17.4.21

Στέφανος Μάνος: Διαπραγμάτευση ή πόλεμος

  


Οι αλλοπρόσαλλες κινήσεις του Ερντογάν έχουν αποξενώσει την Τουρκία από σχεδόν όλες τις χώρες που της συμπαραστέκονται. Τώρα είναι η στιγμή η Ελλάδα ενωμένη να στηρίξει την κυβέρνησή της για να κάνει τη δουλειά της (φωτ. Turkish Presidency via A.P.).

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΑΝΟΣ* 15.04.2021

Πολιτεύθηκα για πρώτη φορά το 1977. Οι εκλογές έγιναν τον Νοέμβριο και 14 Δεκεμβρίου 1977 ο πρωθυπουργός, Κωνσταντίνος Καραμανλής, διάβασε τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του. Ηταν από τις πρώτες μου εμπειρίες στη Βουλή. Οι δηλώσεις ήταν απολύτως αξιομνημόνευτες για το περιεχόμενό τους, για τη λιτότητα της έκφρασης. Σε αυτές είπε ο Καραμανλής το συχνά επαναλαμβανόμενο και προφανώς αληθές:

«Θέλω να πω σε εκείνους που διατυπώνουν επιφυλάξεις ως προς τη σκοπιμότητα διαλόγου με την Τουρκία, ότι για την επίλυση των διεθνών διαφορών δεν υπάρχουν παρά τρεις τρόποι: η διαπραγμάτευση, η διαιτησία και ο πόλεμος». Συνέχισε λέγοντας ότι «η ελληνική κυβέρνηση, για να αποτρέψει τον πόλεμο που θα είναι συμφορά και για τους δύο λαούς, έχει υποχρέωση απέναντι της Ιστορίας, να εξαντλήσει όλες τις ειρηνικές διαδικασίες».

«Οφείλομε όμως, χωρίς να εγκαταλείπουμε τη φιλειρηνική προσπάθεια, να επαγρυπνούμε. Οφείλομε να διατηρούμε αδιάσπαστη την εθνική μας ενότητα και να ενισχύομε συνεχώς την αμυντική μας ικανότητα. Γιατί αυτά τα δύο είναι όπλα ισχυρότερα από οποιαδήποτε συμπαράσταση οποιωνδήποτε φίλων ή και διεθνών οργανισμών». Θεώρησα σκόπιμο να αναφερθώ στις παραπάνω καθαρές θέσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή για να δημιουργήσω το υπόβαθρο που θα στηρίξει τις επόμενες σκέψεις.

Στις 3 Απριλίου, ο κ. Σημίτης δημοσίευσε άρθρο στα «ΝΕΑ», απόσπασμα από τον συλλογικό τόμο «Η στρατηγική του Ελσίνκι, 20+1 χρόνια μετά» (εκδόσεις Σιδέρη). Στο άρθρο ο κ. Σημίτης ασκεί κριτική στον κ. Καραμανλή για εγκατάλειψη της «στρατηγικής του Ελσίνκι» στα ελληνοτουρκικά. Παραλείπει να ασκήσει κριτική στον εαυτό του που δεν υποστήριξε τη «στρατηγική» του όταν μπορούσε, ώστε να αποτρέψει την εγκατάλειψή της. Το άρθρο προκάλεσε την οργίλη απάντηση του κ. Καραμανλή στις 8 Απριλίου στην οποία τονίζει ότι «έχουμε διαφορετικές αντιλήψεις με τον κ. Σημίτη και όσους συμμερίζονται τις απόψεις του. Για εμάς τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Δεν διαπραγματευόμαστε εθνική κυριαρχία και δεν την θέτουμε στην κρίση κανενός. Μοναδικό θέμα προς επίλυση με την Τουρκία: η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Διαφορετικές αντιλήψεις θα με βρίσκουν πάντα αντίθετο». Την ίδια μέρα (8.4) ο κ. Σημίτης ανταπάντησε στον κ. Καραμανλή θυμίζοντάς του ότι «ως προς το θέμα των χωρικών υδάτων όλες οι κυβερνήσεις (συμπεριλαμβανομένης και αυτής του Κ. Καραμανλή) συζητούσαν στο πλαίσιο των διερευνητικών επαφών το θέμα του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης, που είναι θέμα εθνικής κυριαρχίας και συναρτάται με το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ».

