16.6.25

Ο Νέος Πόλεμος στη Μέση Ανατολή


Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να διατυπωθεί μια οριστική εκτίμηση σχετικά με την επιτυχία των αεροπορικών πληγμάτων του Ισραήλ. Η αξιολόγηση αυτή θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, αρχής γενομένης από την έκταση και τις συνέπειες των ζημιών, τον χρόνο που θα χρειαστεί το Ιράν για να αποκαταστήσει όσα έχασε, και το βάθος της αποδιοργάνωσης στην στρατιωτική και πυρηνική του ηγεσία.

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ – Στις επιδρομές του στο Ιράν, το Ισραήλ φέρεται να σκότωσε ανώτατους στρατιωτικούς ηγέτες καθώς και εξέχοντα στελέχη του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Επιπλέον, φαίνεται πως υποβάθμισε περαιτέρω την ιρανική αεράμυνα, έπληξε επιπρόσθετους στρατιωτικούς στόχους και κατέστρεψε τουλάχιστον μία –ίσως και περισσότερες– σχετιζόμενη με το πυρηνικό πρόγραμμα εγκατάσταση.

Παρά τον ισχυρισμό του Ισραήλ ότι έδρασε προληπτικά, τα πλήγματα συνιστούν κλασική προεμποδιακή (preventive) ενέργεια απέναντι σε μια αναδυόμενη απειλή, και όχι σε έναν άμεσο κίνδυνο. Η διαφορά έχει νομικές και διπλωματικές προεκτάσεις, καθώς τα προληπτικά χτυπήματα είναι κατά κανόνα πολύ πιο αμφιλεγόμενα και χαρακτηρίζονται «πόλεμοι επιλογής». Τα προεμπόδια (preemptive) πλήγματα θεωρούνται μορφή αυτοάμυνας και τείνουν να γίνονται αποδεκτά ως αναγκαία.

Αυτές, όμως, είναι μάλλον διακρίσεις χωρίς ουσιαστική διαφορά για το Ισραήλ, το οποίο έχει πραγματοποιήσει ανάλογες (αν και περιορισμένες) επιθέσεις εναντίον αναδυόμενων πυρηνικών προγραμμάτων στο Ιράκ και τη Συρία. Επιπλέον, η δράση κατά του Ιράν έχει ευρεία εσωτερική απήχηση: αποτελεί ένα από τα λίγα ζητήματα στα οποία συμφωνεί η πλειονότητα των Ισραηλινών –οι οποίοι είναι βαθιά διχασμένη ως προς τον πόλεμο στη Γάζα, τον ρόλο των δικαστηρίων στη δημοκρατία τους και την ισορροπία μεταξύ κοσμικού και θρησκευτικού κράτους.

Γιατί το Ισραήλ επέλεξε να πραγματοποιήσει την επιχείρηση αυτή τώρα δεν έχει ακόμη εξηγηθεί ικανοποιητικά. Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, «τους τελευταίους μήνες το Ιράν έκανε βήματα που δεν είχε κάνει ποτέ μέχρι τώρα, βήματα για την οπλοποίηση του εμπλουτισμένου ουρανίου του». Θα έχει, ωστόσο, σημασία να αποδειχθεί αν η ισραηλινή κυβέρνηση διέθετε νέα πληροφοριακά δεδομένα ή ανέπτυξε διαφορετική εκτίμηση για τις ιρανικές δυνατότητες και προθέσεις.

Γνωρίζουμε από τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) ότι το Ιράν παρήγαγε ενεργό ουράνιο υψηλού εμπλουτισμού και δεν ήταν διαφανές ως προς τις πυρηνικές του δραστηριότητες.

Τις τελευταίες εβδομάδες, όμως, Αμερικανοί αξιωματούχοι πληροφοριών επιβεβαίωσαν ότι, κατά την εκτίμησή τους, το Ιράν δεν έχει ακόμη αποφασίσει να κατασκευάσει πυρηνικό όπλο.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα, βασισμένα κυρίως σε δηλώσεις Ισραηλινών αξιωματούχων, οι Ηνωμένες Πολιτείες γνώριζαν εκ των προτέρων τη σχεδιαζόμενη επίθεση και δεν επιχείρησαν να την αποτρέψουν. Ενώ μένει να φανεί αν έδωσαν πράσινο αντί κίτρινου φωτός, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν άναψαν κόκκινο, όπως έχουν κάνει άλλες φορές στο παρελθόν.

Παρ’ όλα αυτά, Αμερικανοί αξιωματούχοι φρόντισαν να αποστασιοποιήσουν τις ΗΠΑ από τη δράση του Ισραήλ, δηλώνοντας ότι το Ισραήλ έδρασε μονομερώς και ξεκαθαρίζοντας ότι το Ιράν δεν πρέπει να επιτεθεί σε αμερικανικές δυνάμεις σε αντίποινα. Το κατά πόσον η Ουάσινγκτον είναι διατεθειμένη να βοηθήσει το Ισραήλ σε μελλοντικές στρατιωτικές ενέργειες κατά του Ιράν –ή να ενισχύσει την ικανότητά του να αμυνθεί έναντι ιρανικών αντιποίνων– παραμένει ασαφές. Οι προοπτικές επανεκκίνησης των πυρηνικών διαπραγματεύσεων ΗΠΑ-Ιράν, τις οποίες ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει προτείνει να συνεχιστούν, μοιάζουν απομακρυσμένες.

