7.4.21

Η Επανάσταση του 1821 στις ξένες εφημερίδες της εποχής



Μπορεί οι εφημερίδες να μην ήταν τόσο διαδεδομένες, ούτε και τα μέσα επικοινωνίας να επέτρεπαν τη γρήγορη μετάδοση των εξωτερικών ειδήσεων, ωστόσο η Ελληνική Επανάσταση του 1821 απασχόλησε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις εφημερίδες της εποχής. Ας ρίξουμε μια ματιά σε ορισμένα ρεπορτάζ εφημερίδων από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αυστραλία. Πότε μεταδόθηκε για πρώτη φορά στην Αμερική η είδηση ότι εξερράγη επανάσταση; Πόσοι.. μήνες πέρασαν για να φτάσει η είδηση στην Αυστραλία; Επίσης, φιλελληνικά δημοσιεύματα, αλλά και… συνεντεύξεις με ηγετικές προσωπικότητες της Επανάστασης, όπως ο Κωνσταντίνος Μπότσαρης, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ο Κωνσταντίνος Κανάρης – όλα στο σπάνιο αφιέρωμα που ακολουθεί.

Στις 27 Ιουνίου 1821 η αμερικανική εφημερίδα Geneva Palladium (Νέα Υόρκη) μετέφερε το ρεπορτάζ της εφημερίδας American Statesman και ενημέρωνε το αναγνωστικό της κοινό για τις «τελευταίες εξελίξεις» από την Ευρώπη αναφέροντας κάποιες πρώτες, γενικές πληροφορίες, ότι κάτι συνέβαινε στην «αρχαία Πελοπόννησο».

«Από τις πληροφορίες που ήρθαν με αυτήν την άφιξη, οι με διαφορά πιο ενδιαφέρουσες σχετίζονται με τις εξεγέρσεις σε διαφορετικά σημεία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Φαίνεται ότι ο Πρίγκιπας Υψηλάντης, ο Thesdore (σ.σ. εννοείται ο Θεόδωρος Βλαντιμιρέσκου) και άλλοι στασιαστές ενεργούν με σχέδιο και καθημερινά αυξάνουν σε δημοτικότητα και δύναμη – ο πρώτος λέγεται ότι ήδη είναι επικεφαλής 20.000 ανδρών, και έχει κάνει μια κίνηση προκειμένου να καταλάβει τα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας κι επομένως να κερδίσει μια επικοινωνία με τους Έλληνες των Ρωσικών επαρχιών, που συνορεύουν στη θάλασσα. Λέγεται ότι οι Έλληνες έχουν ξεκινήσει τις κινήσεις τους στη Βουλγαρία. Το νησί της Κάντια (πολύ γνωστό στους αρχαίους με το όνομα Κρήτη – είναι ένα μεγάλο νησί στη Μεσόγειο, 150 μίλια σε μήκος, από 15 μέχρι 30 πλάτος, και περιέχει 240.000 ψυχές) έχει υψώσει τη σημαία της ανεξαρτησίας και κατατρόπωσαν τα τουρκικά στρατεύματα εναντίον της. Αναγγέλλεται επίσης ότι μια εξέγερση έχει ξεσπάσει στο Μοριά (η αρχαία Πελοπόννησος) και ότι πολλοί Τούρκοι σφαγιάστηκαν. Σε όλα αυτά, μπορεί να διακριθεί ο δάχτυλος του περίτεχνου Αλεξάνδρου. Έχει οργανώσει τα σχέδια του τόσο έξυπνα, ώστε καμία δύναμη δεν μπορεί τώρα να εμποδίσει την εκπλήρωση των φιλόδοξων σχεδίων του.

Η Αυστρία, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, έχει επαρκή κατοχή για όλες της τις δυνάμεις και ο ενάρετος, φιλειρηνικός Αλέξανδρος δεν έχει τίποτα να κάνει, παρά να παρακολουθεί την πρόοδο των στασιαστών, που μόνος του προκάλεσε, και όταν βρει όλα τα μέρη αρκετά εξασθενημένα από τις προσπάθειες τους, να επιτεθεί στη λεία του και να διασφαλίσει τη γαλήνη της Τουρκίας«.                


