14.9.21

Ticonderoga και LCS στο Πολεμικό Ναυτικό… για όλα υπάρχουν πάντα “προϋποθέσεις”




 Διαθεσιμότητα καταδρομικών κλάσης Ticonderoga και LCS κλάσης Freedom από το 2022.  Ακατάλληλα για το Πολεμικό Ναυτικό τα πρώτα, εάν κληθεί να πληρώσει τα απαιτούμενα ποσά για την ένταξη σε υπηρεσία συντήρηση, κατάλληλα υπό προϋποθέσεις τα δεύτερα προς αντικατάσταση των παλαιών ΤΠΚ. Να υπογραμμιστεί επίσης εκ προοιμίου, ότι ΑΛΛΟ τα ανταλλάγματα στο πλαίσιο της MDCA, της νέας διμερούς αμυντικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ και ΑΛΛΟ το πρόγραμμα απόκτησης νέων φρεγατών. Χρόνο περί την δεκαετία θα “αγοράζαμε”, ενώ η διάθεση του προϋπολογισμύ για τις φρεγάτες ίσως πρέπει να επανεξεταστεί.

Στο ενδεχόμενο της απόκτησης καταδρομικών της κλάσης Ticonderoga από το Πολεμικό Ναυτικό, τα οποία θα αποσυρθούν εντός του επομένου διαστήματος, το DP έχει αναφερθεί επανειλημμένα, επαναλαμβάνοντας όσα είχε δημοσιοποιήσει το ίδιο το US Navy.

Συνοπτικά, ότι τα προς απόσυρση σκάφη της κλάσης αυτής, είναι ασύμφορο να διατηρηθούν σε υπηρεσία, λόγω των εκτεταμένων και πολύ μεγάλου κόστους αναβαθμίσεων που απαιτούν τα συστήματά τους, αλλά και λόγω του πολύ υψηλού κόστους υποστήριξης τους σε ετήσια βάση.

Τα ίδια ακριβώς δεδομένα, το υψηλό κόστος υποστήριξης δηλαδή, επικαλέστηκε επίσης σε επίσημες αναφορές του το Ναυτικό των ΗΠΑ για να αιτιολογήσει την απόφασή του να αποσύρει αρχικά τα πρώτα τέσσερα σκάφη LCS κλάσης Freedom και σε δεύτερο χρόνο να προτείνει την απόσυρση άλλων εφτά νεότερων.

Η Επιτροπή Ενόπλων Δυνάμεων (HASC- House of Armed Services Committee) του Κογκρέσου των ΗΠΑ, ζήτησε από το USN να της παραδώσει μελέτη μέχρι την 1η Μαρτίου του 2022, η οποία θα αναλύει τις δυνατότητες παραχώρησης, ή μεταπώλησης, ή μίσθωσης (αυτό βάζει μια νέα παράμετρο στην εξίσωση) σκαφών επιφανείας που θα αποσύρει, σε συμμαχικές δυνάμεις, μαζί με την έκταση και το κόστος των τροποποιήσεων που αυτά θα πρέπει να υποστούν.

Για τα σκάφη κλάσης Ticonderoga και με αυτά τα δεδομένα, η κοινή λογική απαγορεύει κυριολεκτικά κάθε περαιτέρω ανάλυση του ενδεχομένου απόκτησής τους από το Πολεμικό Ναυτικό. Ο λόγος είναι απλός: Το κόστος. Και έχει αναπτυχθεί διεξοδικά στο DP με την παράθεση στοιχείων που έχει δημοσιοποιήσει το ίδιο το US Navy.

Προς εξοικονόμηση χώρου και χρόνου παραθέτουμε απλά μία παράγραφο από το προγενέστερο αφιέρωμα στο οποίο παραπέμπουμε παραπάνω. Παράγραφο η οποία προέρχεται αυτούσια από το USNI News: “Σε συνέντευξή του στο USNI News ο αντιναύαρχος Bill Metz, από τη θέση του υποδιευθυντή διαχείρισης συστημάτων μάχης για ναυτικές επιχειρήσεις (OPNAV N9), αποκάλυψε ότι το κόστος εκσυγχρονισμού των έξι παλαιότερων σκαφών της κλάσης Ticonderoga, προκειμένου να παραταθεί η επιχειρησιακή τους ζωή για πέντε χρόνια, ανέρχεται σε… 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια”.

Κατά συνέπεια, εάν το κόστος αυτό πρέπει να το επωμιστεί το Πολεμικό Ναυτικό, είναι εκτός συζήτησης. Το τι μπορεί να σημαίνει «μίσθωση» (leasing) που εισέρχεται στην εξλισωση, σε συνδυασμό με τη νέα πενταετή ελληνοαμερικανική αμυντική συμφωνία (MDCA) μένει να αποδειχθεί στην πράξη. Τόσο απλά.

