9.3.19

Να ζησουμε ενωμενοι




«Δριμὺς ὁ χειμών, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος» (Μ. Βασ. Εἰς τοὺς ἁγ. τεσσαρ. μάρτ. 6· Migne 31,517Α)

Σήμερα 9 Μαρτίου ἑορτάζουν, ἀγαπητοί μου, οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες. Μιὰ πα­ροιμία λέει ὅτι «δὲν λείπει ὁ Μάρτης ἀπ᾽ τὴ Σαρακο­στή». Καὶ ἡ ἑορτὴ λοιπὸν τῶν 40 Μαρτύρων πολλὲς φορὲς ἔρχεται μέσα στὴν περίο­δο τῆς νηστείας, ἡ ὁποία προχωρεῖ βαθμηδόν.
Μὲ τί σοφία ἐνεργεῖ ἡ Ἐκκλησία μας! Ὅπως ἡ μάνα ἀπογα­λακτίζει τὸ παιδὶ ὄχι ἀμέσως ἀλ­λὰ σιγὰ – σιγά, γιὰ νὰ συνηθίσῃ σὲ στερεώτερη τρο­φή, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία, ποὺ μᾶς ἀ­γαπάει σὰν παιδιά της· κόβει πρῶτα τὸ κρέας, μετὰ τὸ γάλα, καὶ τέλος τὸ λάδι πλὴν Σαββά­του καὶ Κυριακῆς.

Ὀφείλουμε ὑπακοὴ στὴν ἐντολὴ τῆς Ἐκκλη­σίας. Οἱ πολ­­λοὶ δὲν ὑπακού­ουν ὅμως. Μάλιστα τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡ­μέρες, ἀντὶ ἀσκήσεως καὶ νηστείας, ὁ κόσμος κάνει τὰ ἀντίθετα· καρνα­βάλια, μεταμφιέσεις, χοροί, φαγοπότι, μέθη…. Εἶνε αὐτὰ χριστιανικὲς ἀπόκριες; Ὄ­χι! Ἐναν­τίον λοιπὸν αὐτῆς τῆς ἠθικῆς ἀποχαλινώσεως διαμαρτύρεται ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, διαμαρτύρεται δὲ καὶ ἡ ση­μερινὴ ἑορ­τή.
Οἱ 40 Μάρτυρες, ὄχι ἕνας καὶ δύο ἀλλὰ σαράντα, διαμαρτύρονται γιὰ τὶς εἰδωλολατρι­κὲς συνήθειες καὶ τὰ ἔθιμά μας. Ἂς ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὸν βίο τους, νὰ δοῦμε ποιοί ἦταν, ποῦ, πῶς καὶ πότε ἔζησαν, γιὰ νὰ συγκριθοῦ­με μαζί τους, νὰ δοῦμε πόσο ὑπολειπόμεθα!