Χαρακτηριστικό του πόσο αργές ήταν οι επικοινωνίες την εποχή εκείνη, να επισημάνουμε ότι η αυστραλιανή εφημερίδα «The Sydney Gazette and New South Wales Advertiser» δημοσίευσε την είδηση για τον αποκεφαλισμό του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου Ε΄ στις 17 Νοεμβρίου 1821, δηλαδή με περίπου επτά μήνες καθυστέρηση. Μάλιστα, ενώ δεν υπάρχει καμία σύνδεση των γεγονότων αυτών με την επανάσταση στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, ίσως γιατί δεν είχε ακόμη γίνει συνειδητό ότι κάτι σοβαρό λάμβανε χώρα στην άκρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Αναφορικά με τον αποκεφαλισμό του Πατριάρχη, η εφημερίδα του Σίδνεϊ έγραφε τα εξής:

«Οι εφημερίδες του Παρισιού της 27ης (Απριλίου) παρέχουν τις πιο θλιβερές λεπτομέρειες από την Κωνσταντινούπολη, εκ των οποίων οι κάτωθι είναι ένα δείγμα: Ο Πρίγκιπας Κωνσταντίνος Μορούσι (σ.σ. Μουρούζης), που πρόσφατα διορίστηκε Διερμηνέας στην Πύλη, αποκεφαλίστηκε, αρκετοί Έλληνες έμποροι είχαν την ίδια μοίρα, και άλλοι κρεμάστηκαν και αιωρούνταν από τις πόρτες και τα παράθυρα των σπιτιών τους στο Βόσπορο. Ο νέος Βεζίρης Μποντερίτ και ο Αλή Πασάς έφτασαν στις 21 του τρέχοντος (σ.σ. με το γρηγοριανό ημερολόγιο), και την επόμενη μέρα ο σεβάσμιος Έλληνας Πατριάρχης συνελήφθη με διαταγή του Μεγάλου Άρχοντα, ενώ κατευθυνόταν προς τον καθεδρικό ναό για να τελέσει θεία λειτουργία και στις πέντε το απόγευμα εκτελέστηκε στην αγχόνη μπροστά από την πόρτα της Ελληνικής Εκκλησίας. Έξι Επίσκοποι που είχαν μαζευτεί στην Εκκλησία για να βοηθήσουν στις ιεροτελεστίες της ημέρας, υπέφεραν με τον ίδιο τρόπο. Και αρκετοί Χριστιανοί οδηγήθηκαν στα σίδερα και φυλακίστηκαν. Εκατοντάδες έπεσαν θύματα της οργής του πληθυσμού«.

Στις 15 Δεκεμβρίου 1821, η ίδια εφημερίδα (The Sydney Gazette) μετέδιδε πληροφορίες… έξι μηνών παλιές, σχετικά με τις διώξεις των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, όπου όμως τώρα γινόταν σύνδεση με τα γεγονότα του Μοριά.

«Γράμματα από την Οδησσό από τις 14 Ιουνίου, σύμφωνα με τις αναφορές ανθρώπων που φτάνουν εκεί από την Κωνσταντινούπολη, σημειώνουν ότι η Πύλη υιοθέτησε μέτρα εξαιρετικής αυστηρότητας εναντίον εκείνων των εμπόρων που κρατούσαν επικοινωνία με με τους Ελληνικούς εμπορικούς οίκους του Μοριά. 400 με 500 από αυτά τα άτομα λέγεται ότι έχουν συλληφθεί και τοποθετήθηκαν στην πλώρη καραβιών που ετοιμάστηκαν για το σκοπό, τα οποία βυθίστηκαν στη θάλασσα. Θα πρέπει να προστεθεί, ωστόσο, ότι αυτή η φρικτή πράξη δεν επιβεβαιώνεται από τα Τουρκικά γράμματα που λαμβάνονται από τη Βιέννη κι επομένως υπάρχει ελπίδα ότι μπορεί να αποδειχτεί ανακριβής. Εν τω μεταξύ, οι επόμενες πληροφορίες από την Κωνσταντινούπολη αναμένονται με την πιο οδυνηρή ανυπομονησία. Στα γράμματα από το Μοριά αναφέρεται ότι οι Τούρκοι πορεύονται με στρατεύματα προς τα εκεί, διά μέσου της Κορίνθου, η οποία πρόσφατα έπεσε στην κατοχή τους. Όμως δεν έχουν δοθεί λεπτομέρειες πραγματικών επιχειρήσεων«.

