17.12.21

Ναύαρχος Τσαϊλάς στο ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ: Αυτό είναι που θα αποτρέψει τους αντιπάλους από την έναρξη των πρώτων επιθέσεων


“Η αποτροπή θα επέλθει με την ικανότητα να επιμείνουμε με την πάροδο του χρόνου, όχι απλώς να κυριαρχήσουμε για μια στιγμή, καθώς είναι αυτό που τελικά θα αποτρέψει τους αντιπάλους από την έναρξη των πρώτων επιθέσεων” υπογραμμίζει στο δεύτερο μέρος της συνέντευξής του

Συνέντευξη στον Μάνο Χατζηγιάννη -Μέρος Β' 

Αυτό που χρειάζονται πλέον οι ΕΕΔ είναι μια νέα θεωρία νίκης για ένα περιβάλλον στο οποίο απειλούνται οι πληροφορίες και τα δίκτυα μέσα από τα οποία διαρρέουν” εκτιμάει στο δεύτερο και τελευταίο μέρος της αποκλειστικής του συνέντευξης στο ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ (Διαβάστε το πρώτο μέρος εδώ)  ο ο κ.Δημήτρης Τσαϊλάς, Ναύαρχος ε.α.*

Εξηγεί την πολύ ενδιαφέρουσα άποψη πως “η Τουρκία φαίνεται να αντιγράφει την πολύπλευρη προσέγγιση της Γερμανίας του Βίσμαρκ” , ενώ υποδεικνύει ποιος θα πρέπει να είναι ο στόχος της χώρας μας.

Εκτιμάει πως για τους Αμερικανούς “οι αποστάτες, Τούρκοι πρέπει να επιστρέψουν στην ηγεμονία – με την ουρά στα σκέλια – όσο το δυνατό πιο σύντομα και πιο ανέξοδα” ωστόσο, θεωρεί για την Τουρκία πως “όσο κι αν βρίσκεται στη γωνία, μια περιπετειώδης απάντηση σε μία από τις ζώνες σύγκρουσης, είτε στην Ανατολική Μεσόγειο είτε στο συριακό θέατρο, ή στο Αιγαίο, δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς”

Για το Πολεμικό μας Ναυτικό επισημαίνει πως “με τη νέα αρχιτεκτονική του Στόλου, εφαρμόζουμε αποτροπή εστιάζοντας στην επανάσταση της τεχνολογίας των πληροφοριών”, ενώ σχολιάζει και τις νέες...αγορές μας τονίζοντας πως “η απόκτηση των νέων πλοίων Belhara σε συνεργασία με τα αεροσκάφη Rafale ξεκινά με μια καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα δίκτυα επιβιώνουν υπό απειλή” και υπογραμμίζει πως πρέπει “να αλλάξουμε και τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζαμε το κόστος του πολέμου”.

Όσον αφορά, τέλος, τα Βακάνια και δη τη συμφωνία των Πρεσπών εκτιμάει πως “όχι μόνο δεν αναμένεται να μειωθούν οι εθνοτικές και αλυτρωτικές προκλήσεις των Σκοπίων, αλλά όπως διαμορφώνεται η νέα πολιτική κατάσταση θα ενταθούν”

Ακολουθεί το δεύτερο μέρος της συνέντευξης:

 

-Ελλάδα και Τουρκία τι ρόλο μπορούν να παίξουν στον νέο “ψυχρό πόλεμο” ΗΠΑ/ΝΑΤΟ-Ρωσίας;

Δεν είναι Νέος Ψυχρός Πόλεμος, είναι η συνέχεια του ψυχρού πολέμου με νέους πρωταγωνιστές. Το λάθος στη σκέψη μας ότι βρισκόμαστε σε έναν «νέο Ψυχρό Πόλεμο» είναι ότι τον θεωρούμε νέο. Βάζοντας ένα πανηγυρικό τέρμα το 1989, δηλώσαμε πρόωρα μια νίκη των Δυτικών. Στο μυαλό του Πεκίνου και της Μόσχας, δεν υπήρχε το τέλος της ιστορίας, αλλά μια συνέχεια μάλιστα αδιάσπαστη. Περιττό να πούμε ότι απαιτείται συνεχής ανατροφοδότηση ή ανάδραση, όπως άλλωστε γίνεται από οποιαδήποτε ζωντανή πολιτική παράδοση.

