17.2.10

Η απερήμωση της Κύπρου



| 17/02/2010 | ΤΟΥ OΔΥΣΣΕΑ ΧΡ. ΑΓΓΕΛΙΔΗ

Πάει αρκετός καιρός να εκφράσω τις απόψεις μου για τα τεκταινόμενα στη Κύπρο γιατί έχω απογοητευτεί φοβερά με τα όσα διαδραματίστηκαν στο νησί μας, ιδιαίτερα κατά το Δεκέμβριο 2009, που για το «καλό κλίμα» και το χατίρι του Ταλάτ χάσαμε ακόμα μια μοναδική ευκαιρία να στριμώξουμε την Τουρκία με την πλάτη στον τοίχο. Ευτυχώς πάρα πολλοί φίλοι ασχολούνται με το εθνικό μας θέμα και θέτουν συνεχώς τα πράγματα στην ορθή τους βάση, απαντώντας στις πραγματικά ανιστόρητες δηλώσεις των Ακελικών και στις καταστροφικές ενέργειες του Προέδρου να κάνει ανεπίτρεπτες «γενναιόδωρες προσφορές» στον Ταλάτ, με τη φρούδα ελπίδα πως μαζί θα λύσουν το Kυπριακό, γιατί καραδοκεί ο Έρογλου τον Απρίλιο. Τώρα που το αγωνιστικό κόμμα της ΕΔΕΚ πήρε επιτέλους τη σωστή απόφαση να παύσει να είναι συνεργός στη μεγάλη κατολίσθηση, έχω αναθαρρήσει και γι’ αυτό κάθισα και πάλι μπροστά στον Η/Υ. Όμως δεν θα γράψω για το εθνικό μας θέμα, σ’ αυτό ελπίζω να επανέλθω σύντομα, αλλά για κάτι που επηρεάζει το τόπο μας και θα συνεχίσει να τον επηρεάζει με καταστροφικές συνέπειες για τις επόμενες γενιές, αν εμείς δεν πάρουμε αποτελεσματικά μέτρα το συντομότερο. Θα γράψω για το κλίμα της Κύπρου και όχι εκείνο των συνομιλιών, για να κάμω μερικές εισηγήσεις που πιστεύω πως, αν υιοθετηθούν, θα επηρεάσουν αποτελεσματικά τις κλιματολογικές συνθήκες στο νησί.
Έχω διαβάσει αρκετά άρθρα που γράφτηκαν στον Τύπο τελευταία για την απερήμωση του νησιού μας από ειδικούς και μη, ακόμα και από βουλευτές και αυτό καταδεικνύει πως υπάρχει πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον για το περιβάλλον και για τις συνθήκες μέσα στις οποίες οι επόμενες γενιές θα ζήσουν στο νησί μας. Το θέμα λοιπόν είναι σοβαρό και θα πρέπει να αντιμετωπισθεί σοβαρά. Προσωπικά δεν είμαι ειδήμων επί του θέματος, έχω όμως, πιστεύω, τον κοινό νουν και την πείρα δεκάδων ετών με συνεχείς παρατηρήσεις των κλιματολογικών δεδομένων του τόπου μας και της ανάπτυξης της χλωρίδας μας, για να κάμω μερικές παρατηρήσεις και εισηγήσεις για τη σοβαρή αντιμετώπισή του.
Κατ’ αρχάς πιστεύω, και ορθώς νομίζω, πως το κλίμα και η βροχόπτωση επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη χλωρίδα του τόπου. Όσο μεγαλύτερες εκτάσεις γης καλύπτονται με πράσινο, κυρίως με δένδρα, τόσο περισσότερη βροχή κατακρατείται στο έδαφος, απορροφάται μεγαλύτερη ποσότητα θερμότητας από τη θερμότητα που εκπέμπει ο ήλιος και δεν αντανακλάται στο περιβάλλον και βεβαίως υπάρχει λιγότερη διάβρωση του πολύτιμου επιφανειακού εδάφους. Όλοι μας βλέπουμε καθημερινά στην τηλεόραση τις καταστροφές που προκαλούνται από πλημμύρες και κατολισθήσεις, κυρίως σε περιοχές που έχουν αποψιλωθεί από τα δάση λόγω πυρκαγιών ή άλλων ανθρώπινων επεμβάσεων, τόσο στο εξωτερικό αλλά τελευταία και στον τόπο μας.