Μάλιστα, στο ίδιο φύλλο δίνεται η περιγραφή και από μια μάχη στη Μολδοβλαχία.
«Στο Γκαλάτζ, 600 Έλληνες πολέμησαν με 9.000 Τούρκους, εκ των οποίων οι 3.000 ήταν ιππικό, για σχεδόν μια μέρα. Ο αριθμός των μαχομένων και από τις δυο πλευρές μειώθηκε στο μισό. Στο τέλος, οι μεγαλύτεροι αριθμοί των Τούρκων επικράτησαν. Οι εναπομείναντες Έλληνες, 300 στον αριθμό, υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν. Όλοι τραυματίστηκαν. Όταν δεν υπήρχε πλέον κίνδυνος από αυτήν τη μικρή, γενναία ομάδα, οι Τούρκοι έσφαξαν χωρίς έλεος όλους τους Χριστιανούς της πόλης, γυναίκες και παιδιά«.


Τα φιλελληνικά αισθήματα αναπτύχθηκαν πολύ νωρίς, όπως διαβάζουμε σε σειρά δημοσιευμάτων της αμερικανικής εφημερίδας Geneva Palladium. Στις 9 Οκτωβρίου 1822 αναπαράγεται ανοιχτή επιστολή του Nat. Adv., μια «ρομαντική πρόταση προς το Κογκρέσο», όπως ήταν ο τίτλος του άρθρου. Διαβάζουμε:

«Στην πρώτη εβδομάδα της επόμενης περιόδου, δημοσιεύστε μια Διακήρυξη υπέρ των Ελλήνων – στείλτε προς βοήθεια τους όλο αυτό το κομμάτι της ναυτικής δύναμης των Ηνωμένων Πολιτειών, που μπορεί να απομακρυνθεί από την καταδίωξη πειρατών στις Δυτικές Ινδίες. Προσκαλέστε όλα τα νέα κράτη αυτής της ηπείρου, ισπανικά και πορτογαλικά, να συνεργαστούν στο ηρωικό εγχείρημα, στέλνοντας με την ίδια θέληση όλα τα οπλισμένα πλοία τους, που δεν χρειάζονται για την άμυνα τους στην πατρίδα. Ένας αμερικανικός στόλος δέκα, δεκαπέντε ή είκοσι πλοίων, αποτελούμενος από φρεγάτες και πλοία της γραμμής, θα κατέστρεψε το τουρκικό ναυτικό και θα επέτρεπε στους Έλληνες του Μοριά και του Αρχιπελάγους να επιτύχουν την ανεξαρτησία τους. Οι Ηνωμένες Πολιτείας δεν θα είχαν παρά μικρά επιπρόσθετα έξοδα για την επάνδρωση και συντήρηση του ναυτικού τους: – η ευκαιρία για θαυμάσια δράση θα ανοιγόταν στους γενναίους μας αξιωματικούς και ναυτικούς – αθάνατη δόξα θα επερχόταν στους ίδιους και στη χώρα τους – η Χριστιανική Ευρώπη θα έβαζε τελεία και παύλα στην ντροπή – η Αμερικανική κυβέρνηση και ο λαός θα εμπνέονταν από ευγενικά και αγνά αισθήματα. Καθώς οι μεγάλες δυνάμεις της Ηπείρου πρόκειται να διακηρύξουν εαυτές, στο Συνέδριο της Βερόνας, ουδέτερες στον αγώνα ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους, και καθώς έχουν διακηρύξει ότι η χειραφέτηση των πρώτων δεν θα ήταν μη αποδεκτή σ’ αυτές, δεν θα μπορούσαν να παραπονεθούν για την παρέμβαση των Αμερικανών στο πλευρό της Χριστιανοσύνης και του πολιτισμού.