Ο ανανεωμένος ανταγωνισμός ισχύος, αντικαθιστά ταχέως τη συνεργασία που επιτεύχθηκε ως το κυρίαρχο πλαίσιο στις διεθνείς υποθέσεις ασφαλείας. Αυτό δεν σημαίνει ακόμα ότι είμαστε κλειδωμένοι σε έναν συστηματικό ανταγωνισμό μεταξύ των ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας. Ωστόσο, η προοπτική της σύγκρουσης των μεγάλων δυνάμεων για την επιρροή επανήλθε, παρακινούμενη από μια επικίνδυνη νέα δυναμική κλιμάκωσης. Ο χώρος και η εμπιστοσύνη στη διπλωματία διαβρώνεται, με τον εθνικισμό να αυξάνει τις εντάσεις. Ακόμη και χωρίς άμεσες συγκρούσεις, οι μεγάλες δυνάμεις απασχολούν όλο το διπλωματικό δυναμικό τους για την επιδίωξη στρατηγικών σκοπών.

Ανάσταση στη φώτιση των ηγετών μας χρειάζεται για να ξεπεραστούν τα προβλήματα που διαμορφώθηκαν από το νέο ανταγωνισμό ισχύος. Έτσι ο στόχος της Ελλάδας πρέπει να είναι προσανατολισμένος προς τις παραδοσιακές αξίες, την αίσθηση του μεγαλείου του πολιτισμού μας, τον πατριωτισμό των Ελλήνων και την Ορθόδοξη Εκκλησία. Να αναπτύξουμε όλο και περισσότερες νέες στρατιωτικές και διπλωματικές συνεργασίες και να αναβαθμίσουμε τις υφισταμένες σε πολλά κέντρα εξουσίας, συμπεριλαμβανομένων παγκόσμιων και περιφερειακών οργάνων.

Συνειδητά ή όχι, η Τουρκία φαίνεται να αντιγράφει την πολύπλευρη προσέγγιση της Γερμανίας του Βίσμαρκ, ανταγωνιζόμενη τους γείτονές της στο εμπόριο, την τεχνολογία, τη χρηματοδότηση την υποδομή, καθώς και τις συμμαχίες αλλά και τα οπλικά συστήματα. Σε αυτή τη συνέχεια του Ψυχρού Πολέμου με νέους πρωταγωνιστές, τόσο η διεθνής κοινότητα, όσο κι εμείς, δεν πρέπει να επικεντρωθούμε στενά στις στρατιωτικές ικανότητες και την κατασκοπεία, αλλά να δώσουμε επαρκή προσοχή σε άλλα θέματα, τεχνολογίας και ευρύτερες διπλωματικές και οικονομικές σχέσεις. Πιστεύω ότι πέραν των αμυντικών σχεδίων, χρειαζόμαστε μια σκόπιμη βιομηχανική πολιτική, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων κρατικών δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη των στοχοθετημένων εμπορικών μέτρων τεχνολογίας.

