9.9.19

Σχέδιο ανασύστασης μεσαίας τάξης: Για ποιους και πόσο μειώνονται οι φόροι - Πώς και πόσο θα μειωθούν οι εισφορές

Στο 1,2 δισεκατομμύριο ευρώ αποτιμάται το κόστος των φοροελαφρύνσεων του Κ.Μητσοτάκη στην ΔΕΘ, μέτρα δίνουν μεγάλη ανάσα στην μεσαία τάξη. Η πιο «θεαματική» εξαγγελία του Κ.Μητσοτάκη ήταν η μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή από το 22% που είναι σήμερα, στο 9%, για τα εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ.

Μείωση που θα ισχύσει από 1/1/2020, γεγονός που σημαίνει ότι μισθωτοί και συνταξιούχοι τουλάχιστον, θα δουν βελτιωμένα τα εισοδήματά τους ήδη από την αρχή του επόμενου χρόνου, με την μειωμένη παρακράτηση φόρου.
Η μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή, σε συνδυασμό με την διατήρηση του αφορολόγητου, η μείωση του φόρου των επιχειρήσεων και του φόρου στα μερίσματα, τα μέτρα τόνωσης της οικοδομής με την αναστολή του ΦΠΑ και η δέσμευση καταβολής και τα επόμενα χρόνια της λεγόμενης «13ης σύνταξης», συνιστούν ένα γενναίο πακέτο, για τα δεδομένα τουλάχιστον της μεταμνημονιακής μεν, αλλά πάντα σε καθεστώς αυξημένης επιτήρησης Ελλάδας, ενώ όπως είπε ο πρωθυπουργός: «Από το 2021 θα υπάρξει δημοσιονομικός χώρος για την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους επιτηδεύματος».
Αμεσα ωφελημένοι από την εφαρμογή του 9% για εισοδήματα ως 10.000 ευρώ, θα είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι, καθώς από την Πρωτοχρονιά αλλάζει η παρακράτηση φόρου. Με δεδομένο ότι το σύστημα του έμμεσου αφορολογήτου δεν αλλάζει- σύμφωνα με πληροφορίες διατηρείται το σύστημα της έκπτωσης φόρου, η οποία ως τις 10.000 ευρώ διαμορφώνεται στα 777 ευρώ κι από τις 10.000 ευρώ και πάνω παραμένει στα ισχύοντα επίπεδα- υπολογίζεται ότι το άμεσο όφελος είναι 177 ευρώ.
Σε δεύτερο χρόνο, όφελος θα δουν ελεύθεροι επαγγελματίες- αγρότες, καθώς στην εκκαθάριση των εισοδημάτων του 2020, που θα γίνει το 2021, θα δουν ελάφρυνση ως 1.300 ευρώ! Αυτό είναι, πάντως, το πιο “επικίνδυνο” σημείο της παρέμβασης ήτοι η τεχνητή συμπίεση των εισοδημάτων κάτω από αυτά τα όρια- κοινώς η φοροδιαφυγή- και δεν είναι τυχαίο ότι ο Κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε πολύ αυστηρούς ελέγχους, βάζοντας έτσι ένα πολύ δύσκολο στοίχημα στην ΑΑΔΕ.
Για ποιους και πόσο μειώνονται οι φόροι με τις ελαφρύνσεις που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ
Από το φορολογικό έτος στο οποίο θα εφαρμοσθούν πλήρως οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες, οι φόροι εισοδήματος για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ' επάγγελμα αγρότες θα μειωθούν σε απόλυτα μεγέθη περισσότερο για όσους δηλώνουν ετησίως εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ και λιγότερο για όσους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα από 8.636 έως 20.000 ευρώ.
Αυτό θα συμβεί επειδή με το ισχύον σήμερα σύστημα οι έχοντες ετήσια εισοδήματα άνω των 20.000 ευρώ δικαιούνται ουσιαστικά βασικό αφορολόγητο όριο μικρότερο των 8.636-9.545 ευρώ, δεδομένου ότι η έκπτωση φόρου των 1.900-2.100 ευρώ που το διαμορφώνει βαίνει μειούμενη  πάνω από το επίπεδο των 20.000 ευρώ, ενώ με το νέο σύστημα θα ισχύει για όλα τα επίπεδα εισοδήματος το ίδιο αφορολόγητο (το βασικό των 8.636 ευρώ για τους μη έχοντες εξαρτώμενα τέκνα και το προσαυξημένο κατά 1.000 ευρώ ανά εξαρτώμενο τέκνο για όσους έχουν εξαρτώμενα τέκνα).
