2.2.21

“H άρση του casus belli από την Τουρκία ,στόχος της ελληνικής διπλωματίας” γράφει ο Ν.Κοτζιάς

 


Ο πρώην ΥΠΕΞ Νίκος Κοτζιάς ,επισημαίνει κινδύνους και παγίδες στη διαδικασία των διερευνητικών συζητήσεων Ελλάδας-Τουρκίας, αλλά και τους στόχους που πρέπει να ΄χει η ελληνική διπλωματία. Μεταξύ αυτών και η άρση του casus belli στην τουρκική εθνοσυνέλευση.

Γράφει στο ibna:

Οι διερευνητικές διαβουλεύσεις της Ελλάδας με την Τουρκία δεν είναι κάποιος διάλογος που γίνεται για να γίνεται. Είναι ένας δομημένος διάλογος στον οποίο επενδύουν και οι δύο πλευρές σειρά από στόχους.

Ως προς τις διερευνητικές, πάγιος στόχος της Ελλάδας ήταν (α) ότι το υπό εξέταση θέμα είναι η ΑΟΖ και η Υφαλοκρηπίδα και (β) ότι εάν δεν υπάρξει συμφωνία, το θέμα θα παραπεμφθεί σε Διεθνές Δικαστήριο, κατά προτίμηση εκείνο της Χάγης. Καλά θα κάνουν, λοιπόν, σειρά πολιτικών που επιδιώκουν να υποβαθμίσουν το ρόλο και τη σημασία των διερευνητικών να επανέλθουν στους στόχους της διπλωματίας, εκτός αν κρύβουν άλλους στόχους από τους προαναφερθέντες. Υποχωρήσεις πιθανά και πιέσεις στην Κυπριακή Δημοκρατία. 

Η επιδίωξη είναι η συμφωνία για αυτά τα θέματα με την Τουρκία. Δεν προβλέπω ότι αυτό είναι σήμερα δυνατό, εκτός αν υπάρξουν υποχωρήσεις χωρίς αρχές. Βέβαια, από την άλλη, οφείλει η χώρα να προσπαθήσει να πετύχουν επί της ουσίας οι διερευνητικές, θέτοντας όρους, κόκκινες γραμμές και κάνοντας ορθή ενημέρωση στο διεθνές περιβάλλον. Αν συνεχιστούν οι διερευνητικές, και όσο συνεχιστούν, η επιδίωξη πρέπει να είναι να έχουν έγκαιρα χαραχτεί θεμελιακές στρατηγικές. Η πρώτη και κυριότερη στόχευση πρέπει να είναι εντός αυτής της διαδικασίας, υπό τις σημερινές συνθήκες, να υποχρεωθεί η Τουρκία να προσχωρήσει στο Διεθνές Δίκαιο της Θαλάσσης και να το υπογράψει. Διότι σε ποια βάση θα συζητάμε οτιδήποτε στα σοβαρά εάν δεν υπάρχει η συμφωνία και των δύο μερών στον ρόλο του Δικαίου της Θαλάσσης; 

Κομμάτι της συμφωνίας με την Τουρκία, θα πρέπει να είναι, ότι αν τυχόν αρχίσει η διαδικασία διαμόρφωσης συνυποσχετικού παραπομπής του θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο, να υπάρξει ταυτόχρονα με τη διαδικασία επεξεργασίας του συνυποσχετικού η δεύτερη στόχευση: η άρση του casus belli στην τουρκική εθνοσυνέλευση. Η ύπαρξή του όχι μόνο είναι προκλητική, αλλά με το συνυποσχετικό καθίσταται ξεπερασμένο ακόμα και για αυτή την ίδια την τουρκική επιχειρηματολογία.

Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στο να μην επαναλάβει η κυβέρνηση ένα από τα λάθη που έκανε ως προς τις θαλάσσιες ζώνες. Να χάσει από την οπτική της την λογική και νομική σειρά των πραγμάτων. Θυμίζω, ότι αν επιλέξει κανείς το συνυποσχετικό με την άλλη μεριά και την προσφυγή σε Διεθνές Δικαστήριο, δεν θα δικαιούται, κατόπιν, να κάνει επέκταση των χωρικών υδάτων του όπως την προβλέπουν τα δικαιώματα που καταχωρεί το Διεθνές Δίκαιο. Ο κίνδυνος είναι το δικαστήριο να συνυπολογίσει στην κατανομή της ΑΟΖ ανάμεσα στις δύο πλευρές και τις εν δυνάμει ελληνικές αιγιαλίτιδες ζώνες από τα 6 μέχρι τα 12 μίλια, συν τους κόλπους. Αρα, η τρίτη στόχευση πρέπει να είναι η έγκαιρη ετοιμασία των θαλάσσιων ζωνών που δίνουν κυριαρχία επί του «μη ξηρού εδάφους» και να γίνουν τα απαιτούμενα ΠΔ στον σωστό χρόνο. Ανάλογη προσοχή απαιτείται στην προετοιμασία των χαρτών στήριξης της πρότασης για την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα αν τυχόν κατατεθούν στο Διεθνές Δικαστήριο, καθότι το δικαστήριο θα λάβει ανάλογους χάρτες και από την Τουρκία στους οποίους παρανόμως θα εμφανίζεται η τουρκική ΑΟΖ να συμπεριλαμβάνει και εδάφη που σήμερα τα χαρακτηρίζει ως γκρίζες ζώνες.