 Η αξιολόγηση θα εξαρτηθεί από μια σειρά παραγόντων, ξεκινώντας από την έκταση και τις συνέπειες των ζημιών. Παραμένει άγνωστο τι επιτεύχθηκε, πόσος χρόνος θα χρειαστεί στο Ιράν για να ανασυγκροτήσει όσα έχασε, και σε ποιον βαθμό έχει αποδιοργανωθεί η στρατιωτική και πυρηνική ηγεσία της χώρας. Ένα σχετικό ερώτημα είναι το κατά πόσο –και με ποιον τρόπο– η επίθεση θα επηρεάσει την ικανότητα του ιρανικού καθεστώτος να διατηρεί τον έλεγχο στο εσωτερικό της χώρας, κάτι που ενδέχεται να αποτέλεσε και έναν από τους στόχους του Ισραήλ.

Ένας δεύτερος σημαντικός παράγοντας αφορά την έκταση της μελλοντικής ιρανικής απάντησης. Η αρχική αντίδραση του Ιράν ήταν σχετικά συγκρατημένη: εκτοξεύθηκαν περίπου εκατό μη επανδρωμένα αεροσκάφη προς το Ισραήλ, έναντι των οποίων η ισραηλινή άμυνα είναι καλά προετοιμασμένη. Ωστόσο, στη συνέχεια το Ιράν προχώρησε σε αρκετά κύματα εκτόξευσης βαλλιστικών πυραύλων. Το προφανές ερώτημα είναι τι άλλο θα επιλέξει να κάνει η Τεχεράνη εναντίον του Ισραήλ ή ισραηλινών στόχων ανά τον κόσμο.

Δεν είναι όμως καθόλου σαφές ότι διαθέτει ένα ρεαλιστικό σύνολο επιλογών, ιδίως μετά τη φανέρωση των αδυναμιών της.

Μένει επίσης να φανεί αν το Ιράν θα στοχεύσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες απέσυραν μεγάλο μέρος του προσωπικού τους από την περιοχή εν όψει πιθανού αντιποίνου, ή κάποιο από τα αραβικά γειτονικά κράτη. Παρά τις προσπάθειες του Ιράν να βελτιώσει τις σχέσεις του με τα κράτη του Κόλπου, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ιρανικής απόπειρας παρεμβολής στη βιομηχανία ενέργειας της περιοχής. Μια τέτοια ενέργεια θα έθετε σε κίνδυνο τη θέση του Ιράν στον Κόλπο, αλλά θα αύξανε την τιμή του πετρελαίου (που έχει ήδη ανέβει μετά την ισραηλινή επίθεση), προκαλώντας κόστος στη Δύση και ίσως ενισχύοντας τα ιρανικά έσοδα σε μια περίοδο που η άρση των κυρώσεων –κεντρικό θέμα στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ– δεν φαίνεται να βρίσκεται κοντά.

Υπάρχει, επίσης, το ενδεχόμενο νέων ισραηλινών στρατιωτικών πληγμάτων κατά γνωστών ή ύποπτων πυρηνικών εγκαταστάσεων – ένα βήμα για το οποίο έχουν προειδοποιήσει τόσο ο Νετανιάχου όσο και ο Τραμπ. Κι αυτό θα απαιτούσε εκ νέου αποτίμηση του τι επιτεύχθηκε και ποιες θα ήταν οι πιθανές συνέπειες.

Το Ιράν, από την πλευρά του, θα πρέπει να αποφασίσει πώς να αποτρέψει μελλοντικές επιθέσεις όπως αυτή που μόλις υπέστη: αν θα εντείνει το πυρηνικό του πρόγραμμα, αν θα το ανασυστήσει σε εγκαταστάσεις πιο δύσκολες να καταστραφούν, και αν θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τον ΔΟΑΕ. Περαιτέρω πολυπλοκότητα προσδίδει και το ενδεχόμενο εμπλοκής τρίτων χωρών – όπως η Κίνα, η Ρωσία ή η Βόρεια Κορέα, οι οποίες έχουν εμπειρία στην ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Σε αυτή την περίπτωση, μένει να φανεί πώς θα αντιδράσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ.

Πριν αποφανθούμε κατά πόσον η στρατιωτική δράση ήταν η καλύτερη δυνατή πολιτική επιλογή, θα πρέπει επίσης να γίνει γνωστό τι θα μπορούσε να είχε διαπραγματευτεί και επαληθευτεί ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ιράν. Αυτό μπορεί να επηρεάσει και τις πολιτικές αντιδράσεις τόσο στο Ισραήλ όσο και στο Ιράν, ως προς το αν οι επιθέσεις θα μπορούσαν –και θα έπρεπε– να είχαν αποφευχθεί.

Προς το παρόν, υπάρχουν περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις για το τι ακριβώς συνέβη ή τι πρόκειται να ακολουθήσει. Το μόνο βέβαιο είναι ότι αυτό το νέο κεφάλαιο στη συγκρουσιακή ιστορία της Μέσης Ανατολής μόλις ξεκίνησε.

Richard Haass
Γράφει για το PS από το 2000

Ο Richard Haass, Ομότιμος Πρόεδρος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, ανώτερος σύμβουλος στο Centerview Partners και διακεκριμένος πανεπιστημιακός υπότροφος στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, διετέλεσε προηγουμένως Διευθυντής Σχεδιασμού Πολιτικής στο Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ (2001-03) και ήταν ειδικός απεσταλμένος του Προέδρου George W. Bush στη Βόρεια Ιρλανδία και Συντονιστής για το Μέλλον του Αφγανιστάν. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου The Bill of Obligations: The Ten Habits of Good Citizens (Penguin Press, 2023) και του εβδομαδιαίου ενημερωτικού δελτίου της Substack Home & Away.

Project Syndicate

https://www.anixneuseis.gr