Αν τα πιο πάνω είναι ορθά, όπως πιστεύω πως είναι, τότε θα πρέπει να καταβληθεί μια υπερπροσπάθεια να πρασινίσουμε τη χώρα μας. Το Τμήμα Δασών κατά τα τελευταία 40-50 χρόνια έχει κάμει αυτή την προσπάθεια αλλά το όλο πρόβλημα σκοντάφτει στη νομοθεσία μας για την ιδιωτική περιουσία. Τεράστιες εκτάσεις ακαλλιέργητης γης αλλά και χαλίτικης δεν αναδασώνονται για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος γιατί το Δημόσιο δεν μπορεί να επέμβει στην ιδιωτική περιουσία και ο δεύτερος γιατί η αναδάσωση των εκτάσεων αυτών απαιτεί μεγάλες δαπάνες. Και τα δύο αυτά προβλήματα μπορούν να αντιμετωπισθούν όταν υπάρχει η θέληση και αν ληφθούν οι κατάλληλες αποφάσεις και μέτρα.
Όσον αφορά στις ιδιωτικές εκτάσεις θα μπορούσε η Βουλή να θεσπίσει ειδικές διατάξεις που να επιτρέπουν στο Δημόσιο να προβαίνει σε αναδασώσεις αυτών των εκτάσεων χωρίς οι ιδιώτες να χάνουν κανένα από τα δικαιώματά τους επί των περιουσιών τους και μάλιστα να καρπούνται των ωφελημάτων από τις αναδασώσεις αυτές, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση. Με αυτό τον τρόπο μεγάλες εκτάσεις στα ημιορεινά και στις πεδιάδες που δεν αξιοποιούνται, για οποιονδήποτε λόγο για μεγάλα χρονικά διαστήματα, θα μπορούν να αναδασωθούν.
Το θέμα της δαπάνης για την υλοποίηση των αναδασώσεων αυτών μπορεί και πάλι να αντιμετωπισθεί με την επιλογή των κατάλληλων δένδρων. Έχω προσέξει πόσο γρήγορα αναπτύσσονται οι ακακίες που φυτεύονται κατά μήκος των αυτοκινητόδρομων, δρόμων, και η εισήγησή μου συνίσταται στην επιλογή αυτού του δένδρου (εξαιρετικό παράδειγμα αποτελεί η περιοχή της Αγίας Νάπας με την ακακία να καλύπτει μεγάλες εκτάσεις και να παρουσιάζει ένα μαγευτικό τοπίο). Η γρήγορη ανάπτυξη του δένδρου αυτού αλλά και το γεγονός πως μπορεί να αναπαραχθεί απευθείας με σπόρο σε αντίθεση με τα άλλα δασικά δένδρα, όπως η πεύκη, για τα οποία η αναδάσωση γίνεται με δενδρύλλια, πιστεύω πως προσφέρεται για εύκολη και όχι δαπανηρή κάλυψη μεγάλων εκτάσεων. Τα θετικά αποτελέσματα αυτής της εισήγησής μου πιστεύω πως θα γίνουν εμφανή σε σύντομο χρονικό διάστημα και η κλιματολογική βελτίωση του τόπου μας θα αποδειχθεί σωτήρια για τις επόμενες γενιές.
Επειδή είναι δυνατόν να εκφρασθούν και απόψεις αντίθετες με την επιλογή της ακακίας, για διάφορους λόγους, δεν αποκλείω τη φύτευση και άλλων δασικών δένδρων ύστερα από 5-6 χρόνια αφού οι ακακίες δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για συγκράτηση του χώματος και της υγρασίας στις περιοχές αυτές. Τα άλλα δασικά δένδρα μπορούν να φυτεύονται στα ενδιάμεσα και σταδιακά, αφού αυτά μεγαλώσουν, οι ακακίες θα μπορούν να αποκοπούν ή να περιοριστούν, για να επιτρέψουν την ανάπτυξη των δασικών δένδρων.

Λάρνακας Λαπήθου
simerini/EFENPRESS