-Θεωρείτε πως το προβληματικό καθεστώς Ερντογάν, που όλο πέφτει κι όλο στην θέση του βρίσκεται, θα μας δημιουργήσει πρόβλημα το επόμενο διάστημα; Ίσως με κάποιο θερμό επεισόδιο;

Οι Τούρκοι υπέστησαν οικονομική κατάρρευση καθώς οι δαπάνες σε ανάπτυξη στρατιωτικών δομών ήταν υπέρογκες που δεν μπορούσαν να διατηρηθούν αφού περιορίζουν την οικονομική ανάπτυξη. Επίσης, ούτε μπορούν να τροποποιήσουν τη στρατιωτική τους στάση χωρίς σημαντικές πολιτικές συνέπειες στο εσωτερικό ή στις θαλάσσιες ζώνες του Αιγαίου και της Μεσογείου. Έτσι, κινήθηκαν για να συμπληρώσουν τη θέση τους στην περιφέρεια με μια στρατηγική έμμεσης προσέγγισης. Ο πυρήνας αυτής της στρατηγικής ήταν να δημιουργήσουν απειλές χαμηλού κόστους προς τους αντιπάλους τους και κυρίως προς τον Ελληνισμό, από τις οποίες ανέμεναν να μας εξαναγκάσουν να αποσύρουμε τις δυνάμεις μας από τα νησιά (αποστρατικοποίηση νήσων) και να μας προκαλέσουν πολιτικό πλήγμα.

Επίσης η απομάκρυνση της Τουρκίας από το πρόγραμμα αεροσκάφους πέμπτης γενιάς F-35 είχε μια σειρά δευτερευουσών επιπτώσεων τις οποίες η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει. Πρώτον το τουρκικό αίτημα για 40 νέα F-16 είναι μια σαφής ένδειξη ότι, όταν αναγκάζεται να επιλέξει, η Άγκυρα είναι πρόθυμη να συνεχίσει να επιχειρεί με ένα μαχητικό αμερικανικής παραγωγής. Δεύτερον καθιστά επείγουσες τις ενέργειες για απόκτηση του τουρκικού ΤF/X. Προς το παρόν, εκτιμάται, ως η μόνη επιλογή της Άγκυρας για απόκτηση μαχητικού πέμπτης γενιάς. Αυτό το έργο υποβαθμίστηκε λόγω καθυστερήσεων και δεν είναι σαφές εάν αυτό το πρόγραμμα θα οδηγήσει τελικά στην κατασκευή μεγάλου αριθμού μαχητικών τουρκικής κατασκευής. Εξ ου και το τρέχον αίτημα ενώπιον του Κογκρέσου.

Για τους παραπάνω λόγους, εκτιμάται ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται μπροστά στην πιο ορθολογική διαχείριση της ισχύος, που επιβάλλει ότι τους αδύναμους δεν πρέπει να τους εξοντώνει ο ισχυρός, αλλά να τους απομυζεί, όπως θα έλεγε ο Θουκυδίδης. Οι αποστάτες, Τούρκοι πρέπει να επιστρέψουν στην ηγεμονία – με την ουρά στα σκέλια – όσο το δυνατό πιο σύντομα και πιο ανέξοδα. Όσοι πιστεύουν στην εκ των προτέρων καθορισμένη θανατική ποινή σε βάρος της Τουρκίας, είναι προφανές ότι δεν εξυπηρετεί αυτόν τον προσανατολισμό, καθώς θα τους εξαναγκάσει να αγωνιστούν μέχρις εσχάτων φέρνοντας μόνο ζημιές.

Η σύνεση, ως παντοδύναμο πολιτικό όπλο των ισχυρών, καθιστά σαφές ότι δεν υπάρχει πιο σώφρων πολιτικός δρόμος από την κερδοφορία που τελεί εν ειρήνη. Οι εξάρσεις και οι αποστασίες δε συμφέρουν τους ισχυρούς. Πόσο μάλλον η χρονική παράτασή τους. Η συγχώρεση οφείλει να προβάλλεται ως ύψιστη γενναιοδωρία. Αν η ισχύς καταφέρει και φορέσει πειστικά το ουμανιστικό προσωπείο, θα διαρκέσει επ’ άπειρο, αφού θα έχει ματαιώσει όλες τις αντιστάσεις. Ο υποτελής πρέπει να νιώθει προστατευμένος από τον ισχυρό και – αν είναι δυνατό – να μην αντιλαμβάνεται την εκμετάλλευση που υφίσταται