Aπό τη στιγμή που θα ισχύσουν οι αλλαγές, όσοι μισθωτοί, συνταξιούχοι και κατ' επάγγελμα αγρότες δεν βαρύνονται με τέκνα θα ωφεληθούν με μειώσεις στα ετήσια ποσά φόρου που αναλογούν στα εισοδήματά τους:
- έως 177,24 ευρώ για τους δηλούντες ετήσια εισοδήματα πάνω από 8.636 και μέχρι 20.000 ευρώ.
- από 177,24 έως 277,24 ευρώ για τους δηλούντες ετήσια εισοδήματα πάνω από 20.000 και έως 30.000 ευρώ.
- από 277,24 έως 377,24 ευρώ για τους δηλούντες ετήσια εισοδήματα πάνω από 30.000 ευρώ και έως 40.000 ευρώ.
- από 377,24 έως 1.977,24 ευρώ για τους δηλούντες ετήσια εισοδήματα πάνω από 40.000 ευρώ και μέχρι 200.000 ευρώ.
Όσον αφορά τους αυτοαπασχολούμενους, οι ετήσιες μειώσεις φόρου εισοδήματος που θα προκαλέσει η μείωση του ελάχιστου φορολογικού συντελεστή από το 22% στο 9% θα κυμανθούν από 390 έως 1.300 ευρώ, για όσους δηλώνουν ετήσια καθαρά κέρδη έως 10.000 ευρώ, (συμπεριλαμβανομένων και αυτών οι οποίοι δηλώνουν ζημιές αλλά λόγω εφαρμογής των τεκμηρίων διαβίωσης υποχρεούνται να εμφανίζουν κατ' ελάχιστον 3.000 ευρώ ετήσιο καθαρό τεκμαρτό κέρδος). Σε ποσοστό η μείωση της ετήσιας φορολογικής επιβάρυνσης θα διαμορφωθεί στο 59,09% σταθερά για όλους όσους δηλώνουν ετήσιο καθαρό εισόδημα (κέρδος) έως 10.000 ευρώ. Για κάθε έναν από τους αυτοαπασχολούμενους που δηλώνουν ετήσια εισοδήματα άνω των 10.000 ευρώ, η μείωση της ετήσιας φορολογικής επιβάρυνσης θα είναι 1.300 ευρώ.
Πώς και πόσο θα μειωθούν οι εισφορές - Ποιους αφορά η ελάφρυνση
Tους μισθωτούς πλήρους απασχόλησης και μόνο θα αφορά τελικά η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες που βάζει σε τροχιά από το 2020 η κυβέρνηση. Ο στόχος είναι προφανής και διπλός: το μέτρο να λειτουργήσει ως ισχυρό «πριμ» για την πλήρη απασχόληση και κίνητρο για την ανακοπή της επέλασης των ευέλικτων μορφών εργασίας, όπως επίσης και ως αναπτυξιακό εργαλείο για τις επιχειρήσεις.
Η σταδιακή υλοποίηση του μέτρου – το οποίο επεξεργάστηκε σε όλες του τις λεπτομέρειες η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και το εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ – ξεκινά το δεύτερο 6μηνο του 2020 και ολοκληρώνεται σε 4 στάδια το 2023.
Αφορά περίπου 1,5 εκατομμύριο μισθωτούς, εργαζόμενους με πλήρη απασχόληση. Η ελάφρυνση δεν θα προέλθει από μειώσεις στον σκληρό πυρήνα των εισφορών που αφορούν την κύρια σύνταξη υπέρ ΕΦΚΑ (20%) αλλά από τις συνεισπραττόμενες εισφορές. Πρόκειται για εισφορές που αφορούν άλλες παροχές, όπως π.χ. παροχές ανεργίας (5,61%), εργατικής κατοικίας (1%), εργατικής εστίας (0,35%), υγείας (7,1%) και επικουρικής ασφάλισης (6,5%).
