15.2.22

" ΟΙ ΑΠΕΙΛΗΤΙΚΕΣ ΕΜΜΟΝΕΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΓΙΑ CAUSUS BELLI ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΝΗΣΙΩΝ"

Η Συμφωνία της Ελλάδας το 2020 και με βάση την UNCLOS,  για καθορισμό των ορίων των   θαλάσσιων  ζωνών με την Ιταλία και την οριοθέτηση ΑΟΖ με την Αίγυπτο, ξύπνησαν τα αντανακλαστικά των αξιωματούχων  της Άγκυρας, με αποτέλεσμα να επαναλαμβάνουν όλο και πιο συχνά  την απειλή πολέμου,  σε περίπτωση που η Ελλάδα αποφασίσει την επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια. Πρόκειται για το γνωστό causus belli, που η Τουρκία το ανήγαγε σε   «θεσμό» - παράνομο, βέβαια -   το 1995, όταν η εθνοσυνέλευση εξουσιοδότησε την κυβέρνηση να λάβει μέτρα στην περίπτωση της επέκτασης, έστω και στρατιωτικά. Πρόσφατα , ο Τούρκος υπουργός άμυνας Χουλουσί Ακάρ, επανέλαβε την απειλή προειδοποιώντας την Χώρα μας   «να μην κάνει το λάθος και θεωρήσει ότι τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για την επέκταση». 

  Με την άφιξη των Rafale στην Ελλάδα (18 Ιαν.2022), ο Ακάρ  συνέδεσε άμεσα το θέμα των χωρικών μας υδάτων  με απαξίωση του συνόλου του ελληνικού εξοπλιστικού προγράμματος. Φέρεται ειπών : « Οι Έλληνες νομίζουν ότι έχουν κερδίσει κάτι αγοράζοντας 6 μεταχειρισμένα αεροπλάνα. Τα όπλα που αγόρασαν είναι πάρα πολλά για κανονική άμυνα και πολύ λίγα (σ.σ. για να αντιμετωπίσουν)  την Τουρκία. Οι εξοπλιστικές τους προσπάθειες  είναι μια καταστροφική προσέγγιση για τις σχέσεις των δύο συμμάχων και την ασφάλεια του Ελληνικού Λαού».

Στο αυτό μήκος κύματος κινήθηκε και ο κυβερνητικός εταίρος Ντεβλέτ Μπαχτσελί  ο οποίος   «συμβούλευσε» την Ελλάδα  να μην   βασίζεται στα  αεροσκάφη και τα πλοία που αγόρασε από την Γαλλία και δεν παρέλειψε να  χαρακτηρίσει την «εισβολή» στις ζώνες θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Τουρκίας ως ««πρωτόγνωρες κινήσεις κυριαρχίας».

Αναφορικά με  την αποστρατικοποίηση των νησιών του Ανατ.  Αιγαίου,  ο Ακάρ δήλωσε: « Η Ελλάδα διεκδικεί  νησιά,  νησίδες και βραχονησίδες  των οποίων η κυριαρχία δεν έχει μεταβιβασθεί σε αυτήν με Συνθήκες. Εν τούτοις, διατηρεί επ΄αυτών στρατεύματα τα οποία πρέπει τώρα να αποσύρει (αποστρατικοποίηση). Πρόκειται για μια χώρα…ιμπεριαλιστική (!!), διότι, από το 1932 και μετά,  τριπλασίασε το έδαφός της,  με αποτέλεσμα  τα νησιά της να βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από την ασιατική ακτή και να αποτελούν άμεσο κίνδυνο για την Τουρκία». Ο δε τουρκικός Τύπος, εις επίρρωση των δηλουμένων, δημοσίευσε χάρτες του ΥΠΕΞ της Τουρκίας  στους οποίους πολλά νησιά (Οινούσες, Αγαθονήσι, Λειψοί, Φούρνοι), φαίνονται ως  απλοί γεωγραφικοί σχηματισμοί και απεικονίζονται  με διαφορετικά χρώματα, ωσάν να μην ανήκουν στην Ελλάδα

Η  Αθήνα γρήγορα σήκωσε το γάντι. Ο Υπουργός των  Εξωτερικών Ν. Δένδιας, αφού  τόνισε ότι « η επιθετική ρητορική της Τουρκίας ως προς την διαστρέβλωση της αλήθειας  έχει πάρει παράλογες  διαστάσεις », κάλεσε την κυβέρνηση της γείτονος να κάνει  αποφασιστικά βήματα προς την κατεύθυνση  της   πιστής – όπως ισχυρίζεται -  εφαρμογής των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και να ανακαλέσει άμεσα το causus belli ως παράνομο,  αναγνωρίζοντας παράλληλα την ανυπαρξία του τουρκολιβυκού «μνημονίου».

Σχετικά με το status quo   των νησιών, ο επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας επανέλαβε την πάγια θέση της Χώρας μας ότι: «Η Τουρκία έχει αντιπαρατάξει έναντι των νησιών μας την μεγαλύτερη αποβατική δύναμη της Μεσογείου (σ.σ. ολόκληρη την 4η Στρατιά από το 1974) και όμως απαιτεί από εμάς να αποστρατικοποιήσουμε τα νησιά μας. Δηλαδή να παραιτηθούμε από το αναγνωρισμένο δικαίωμα της αυτοάμυνας, όπως αυτό προβλέπεται από τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. Αυτό, όμως, είναι αδύνατο και δεν θα γίνει ποτέ».

