4.1.19

Η Μάχη της Κόνιτσας: 72 χρόνια μετά από το δραματικό 1947 – Το άγνωστο Έπος των Καταδρομών της Γ’ Μοίρας


Από τις πιο μεγάλες αναμετρήσεις στα χρόνια της κομμουνιστικής ανταρσίας των ετών 1946-1949 αποτέλεσε αναμφισβήτητα η μάχη στην ακριτική Κόνιτσα που έλαβε χώρα στα τέλη Δεκεμβρίου 1947 ως την πρώτη εβδομάδα του νέου έτους 1948.
Το κρίσιμο έτος 1947
 
Βρισκόμαστε στα τέλη του 1947. Οι κομμουνιστές αντάρτες ήδη από τον Μάρτιο του 1946 (επίθεση στο Λιτόχωρο) φανερώνουν τις προθέσεις τους: δεν θα δεχθούν να μείνουν σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας και Κοινοβουλευτισμού.
Και παρότι η Ελλάς είχε περιέλθει, με την σύμφωνη γνώμη της Μόσχας και του Στάλιν, στο Δυτικό στρατόπεδο, θα συνεχίσουν την ένοπλη αντιπαράθεση εναντίον του Ελληνικού κράτους.
Το τελευταίο, παρά τις εγγενείς του αδυναμίες, καθώς η χώρα εξερχόταν από μία φρικτή Κατοχή και τους δύο πρώτους Γύρους αντιπαράθεσης με τον Κομμουνισμό (1943-1944), δεν είχε αντιληφθεί το μέγεθος του κινδύνου. Μία μεγάλη καμπάνα αφύπνισης για όλους θα είναι η μάχη της Κόνιτσας.
Η «κυβέρνηση» του Μάρκου Βαφειάδη
 
Στις 23 Δεκεμβρίου 1947 από την Γιουγκοσλαβία ανακοινώνεται ο σχηματισμός της «Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης» εντός της Ελλάδος με «πρωθυπουργό» τον Μάρκο Βαφειάδη και «υπουργούς» γνωστούς κομμουνιστές Συμμορίτες και τον καθηγητή Πέτρο Κόκκαλη.
Ο επικεφαλής του ΚΚΕ, ο Γενικός Γραμματέας Νίκος Ζαχαριάδης, ετοίμαζε την κατάληψη μιας πόλεως στα σύνορα, για να εγκατασταθεί η «κυβέρνηση» του Μάρκου, με απώτερο στόχο να αναγνωριστεί ως μία άλλη κυβέρνηση της Ελλάδος από χώρες του Ανατολικού συνασπισμού.
Για τον σκοπό αυτόν επιλέγεται η ακριτική Κόνιτσα, που ήταν δίπλα σε κομμουνιστικό κράτος (Αλβανία) από όπου οι κομμουνιστές Συμμορίτες εξοπλίζονταν και εφορμούσαν.
Η επίθεση ορίζεται για το πρωινό των Χριστουγέννων του 1947.
Στις 6 το πρωί, με τις πρώτες καμπάνες των εκκλησιών για το χαρμόσυνο γεγονός του Χριστιανισμού, η πόλη δέχεται επίθεση με πυκνά πυρά στην αμυντική περίμετρο.
Στην Κόνιτσα υπήρχαν δύο Τάγματα Πεζικού, το 582 και το 584 υπό την διοίκηση της 75ης Ταξιαρχίας του Κωνσταντίνου Δόβα (τον οποίο αντικατέστησε, λόγω βαρέως τραυματισμού του κατά τις επιχειρήσεις, επάξια ο Γεώργιος Παλλαντάς) και λίγες δυνάμεις των ΜΑΔ και της Χωροφυλακής.
Περίπου λιγότεροι από χίλιοι άνδρες.
Γύρω από την Κόνιτσα επιτίθονταν 2200 κομμουνιστές του λεγόμενου ΔΣΕ, σε δύο ταξιαρχίες υπό την ηγεσία του Γιώργη Σοφιανού και του Δημήτρη Ζύγουρα (Παλαιολόγου).
Η φρουρά της Κόνιτσας χωρίς την ενίσχυση δυνάμεων δεν θα άντεχε.
 