Θυμίζω ότι το 1974 η Τουρκία κατέλαβε διά των όπλων τη Βόρεια Κύπρο. Το 1988 ο Ανδρέας Παπανδρέου στο Νταβός παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της Ελλάδας στο Αιγαίο πέραν των 6 ν.μ. Το 1996 είχαμε την τουρκική επέμβαση στα Ιμια. Η «στρατηγική του Ελσίνκι», όπως διαμορφώθηκε στη συνέχεια από την κυβέρνηση Σημίτη, οδήγησε στην είσοδο της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Κατά τούτο υπήρξε λοιπόν αναμφισβητήτως επιτυχής. Κατά το σκέλος όμως που αφορούσε τις διαφορές μας με την Τουρκία «η στρατηγική του Ελσίνκι» εγκαταλείφθηκε, πριν δοκιμαστεί, από τη διάδοχο κυβέρνηση του κ. Καραμανλή.

Οπότε δεν καταλαβαίνω γιατί οργίζεται ο κ. Καραμανλής. Η δική του πολιτική στα ελληνοτουρκικά, η «πολιτική της ακινησίας» όπως ονομάζεται, ακολουθήθηκε μέχρι σήμερα, όχι μόνο από τη δική του κυβέρνηση, αλλά και από τις διάδοχες κυβερνήσεις Παπανδρέου, Σαμαρά και Τσίπρα. Ιδίως από τους κ. Σαμαρά και Τσίπρα. Με αυτή την πολιτική φθάσαμε στο σήμερα με την Τουρκία. Κρίσιμο είναι συνεπώς για εμάς σήμερα, όχι τι έγινε ή δεν έγινε πριν από 20 χρόνια στα ελληνοτουρκικά, αλλά τι πρέπει να κάνουμε τώρα για τα ζητήματα που δημιουργεί η Τουρκία.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνομιλεί με τους Τούρκους. Δεν γνωρίζω το περιεχόμενο των συζητήσεων, αλλά είμαι βέβαιος ότι περιλαμβάνεται και το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης που είναι θέμα εθνικής κυριαρχίας για εμάς και casus belli για τους Τούρκους. Φαίνεται λοιπόν ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει υιοθετήσει την προσέγγιση που χαρακτήριζε τη στρατηγική του Ελσίνκι. Ο κ. Καραμανλής όμως δήλωσε: «Δεν διαπραγματευόμαστε εθνική κυριαρχία και δεν την θέτουμε στην κρίση κανενός».

Η αιγιαλίτιδα ζώνη στο Αιγαίο είναι 6 ν.μ. Ο Α. Παπανδρέου δεσμεύτηκε στο Νταβός ότι πέραν των 6 ν.μ. δεν δικαιούμαστε να κάνομε οτιδήποτε. Η Τουρκία, με απόφαση της Εθνοσυνέλευσής της, είπε ότι τυχόν επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μας στα 12 ν.μ. όπως επιτρέπεται από το Δίκαιο της Θάλασσας θα είναι αιτία πολέμου. Η θέση του κ. Καραμανλή είναι ότι η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ν.μ. είναι ένα αδιαπραγμάτευτο κυριαρχικό μας δικαίωμα που θα το ασκήσουμε όταν εμείς θέλουμε.

Εμένα μου φαίνεται ότι ένα δικαίωμα που για είκοσι και πλέον χρόνια δεν ασκείται, ατονεί. Δημιουργεί την εντύπωση στους τρίτους ότι ποτέ δεν υπήρξε. Γι’ αυτό άλλωστε έχω επανειλημμένως υποστηρίξει την ανάγκη άμεσης άσκησης του δικαιώματος και επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ν.μ. σε όλη την Κρήτη, την Εύβοια, την Πελοπόννησο και την ηπειρωτική Ελλάδα. Μετά από αυτές τις επεκτάσεις, οι συζητήσεις με την Τουρκία θα πρέπει να περιοριστούν στην αιγιαλίτιδα ζώνη των μικρότερων νησιών του Αιγαίου που ενδεχομένως θα προκαλούσαν προβλήματα στη ναυσιπλοΐα.