Η αναθεωρητική εξωτερική πολιτική του Ερντογάν φαίνεται πλέον στριμωγμένη ανάμεσα στη σφύρα της Ανατολικής Μεσογείου και του συριακού άκμονος. Η διπλωματία των κανονιοφόρων στην Ανατολική Μεσόγειο και η στρατιωτική διεκδίκηση στη Συρία φαίνεται να έχουν μοιραίες γεωπολιτικές και οικονομικές συνέπειες για την Τουρκία και επομένως για τον Ερντογάν.

Ωστόσο, όσο κι αν βρίσκεται στη γωνία, μια περιπετειώδης απάντηση σε μία από τις ζώνες σύγκρουσης, είτε στην Ανατολική Μεσόγειο είτε στο συριακό θέατρο, ή στο Αιγαίο, με την πιθανή σειρά που σας αναφέρω δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς.

-Εσχάτως μετά από μια μικρή “περιπέτεια” επιβεβαιώθηκε η συμφωνία μας με το Παρίσι για τις φρεγάτες Belharra. Επιβεβαιώνεται τρόπον τινά το “μέγα της θαλάσσης κράτος”; Είστε ικανοποιημένος με τη σημερινή ισορροπία δυνάμεων των δύο χωρών; Επειδή έχει ανοίξει ο ασκός του Αιόλου με τις πληροφορίες εκατέρωθεν για νέα εξοπλιστικά, αν χρειαζόταν να προχωρήσουμε σε μια περαιτέρω ενίσχυση εσείς τι θεωρείτε πως θα μας ήταν απαραίτητο;

Ο πόλεμος στον 21ο αιώνα θα αποδειχθεί ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο και δυναμικό περιβάλλον που δεν είχαμε γνωρίσει ποτέ πριν στην ιστορία της μαχητικής ετοιμότητας, αποστέλλοντας στρατιωτικές δυνάμεις σε όλα τα θέατρα επιχειρήσεων, ζωτικών και εθνικών συμφερόντων. Ο κοινός στόχος και το πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί από όλη τη στρατιωτική ιεραρχία είναι να διεξάγουν με επιτυχία το πόλεμο σε όλους τους γνωστούς τομείς, εφαρμόζοντας δικτυοκεντρικές επιχειρήσεις. Για το Πολεμικό Ναυτικό αυτό δεν είναι διαφορετικό. Καθώς το Πολεμικό Ναυτικό συνεχίζει να αλλάζει, να προσαρμόζεται και να επανασχεδιάζεται ως απάντηση σε αυτές τις νέες προκλήσεις, δεν πρέπει να παραβλέπει τη πολεμική φιλοσοφία του. Έτσι το ΠΝ συνεχίζει να εκπαιδεύεται και να εφαρμόζει νέα δόγματα, με προτεραιότητα στο σύγχρονο εξοπλισμό και την τεχνολογία για τη διεξαγωγή ταυτόχρονων συνδυασμένων αμυντικών συστημάτων και στους πέντε τομείς του πολέμου (επιφάνεια, αντιαεροπορικό, ανθυποβρυχιακό, κυβερνοπόλεμο και διαστημικό). Με αυτό τον τρόπο θα αποδειχθεί τακτικά επιτυχής στο μελλοντικό πεδίο μάχης.

