10.10.17

Τι θα ζητήσουν οι Αμερικανοί από τον Τσίπρα


Η επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο στις 17 Οκτωβρίου πραγματοποιείται σε μια χρονική στιγμή πλήρους αποσταθεροποίησης του άμεσου γειτονικού προς την Ελλάδα χώρου, δηλαδή της Eγγύς Aνατολής, της Βορείου Αφρικής και των δυτικών Βαλκανίων.

Σε αυτή την συγκυρία θα πρέπει να προστεθούν και τα εγγενή δομικά προβλήματα που ταλανίζουν την ελληνική οικονομία και τον ευρωπαϊκό νότο γενικότερα. Δηλαδή χρέος και συγκρατημένη οικονομική ανάπτυξη με μεγάλη ανεργία. 



Μετά την πρόσφατη ανακατάταξη σε στρατηγικό επίπεδο στην Εγγύς Ανατολή, με την πρωτοφανή για τα ιστορικά χρονικά συμμαχία της Ρωσίας (Χριστιανοί ορθόδοξοι) με το Ιράν (σιίτες) και την Τουρκία (σουνίτες) με στόχο την αντιμετώπιση του κουρδικού ζητήματος και του διαμελισμού του Ιράκ και της Συρίας, η θέση της Ελλάδας αναβαθμίζεται από μόνη της και αποτελεί εδώ και αρκετούς μήνες εκφρασμένη προτεραιότητα για την αμερικανική διπλωματία όπως τουλάχιστον ομολογούν διπλωμάτες των μεγάλων πρεσβειών στην ελληνική πρωτεύουσα.



Με αυτά τα δεδομένα η επίσκεψη Τσίπρα στην Ουάσιγκτον αποτελεί από μόνη της ένα σημαντικό γεγονός που υπερβαίνει τυπικές συναντήσεις και ανταλλαγές αβροφροσύνης μεταξύ πολιτικών προσωπικοτήτων όπως έχει συμβεί συχνά στο παρελθόν.

Έτσι σύμφωνα με παρατηρήσεις διπλωματικών κύκλων στην Αθήνα η ατζέντα που διαμορφώνεται για την συνάντηση Τράμπ – Τσίπρα, κυριαρχείται αναμφισβήτητα και κατά προτεραιότητα από τα θέματα αμυντικής συνεργασίας. Πρωταρχικό ρόλο σε αυτή την ατζέντα διαδραματίζει το νομικό καθεστώς καθώς και η υφιστάμενες υποδομές στη ναυτική βάση της Σούδας σε συνάρτηση βεβαίως και με την γειτονική ομώνυμη αεροπορική βάση. 

Οι Αμερικανοί επιθυμούν την αναβάθμιση της διμερούς συμφωνίας με πενταετή διάρκεια και όχι μονοετή, καθώς και τη ριζική αναβάθμιση των υποδομών στη ναυτική βάση του κόλπου της Σούδας. Η αναβάθμιση αυτή οφείλει να ικανοποιεί τις σύγχρονες ανάγκες του αμερικανικού ναυτικού που επιχειρεί και όπως φαίνεται θα επιτηρεί και στο μέλλον την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.



Πέραν τούτου, οι Αμερικανοί θα επιθυμούσαν να προσδιορίσουν τη δυνατότητα – υλοποίηση και άλλων αποκεντρωμένων στρατιωτικών διευκολύνσεων που είναι σε θέση πρακτικά και άμεσα να παρέχει η Ελλάδα. Οι διευκολύνσεις αυτές οφείλουν να ικανοποιήσουν τις άμεσες ανάγκες της αμερικανικής πολεμικής μηχανής σε δύο μέτωπα. Το ένα μέτωπο αφορά την Εγγύς Ανατολή και το άλλο την Εγγύς Βόρεια Αφρική.