«Η αιτία που εκλιπαρώ», λέει ένας Άγγλος ιερέας που παροτρύνει το αγγλικό έθνος για τον ίδιο σκοπό, «είναι αυτός των Χριστιανών που υποφέρουν: – το όνομα που επικαλούμαι είναι εκείνου που πέθανε πάνω στο Σταυρό, και ο οποίος στα τρομαχτικά βασανιστήρια των πιστών του σταυρώνεται εκ νέου καθημερινά, ενώ αναρίθμητοι από αυτούς τους πιστούς υφίστανται άγρια, ανηλεή δίωξη, να αποστατήσουν από την πίστη τους και να αναζητήσουν τη μοναδική θεραπεία των προσωρινών καταστροφών τους χάνοντας τις αθάνατες ψυχές τους. Η έκφραση μιας σπουδαίας και γενναιόδωρης έγκρισης του λαού, η επίδραση ακριβώς της ενθάρρυνσης τους, και, πάνω απ’ όλα, τα χρήματα τους, μπορούν αυτή τη στιγμή να λειτουργήσουν πάρα πολύ δυνατά στην παλινόρθωση των δικαιωμάτων ενός δυστυχισμένου έθνους. Στη δικαίωση του Χριστιανικού σκοπού μέσα από το θρίαμβο των Ελλήνων«.

Στο φύλλο της 18 Δεκεμβρίου 1822 διαβάζουμε ένα αφιέρωμα του N.Y. Spectator, που αναπαρήγαγε και πάλι η Geneva Palladium, για την πρωτοβουλία κατοίκων του Μπρούκλιν να βοηθήσουν τους αγωνιζόμενους Έλληνες.

«Μια δημόσια συνάντηση των κατοίκων του Μπρούκλιν πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τετάρτη για να συζητήσουν για τον αγώνα των Ελλήνων εναντίον των τουρκικών δεσμών. Πρόεδρος ήταν ο Στρατηγός Σουίφτ και ο Γουίτμαν Μιντ ήταν ο γραμματέας. Αφού εξηγήθηκε από τον προεδρεύοντα ο σκοπός της συνάντησης, αρκετές αποφάσεις ψηφίστηκαν εκφράζοντας την απέχθεια με την οποία η συνάντηση είδε τη βάρβαρη συμπεριφορά των Οθωμανών, τη συμπάθεια για τους καταπιεσμένους Έλληνες, και μια ειλικρινή επιθυμία ότι εκείνοι έπρεπε να θριαμβεύσουν απέναντι στους βαρβάρους. Μια επιτροπή διορίστηκε για να ξεκινήσει έρανο και να λάβει τέτοια άλλα μέτρα, τα οποία να είναι ενδεδειγμένα για να δοθεί γρήγορη βοήθεια στους Έλληνες«.


Στις 3 Ιουνίου 1826, όταν η Ελληνική Επανάσταση είχε εδραιωθεί για τα καλά και απασχολούσε όλον τον κόσμο, η εφημερίδα The Sydney Gazette δημοσίευσε ένα αφιέρωμα σε τρεις Έλληνες ηγέτες: στον Μάρκο Μπότσαρη, στο Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και στον Κωνσταντίνο Κανάρη. Το κείμενο το υπέγραφε ο κόμης Πέκιο και ήταν μικρά αποσπάσματα από ένα πολύ μεγάλο αφιέρωμα του συγγραφέα, ύστερα από περιήγηση του στην επαναστατημένη Ελλάδα την άνοιξη του 1825, που ολοκληρωμένο είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό «The New Monthly Magazine» του Λονδίνου ένα χρόνο νωρίτερα. Προς το παρόν, αρκούμαστε στο απόσπασμα της εφημερίδας του Σίδνεϊ.


ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΗΓΟΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ, ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ ΚΑΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΠΟΤΣΑΡΗΣ

Ένας ζωγράφος ενδεχομένως να έφτιαχνε ένα πορτραίτο του Κωνσταντίνου Μπότσαρη, όταν θα πήγαινε να τον επισκεφτεί στον καταυλισμό του. Στεκόταν κάτω από μια μεγάλη λεύκα, [και] οι μαχητές του έκαναν έναν κύκλο γύρω του, όλοι όρθιοι. Ούτε χρυσάφι ούτε ασήμι γυάλιζε πάνω του. Το ρούχο του ήταν απλό και ταπεινό, όπως ο χαρακτήρας του. Πάνω από ένα ανοιχτό μπλε ύφασμα, φορούσε μια κάπα από μακριές τρίχες γίδας, τη συνηθισμένη κάπα των Σουλιωτών. Συνηθισμένοι να διακρίνουμε τον διοικητή αυτών των στρατευμάτων από τον πλούτο των ρούχων του (σε σχέση) με τους στρατιώτες, ρωτούσαμε γύρω μας, ενώ βρισκόμασταν ήδη μπροστά του. Ένα χαλί, ξεδιπλωμένο πάνω στο γρασίδι για την άνεση του, ήταν το μόνο που τον ξεχώριζε από τους υπόλοιπους. Μια βαθιά σιωπή βασίλευε σ’ αυτήν την συγκέντρωση των ακίνητων πολεμιστών. Ο Μπότσαρης κάπνιζε αρκετά. Μας υποδέχτηκε ψυχρά, κι όμως ευγενικά. Κατάγεται από το Σούλι και είναι ο αδελφός του Μάρκου Μπότσαρη, του Λεωνίδα της Ελληνικής επανάστασης. Έχει χοντρά πόδια και είναι γεροδεμένος, αν και μεσαίου αναστήματος, και λέγεται ότι μοιάζει με τον αδερφό του. Το όνομα του είναι το πιο αγαπητό στους Σουλιώτες, από όλα τα ονόματα που επιβιώνουν σ’ εκείνη την πολεμική αποικία. Οι στρατιώτες του είναι σχεδόν όλοι Σουλιώτες και ανάμεσα τους πολύ από τους συγγενείς του, που τον ακολουθούν στις μάχες του και, περισσότερο από αγάπη παρά από δικαίωμα, πολεμούν πάντοτε στο πλευρό του. Ο Στρατηγός Ρος ανήγγειλε στον Μπότσαρη ότι η Γαλλική επιτροπή είχε επιλέξει το γιο του Μάρκου Μπότσαρη να μορφωθεί στη Γαλλία. Ο Μπότσαρης απάντησε ότι ήταν ευγνώμων στην επιτροπή και ότι ευχόταν ο ανιψιός τους να γίνει μορφωμένος.

Στρατηγός: «Είστε μυημένοι στην ιστορία των αρχαίων Ελλήνων και στις πράξεις τους;»
Μπότσαρης: «Δεν έχουμε διαβάσει την ιστορία τους, όμως την έχουμε ακούσει».
Στρατηγός: «Η καριέρα που κυνηγάτε θα σας επιφέρει τιμή μεταξύ των συγχρόνων σας και αθανασία στις επόμενες γενιές».

Μπότσαρης: «Ο σκοπός των πράξεων μας είναι μόνο το καλό της χώρας μας».                    Στρατηγός: «Ο θάνατος του αδερφού σας θα συνδέεται με τη δόξα των Ελλήνων».
Μπότσαρης: «Οι Έλληνες αξίζουν μόνο έναν τέτοιο θάνατο».

Στρατηγός: «Υπάρχει ανάμεσα στους Σουλιώτες κάποιος που να φέρει το όνομα κάποιων επιφανών αρχαίων;»
Σ’ αυτήν την ερώτηση, ένας ξάδερφος του Μπότσαρη, που στεκόταν από πίσω του, μ’ έναν αποφασιστικό τόνο, απάντησε: «Η καρδιά και όχι το όνομα κάνει τον ήρωα».

Στρατηγός: «Θα θέλατε να έχετε ένα βασιλιά στην Ελλάδα;»

Μπότσαρης: «Νομίζω ότι ένας βασιλιάς θα ήταν επιθυμητός για το καλό της Ελλάδας υπό τις συνθήκες».