* * *

Ποῦ ἔζησαν οἱ 40 Μάρτυρες; Στὸν Πόντο τὸν ἀλησμόνητο· ἐκεῖ ποὺ κήρυξαν οἱ ἀ­­πόστολοι κ᾽ ἔγινε φωλιὰ τῶν ἀγγέλων, ποὺ γεννήθη­­­καν μεγάλοι πατέρες καὶ διδάσκαλοι, ποὺ ἔ­­ζησε ἀσκητικὰ ὁ Μέγας Βασί­λειος, ποὺ γέμι­σε ἀπὸ ἐκκλησιὲς καὶ μοναστήρια, λείψανα καὶ τάφους μαρτύρων. Ἐκεῖ ἦταν μία πόλις, ἡ Σεβάστεια, καὶ κοντά της μία ὡραία λίμνη. Ἐ­κεῖ ἔζησαν καὶ ἤθλησαν οἱ 40 Μάρτυρες.
Τὸ ἐπάγγελμά τους; Δὲν ἦταν κλη­ρι­κοὶ ἢ μοναχοί, ἔζησαν μέσα στὴν κοινωνία. Ἦταν στρα­τιῶτες τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρα­τορίας. Ἀλλὰ τὸ ἐ­πάγγελμα δὲν σὲ ἐμποδίζει νὰ γίνῃς ἅγιος. Ἡ ἁγιότης εἶνε οὐράνιο ἄνθος, ποὺ φυτρώνει σὲ ὅ­λες τὶς τάξεις. Οἱ στρατιῶτες αὐτοὶ ἦταν Χρι­στια­νοὶ μέσα σ᾽ ἕνα κόσμο εἰδωλολατρικό.
Οἱ σαράντα αὐτοὶ κατάγονταν ἀπὸ διάφορα μέρη, ἀλλὰ εἶχαν θαυμαστὴ σύμπνοια· ὅ,τι σκε­πτόταν ὁ ἕνας σκεπτόταν κι ὁ ἄλλος, ὅ,τι αἰ­σθα­νόταν ὁ ἕνας αἰσθανόταν κι ὁ ἄλλος, κι ὅ,τι ἤ­θελε ὁ ἕνας ἤ­θελε κι ὁ ἄλλος. Ταυτότης σκέψε­ως, αἰσθήμα­τος, βουλήσεως καὶ ἐνεργείας· τοὺς διέκρινε ἑνότης ψυχική. Μιὰ ψυχὴ σὲ σαράντα κορμιά, λέει ὁ Μέγας Βασί­λειος (βλ. Ἑ.Π. Migne 31,508B).
Μέσα στὸ εἰδωλολατρικὸ στράτευμα, οἱ 40 αὐτοὶ διακρίνονταν γιὰ τὴ σεμνότητα, τὴν τιμι­ότητα, τὴν παρρησία καὶ τὴν ἀνδρεία τους. Στὶς μά­χες ἀν­δραγαθοῦσαν κ᾽ οἱ ἀξιωματικοὶ τοὺς ἀ­γα­ποῦ­σαν. Ἔτσι πρέπει νά ᾽νε ὁ Χριστιανός· νὰ λάμ­πῃ, νὰ διακρίνεται, σὰν μαθητής, σπου­δαστής, φοιτητής, ἐπιστήμονας, δημόσιος ἄν­δρας. Ὁ Χριστι­ανὸς εἶνε «φῶς» (Ματθ. 5,14), καὶ οἱ 40 Μάρ­τυρες ἦταν φῶς μέσα στὸ ῾Ρωμαϊκὸ στράτευμα.
Πότε ἔζησαν; Σὲ χρόνια πολὺ ἄσχημα, ποὺ ἡ εἰδωλολατρία ἔδινε τὴν τελευταία μά­χη ἐναν­τίον τοῦ Χριστιανισμοῦ. Στὸ θρόνο ἦταν ὁ εἰ­δωλολάτρης Λικίνιος (308-323 μ.Χ.). Αὐτὸς ὑ­πέγραψε διαταγή, νὰ προσ­φέ­ρουν ὅλοι θυσία στὰ εἴδωλα. Οἱ Χριστιανοὶ δυσκολεύτηκαν τότε. Ἄλλοι ἄφησαν τὰ σπί­τια τους, ἔφυγαν στὰ βουνὰ καὶ κρύφτηκαν σὲ σπηλιὲς ἀπὸ φόβο μήπως δὲν ἀν­τέξουν στὸ μαρτύριο. Ἄλ­λοι ἀμφιταλαν­τεύον­ταν μεταξὺ δειλίας καὶ πίστεως. Μερικοὶ ὑπέκυψαν καὶ θυσί­ασαν. Μεταξὺ ἐκείνων ποὺ ἔ­μειναν ἀ­τρόμητοι ἦταν οἱ ἅγιοι 40 Μάρτυρες.