Η Μάχη της Κόνιτσας
 
Η επίθεση του Βαφειάδη εκδηλώθηκε τα ξημερώματα της 25ης Δεκεμβρίου από την 32η «ταξιαρχία» στο τοποθεσία του προφήτη Ηλία με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη του υψώματος της Ιτιάς.
Οι επιτιθέμενοι είχαν επιτυχίες και στον τομέα του προφήτη Ηλία καταλαμβάνοντας το ύψωμα Τσάρνοβο, αλλά όλες τους οι σφοδρές επιθέσεις στο ύψωμα Ιτιά, που ήταν το κλειδί της πόλης αποκρούστηκαν απεγνωσμένα από τους αμυνόμενους που βρίσκονταν πάντως σε κρίσιμη κατάσταση, καθώς είχαν ήδη 4 αξιωματικούς και 38 οπλίτες νεκρούς η αγνοούμενους, ενώ είχαν τεθεί εκτός μάχης 5 αξιωματικοί και 35 οπλίτες.
Επίσης είχε τραυματιστεί σοβαρά και τεθεί εκτός μάχης ο συνταγματάρχης Δόβας, που αναπληρωνόταν στα καθήκοντα του από αντισυνταγματάρχη Γεώργιο Παλλαντά, διοικητή ως τότε του 584 ΤΠ.
Η ταξιαρχία (Παλαιολόγου) του ΔΣΕ αιφνιδίασε την φρουρά της γέφυρας Μπουραζανίου η οποία αποδεκατίστηκε.
Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο διοικητής της φρουράς Λοχαγός Βήττος Θεόδωρος, όπως ονομάστηκε αργότερα η γέφυρα.
Η κατάσταση έγινε κρισιμότερη την 26η Δεκεμβρίου, καθώς τα τμήματα στο Ύψωμα Ιτιά πιέζονταν αφόρητα από τους επιτιθέμενους με κίνδυνο την ολική κατάρρευση της άμυνας.
Η επέμβαση της αεροπορίας δεν βελτίωσε αισθητά την κατάσταση καθώς οι επιτιθέμενοι διέθεταν και αντιεροπορικά όπλα που χρησιμοποίησαν με αρκετή ικανότητα.
Η πίεση αυξανόταν και στην ευρύτερη περιοχή, με αποτέλεσμα ο Παλλαντάς να αποφασίσει την υποχώρηση στην πόλη της Κόνιτσας και στην τοποθεσία Προφήτης Ηλίας – Άγιος Αθανάσιος.
Αυτή ήταν και η τελική γραμμή αμύνης που οι αμυνόμενοι θα υπερασπίζονταν μέχρις εσχάτων.
Την 27η Δεκεμβρίου οι επιτιθέμενοι κατάφεραν να εξαπολύσουν σφοδρή επίθεση με πάνω από 200 οπλοφόρους στην πεδινή είσοδο της πόλης και κατάφεραν να διεισδύσουν στις νοτιοανατολικές συνοικίες της πόλης καθιστώντας κρίσιμη την κατάσταση για τους αμυνόμενους.
Την 28η Δεκεμβρίου επιτέθηκαν στην τοποθεσία Μακροβούνι ακριβώς στην είσοδο της πόλης. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες νυχτερινές επιθέσεις από τους Αντάρτες.
Την 28η Δεκεμβρίου όμως οι εθνικές δυνάμεις που αμύνονταν κατάφεραν να εκκαθαρίσουν την πόλη από τους διεισδύσαντες κάνοντας εκτεταμένη χρήση αντιαρματικών πυρών (πιάτ), ουσιαστικά κατεδαφίζοντας τα σπίτια που είχαν καταληφθεί.
Την τελική επίθεση του  λεγόμενου Δημοκρατικού Στρατού με όλες τις δυνάμεις σε όλο το μέτωπο της πόλης, ορίστηκε να γίνει τα ξημερώματα της 31ης Δεκεμβρίου 1947.
Η κρίσιμη εξέλιξη που πιθανά έκρινε τον αγώνα, ήταν η είσοδος του 527 ΤΠ ,μιας Διλοχίας υπό τον ταγματάρχη Γεώργιο Λυγεράκη παλαιό καπετάνιο του ΕΔΕΣ, αλλά και ενός τάγματος Χωροφυλακής στην Κόνιτσα, μετά από περιπετειώδη πορεία περνώντας τον Βοϊδομάτη από την γέφυρα Ρομπόκη και ανατρέποντας τις κομμουνιστικές δυνάμεις που είχαν αναλάβει την ασφάλεια της περιοχής.
Με αερομεταφορά εισήλθε στην πόλη και η Γ΄ μοίρα καταδρομέων (ΛΟΚ) την 1η Ιανουαρίου 1948, γέρνοντας οριστικά την πλάστιγγα υπέρ των αμυνόμενων.
Αρχικά οι μονάδες των ΛΟΚ κατέλαβαν την Βίγλα και από εκεί εφορμούσαν στα υψώματα Βασιλικού και Μπουραζανίου πλησιάζοντας τα νώτα των ανταρτών.
Η λύση δόθηκε από την μοίρα των ΛΟΚ που κατάφεραν με μια επικίνδυνη νυχτερινή διείσδυση να επιτεθεί αιφνιδιαστικά και να καταλάβει το ύψωμα Λυκόμορο τα ξημερώματα της 3ης Ιανουαρίου.
Το ύψωμα ήταν το κλειδί του περάσματος μεταξύ Μπουραζανίου και Κόνιτσας και έθεσε σε κίνδυνο όλη την διάταξη των επιτιθέμενων.
Ο Βαφειάδης εξαπέλυσε ισχυρότατες επιθέσεις για την ανακατάληψη του, που όλες απέτυχαν, καθώς ήδη στην περιοχή που κατείχαν μοίρες ΛΟΚ δρούσε και το 582 Τάγμα Πεζικού ερχόμενο από την κατεύθυνση της γέφυρας Ρομπόκη, που οριστικά ανακούφισε με την δράση του τους αμυνόμενους της Κόνιτσας.
Στις 6 Ιανουαρίου η επίθεση των Ανταρτών  κατά της Κόνιτσας είχε αποτύχει οριστικά και οι επιτιθέμενοι βρίσκονταν εκ νέου στα σημεία εξόρμησης τους.
Η σωτηρία της Κόνιτσας
Οι άνδρες του ΔΣΕ χτυπούν την γέφυρα Μπουραζάνη που ενώνει την Κόνιτσα με την υπόλοιπη Ήπειρο οδικώς και έτσι μένει μόνο ο καρόδρομος από την γέφυρα Ρομπόκη (από εκεί που διέρχεται σήμερα η Εθνική Οδός Ιωαννίνων – Κοζάνης).
Από την τελευταία θα διέλθουν μέσα σε επικές συνθήκες, μέσα σε κακοκαιρία, άθλια μονοπάτια και με συνεχή ένοπλη αντιπαράθεση με τους κομμουνιστέςτο 527 Τάγμα Πεζικού και Χωροφύλακες υπό τον Λυγεράκη αλλά και οι ΛΟΚ της Γ’ Μοίρας, για να φτάσουν και να ενισχύσουν οι πρώτοι την άμυνα της πόλεως, το βράδυ στις 19.50 της 31ης Δεκεμβρίου το 527 και 6 ώρες αργότερα, στις πρώτες ώρες του νέου έτους οι ΛΟΚ.
Αυτές οι ενισχύσεις ανέτρεψαν τα δεδομένα υπέρ των πολιορκημένων που σε πολλά σημεία έδιναν αγώνα μέχρις εσχάτων με πολλές απώλειες.
Ο καινούργιος χρόνος, το δραματικό επίσης 1948 έμπαινε αισιόδοξα για τους μαχητές της Κονίτσης που έβλεπαν ότι ο αγώνας τους γινόταν νικηφόρος!
Τις ίδιες ήμερες οι κάτοικοι των εκτός Ηπείρου πόλεων ήταν στα σπίτια τους και με εορτές περίμεναν την άφιξη του νέου έτους.
Η Κόνιτσα ήταν τόσο μακριά και μόνο η προβολή του τιτάνιου αγώνα από τον Τύπο και η άφιξη της Βασίλισσας Φρειδερίκης στις 7 Ιανουαρίου 1948, μία ημέρα μόλις μετά την λήξη των μαχών και με συνθήκες ακόμη επικίνδυνες (μία κίνηση που έδειξε το θάρρος της αείμνηστης Βασίλισσας και έδωσε το παράδειγμα σε πολλούς φοβισμένους πολιτικούς τότε), επηρέασαν την κοινή γνώμη που κατανόησε ότι ο αγώνας του Ελληνικού Στρατού στην Κόνιτσα ήταν και δικός της αγώνας.
Ο αντίκτυπος της νίκης στην Κόνιτσα
 
