9.5.21

Η καρδιά της μάνας

 

"Ω γλυκύ μου έαρ γλυκύτατό μου τέκνον..."
ανέκραζεν η Παναγιά, η Μητέρα του Επουράνιου και στο πρόσωπό Της εκφραζόταν ο πόνος της Μάνας, της κάθε Μάνας.
Της Μάνας που δεν έχει σύνορα, που δεν ξέρει χρώμα φυλής, της Μάνας που δημιουργεί την ίδια τη ζωή, την υψώνει, τη διακινεί και τη διαιωνίζει.
"Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου, πουλάκι της φτωχειάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου. Κορώνα μου, αντιστύλι μου, χαρά των γηρατειών μου, ήλιος της βαρυχειμωνιάς, λιγνοκυπάρισσό μου..."
θα πει ο ποιητής εκφράζοντας τα ονείρατα της μάνας.

Στη μητέρα έπεσε ο κλήρος να γεννά ζωή και να την οδηγεί στην τελειότητα με την αγάπη, τη στοργή, την αφοσίωση, την αυτοθυσία και το παράδειγμά της. Χωρίς τη μητέρα ο κόσμος δεν θα είχε ζωή δεν θα είχε κόσμο. Αν θελήσουμε να βρούμε την πηγή κάθε αξίας, θα φθάσουμε στην αγκαλιά της μάνας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη συγκίνηση όταν ακούς το διάλογο παιδιού και μάνας συμπτωματικά στο δρόμο. Μαμά! Τι είναι παιδί μου;

Αυτός ο διάλογος κλείνει μέσα την τρυφερότητα, που είναι δύναμη ακατανίκητη για να σφίξει και να προστατέψει το σπλάχνο της, το παιδί της, όχι μόνο την περίοδο των παιδικών χρόνων, αλλά και πέρα από την ωριμότητά του και παραμένει ασπίδα μπροστά του για να αντιμετωπίσει κάθε κίνδυνο, για να σώσει τη ζωή που δημιούργησε, θυσιάζοντας εν ανάγκη τη δική της ζωή!...

Λαμπάδα αναμμένη η καρδιά της μάνας, καίγεται και φωτίζει κι ανοίγει τους δρόμους και για τα παιδιά της χτυπά ακόμη και μέσα από τον τάφο.
 Όσο αγράμματη κι αν είναι, τότε που φεύγουμε από κοντά της σταυρώνει το δρόμο μας και μας αποχαιρετά: "Τριανταφυλλένια η στράτα σου, κρινοσπαρμένοι οι δρόμοι, για χάρη σου ν ανθοβολούν και τα λιθάρια ακόμη.."
Οι πονεμένοι και οι ξενιτεμένοι: "Αχ μανούλα μου" αναφωνούν και ζητούν στη μάνα το βοτάνι, που θα γιάνει τις πληγές και θα τους χαρίσει γαλήνη, θα γίνει στήριγμα κι ελπίδα.

Μνήμες, ένα σωρό μνήμες ξεκλειδώνονται και βγαίνουν από τα βάθια της ψυχής του κ α θ ε ν ό ς   μ α ς.
Φροντίδες, κόποι, στερήσεις, δάκρυα, άγρυπνες νύχτες, έγνοιες ακοίμητες, γεμίζουν την καρδιά και τους καημούς κάθε Μάνας "της Μάνας που η καρδιά της είναι μια άβυσσος, στο βάθος της οποίας βρίσκεται πάντοτε η συγνώμη"

Η Μάνα είναι το μοναδικό πλάσμα που δε ζητάει τίποτε για τον εαυτό της, αλλά θυσιάζει τα πάντα για τη ζωή και την ευτυχία των παιδιών της. "Γεννήτρα και τεχνήτρα της ζωής".

Η Μάνα, Μητέρα, Μαμά, Μανούλα είναι εκείνη που το βυζαίνει και ξενυχτάει δίπλα του, το νανουρίζει, το ημερώνει, το παρηγορεί και το προσέχει σ όλη της τη ζωή. Μάνα θα πει υπομονή, στοργή κι αυταπάρνηση.

Μονάχα εσύ μ αγάπησες μάνα μου κι αγρυπνούσες πίκρες, καημούς, αλάφρωνες και με παρηγορούσες, θα αναφωνήσει ο ποιητής Θεόδωρος Τρουπής στο εξαίρετο βιβλίο του "Μητέρες" που εκφράζει τον καημό κάθε μητέρας, του ξενιτεμένου, του Χριστού, του Ληστή, του Ιούδα, του Μεγαλέξανδρου, του Οδυσσέα, τη μητέρα της κατοχής και του ανάπηρου τέκνου.
Και καθώς τονίζει ο Δουμάς, επειδή ο Θεός δεν μπορεί να βρίσκεται παντού, γι αυτό έπλασε τη μητέρα.
Ενώ ο ιερός Αυγουστίνος έλεγε:
 "Δώστε μου καλές μανάδες ν αλλάξω τη ζωή του κόσμου".


Αλλά ποιου κόσμου, όπου στον κόσμο γίνονται πόλεμοι και ανθρωποθυσίες και απομένουν οι χαροκαμένες μάνες με κομματιασμένη την καρδιά και τον πόνο:
"Που να σε κρύψω γιόκα μου, να μην σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του ωκεανού, σε ποια κορφή ερημική;
Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν ακώ, πουλάκι μου ζεστό.
να σου ετοιμάζω στη φωτιά, γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ απ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνει στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι"
Έτσι παρουσιάζει τις αγωνίες της μάνας ο ποιητής Κώστας Βάρναλης.

Και πόσοι άλλοι γράψανε για τη Μάνα, όπως η Μάνα του Γκόρκυ, της Περλ Μπακ και άλλων που δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στο μικρό αφιέρωμα για τη γιορτή της Μάνας, της Μάνας που είναι η πηγή της ζωής.

"Ό τι είμαι το χρωστώ στη μητέρα μου", έλεγε ο πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν.

Και κλείνω με το αριστούργημα του Γάλλου ακαδημαϊκού Ζαν Ρισπέν σε μετάφραση του Άγγελου Βλάχου (1899):
Η καρδιά της Μάνας
Ένα παιδί, ένα μοναχοπαίδι αγόρι αγάπησε
μιας μάγισσας την κόρη. "Δεν αγαπώ εγώ - του λέει-
παιδιά, μ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου.
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά,
να ρίξω να την φάει το σκυλί μου.." Τρέχει ο νιος
τη Μάνα του σκοτώνει και την καρδιά τραβά
και ξεριζώνει και τρέχει να την πάει, με σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος, κατάχαμα με δαύτη,
κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει και την ακούει
να κλαίει και να μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
"Εκτύπησες αγόρι μου;" και κλαίει...
Ένα φιλί, ένα λουλούδι, ας είναι το καλύτερο δώρο η προσφορά μας για τη μητέρα, που γιορτάζει σ όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου.

Νίκος Ι.Κωστάρας