Ο στρατηγός είχε σκόπιμα υποβάλλει αυτήν την ερώτηση σε πολλούς άλλους αρχηγούς και η απάντηση όλων τους συμφωνούσε με εκείνη του Μπότσαρη. Δεν ξέρω, για να μιλήσω καθαρά, αν πρέπει να στηριχτεί κανείς στην ειλικρίνεια αυτών των απαντήσεων, καθώς οι Καπετάνιοι εμφανίζονταν πολύ συναινετικοί, είτε από ευγένεια είτε από προσποίηση.
Ο Κωνσταντίνος Μπότσαρης, όπως έχω ήδη παρατηρήσει, είναι το είδωλο των ενόπλων συντρόφων του. Στο τελευταίο συμβάν της 19ης Απριλίου, τον έσωσαν πληρώνοντας με το αίμα τους. Ένας Αιγύπτιος αξιωματικός τον κατέβασε από το άλογο του και ετοιμαζόταν να τον πιάσει αιχμάλωτο. Οι στρατιώτες και οι συγγενείς του, ντροπιασμένοι που θα έχαναν τον καπετάνιο τους, αποφάσισαν να τον σώσουν πάση θυσία. Έφτιαξαν γύρω του ένα φράχτη με τα σώματα τους, πολεμούν οπισθοχωρώντας, τον σπρώχνουν μαζί τους, τον μεταφέρουν περίπου ένα μίλι. Όταν ο εχθρός πιέζει προς τα μπροστά, σχηματίζουν μέτωπο εναντίον του, πολεμούν, πέφτουν, ο ένας αντικαθιστά τον άλλο, και μ’ αυτόν τον τρόπο, αφήνοντας δεκαεπτά νεκρούς στο πεδίο, τον μεταφέρουν μακριά με ασφάλεια. Και όχι απλά ανακαταλαμβάνουν το άλογο του, αλλά παίρνουν από τους εχθρούς τους, τους οποίους είχαν σκοτώσει, δώδεκα από τα δικά τους. Σ’ αυτήν τη σύγκρουση, που ανανεώνει τις μάχες της Ιλιάδας, έπεσαν έξι αδέρφια, συγγενείς του Μπότσαρη, για να σώσουν την ζωή του και την τιμή των Σουλιωτών. Κατά την αναχώρησή μας, ο Κωνσταντίνος Μπότσαρης μας φίλησε στο στόμα. Αυτό είναι το πιο τρυφερό φιλί φιλίας, που μπορεί να δοθεί στην Ελλάδα.

ΚΟΛΟΚΤΡΩΝΗΣ

Όταν παρατήρησα τον Κολοκοτρώνη να κάθετα ανάμεσα σε δέκα από τους συντρόφους του, φυλακισμένους του κράτους, και να τον μεταχειρίζονται με σεβασμό οι φρουροί του, ανακάλεσα στη μνήμη μου την εικόνα όπου ο (Τορκουάτο) Τάσσo περιγράφει το Σατανά στο συμβούλιο των διαβόλων. Τα παραμελημένα γκρίζα μαλλιά του έπεφταν στους φαρδείς ώμους του και ανακατεύονταν με την άγρια γενειάδα του, την οποία, από τότε που φυλακίστηκε, την άφησε να μεγαλώσει, ως ένδειξη βαθιάς θλίψης και εκδίκησης. Η μορφή του είναι τραχιά και ρωμαλέα, τα μάτια του γεμάτα φωτιά, και η πολεμική και άγρια φιγούρα του έμοιαζε μ’ έναν από τους απότομους γκρίζους βράχους που είναι διάσπαρτοι στο Αρχιπέλαγος. Του παρουσίασα τα κοπλιμέντα του Μπομπολίνα και του ανακοίνωσα ότι σε λίγες ημέρες θα ήταν ελεύθερος. Με ευχαρίστησε μέσω του διερμηνέα, και ρώτησε ποια ήταν τα νέα. Του είπα ότι οι Αιγύπτιοι ήταν στο σημείο να κερδίσουν την κατοχή του Ναβαρίνο και ότι ήταν τρομεροί αντίπαλοι, όχι μόνο για την προσωπική τους αξία, αλλά και για τις ικανότητες τακτικής τους, και για το ιππικό του στρατού τους. Παρατήρησε ότι για να υποτάξει τους Αιγύπτιους απαιτείται απλά να στρατολογήσει άντρες και μετά (μένοντας πιστός στα λόγια του) να ρίξεις πυρ. «Γνωρίζω», πρόσθεσε, «τις θέσεις στις οποίες οι τακτικές και το ιππικό τους θα ήταν άχρηστα. Ξέρεις τι έδωσε τη νίκη στους Αιγύπτιους; Η ενότητα στην ηγεσία, ενώ οι Έλληνες καταστρέφονται από τη μανία να έχει ο καθένας τη διοίκηση χωρίς εμπειρία». .. Ενώ σήκωσε το χέρι του μιλώντας, πρόσεξα μια πληγή από σπαθί και τον ρώτησα πού απέκτησε αυτό το τιμητικό παράσημο. «Δεν είναι το μοναδικό που φέρω πάνω μου», απάντησε και λέγοντας αυτό μου έδειξε άλλο ένα σημάδι από πυροβολισμό στο αριστερό του χέρι, άλλο ένα στο δεξί του στήθος, κι ένα τέταρτο στο μηρό του. Ενώ μιλούσε, βιαστικά έπαιξε με τις χάντρες ενός κομπολογιού και, αντίθετα από την τουρκική ραθυμία που έχουν κολλήσει οι Έλληνες, ανοιγόκλεισε τα μάτια του γρήγορα και έντονα, σηκώθηκε και έκατσε, ταράχτηκε σαν να ήταν ακόμα Κλέφτης φοβούμενος τις ενέδρες και τις επιθέσεις του εχθρού. Ο Στρατηγός Κολοκοτρώνης, σίγουρα δεν είναι έναν συνηθισμένος άνθρωπος. Λίγες μέρες μετά αφέθηκε ελεύθερος και το υποδέχθηκε η κυβέρνηση στη Νάπολη της Ρουμανίας, με όλο τον απαιτούμενο σεβασμό και τιμή. Κατά τη συμφιλίωση με την κυβέρνηση, απάντησε χωρίς περίσκεψη στο λόγο που του απηύθυνε ένας από τους νομοθέτες. Στην καθόλου ευγενική απάντηση του υπάρχει ένα αξιοσημείωτο απόσπασμα, στο οποίο είπε: «ερχόμενος εδώ από την Ύδρα, έριξα όλες τις έχθρες στη θάλασσα. Κάντε κι εσείς το ίδιο…. Θάψτε σ’ αυτόν τον κόλπο όλα τα μίση και τις διχόνοιες. Αυτός θα είναι ο θησαυρός που θα κερδίσετε». Μιλούσε στην πλατεία της Νάπολης, όπου οι κάτοικοι έσκαβαν τη γη για πολλές μέρες, ελπίζοντας (συνηθισμένο στην Ελλάδα) να βρουν έναν κρυμμένο θησαυρό.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΝΑΡΗΣ

Αναζήτησα την κατοικία του Καπετάνιου Κωνσταντίνου Κανάρη, επιθυμώντας πολύ να γνωριστώ μ’ αυτόν τον ατρόμητο αρχηγό των πυρπολικών. Τον βρήκα στο πλευρό της συζύγου του, παίζοντας με το γιο του Μιλτιάδη, ένα παιδί τριών ετών. Με υποδέχθηκε με ειλικρίνεια και ευγένεια, και ανάγκασε το μεγαλύτερο γιο του, Νικόλα, να μου παρουσιαστεί μ’ ένα μισο-ανθισμένο τριαντάφυλλο, ένα σημάδι τρυφερότητας στην ανατολική Μεσόγειο. Ο Κανάρης είναι ένας νεαρός άνδρας, περίπου τριάντα δύο ετών, εξωστρεφής  και χαρούμενος, και την ίδια στιγμή εξαιρετικά μετριοπαθής. Ποτέ δεν θα μπορούσα να τον συνδέσω με κάποια από τα κατορθώματα του. Είναι αγαπητός απ’ όλους τους συμπατριώτες του, αλλά τον φθονούν οι Υδραίοι, οι οποίοι τον άφησαν αυτήν τη χρονιά χωρίς τη διοίκηση ενός πυρπολικού. Το όπλο του κρεμόταν στον τοίχο. Τα χέρια και το θάρρος είναι όλα τα πλούτη αυτούς του ατρόμητου άνδρα, αφότου έχει κάψει τέσσερα από τα πολεμικά πλοία του εχθρού. Πέρυσι, έχοντας εκδικηθεί την πυρπόληση της χώρας του από ένα εχθρικό πλοίο, παρουσιάστηκε στη Νάπολι ντι Ρομάνια φτωχός και στερημένος από τα πάντα. Ενώ ο κάθε κάτοικος πρόθυμα του έκανε κάποιο δώρο, αυτός είπε ενώπιον του νομοθετικού σώματος. «Θα προτιμούσα αντί για όλα αυτά τα δώρα να έπαιρνα ένα ακόμη πυρπολικό, να κάψω για χάρη της πατρίδας μου». Ενώ μιλούσαμε, η σύζυγός του, με μητρική αξιοπρέπεια, θήλαζε ένα μωρό τριών μηνών, που ονομαζόταν Λυκούργος. Εκείνη είναι από τα Ψαρά, σπουδαίας ομορφιάς, σοβαρής και μετριόφρων – μια Αθηνά».


Εξάλλου, στις 8 Απριλίου 1902, ένας συντάκτης της ελληνικής εφημερίδας «Καιροί«, που κατά τον εορτασμό της επετείου της 25ης Μαρτίου της ίδιας χρονιάς βρισκόταν στο Λονδίνο, μετέφερε αποσπάσματα από τα άρθρα των βρετανικών εφημερίδων κατά τις πρώτες φάσεις της Επανάστασης. 