Με τη νέα αρχιτεκτονική του Στόλου, εφαρμόζουμε αποτροπή εστιάζοντας στην επανάσταση της τεχνολογίας των πληροφοριών, με σκοπό, να δημιουργηθεί μια ικανότητα να συγκεντρώνουμε αστραπιαία και να αξιολογούμε τεράστιες ποσότητες πληροφοριών σχετικά με κάθε δεδομένο στο θέατρο επιχειρήσεων, από μεγάλες αποστάσεις και προστατευμένοι. Για τους οραματιστές της τεχνολογίας, τα συστήματα αισθητήρων, τα κέντρα επεξεργασίας δεδομένων και η ψηφιακή επικοινωνία είναι το πλεονέκτημα ταχύτητας και απόφασης που είναι απαραίτητα για τη νίκη. Πέραν της ταχύτητας και του πλεονεκτήματος της απόφασης, η επιμονή και η ανθεκτικότητα, είναι αλλά δύο κύρια στοιχεία. Έχοντας αυτό κατά νου, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΕΔ) θα πρέπει να επικεντρωθούν στην κατασκευή αποκεντρωμένων δικτύων, να επενδύσουν σε τακτικές που μειώνουν το οικονομικό κόστος του πολέμου και να αναπτύξουν οπλικά συστήματα και τακτικές που υποβαθμίζουν την αποτελεσματικότητα των απειλών.

Αυτό που χρειάζονται πλέον οι ΕΕΔ είναι μια νέα θεωρία νίκης για ένα περιβάλλον στο οποίο απειλούνται οι πληροφορίες και τα δίκτυα μέσα από τα οποία διαρρέουν. Εκτίμηση μου είναι, ότι η νίκη δημιουργείται μέσω της τεχνολογίας της πληροφορίας αυξάνοντας την επίγνωση της κατάστασης, έτσι ώστε να μπορούνε οι μαχητές να χτυπήσουν από μεγαλύτερη απόσταση, να ανταποκριθούν με μεγαλύτερη ταχύτητα στις απειλές και να έχουν πιο ακριβείς στοχεύσεις. Κατά συνέπεια, οι επενδύσεις στην τεχνολογία ευνοούν κατά κύριο λόγο την αποδοτικότητα και την ταχύτητα δίδοντας και πλεονέκτημα ασφάλειας και ανθεκτικότητας. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, τα δίκτυα που είναι αποκεντρωμένα και βελτιστοποιημένα σε αποδοτικότητα, μαζί με οπλικά συστήματα που δεν είναι απλώς ενεργοποιημένα από τα δεδομένα αλλά εξαρτώνται από τα δεδομένα, μπορούν να δημιουργήσουν κτυπήματα σύντομα και αποφασιστικά.

Η απόκτηση των νέων πλοίων Belhara σε συνεργασία με τα αεροσκάφη Rafale ξεκινά με μια καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα δίκτυα επιβιώνουν υπό απειλή. Αυτά τα δίκτυα βασίζονται στη ταχύτητα για τη συλλογή, αποθήκευση και ανάλυση πληροφοριών από διαφορετικές πηγές, ενοποιώντας τις με πύλες μεταξύ των χρηστών. Αυτό το είδος “δικτυοκεντρικού πολέμου”, επιτρέπει τη συγχώνευση δεδομένων με τη τεχνητή νοημοσύνη, μειώνοντας ταυτόχρονα τους πλεονασμούς και ελαχιστοποιώντας τα σημεία πρόσβασης που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ευπάθειες στο κυβερνοχώρο.

Με αυτές τις σκέψεις επιτρέπετε να αλλάξουμε και τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζαμε το κόστος του πολέμου. Το οικονομικό κόστος απουσίαζε σε μεγάλο βαθμό από τις στρατιωτικές συζητήσεις, το οποίο επικεντρώθηκε στην ανάγκη αποφυγής θυμάτων που θα αποτρέψουν την ελληνική υποστήριξη για πολέμους. Οι δικτυοκεντρικές επιχειρήσεις λύνουν το πρόβλημα της πολιτικής βούλησης χρησιμοποιώντας την τεχνολογία ως μέσο προστασίας των δυνάμεων.