Ὁ ἡγεμόνας Ἀγρικόλαος τοὺς ἀνέκρινε· –Τί εἶσαι, τί πιστεύεις; Αὐτοὶ ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλ­λο, καὶ οἱ 40, ἀπήντησαν· –«Εἶμαι Χριστιανός». Σήμερα αὐτὸ δὲν στοιχίζει· τότε τὸ «Εἶμαι Χρι­στια­νὸς» σήμαινε ἐξορία, δήμευσι περιουσίας, μαρ­τύρια, θάνατο. «Ὦ μακάριες γλῶσσες», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος στὸ ἐγκώμιό του, «ποὺ εἴ­πα­­τε αὐτὸ τὸ λόγο! τὸν δέχτηκε ὁ ἀέρας καὶ ἁ­­γι­άστηκε, τὸν ἄκουσαν οἱ ἄγγελοι καὶ χει­ροκρό­τησαν, τὸν ἄκουσε κι ὁ διάβολος καὶ τραυ­ματίστηκε μαζὶ μὲ τοὺς δαίμονες, καὶ ὁ Κύριος τὸν κατέγραψε στοὺς οὐρανούς» (Ἑ.Π. Migne 31,512B). Ὅπως αὐτὸς ποὺ βλαστημάει μολύνει τὸν ἀέρα, ἔτσι αὐτὸς ποὺ ὁμολογεῖ τὸ Θεὸ ἁγιάζει τὸν ἀέρα.
Ὁ τύραννος στὴν ἀρχὴ προσπάθησε νὰ τοὺς ἑλκύσῃ μὲ κολακεῖες, νὰ τοὺς κερδί­σῃ μὲ ὑ­ποσχέσεις χρημάτων καὶ ἀξιωμάτων. Ἐ­κεῖνοι ἀ­πήντησαν· Μὴν κοπιάζεις· καὶ στρατηγοὺς νὰ μᾶς κάνῃς καὶ ἀξιώματα καὶ πλοῦτο κι ὅ,τι ἄλ­λο ὑλικὸ νὰ μᾶς δώσῃς, ἐμεῖς τὸ Χριστὸ δὲν τὸν ἀρνούμεθα· πεθαίνουμε Χριστιανοί! Ὅταν εἶδε ὅτι μὲ τίποτα δὲν δελεάζονται, τό­τε γύρι­­σε σὲ ἀπειλές· μὰ πάλι χωρὶς ἀποτέλεσμα.
Τέλος τοὺς ἐπέβαλε ἕνα μαρτύριο τρομερό. Ἦταν χειμώνας βαρύς, τὸ νερὸ κρυστάλλωνε· στὴ Σεβάστεια ἡ λίμνη εἶχε παγώσει καὶ περπα­τοῦσαν ἐπάνω της. Τὴ νύχτα ὁ τύραννος πῆρε τοὺς ἁγίους ἀ­θλη­τὰς καὶ τοὺς ἔρριξε γυμνοὺς πάνω στὴν παγωμένη λίμνη! Μπορεῖτε νὰ φαν­ταστῆτε τὸ μαρτύριό τους; Ζήσαμε κ᾽ ἐμεῖς κά­ποτε χειμῶνες βαρεῖς, ἀλλὰ ὅλοι, κι ὁ πιὸ φτω­χός, εἴ­χαμε λίγη φωτιά. Γιά σκεφτῆτε τὰ 40 αὐ­τὰ παλ­ληκάρια νά ᾽νε γυμνὰ πάνω στὸν πάγο…
