληθωρισµού και οι φόβοι για ένα νέο πετρελαϊκό σοκ σε συνδυασµό µε την εισβολή της Ρωσίας που διαταράσσει περαιτέρω τις παγκόσµιες αλυσίδες εφοδιασµού, οδηγούν τις κεντρικές τράπεζες να αναπροσαρµόσουν τη στρατηγική τους, µε τον επικεφαλής της Fed Τζερόµ Πάουελ να ετοιµάζεται να αυξήσει την εβδοµάδα αυτή τα επιτόκια κατά 0,25%, ενώ η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ προχωρεί, παρά την αβεβαιότητα του πολέµου, σε σταδιακή οµαλοποίηση της νοµισµατικής της πολιτικής, µε τα αρνητικά σήµερα (-0,5%) επιτόκια καταθέσεων να εκτιµάται πως θα φθάσουν στο µηδέν ως το πρώτο τρίµηνο του 2023.

https://www.tovima.gr/