29.9.18

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ


Κοντεύει δεκαετία πιά πού ἡ χώρα βιώνει αὐτήν τήν περιπέτεια πού τήν ὀνοµάσαµε κρίση, καί πού, ἐνῶ ἀρχικά τήν ἀποδώσαµε στήν κατάρρευση τῶν οἰκονοµικῶν ἐπιδόσεων τοῦ κράτους, διαπιστώσαµε πολύ σύντοµα ὅτι τά αἴτια τοῦ φαινοµένου δέν εἶναι µόνον οἰκονοµικά, ἀλλά µᾶλλον ἐντοπίζονται σέ ὅλες σχεδόν τίς πτυχές τοῦ κοινωνικοῦ µας βίου.

Καί πράγµατι, µέσα στά χρόνια πού κύλησαν, λίγο ὡς πολύ, ἐντοπίσαµε τί ἔφταιξε, γιατί φθάσαµε ὡς ἐδῶ, καί γιατί τό φαινόµενο αὐτό, πού ἐνῶ ἐτυµολογικά ἔχει χαρακτήρα προσωρινό, φαίνεται νά µήν περνᾶ, δηλωτικό πώς µᾶλλον ἡ κρίση εἶναι πλέον κατάσταση.
Δίχως ἄλλο, ἡ Ἑλληνική κοινωνία ζεῖ τήν σύγχρονη παρακµή της.
Ὅσο περνάγαµε καλά δέν βλέπαµε τήν καταιγίδα πού ἔφθανε. Φύσει ἀναβλητικοί οἱ Ἕλληνες, ἀποφεύγαµε νά δοῦµε τήν πραγµατικότητα κατά πρόσωπο, καί νά πού σήµερα παραδίδουµε τόν τόπο στίς ἑπόµενες γενιές, σκλαβωµένο ξανά, µέ δεσµά τόσο καλοδουλεµένα, πού δέν φαίνεται εὔκολο τό νά µπορεῖ νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό αὐτά. Βλέπετε, ὁ κατακτητής εἶναι καλά διαβασµένος αὐτή τή φορά καί ἐµεῖς δέν βλέπαµε τήν παγίδα πού στηνόταν σιγά-σιγά ὁλόγυρά µας. Εἴµαστε ἄλλωστε καί καταφερτζῆδες καί θεωρούσαµε ὅτι θά βρεθεῖ τρόπος νά τόν ξεγελάσουµε κι ἐτούτη τή φορά!
Αὐτή τή φορά ὅµως τά πράγµατα δέν εἶναι ἁπλᾶ. Κι ἄς ἑτοιµάζονται πανηγύρια ὅτι δῆθεν τά καταφέραµε. Ἄν θέλουµε τή ἀλήθεια, µόνο µέ θαῦµα θά σωθεῖ ὁ τόπος. Καί ξέρετε, τό θαῦµα δέν γίνεται ἀπό µόνο του, δέν γίνεται στήν τύχη. Πρέπει νά τό προκαλέσουµε ἐµεῖς, νά τό ζητήσουµε ἐπίµονα, µέ συντριβή ψυχῆς καί µέ πίστη.
Μπορεῖ νά φαντάζει ὑπεραισιόδοξο, ροµαντικό, ἀδύνατο, ἴσως καί τρελό. Ἀλλά γιά ἀναρωτηθεῖτε, βλέπετε ἄλλη λύση στό πρόβληµα; Μήπως δέν εἶναι ἡ ἱστορία τοῦ Ἑλληνισµοῦ γεµάτη ἀπό θαύµατα; Τό λέει καί ὁ µεγάλος ποιητής: «γιά νά γυρίσει ὁ ἥλιος, θέλει δουλειά πολλή ...». Ἔτσι γινόταν πάντοτε.
Τί πρέπει νά γίνει λοιπόν; Ὅ,τι ἐπιβάλλει ἡ λογική τῆς ἐθνικῆς ἐπιβίωσης.
Ἡ συνταγή δέν εἶναι µοναδική, σηµασία ἔχει νά γίνει καλά ὁ ἀσθενής.
Πρῶτα ἀπ’ ὅλα χρειαζόµαστε αὐτοµεµψία. Δέν χρειάζεται νά ψάξουµε τί ἔφταιξε. Δέν φταῖνε µόνον οἱ ἄλλοι. Δέν φταῖξαν µόνον οἱ πολιτικοί, οἱ παπάδες, οἱ παλαιότεροι, οἱ γονεῖς, οἱ νέοι, οἱ ξένοι, οἱ σκοτεινές δυνάµεις, οὔτε ἡ κακιά µας τύχη. Ἄν κοιτάξουµε στόν καθρέφτη θά µᾶς µιλήσει αὐτός. Φταίξαµε ὅλοι. Ἄν δέν τό καταλάβουµε αὐτό, ὁ κόπος θά εἶναι µάταιος. Ὅστις ἀναµάρτητος, τόν λίθον βαλλέτω.