Παρέθεσα στην αρχή τα λόγια του Κωνσταντίνου Καραμανλή ότι για την επίλυση των διεθνών διαφορών δεν υπάρχουν παρά τρεις τρόποι: η διαπραγμάτευση, η διαιτησία και ο πόλεμος. Θέλω να είμαι σαφής. Η φράση του νεότερου κ. Καραμανλή «Δεν διαπραγματευόμαστε εθνική κυριαρχία και δεν την θέτουμε στην κρίση κανενός» αν την πάρω στα σοβαρά σημαίνει ότι ο κ. Καραμανλής αντί της διαπραγμάτευσης ή της διαιτησίας για το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης, για παράδειγμα της Σύρου, επιλέγει τον πόλεμο. Στην πραγματικότητα όμως ο κ. Καραμανλής και οι άλλοι πρωθυπουργοί που λένε ότι δεν διαπραγματεύονται εθνική κυριαρχία, παρέδωσαν αμαχητί το πέραν των 6 ν.μ. Αιγαίο αντί να επεκτείνουν την εθνική μας κυριαρχία.

Ο μόνος Ελληνας πρωθυπουργός που, αντιμέτωπος με εχθρό, δεν διαπραγματεύτηκε, ούτε δέχτηκε διαιτησία ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς. Επέλεξε συνειδητά τον πόλεμο. Αλλά ήταν σοβαρός. Και είχε προετοιμάσει τις Ενοπλες Δυνάμεις για πόλεμο. Και, παραδόξως για δικτατορία, είχε επιτύχει εθνική ενότητα.

Πίσω στα σημερινά δικά μας. Υποστηρίζω χωρίς ενδοιασμούς τις προσπάθειες της κυβέρνησης Μητσοτάκη στα ελληνοτουρκικά. Με ικανοποιεί ότι ο υπουργός κ. Δένδιας επιδεικνύει τη σοβαρότητα και την κινητικότητα που αρμόζει στις περιστάσεις. Μπορεί συχνά να γκρινιάζω επειδή θέλω πιο πολλά και σαφώς πιο θαρραλέα, αλλά σίγουρα τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Εκκρεμότητες δεκαετιών τακτοποιούνται.

Είναι όπως πάντα πρωταρχικής σημασίας για την αντιμετώπιση της Τουρκίας και την ενδυνάμωση της αυτοπεποίθησης των κ. Μητσοτάκη και Δένδια η εθνική ενότητα και η ενίσχυση της άμυνας. Η εθνική ενότητα θα βοηθηθεί αν υπάρξει ένα ξεκαθάρισμα εντός της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ν.Δ. Να καταλάβουν όλοι όσα επιγραμματικά είπε ο ιδρυτής της παράταξης. Να καταλάβουν επίσης πόσο αδιέξοδα είναι όσα υποστηρίζει σήμερα ο νεότερος κ. Καραμανλής. Τα προβλήματα του είδους δεν λύνονται με το να σπρώχνονται κάτω από το χαλί. Εκεί κακοφορμίζουν και απλώνουν. Για την άμυνα πρέπει να ανασκουμπωθεί η κυβέρνηση. Να σοβαρευτεί. Να παραμεριστούν οι υπουργοί που καθυστερούν κάθε σχετική απόφαση.

Ελπίζω να δείξουμε αισιοδοξία και θάρρος. Η Τουρκία αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες. Οι αλλοπρόσαλλες κινήσεις του προέδρου της, την έχουν αποξενώσει από σχεδόν όλες τις χώρες που συνήθως της συμπαραστέκονται. Τώρα είναι η στιγμή η Ελλάδα ενωμένη να στηρίξει την κυβέρνησή της και να την αφήσει απερίσπαστη να κάνει τη δουλειά της.
 
* Ο κ. Στέφανος Μάνος είναι πρώην υπουργός.

https://syndesmos1971.wordpress.com/