25.8.18

Ποιος “απελευθέρωσε” τα δύο στελέχη του Ελληνικού Στρατού;


Από Σάββα Δ. Βλάσση
Τα γεγονότα είναι συγκεκριμένα. Κατά την επίσημη επίσκεψή του στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2017, ο πρόεδρος Ερντογάν έθεσε επισήμως θέμα αλλαγής του τρόπου αναδείξεως του θρησκευτικού ηγέτη των μουσουλμάνων της Θράκης και συγκεκριμένως, της εκλογής αντί διορισμού από το ελληνικό κράτος. Αμέσως μετά, ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου ζήτησε την έναρξη συζητήσεων με την μουσουλμανική μειονότητα για τον προσδιορισμό του εκλεκτορικού σώματος μουφτήδων.

Στις 1 Μαρτίου 2018 συλλαμβάνονται οι δύο Έλληνες στρατιωτικοί στον Έβρο. Όμως η διαδικασία αλλαγής του καθεστώτος των μουφτήδων, δεν έδειξε να επηρεάζεται.
Στις 2 Ιουλίου, ο υπουργός Παιδείας συναντά τον Μουφτή Ξάνθης και του ζητεί να διευκολύνει το θέμα των Μουφτείων με υποβολή της παραιτήσεώς του. Η απάντηση, όπως και του Μουφτή Κομοτηνής, ήταν αρνητική, με αποτέλεσμα να καταστεί αναγκαία πλέον η αλλαγή του Προεδρικού Διατάγματος προκειμένου η κυβέρνηση να μπορεί να τους απομακρύνει από την θέση τους στην οποία είχαν διοριστεί από την Ελληνική Πολιτεία.
Στις 13 Ιουλίου, σε συνάντηση Τσίπρα – Ερντογάν στο περιθώριο συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, συζητήθηκε το θέμα των Ελλήνων στρατιωτικών, το οποίο, όπως έγινε τις επόμενες ημέρες σαφές, συσχετίσθηκε ευθέως από τον Ερντογάν με το θέμα των 8 Τούρκων στρατιωτικών που έχουν ζητήσει άσυλο στην Ελλάδα. Από καιρό, είχε αποσαφηνισθεί στην Άγκυρα σε όλους τους τόνους και από όλους τους διαύλους επικοινωνίας, ότι η συγκεκριμένη αξίωση δεν μπορούσε σε καμμία περίπτωση να αποτελέσει αντικείμενο συζητήσεως από την Αθήνα. Όμως ο Τούρκος πρόεδρος, μιλώντας σε Τούρκους δημοσιογράφους μετά την σύνοδο του ΝΑΤΟ, αποκάλυψε ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός τον ενημέρωσε και για το άλλο μείζον θέμα που είχε θέσει προ 8 μηνών, αυτό της αλλαγής του συστήματος αναδείξεως των μουφτήδων. Ζήτημα, για το οποίο δεν είχε αναφερθεί καθόλου στις δηλώσεις του ο κ. Τσίπρας.
Στις 31 Ιουλίου κατατέθηκε στην Βουλή τροπολογία που ψηφίσθηκε και προβλέπει την υποχρεωτική συνταξιοδότηση των μουφτήδων με την συμπλήρωση του 67ου έτους της ηλικίας, οδηγώντας τους δύο νυν σε άμεση συνταξιοδότηση.
Τα παραπάνω, στοιχειοθετούν βασίμως το πλαίσιο επί του οποίου εξυφάνθη η επίλυση του ζητήματος των δύο φυλακισμένων στελεχών του Ελληνικού Στρατού. Στην συνάντηση της 13ης Ιουλίου, φαίνεται ότι οριστικοποιήθηκε η συμφωνία επί του πλαισίου “ανταλλαγής” μεταξύ των δύο πλευρών. Για πρακτικούς όσο και λόγους εντυπώσεων, η πρωτοβουλία κινήσεων αφέθηκε στην Αθήνα, με την τουρκική ανταπόδοση να έχει αφεθεί σε μεταγενέστερο, πλην όμως εύλογο χρόνο. Πιθανώς η εντόνως εμβληματική επιλογή της μεγάλης εορτής της Χριστιανοσύνης, που συνιστά η 15η Αυγούστου, να προτάθηκε από την ελληνική πλευρά.
Είναι σαφές ότι η Αθήνα αξιοποίησε το ζήτημα των μουφτήδων ως “αντάλλαγμα” για την απελευθέρωση των δύο στελεχών. Παρόλο όμως που το θέμα είχε γίνει αποδεκτό από την Αθήνα πριν την σύλληψη των δύο στελεχών, η ελληνική κυβέρνηση δεν διέκοψε την διαδικασία αλλαγής του καθεστώτος εκλογής μουφτήδων κι έτσι, σε επικοινωνιακό επίπεδο, παρουσιάζεται να ενεργεί υπό την τουρκική πίεση. Η Ελλάδα δηλαδή, εμφανίζεται να υποκύπτει στον τουρκικό εκβιασμό, αφού εάν ήθελε να δείξει ότι δεν προτίθεται να συμβιβασθεί με τις πειρατικές πρακτικές της τουρκικής διπλωματίας, αρκούσε να παγώσει την διαδικασία περί μουφτήδων και να την εκκινήσει μετά την υποχώρηση της Τουρκίας στο θέμα των δύο στρατιωτικών. 
Κατά τα άλλα, η πανηγυρική υποδοχή που επιφύλαξε το ΥΠΕΘΑ στα δύο στελέχη του Ελληνικού Στρατού, προδίδει την έλλειψη μέτρου και την πρόθεση επικοινωνιακής και πολιτικής εκμεταλλεύσεως από τον πλευρά του Π. Καμμένου. Του οποίου οι δηλώσεις για το θέμα μόλις μερικές ημέρες πριν, αφήνουν την υπόνοια ότι σκοπίμως τηρήθηκε “στο σκοτάδι” από τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Εξωτερικών, για ευνόητους λόγους.Σε επίπεδο επικοινωνίας πάντα, η Τουρκία εμφανίζεται με την ενέργεια αυτή να περιφρονεί τις πιέσεις του προέδρου Τραμπ. Η απελευθέρωση των Ελλήνων στην συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία, συνιστά επίδειξη ισχύος και αδιαλλαξίας έναντι των ΗΠΑ ενώ τονίζει την διαφορά με τον Αμερικανό πάστορα, ο οποίος κατηγορείται συγκεκριμένως ως υπονομευτής του Τούρκου προέδρου.
Τα περί παρεμβάσεως Τραμπ, αμερικανικού καταλόγου στον οποίο περιλήφθηκαν τα ονόματα των δύο Ελλήνων, εμπλοκής της Μέρκελ και άλλες φαντασίες που αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα, οι οποίες δήθεν επηρέασαν αποφασιστικώς, είναι απλές θεωρίες. Η μόνη δήλωση που πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν, είναι το σχόλιο του Νίκου Κοτζιά στο twitter, που επιβεβαιώνει τον ρόλο των υπηρεσιακών παραγόντων του Υπουργείου Εξωτερικών σε μια παρασκηνιακή διαπραγμάτευση, τυπική της αποστολής του Διπλωματικού Σώματος. Το κατά πόσον η ελληνική πλευρά έδωσε και άλλα ανταλλάγματα στην Τουρκία, είναι πάντως ένα ερώτημα που δεν μπορεί να μην απασχολεί, με βάση την “εύκαμπτη” εξωτερική πολιτική της “ελαφράς” κυβερνήσεως Τσίπρα – Καμμένου.
doureios.com