Μόνο κάποιος ἀπὸ ᾽κείνους ποὺ τὸ ᾽40, τέτοια ἐπο­χή, ἦταν στρατι­ῶ­τες στὴν Ἀλ­βα­νία – Τρεμ­­πε­σίνα – Τεπελένι, κ᾽ ἔπαθαν κρυοπαγήματα, αὐ­τὸς μπορεῖ νὰ καταλάβῃ. Ἤμουν τότε στὸ Μεσο­­λόγγι ἱεροκήρυκας καὶ τοὺς κατέβαζαν ἐ­κεῖ μὲ λεωφορεῖα. Δὲν εἶνε ὑπερβολὴ νὰ σᾶς πῶ, ὅτι στὸ νεκροταφεῖο τοῦ Μεσολογγίου θά­ψαμε 400 πόδια, ποὺ τὰ ἔκοψαν οἱ γιατροὶ μὲ τὸ πριόνι! Μάλιστα. Ἡ νέα γενεὰ δὲν ξέρει ἀπ᾽ αὐτά. Παιδιά, βλέπετε γέρους μὲ ἄσπρα μαλλιά; μὴ ξεχνᾶτε ὅτι, ἂν ὑπάρχῃ πατρίδα ἐλεύθερη, τὸ ὀ­φείλουμε σ᾽ ἐκείνους τοὺς ἥρωες, ποὺ ἔδωσαν τότε τὰ μέλη τους καὶ τὴ ζωή τους γιὰ μᾶς· τέτοιων ἡρώων ἀπόγονοι νὰ εἶστε κ᾽ ἐσεῖς.
Ἐκεῖ λοιπόν, στὴν παγωμένη λίμνη, οἱ 40 Μάρτυρες ἔψαλλαν ὅλη τὴ νύχτα καὶ ἐν­ίσχυαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο λέγοντας· «Δριμὺς (=σκληρός) ὁ χειμών, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδει­σος» (Migne 31,517Α). Καὶ γιὰ νὰ γίνῃ τὸ μαρτύριό τους πιὸ σκληρό, τοὺς ἄναψαν φωτιὰ σὲ λουτρὸ στὴν ὄ­χθη τῆς λί­μνης, νὰ τοὺς δελεάσουν. Ὀδυνηρὸ τὸ μαρτύριο ἀπὸ ψῦξι. Τὸ σῶ­μα παγώνει, μελανιάζει· τὰ σαγόνια τρέμουν, τὰ δόν­τια χτυποῦν, τὸ αἷ­μα πήζει στὴν καρδιά· ὁ θάνατος εἶνε φρικτός.
Τὰ μεσάνυχτα ἕνας εἰδωλολάτρης ποὺ τοὺς φρουροῦσε –δὲν εἶνε ψέμα– εἶ­δε παράδοξο θέαμα· ἄγγελοι κατέβαιναν κρατώντας δῶρα, στεφάνια δό­ξης, πάνω στὴν παγωμένη λίμνη καὶ στεφά­νωναν τοὺς ἀθλητάς. Ἕναν ὅμως τὸν ἄφησαν ἀβράβευτο. Γιατί; τί συνέβη; Αὐτὸς τὴν τελευταία στιγμὴ δείλιασε, ἔφυγε ἀπ᾽ τὴ λίμνη, πῆγε πρὸς τὴ φωτιά, ἀλλὰ ἡ ἀπότομη ἀλλαγὴ θερμοκρασίας τὸν νέκρωσε· πέθανε ἀ­μέσως. Ὁ εἰδωλολάτρης, ὅταν εἶδε τὸ οὐράνιο αὐτὸ θέαμα, τρέχει καὶ λέει, Εἶμαι Χριστιανός! καὶ πῆρε αὐτὸς τὴ θέσι τοῦ λιποτάκτου.
Τὸ πρωὶ μισοπεθαμένους τοὺς ἔβαλαν σὲ κάρρα νὰ τοὺς ῥίξουν στὴ φωτιά. Ἕναν, ποὺ ἄ­ν­τεχε ἀκόμη, σκέφτηκαν νὰ τὸν κρατήσουν, μή­πως τὸν μεταπείσουν. Ἀλλὰ τότε ἦρθε ἡ μά­να του, τὸν σήκωσε καὶ τὸν ἔβαλε μόνη της πάνω στὸ κάρο, γιὰ νὰ μὴ χωριστῇ ἀπὸ τοὺς συναθλητάς του. Ὤ πῶς θαυμάζω τὴ γυναῖκα αὐ­τή! Τέτοιες ἦταν τότε οἱ Χριστιανὲς μανάδες.
Αὐτὸ ἦταν τὸ τέλος τῶν 40 Μαρτύρων.