Σύμφωνα με όσα διαβάζουμε στο συγκεκριμένο δημοσίευμα, η πρώτη αναφορά των αγγλικών «Times» έγινε στο φύλλο της 16ης Μαρτίου 1821, αναφορικά με την επανάσταση στη Μολδοβλαχία: «Αναγγέλλεται από το Παρίσι ότι στις ελληνικές επαρχίες άρχισε επανάσταση των Ελλήνων εναντίον των Τούρκων. Η επανάσταση άρχισε πρώτα στη Βλαχία και στη Μολδαβία«. 

Ωστόσο, τις επόμενες ημέρες οι μόνες ανταποκρίσεις των Times από την ελληνική περιφέρεια, αφορούσαν έναν ισχυρό σεισμό που είχε πλήξει την Ζάκυνθο και την Πελοπόννησο προξενώντας μεγάλες καταστροφές στο χωριό Λάλα και στον Πύργο Ηλείας. Ωστόσο στις 9 Απριλίου (/28 Μαρτίου σύμφωνα με το ελληνικό ημερολόγιο της εποχής, όπως διευκρινίζει ο συντάκτης), μπορούσε κανείς να διαβάσει νεώτερα για την επαναστατική κίνηση στη Μολδοβλαχία:

«Οι ταραχές που συνέβησαν πρόσφατα στη Βλαχία φαίνονται σοβαρότερες. Έχουν μεγάλες διακλαδώσεις και βασίζονται σε συνωμοσίες των Ελλήνων εναντίον της Πύλης. Είναι δύσκολο να προβλέψουμε το αποτέλεσμα της βίαιης αυτής επιχείρησης, αρχηγός της οποίας είναι ο γιος του πρίγκιπα Υψηλάντη. Αλλά είναι πολύ ενδιαφέρον να πούμε ότι δεν συμμετέχουν τα δύο γειτονικά κράτη σ’ αυτήν και ότι ειδικά η Ρωσία βεβαίωσε την ουδετερότητα της«. 

Μάλλον στο ίδιο φύλλο, δημοσιεύτηκε επιστολή από την Κέρκυρα με ημερομηνία 12 Μαρτίου 1821, σύμφωνα με την οποία «ο Αλή Πασάς προσπαθεί να στρέψει πονηρά τους Έλληνες κατά των Τούρκων για δικό του όφελος. Κατάφερε να πείσει τους Έλληνες να χτίσουν φρούρια στο Σούλι, απ’ όπου κατεβαίνοντας στην πεδιάδα βλέπουν τους Τούρκους. Εντούτοις, οι κάτοικοι της Πάργας δεν πιστεύουν στις υποσχέσεις του Αλή και μένουν στα Επτάνησα«.

Οι πρώτες πληροφορίες για την επανάσταση στην Πελοπόννησο δημοσιεύτηκαν στους Times τρεις μέρες μετά, στις 12.04.1821: «Όπως πληροφορούμαι, η επανάσταση γενικεύεται σε όλες τις ελληνικές επαρχίες από Μολδαβία μέχρι Μοριά και ότι σκοπός αυτής είναι η ίδρυση νέου ελληνικού κράτους«. 

Άλλες πληροφορίες δεν δημοσιεύτηκαν εκείνη την περίοδο στην εφημερίδα, παρά εμμέσως, μεταφέροντας ανταποκρίσεις αυστριακών εφημερίδων για την κατάσταση του τουρκικού στρατού, ο οποίος αποτελείτο από πεζικό 225.400 ανδρών, εκ των οποίων οι 132.000 ήταν Γενίτσαροι και 20 τάγματα ευρωπαϊκώς εκπαιδευμένα, ιππικό 181.000 ανδρών, εκ των οποίων 10.000 ντελήδες και 132.000 ζαΐμηδες. Όπως, όμως σχολίαζαν οι εφημερίδες της εποχής, η οθωμανική αυτοκρατορία «είχε επαναστάσεις παντού, στην Αίγυπτο, στη Μολδοβλαχία, στη Μακεδονία, στην Ήπειρο, στη Στερεά και στην Πελοπόννησο και επομένως ο στρατός της δεν ήταν αρκετός«. 

https://syndesmos1971.wordpress.com/