Αρκεί να αναφερθεί πως το βασικό πακέτο κάλυψης για τους εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας είναι σήμερα στο 40,56% του μεικτού μισθού. Με την απομείωση των 5 μονάδων που σχεδιάζει το υπουργείο Εργασίας, το βασικό πακέτο κάλυψης θα κυμαίνεται πλέον στο 35,56%, δηλαδή θα υπάρξει ελάφρυνση 12,32% στο μη μισθολογικό κόστος. 
Ο προγραμματισμός προβλέπει προοδευτικά αυξανόμενη μείωση του μη μισθολογικού κόστους ως εξής :
  1. Μείωση ασφαλιστικών εισφορών μιας ποσοστιαίας μονάδας συνολικά από 1η Ιουλίου 2020 έως 31/12/2020. Η μια ποσοστιαία μονάδα θα προκύψει σωρευτικά από μικρότερες απομειώσεις στις επιμέρους συνεισπραττόμενες εισφορές. Το κόστος του μέτρου υπολογίζεται στα 200 εκ. ευρώ.
  2. Σημαντικότερη μείωση από το 2021 η οποία θα υπερβαίνει συνολικά την μια ποσοστιαία μονάδα επιπλέον της μείωσης του 2020, για παράδειγμα της τάξης των 1,3 ποσοστιαίων μονάδων.
  3. Το 2022 και το 2023 συνεχίζεται η ελάφρυνση με μείωση πάνω από μια ποσοστιαία μονάδα κάθε χρόνο, ώστε σωρευτικά στο τέλος του 2023 να έχουν αφαιρεθεί 5 ποσοστιαίες μονάδες από το μη μισθολογικό κόστος.
Το σχέδιο για σύνδεση του αναπτυξιακού μέτρου της μείωσης των εισφορών με την πριμοδότηση της πλήρους απασχόλησης είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, ένα μέτρο που επεξεργάζεται εδώ και καιρό ο υπουργός Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης με το επιτελείο των τεχνοκρατών του. Ορισμένοι λένε από την περίοδο ακόμη που ήταν βουλευτής της αντιπολίτευσης…
Ταυτόχρονα η μερική απασχόληση καθίσταται ακριβότερη, καθώς θεσπίζεται με τον αναπτυξιακό νόμο που έρχεται αυτή την εβδομάδα προσαύξηση στην αμοιβή των μερικώς απασχολούμενων κατά 10% για κάθε επιπλέον ώρα απασχόλησης πέραν των συμφωνημένων και μετά τις 4 ώρες. Δηλαδή αν κάποιος έχει συμφωνήσει να εργάζεται για 4 ώρες και του ζητηθεί να εργαστεί για 5 ή για 6 ή για 7 τότε γι αυτές τις έξτρα ώρες θα πρέπει να αμειφθεί με προσαύξηση 10% για κάθε επιπλέον ώρα.
Στην ουσία θεσμοθετείται «υπερεργασία» και στις ευέλικτες μορφές εργασίας, με προσαύξηση του κόστους για τον εργοδότη ως αντικίνητρο και αντίστοιχη αύξηση των αποδοχών για τον εργαζόμενο. Με το σημερινό καθεστώς δεν τίθεται θέμα υπερεργασίας και άρα πρόσθετης αμοιβής εφόσον η παροχή εργασίας δεν υπερβαίνει εβδομαδιαίως τις 40 ώρες εργασίας.
Με τον διπλό αυτό τρόπο επιδιώκεται κυκλωτική κίνηση στην μερική απασχόληση και την υποδηλωμένη εργασία.
Στην Συνέντευξη Τύπου στην Θεσσαλονίκη, ο πρωθυπουργός δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο για μείωση των εισφορών και στους ελεύθερους επαγγελματίες. «Το συζητάμε», όπως είπε. Στο τραπέζι φέρονται να έχουν πέσει τρία βασικά σενάρια:
  1. θεσμοθέτηση ενός χαμηλότερου ανώτατου ορίου ασφαλιστέου εισοδήματος (σήμερα είναι το 10πλάσιο του κατώτατου μισθού δηλαδή 6.500 ευρώ εισόδημα το μήνα).
  2. υπολογισμό των εισφορών της επόμενης χρονιάς χωρίς τις εισφορές της προηγούμενης χρονιάς και αφού πρώτα εφαρμοστεί έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών από το εισόδημα της προηγούμενης
  3. πλήρης αποσύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών των μη μισθωτών από τη φορολογική βάση.