Όπως αναφέρει ο αείμνηστος Αλέξανδρος Ζαούσης στο βιβλίο του «Η Τραγική αναμέτρηση» (τόμος Α’, εκδόσεις «Ωκεανίδα»): «Στην πρωτεύουσα η νίκη του Ελληνικού Στρατού στην Κόνιτσα έπαιρνε διαστάσεις εθνικού γεγονότος.
Η Βουλή, η Ακαδημία Αθηνών, το ΕΜΠ και πλήθος οργανώσεων έστελναν συγχαρητήρια ψηφίσματα στην φρουρά και τους κατοίκους της Κόνιτσας.
Συγχρόνως, όπως από καιρό τους το είχε ζητήσει ο Γεώργιος Βλάχος της «Καθημερινής», οι Έλληνες «έβαζαν και το χέρι στην τσέπη τους».
Πάσης φύσεως εργατοϋπαλληλικές οργανώσεις και ιδιώτες έστελναν χρήματα για την Κόνιτσα.
Ακόμα και οι ιδιοκτήτες των πορθμείων Περάματος-Σαλαμίνας μάζεψαν κούτες με τσιγάρα για τη φρουρά της Κονίτσης».
Η αποτυχία των κομμουνιστών να καταλάβουν την ακριτική Κόνιτσα θα είναι ένα πλήγμα στο ηθικό τους.
Η Ελληνική Κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη θα λάμβανε περισσότερα μέτρα εναντίον των μελών του ΚΚΕ, ενώ ο Ζαχαριάδης θα ετοίμαζε μία νέα επίθεση, για να βρει κάποια πρωτεύουσα για την «κυβέρνηση» του.
Η Κόνιτσα ήταν μία μεγάλη ήττα για την κίνηση των κομμουνιστών να καταλάβουν την εξουσία.
Κάθε χρόνο τιμάται από τις τοπικές ενώσεις Αποστράτων Στρατού και Χωροφυλακής και Πολεμιστών της Ηπείρου, υπό την αιγίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, η μνήμη των πεσόντων υπερασπιστών της Μάχης της Κονίτσης στον ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου (που δέχθηκε τα πυρά των ανταρτών) και στο μνημείο που έχει ανεγερθεί για αυτούς στην Κόνιτσα.
pentapostagma.gr