Να υπενθυμίσουμε ότι ο ίδιος αξιωματούχος στην ίδια συνέντευξη είχε δηλώσει το εξής: “Μας κοστίζει από 70 έως 100 εκατομμύρια δολάρια κατ’ έτος η υποστήριξη και εκμετάλλευση κάθε αντιτορπιλικού (Arleigh Burke) και καταδρομικού (Ticonderoga)”. Κάπου εδώ επομένως, εάν δεν αντιμετωπιστεί το ζήτημα του κόστους τελειώνει το ζήτημα Ticonderoga για το Πολεμικό Ναυτικό.

Εάν δεν υπάρξει δραστική αλλαγή των οικονομικών παραμέτρων της υπόθεσης, οποιαδήποτε απόπειρα να αιτιολογηθεί δεν είναι μόνο σπατάλη χρόνου. Αποτελεί πραγματικό κίνδυνο όχι μόνο για το αξιόμαχο του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά και για την εθνική ασφάλεια συνολικά, αφού θα “στραγγίξει” τον προϋπολογισμό του Κλάδου.

Η περίπτωση των LCS
Σε ό,τι αφορά τα σκάφη LCS της κλάσης Freedom, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εκτιμούμε, ότι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν επιχειρησιακά από το Πολεμικό Ναυτικό ως ΤΠΚ ή κορβέτες, με την προσθήκη δυνατότητας εξαπόλυσης φονικών βλημάτων και επίλυσης δίχως κόστος για την ελληνική πλευρά, του προβλήματος με το σύστημα πρόωσης.

Το US Navy αναφέρει ότι κατέληξε στην απόφαση απόσυρσης των τεσσάρων πρώτων LCS κλάσης Freedom, επειδή απαιτούνται κονδύλια συνολικού ύψους 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να αναβαθμιστούν στην ίδια διαμόρφωση με τα μεταγενέστερα σκάφη της ίδιας κλάσης.

Επομένως για την ελληνική πλευρά είναι λογικό εφόσον τελικά αποσυρθούν νεότερα LCS, να απευθυνθεί σε αυτά. Και πάλι βέβαια παραμένει κομβικό το ζήτημα του ποιος θα επιβαρυνθεί με το κόστος των τροποποιήσεων στο σύστημα συνδυασμένης μετάδοσης της κίνησης (combining gear) που πλέον βρίσκονται στη φάση των δοκιμών.

Εάν το Ναυτικό των ΗΠΑ αναλάβει να το επωμιστεί, ποντάροντας στην ενίσχυση των ναυτικών ικανοτήτων ενός πιστού συμμάχου σε μια κρίσιμη γεωστρατηγική περιφέρεια του πλανήτη, αξίζει η επένδυση από την ελληνική πλευρά κονδυλίων για την αναβάθμιση του οπλισμού τους. Την αντικατάσταση δηλαδή των πυραύλων AGM-114 Hellfire με αντιπλοϊκούς AGM-84 Harpoon ή (ακόμα καλύτερα) τους νέας γενιάς NSM.

Για την εγκατάσταση κάθετου οκταπλού εκτοξευτή Mk.41, ούτε λόγος να γίνεται… Γιατί το κόστος θα εκτοξευτεί… κατακόρυφα. Κατά συνέπεια, είτε τελικά διατεθούν προς πώληση ή μίσθωση (δεν αναφέρεται η λέξη “παραχώρηση”) τα πρώτα τέσσερα LCS, είτε ακόμη και τα μεταγενέστερης ναυπήγησης, αυτά κατά την άποψή μας πρέπει να είναι από κάθε άποψη απόλυτα ΑΞΙΟΠΛΟΑ και σε γενική κατάσταση που θα εξασφαλίζει την άμεση και χωρίς πρόσθετα κόστη επιχειρησιακή τους εκμετάλλευση.

Ειδικά η ενσωμάτωση των νέας γενιάς NSM είναι καθοριστικής σημασίας. Αυτό το κόστος αξίζει να το καλύψει ΕΠΕΝΔΥΟΝΤΑΣ η ελληνική πλευρά. Πέραν αυτών, τίποτα περισσότερο. Και να επαναλάβουμε: Άλλο τα ανταλλάγματα στο πλαίσιο της MDCA, που πρέπει επιτέλους να είναι αξιόλογα, άλλο το πρόγραμμα απόκτησης… των ναυαρχίδων του ελληνικού στόλου.

https://www.defence-point.gr/

-----------------------------

Επιμέλεια ανάρτησης: Μιχάλης Τσολάκης