* * *

Ἀπὸ ὅλα ὅσα ἀκούσαμε στὸν βίο τους, ἂς μᾶς διδάξῃ, ἀγαπητοί μου, ἡ ψυχικὴ ἑνότης, ἡ ὁμοψυχία τους. Ποῦ ὑπάρχει σήμερα;
Ὑπάρχει στὰ σπίτια; Ἄντρας καὶ γυναίκα, ἀπ᾽ τὴν ὥ­ρα ποὺ στεφανώθηκαν «εἰς σάρκα μίαν» (μυστ. Γάμ.), δὲν εἶνε πλέον δύο, εἶνε ἕ­να. Δεῖξτε μου ἕνα ἀν­τρόγυνο μὲ ὁ­μόνοια. Σπάνιο πρᾶγμα. Χθὲς διέθεσα ὧρες νὰ συμ­βιβάσω ἕνα ζευγά­ρι· δύσ­κολο, δυσκολώτατο. Παρ᾽ ὅλη τὴν προ­σπάθεια καὶ τὰ ἐπιχειρήματα, στάθηκε ἀδύνατο.
Ὑπάρχει ἑνότης στὸ ἔθνος; Σπανίως βρεθή­καμε ἑνωμένοι, ὅπως τὸ ᾽40. Τώρα ἔχουμε ἑνό­τητα; Ψέμα θὰ εἶνε ἂν ποῦμε ὅτι ἔχουμε ἑνότητα. Ἂς εὐχηθοῦμε στὸ Θεὸ νὰ μᾶς δώσῃ.
Ὑ­πάρχει ἑνότης στὸν κλῆρο; Δεῖξτε μου μιὰ ἐν­ορία ποὺ οἱ ἱερεῖς συνεργάζονται ὁμόψυχοι.
Ἐμεῖς οἱ ἐπίσκοποι εἴμαστε ὁμόψυχοι στὴν Ἱεραρχία; Ἂν εἴ­χαμε τὴν ἑνότητα τῶν 40 Μαρ­τύρων, πό­σα θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν! Προσ­ευχηθῆτε, νὰ εἶνε ἑνωμένη ἡ Ἱεραρχία μας.
Οἱ 40 Μάρτυρες μᾶς φωνάζουν· Ἕλληνες ἑνωθῆτε, Χριστιανοὶ ἑνωθῆτε, κληρικοὶ καὶ μοναχοὶ ἑνωθῆτε, ἂν θέλετε νὰ σωθῆτε.
Εἶμαι ἁ­μαρτωλός, ἀλλὰ προ­βλέπω ὅτι θὰ ἔρ­θουν χρόνια ποὺ θὰ εἰσέλθου­με σὲ περίοδο μαρτυρίου· θὰ μαρτυρήσουμε, ἀδελφοί μου, θὰ κληθοῦμε νὰ μιμηθοῦμε τοὺς 40 Μαρτύρες!
Τὸ πιστεύω, θὰ ἔρθῃ ὥρα ποὺ θὰ πᾶ­με πάλι στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὸν Πόντο, στὰ ἅγια μέρη, καὶ θὰ δοξάσουμε Πατέ­ρα Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα. Δὲν ἔσβησε ἡ φυλή μας. Θὰ ζήσῃ, θὰ νική­σῃ, θὰ θριαμβεύσῃ, ὑπὸ ἕνα ὅρον· νὰ ζήσου­με κ᾽ ἐμεῖς ἑνωμένοι, ὅπως οἱ 40 Μάρτυρες· καὶ τότε τιμὴ καὶ δόξα θὰ ἀνήκῃ στὸ μικρὸ εὐλογημένο τοῦτο ἔθνος· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος



Απολλώ Μοναχός 
Ιερά Μονή Δοχειαρίου 
63087 Δάφνη Αγίου Όρους 
τηλ.  6944567223 
http://www.qrz.com/db/SV2ASP
φαξ. 2377023271