Εκ των πραγμάτων λοιπόν στην ατζέντα προστίθενται δύο βασικοί παράμετροι. Οι σχέσεις της Αθήνας με το Ισραήλ και οι σχέσεις με την Αίγυπτο τον μεγάλο γίγαντα αλλά και ασταθή παράγοντα του αραβικού έθνους. Είναι προφανές πως η Ουάσιγκτον όχι μόνο καλοβλέπει αλλά και θα επιθυμούσε πολύ μεγαλύτερη ενίσχυση αυτού του άτυπου τριγώνου που σχηματίζεται μεταξύ Ισραήλ - Αιγύπτου – Ελλάδας , με περαιτέρω εξέλιξη των σχέσεων στον ενεργειακό, οικονομικό και αν ήταν δυνατόν και στον στρατιωτικό τομέα. Στο τρίγωνο αυτό ένα σημείο αδιαμφισβήτητης επαφής είναι η Κύπρος. 

Επειδή οι στρατιωτικές συμμαχίες χρειάζονται κι ένα ευρύτερο φάσμα συνεργειών προκειμένου να ευδοκιμήσουν , στην ατζέντα των συνομιλιών Τραμπ – Τσίπρα, βρίσκεται σε περίοπτη θέση το ενεργειακό ζήτημα. Δηλαδή η διοχέτευση φυσικού αερίου από το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Κύπρο προς τη δύση προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ρωσικό μονοπώλιο προμήθειας ενέργειας προς τις ευρωπαϊκές χώρες. Η διάνοιξη μιας τέτοιας ενεργειακής οδού προϋποθέτει αυτονόητα μια αμυντική διάταξη, μια οικονομική διάσταση αλλά και μια ευρύτερη στρατηγική σύγκλιση. Στο μυαλό της αμερικανικής διπλωματίας ,τα τρία αυτά στοιχεία συνιστούν τις προδιαγραφές για την θωράκιση της ανατολικής Μεσογείου ως αναπόσπαστο κομμάτι της δυτικής αμυντικής διάταξης.
Ένα άλλο ζήτημα που αναμένεται να εξεταστεί κατά τις προσεχείς ελληνοαμερικανικές επαφές είναι τα δυτικά ΒαλκάνιαΈνα άλλο ζήτημα που αναμένεται να εξεταστεί κατά τις προσεχείς ελληνοαμερικανικές επαφές είναι τα δυτικά Βαλκάνια τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο μιας δίνης που μόλις έχει αρχίσει να σχηματίζεται. Στα πλαίσια αυτά οι Αμερικανοί έχουν ήδη προβεί σε συγκεκριμένες επιλογές. Η πρώτη αφορά την αναβάθμιση του σερβικού παράγοντα ως προνομιακού συνομιλητή στη δυτική βαλκανική έτσι ώστε να μειωθεί η ρωσική επιρροή στο Βελιγράδι. Η δεύτερη επιλογή αφορά την υποβάθμιση του αλβανικού παράγοντα του οποίου οι σχέσεις με τον μουσουλμανικό κόσμο προκαλεί σοβαρά προβλήματα στην αμερικανική διπλωματία. Η ένταξη του Μαυροβουνίου στο ΝΑΤΟ άλλωστε υποβοηθά την υλοποίηση των παραπάνω επιλογών και θα μπορούσε να προσφέρει ένα φιλόξενο έδαφος εάν το απαγορεύσουν οι μελλοντικές ανάγκες. Σε αυτόν τον δυτικοβαλκανικό τομέα η Ελλάδα μπορεί να προσφέρει πολλά στα πλαίσια της δυτικής συμμαχίας. Όχι μόνο λόγω της στρατιωτικής της ισχύος αλλά κυρίως λόγο των κατά τομείς πολιτικών της επιλογών.

Ας μην ξεχνάμε ότι μια αναβάθμιση του βαλκανικού χώρου της Ελλάδας θα μπορούσε να αντισταθμίσει την τουρκική επιρροή σε διάφορες βαλκανικές χώρες όταν, υπό τις σημερινές συνθήκες, οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ επιδεινώνονται χωρίς σημάδια μιας ριζικής μελλοντικής βελτίωσης. Τέλος ο ρόλος της Ελλάδας στην δυνητική μείωση της επιρροής του ρωσικού παράγοντα στην περιοχή είναι μια προοπτική που γοητεύει τις ΗΠΑ. Και εδώ μπαίνουμε σε ένα άλλο κομμάτι της ατζέντας που σύμφωνα με πληροφορίες θα συζητηθεί στην Ουάσιγκτον και αφορά ακριβώς τους σχεδιασμούς της Ρωσίας για τη δυτική και νότιο βαλκανική.

zougla.gr