Η ορθή προετοιμασία ως προς την αναγνώριση του Διεθνούς Δικαίου από την Τουρκία, την άρση του Casus Belli και τους χάρτες και μια ορθή χρήση του Διεθνούς Δικαίου διευκολύνει την υπό διερεύνηση λύση. Ταυτόχρονα δε, αποτελούν αυτά τα τρία στοιχεία σε κάθε φάση ισχυρά όπλα σε περίπτωση που δεν τελεσφορήσουν οι διερευνητικές και υπάρξει «παίγνιο καταλογισμού ευθυνών». 

Μεγάλη σημασία, τέταρτη στόχευση, έχει η προετοιμασία της Ελλάδας ενόψει των διερευνητικών. Απαιτείται:

(α) Να επιδείξει η Ελλάδα σοβαρότητα. Δεν μπορεί να συνεχίσει να γίνεται η διπλωματία ένα είδος κυβερνητικού σόου από το οποίο παρελαύνουν όλα τα στοιχεία μιας τέτοιας διαπραγμάτευσης σε κοινή θέα. Ουδέποτε στους προηγειθέντες 60 γύρους υπήρξε ένα τέτοιο σόου που αντικειμενικά αντιστρατεύεται την απαίτηση να αντιμετωπίζεται η διπλωματία ως μια πολύ σοβαρή υπόθεση, που είναι, με νηφαλιότητα και υπομονή. Η κυβέρνηση οφείλει να σταματήσει να ρίχνει το βάρος της στο επικοινωνιακό παιχνίδι και όχι στην ουσία. Η μόνη εξήγηση σε αυτή την επικοινωνιακή της εμμονή είναι ότι θέλει να αποπροσανατολίσει και συσκοτίσει από πιθανές υποχωρήσεις.

(β) Να μην αφήνει η ελληνική κυβέρνηση, πιθανόν εξαιτίας της ανασφάλειας και της κρυφής της ατζέντας, να κάνει η Τουρκία διεθνή προπαγάνδα. Δεν είναι δυνατό να μην απαντά ούτε καν στην δήλωση του Τσαβούσογλου στις 12.1.2021, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα αναγκάστηκε να πάει στις διερευνητικές κάτω από την πίεση των Γερμανών. Ούτε να μην εξηγεί στη διεθνή κοινότητα τις τουρκικές θεωρήσεις-προκλήσεις για γκρίζες ζώνες ή για αφοπλισμό νησιών της, παρά την κατάληψη της Κύπρου και τις προκλήσεις στα Ιμια. Η Τουρκία δεν έχει καμία αρμοδιότητα να ζητά κάτι τέτοιο, τόσο διότι δεν είναι μέρος της Συμφωνία του Παρισιού το 1946, όσο και γιατί με τις τροποποιήσεις που έγιναν μέσω της Συνθήκης του Μοντρέ δεν διαθέτει νομική βάση να διεκδικεί κάτι τέτοιο. Αυτά οφείλει η Ελληνική κυβέρνηση να τα εξηγεί με υπομονή και επιμονή. Όπως και να εξηγεί ότι κάθε επιμέρους διεθνούς συμφωνίας, προηγείται το Διεθνές Δίκαιο της Άμυνας.

 (γ) Οφείλει η χώρα να πάει καλά προετοιμασμένη στις διερευνητικές. Υπάρχουν δεκάδες μελέτες στο Υπουργείο για το αντικείμενό τους από υψηλής ειδίκευσης εγχώριους μελετητές, αλλά και του εξωτερικού. Ας αξιοποιηθούν. Επίσης, είναι ανάγκη οι ελληνικές απόψεις να προβληθούν πιο συστηματικά και καλύτερα στο διεθνή επιστημονικά τύπο και να αξιοποιηθούν καλύτερα τα έντυπα που μελετούν οι δικαστές και οι συνεργάτες τους.

(δ) Η χώρα δεν μπορεί να πηγαίνει με μικρότερη αντιπροσωπεία σε μια συνάντηση από εκείνη της Τουρκίας. Η ισότητα σε διαπραγματεύσεις οφείλει να είναι πλήρης και σε όλους τους τομείς. Επίσης, δεν κάνει καθόλου καλή εντύπωση το ότι η ελληνική αντιπροσωπεία για πρώτη φορά μετά από 60 συναντήσεις δεν συμπεριλάμβανε ούτε έναν ειδικό στο διεθνές δίκαιο ή ότι μέλος της αντιπροσωπείας ήταν πρόσωπο άπειρο που ουσιαστικά δεν γνωρίζει το αντικείμενο των διερευνητικών και των ελληνοτουρκικών σχέσεων. 

(ε) Τέλος, το ότι υπάρχει κρυφή ατζέντα με υποχωρήσεις, δεν σημαίνει ότι ο φορέας της δεν έχει σαφείς πολιτικές επιλογές. Ούτε ότι προκειμένου να κατανοήσει κανείς το που το πάει χρειάζεται να σε ενημερώσει ο ίδιος.”

https://www.militaire.gr/