Οι ανωτέρω αναφερθείσες δια του Ακάρ θέσεις της Τουρκίας για τα νησιά, θεωρούνται ακολούθημα   των δύο Επιστολών τις οποίες το 2021 απέστειλε δια του μονίμου αντιπρόσωπου της  στον ΟΗΕ, Φεριντούν Σινιρίογλου. Στην πρώτη εξ αυτών, (μέσα Ιουλίου), η Χώρα μας καταγγέλθηκε  ότι, αν δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της  από τις Συνθήκες της Λωζάννης 1923 (για τα νησιά του Β.Α. Αιγαίου) και Παρισίων 1947 (για την Δωδεκάνησο) σχετικά με την αποστρατικοποίηση, θα θέσει σε κίνδυνο την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή και δεν θα μπορεί να διεκδικεί  τα κυριαρχικά δικαιώματα που απορρέουν από  τις Συνθήκες αυτές, μηδέ εξαιρουμένου και του καθορισμού των θαλασσίων ζωνών. Μάλιστα,  προκειμένου να προσδοθεί νομικός μανδύας σε αυτούς τους ισχυρισμούς, η Άγκυρα επιχείρησε μια άνευ προηγουμένου παραπειστική ερμηνεία των εν λόγω δύο Συνθηκών δι΄ αντιστροφής των εννοιών του Διεθνούς Δικαίου, προσαρμοσμένη στις δικές της αιτιάσεις. Με άλλα λόγια, ισχυρίσθηκε ότι, αφ΄ης στιγμής παραμένουν τα  στρατεύματα στα συγκεκριμένα νησιά, δεν υφίσταται ελληνική επικράτεια επ΄αυτών. Συνεπώς, είναι περιττό να συζητάμε για  υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ, χωρικά ύδατα   κλπ.  

Στην δεύτερη Επιστολή (αρχές Δεκεμβρίου) επαναλαμβάνεται  ότι  η Χώρα μας, ενώ αυτοπροβάλλεται ως «πρωταθλήτρια» του Διεθνούς Δικαίου, επιμένει στην παραβίαση των διεθνών Συνθηκών που έχουν ζωτική σημασία για την σταθερότητα στην Ανατ. Μεσόγειο. Αν πράγματι θέλει η Ελλάδα, συνεχίζει η Επιστολή, να είναι ειλικρινής στο κάλεσμα για ειρηνική επίλυση των διαφορών, θα πρέπει να εγκαταλείψει τις μαξιμαλιστικές απαιτήσεις της επί  εκκρεμών ζητημάτων, όπως η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, το εύρος των χωρικών υδάτων, η κυριαρχία των νησιών, νησίδων και βράχων που δεν έχουν παραχωρηθεί στην Ελλάδα μέσω εγκύρων διεθνών πράξεων και άλλα.  Της Επιστολής ακολούθησε μπαράζ υπερπτήσεων και άλλων δραστηριοτήτων επί των υποτιθέμενων πεδίων αμφισβητήσεως της ελληνικής κυριαρχίας.

  Η σθεναρή άρνηση   της Αθήνας στις αξιώσεις της Άγκυρας, οδήγησε την Τουρκία στην απόφαση να «γκριζάρει» έτι περισσότερο την κατάσταση  στο Ανατ. Αιγαίο ,διευρύνοντας την ατζέντα των διαφορών . Το πρώτο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Μελβούτ Τσαβούσογλου, εκβιαστικά  προανήγγειλε ότι η Τουρκία θα ζητήσει  για τελευταία φορά  συνδιαλλαγή με την Ελλάδα αναφορικά με τα νησιά και, σε περίπτωση αποτυχίας, θα κηρύξει, μέσω του ΟΗΕ, διεθνή εκστρατεία κατά της Χώρας μας, καλώντας  τα κράτη που υπέγραψαν τις Συνθήκες Λωζάννης και Παρισίων να απαντήσουν στο ερώτημα  αν η κυριαρχία επ΄αυτών (δηλ. των νησιών) τελεί ή όχι υπό την αίρεση της αποστρατικοποίησής τους.

Από τα ανωτέρω εκτεθέντα εξάγεται το συμπέρασμα ότι, η εντατικοποίηση της απειλής του causus belli  και οι καινοφανείς ισχυρισμοί περί την αμφισβήτηση της κυριαρχίας των νησιών μας λόγω υποτιθέμενης παράβασης των Συνθηκών, αποτελούν την απάντηση της Τουρκίας απέναντι   στα νέα εξοπλιστικά προγράμματα της Ελλάδος και τις αμυντικές της  Συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία. Στρατηγικός στόχος της είναι η  αποκατάσταση υπέρ αυτής  της  ισορροπίας στο Αιγαίο  και η εξασφάλιση  μεγάλων περιθωρίων  διαβουλεύσεων και απατηλών επιχειρημάτων, τόσο  στην διπλωματία όσο και στα  διεθνή δικαστήρια. Όθεν, το   εθνικό μας συμφέρον επιβάλλει την συστηματική και δυναμική καταγγελία της τουρκικής αναθεωρητικής επιχειρηματολογίας σε επίπεδο  Συμβουλίου Ασφαλείας ΟΗΕ και την αντιμετώπιση της προπαγανδιστικής δραστηριότητας  της «συμμάχου», με παράλληλη, πάντοτε,  ετοιμότητα   αναμέτρησης επί του πεδίου.

                                                                             Το Διοικητικό Συμβούλιο