Τέλος, η αποτροπή θα επέλθει με την ικανότητα να επιμείνουμε με την πάροδο του χρόνου, όχι απλώς να κυριαρχήσουμε για μια στιγμή, καθώς είναι αυτό που τελικά θα αποτρέψει τους αντιπάλους από την έναρξη των πρώτων επιθέσεων. Οι στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις μέχρι σήμερα δεν αφορούσαν το κυνήγι της επόμενης τεχνολογίας. Πάντα αφορούσαν πειραματισμούς και ανταπόκριση. Ήρθε η ώρα οι ΕΕΔ να προσαρμοστούν στην τεχνολογία αιχμής της επόμενης γενιάς, όχι απλώς να ενημερωθούν στην πιο πρόσφατη έκδοση ενός ήδη απαρχαιωμένου συστήματος.

--Τέλος, σας ανησυχούν όσα διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα στα Βαλκάνια, σε Αλβανία-Κόσοβο, Βοσνία αλλά και για την πολιτική αναταραχή στα Σκόπια;

Τα Βαλκανικά κράτη, επαναδιαβεβαιώνουν τον αντίκτυπο της παγκοσμιοποίησης στην εθνική ασφάλεια, αναγνωρίζοντας την τρωτότητα στα δίκτυα πληροφοριών, στην οικονομική και αμυντική αλληλεξάρτηση, στις κοινές ενεργειακές υποδομές, και όλα μαζί καθίστανται πηγές πολιτικών εντάσεων. Εκτιμάται ότι οι περιφερειακές πρωτοβουλίες μπορούν να υποκαταστήσουν τη διεύρυνση της ΕΕ, όσον αφορά τα Ανοιχτά Βαλκάνια, τη Διαδικασία του Βερολίνου, και τις πιθανές αλλαγές συνόρων. Επίσης εκτιμάται ότι η διεθνής κοινότητα είναι ενάντια στις αλλαγές των συνόρων, που θα οδηγήσουν σε μαζικούς εκτοπισμούς και καταστροφές. Αυτό το γνωρίζουμε από την εμπειρία της δεκαετίας του 1990 όταν ο Μιλόσεβιτς προσπάθησε να αλλάξει τα σύνορα της Σερβίας. Δεν βλέπω κανένα λόγο να πιστέψουμε ότι οι συνέπειες δεν θα ήταν κακές και σήμερα, όχι μόνο για το Κοσσυφοπέδιο και τη Βοσνία, αλλά και για τη Σερβία, το Μαυροβούνιο και την πΓΔΜ, που έχουν όλοι μειονότητες που θα θέλουν ένωση με έναν γείτονα. Για να μην αναφέρουμε τις αρνητικές συνέπειες για τη Γεωργία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία, όπου οι αλλαγές συνόρων στα Βαλκάνια θα θεωρούνταν πρόκριμα για τη Ρωσία να προσαρτήσει περισσότερα εδάφη.

Η Διαδικασία του Βερολίνου κατά τη γνώμη μου είναι μέρος της διαδικασίας προετοιμασίας των Δυτικών Βαλκανίων για ένταξη στην ΕΕ, ιδίως με την ενθάρρυνση των σχέσεων γειτονίας. Το Open Balkans δεν έχει ακόμη καθοριστεί με σαφήνεια, αλλά εάν μπορεί να άρει τους δασμολογικούς φραγμούς στο εμπόριο, αυτό θα ήταν καλό, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνει σε αμοιβαία και ισότιμη βάση. Σίγουρα μια πιο ευημερούσα περιοχή στα Δυτικά Βαλκάνια θα είχε μεγαλύτερο μερίδιο στην ειρήνη και τη σταθερότητα. Αλλά ο διάβολος είναι στις λεπτομέρειες, και δεν έχω δει ακόμη τις λεπτομέρειες.