Ἄν πραγµατικά θέλουµε νά σωθεῖ ὁ τόπος, χρειαζόµαστε ἕναν συγ­κλονισµό συνειδήσεων, χρειαζόµαστε ἀποφασιστικότητα καί δυναµισµό, χρειαζόµαστε φρόνηµα ὑψηλό. Γιά νά ξεπεραστεῖ ἡ κατάσταση στήν ὁποία ἔχουµε περιέλθει, ἀπαιτεῖται ἀφύπνιση καί ἀντίδραση ἄµεση. Τώρα εἶναι πού ὁ λαός πρέπει νά ξανακάνει ἀπίθανα πράγµατα, ὅπως ἔκανε πάντα στίς κρίσιµες στιγµές τῆς ἱστορίας του. Ἡ ἀπογοήτευση, ἡ µοιρολατρία καί ὁ πεσσιµισµός θά µᾶς κρατήσουν χρόνια σκλάβους. Ὁ αἰχµάλωτος ἔχει περισσότερες πιθανότητες νά ἀποδράσει κατά τίς πρῶτες ὧρες τῆς αἰχµαλωσίας του. Ὅσο ὁ χρόνος περνᾶ καί τή µοῖρα του ἀποδέχεται καί οἱ δεσµοφύλακες εἶναι περισσότερο προσεκτικοί.
Καί νά κοιτάξουµε δίπλα µας. Δέν εἴµαστε µόνοι στόν κόσµο αὐτό. Ὁλόγυρα δέν ὑπάρχουν ξένοι, εἶναι οἱ ἀδελφοί µας. Ἄς ἁπλώσουµε τό χέρι. «Ἀδελφός ὑπό ἀδελφοῦ βοηθούµενος ὡς πόλις ὀχυρά». Ἄς µήν βγάλουµε ἄλλες selfie (σέλφι), ἄς γυρίσει ἡ κάµερα τοῦ κινητοῦ µας τηλεφώνου καί ἀπό τήν ἄλλη πλευρά. Ὁ πόνος, ἡ ἀνάγκη, ἡ δυστυχία, ἀλλά καί ἡ ἀγάπη καί ἡ ἀνθρωπιά πού ὑπάρχει γύρω, θά µᾶς κάνουν καλύτερους. Πιστέψτε µε, ὑπάρχει πολλή ὀµορφιά στόν κόσµο, ἀρκεῖ νά θελήσουµε νά τή δοῦµε.
Κι ἀκόµη, νά ἐπιµείνουµε νά ζοῦµε τή ζωή µας µέ κανόνες. Οἱ πατέρες µας µέ πολύ ἀγώνα, µέσα ἀπό τά χαλάσµατα, µᾶς παρέδωσαν µιά κοινωνία πολιτισµένη, µέ γραπτούς καί ἄγραφους νόµους. Κάποιοι ἐπίµονα, ἐπιδιώκουν νά ἀλλάξουν, νά γκρεµίσουν ὅσα χτίστηκαν µέ κόπο, νά γυρίσουν τόν τόπο πίσω, θέλοντας νά µᾶς πείσουν ὅτι πρόοδος σηµαίνει ἀποξήλωση κάθε ἠθικοῦ φραγµοῦ. Ἐµεῖς, πιστοί στούς κανόνες τῆς ζωῆς, ἀντίθετοι σέ ὅ,τι ὑποβιβάζει τόν ἄνθρωπο σέ περιβάλλον ζούγκλας, νά προχωρήσουµε στή ζωή παραµερίζοντας κάθε τί ἀσυµβίβαστο µέ τήν παράδοση τοῦ ζεῖν ἑλληνοπρεπῶς.
Κατά προτεραιότητα, νά φροντίσουµε τά παιδιά µας σάν τά µάτια µας. Οἱ νέοι θά σηκώσουν τό βαρύ φορτίο, οἱ νέοι θά δώσουν τόν ἀγῶνα. Ψάχνονται τά παιδιά µας, τό ὑλικό εἶναι σπουδαῖο. Πρέπει νά πιστέψουν στόν προορισµό πού ἔχει ὁ τόπος, πρέπει νά συνεχίσουν νά κάνουν ὄνειρα. Ἡ παιδεία πού παρέχει τό κράτος δέν ἔχει πείσει ὅτι κινεῖται στόν ὀρθό δρόµο. Ἀγώνας παντοῦ, στό σπίτι, στή γειτονιά, στό σχολειό. Ὅλοι νά παλαίψουµε, ὁ γονιός, ὁ παππούς, ὁ δάσκαλος. Νά στερεώσουµε στίς ἁγνές ψυχές τους τά χαρακτηριστικά τῆς ἐθνικῆς µας φυσιογνωµίας. Νά τούς ἐµπνεύσουµε νά πιστέψουν στήν ἀλήθεια, στή δικαιοσύνη, στήν ἀξία τῆς ἐλευθερίας, στήν ὀµορφιά καί στήν τιµιότητα, στήν ἀξία τῆς θυσίας, στή χαρά τῆς δηµιουργίας, στή νοστιµιά τοῦ µόχθου, στήν ἀξιοπρέπεια. Κρυφό σχολειό ἄν χρειασθεῖ.