Όσον αφορά τη συμφωνία των Πρεσπών όχι μόνο δεν αναμένεται να μειωθούν οι εθνοτικές και αλυτρωτικές προκλήσεις των Σκοπίων, αλλά όπως διαμορφώνεται η νέα πολιτική κατάσταση θα ενταθούν. Ο βασικός λόγος είναι ότι οι δημιουργοί της συμφωνίας, ερήμην του λαού προσπάθησαν να κάνουν μεγάλα πράγματα, αντί να προσεγγίσουν τις διαφορές βήμα-βήμα. Επιδίωξαν να διαχειριστούν ένα καυτό εθνικό πρόβλημα ονομασίας, μεταξύ Αθηνών-Σκοπίων, που υπέβοσκε μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και προέκυψε από την κατάρρευση της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Και οι νικητές της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας, (Γερμανοί και Αμερικανοί), έθεσαν σε εφαρμογή τον μηχανισμό επιβολής των αποφάσεων στις Πρέσπες, τάχα για να εγγυηθούν τα εθνικά σύνορα του νεοσύστατου κράτους των Σκοπίων, με την είσοδό του στο ΝΑΤΟ και σήμερα, με τη διευρυμένη ΕΕ. Τα μέλη της συμφωνίας δεσμεύθηκαν όχι μόνο να νικήσουν τη λαϊκή οργή αλλά και να εξουδετερώσουν κάθε απειλή ή κίνδυνο προέλθει από τη διαφωνία των κοινωνιών. Κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει καταφέρει κανείς και δεν είναι ορατό στο εγγύς μέλλον, να επιτύχει.

Κλείνοντας, να θυμηθούμε πως ο μελετητής Κίσινγκερ στο έργο του «Διπλωματία», αναφέρει για το συνέδριο της Βιέννης, πως με απόφαση των ευρωπαίων ηγετών ανέλαβαν μια διαρκή ειρήνη μετά τους ναπολεόντειους πολέμους. Για τον Κίσινγκερ, υπάρχουν δύο στοιχεία σε μια διαρκή περιφερειακή ή παγκόσμια τάξη. Πρώτον, οι διαπραγματευτές πρέπει να εγκαθιδρύσουν ισορροπία δυνάμεων για να αποτρέψουν τους αμφισβητίες. Μια τέτοια ισορροπία, λέει, «μειώνει τις ευκαιρίες για χρήση δύναμης» για να παραμείνει η συμφωνία. Και δεύτερον, οι ανταγωνιστές της αντιπαραθέσεως στην “μετά του μετά” τάξης, πρέπει να προωθήσουν «μια κοινή αίσθηση δικαιοσύνης» που «μειώνει την επιθυμία κατάργησης της συμφωνίας». «Μια διεθνής τάξη που δεν θεωρείται δικαία θα αμφισβητηθεί αργά ή γρήγορα.» Γι’ αυτό μην ξεκινάτε μια αντιπαράθεση εκτός αν είστε διατεθειμένοι να αντέξετε το κόστος της διατήρησης της συμφωνίας, και σκεφτείτε από πριν τη φύση αυτής της συμφωνίας. Διαφορετικά, τα αποτελέσματα θα αποδειχθούν θνησιγενή, ανεξάρτητα από το κόστος του προσωρινού θριάμβου.

*Διετέλεσε Διοικητής Μοίρας Υποστηρίξεως στο Αρχηγείο Στόλου και Διοικητής Ναυτικής Διοικήσεως Βορείου Ελλάδος. Έχει πλούσια εκπαιδευτική δραστηριότητα καθώς δίδαξε Ναυτιλία στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και στις Σχολές Εξειδικεύσεως Αξιωματικών. Επίσης δίδαξε στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως και της Στρατηγικής και Ασφάλειας σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Η συγγραφική του δραστηριότητα αποτελείται από, εγχειρίδια και σημειώσεις Ναυτιλίας, το βιβλίο περί Στρατηγικής που διδάσκεται στην Ανωτάτη Διακλαδική Σχολή Πολέμου, το Strategy Syllabus for War College, καθώς και πλήθος άρθρων που έχουν δημοσιευθεί στον περιοδικό και ημερήσιο τύπο.

https://www.pentapostagma.gr/