Καί τί ἄλλο χρειάζεται; Αὐτό πού διακήρρυτε σέ τρία κείµενά του, ἀπό τό 1992 ἀκόµη, ὁ σπουδαῖος Ἀντιεισαγγελέας τοῦ Ἀρείου Πάγου, Δηµήτρης Τσεβᾶς. Ὁ τόπος χρειάζεται µιά ἐπανάσταση ἤθους. Τό γνήσιο ἀνθρώπινο ἦθος, νά καταστεῖ πηδάλιο σταθερό ἀλλά καί µοναδικό θεµέλιο τῆς ζωῆς µας γιά νά στερεωθοῦν οἱ θεσµοί, ὁδηγοί τοῦ Ἑλληνικοῦ ἰδεώδους.
Καλά θά µοῦ πεῖτε. Ποῦ ζεῖς ἄνθρωπέ µου; Τά πιστεύεις αὐτά πού λές; Ζεῖς σέ ὄνειρο. Ὅλα αὐτά εἶναι οὐτοπία, δέν γίνονται.
Ἐντάξει! Μήν ξεχνᾶτε ὅτι µιλᾶµε γιά θαῦµα. Μήπως κι ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, κι ὁ Μελᾶς, κι ὁ Βενιζέλος, κι ὁ Μεταξᾶς δέν ἔλπιζαν στό θαῦµα; Νοµίζετε ὅτι τώρα εἶναι πιό εὔκολα;
Ἀλλά ἄς εἶναι. Νά τά ἀφήσουµε ὅλα αὐτά. Ἕνα µόνο νά κρατήσουµε. Νά ἀγαπήσουµε τήν Ἑλλάδα καί τούς Ἕλληνες καί κάθε τί Ἑλληνικό ἐξ’ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ’ ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ’ ὅλης τῆς διανοίας µας. Τά ἄλλα θά τά κάνει, ὅπως ἔκανε πάντα, ὁ Θεός!
Ὅσοι πιστοί προσέλθετε. Τό παραγγέλει καί ὁ ὁραµατιστής τῆς Ἑλληνικῆς Δηµοκρατίας Ἀλέξανδρος Παπαναστασίου στά 1922.  «Ὅσοι λοιπόν αἰσθάνονται ὅτι ἔχουν τήν ἠθικήν δύναµιν καί τόν νοῦν τόν ἀναγκαῖον διά νά ὁδηγήσουν τόν λαόν, ἄς ἐξέλθουν ἀπό τά χαρακώµατα. Ἄς ἐξέλθουν ἀπό τά χαρακώµατα τῆς ἐξυπηρετήσεως µικρῶν συµφερόντων, τῆς ἀδιαφορίας καί τῆς ἐλλείψεως θάρρους, ἄς ἐξέλθουν καί ἄς ὁδηγήσουν τόν λαόν εἰς τόν δρόµον τῆς ἠθικῆς ἐξυψώσεως, εἰς τόν δρόµον τῆς σωτηρίας του. Ἄς ὁδηγήσουν τόν λαόν εἰς τόν δρόµον αὐτόν τόν ἀνηφορικόν».
Τό περιεχόµενο τῆς κλεψύδρας ἐξαντλεῖται. Δέν ἔµεινε χρόνος. Ἴσως ἡ θυσία τῶν ἀθώων ψυχῶν πού µαρτύρησαν στή διάρκεια τῆς πρόσφατης συµφορᾶς πού ἔπληξε τήν πατρίδα, ἀποτελεῖ τήν τελευταία ἐλπίδα γιά νά ἀνανήψει ὁ Ἑλληνισµός. Ὁ Θεός δέν µπορεῖ νά ἐπέτρεψε τόσο µεγάλο κακό χωρίς λόγο. Ἴσως καί πάλι χρειάσθηκε νά θυσιασθοῦν ἀθῶοι «ὑπέρ τοῦ λαοῦ».
                                                              
Δηµήτριος Κοσκινιώτης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 192-193
Αὔγουστος-Σεπτέμβριος 2018