22.10.18

Δόγμα αποτροπής κατά Τουρκίας: Παθογένειες της Ελλάδας και αλλαγές υπό την στρατηγική της Θεωρίας των Παιγνίων


Γράφει 
ο Σπύρος Μπαμιατζής*
Αυτό το άρθρο σκοπό έχει να αναλύσει το δόγμα της «Αποτροπής», (Deterrence), όπως εφαρμόζεται από την Ελλάδα στην αντιπαράθεσή της με την Τουρκία, από την σκοπιά της παραδοσιακής αποτροπής και των νέων μοντέλων αποτροπής, και της στρατηγικής της Θεωρίας των Παιγνίων. Στην προσπάθεια αυτή θα εξετάσουμε γιατί το δόγμα της αποτροπής όπως εφαρμόζεται δεν έχει εμποδίσει την Τουρκία στην επιθετική της ρητορική και πολιτική, τις αντιφάσεις του και τα αρνητικά του σημεία, καθώς και τι προτείνεται να γίνει ώστε η αποτροπή να έχει προοπτικές επιτυχίας. Η ακριβής έννοια της αποτροπής έγκειται στο ρητό του Ρωμαίου στρατιωτικού συγγραφέα, Flavius Vegetius Renatus «Si vis pacem, para bellum” Αν επιθυμείς ειρήνη, προετοιμάσου για πόλεμο.

Πολλές φορές έχουμε ακούσει την λέξη αποτροπή, όταν αναλυτές αναφέρονται στο αμυντικό δόγμα της Ελληνικής «Αποτροπής». Σύμφωνα με μία θεωρία της«Αποτροπής», κάθε απόπειρα επιθέσεως εκ μέρους της Τουρκίας εναντίον της γεωγραφικής ακεραιότητας της χώρας, είναι πάρα πολύ «ακριβή», ώστε τα οφέλη που θα προκύψουν για την Τουρκία να είναι τόσο δαπανηρά που δεν θα συμφέρει στην γείτονα να τολμήσει μία στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της Ελλάδας. Ταυτοχρόνως όμως έχουμε διαπιστώσει, ότι ο όρος «Αποτροπή», ούτε έχει οριστικοποιηθεί, ούτε έχει αναλυθεί, και σε ευρύτερη έννοια δεν έχει γίνει κατανοητός από το κοινό, δηλαδή
Α) Τι σημαίνει ο όρος «Αποτροπή»,
Β) Ποιές είναι οι διάφορες μορφές «Αποτροπής»,
Γ) Πώς πρέπει να εξασκείται, ώστε να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα, και
Δ) Ποιό είναι το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να εξασκηθεί η «αποτροπή». Και πριν προχωρήσουμε στην βαθύτερη ανάλυση της αποτροπής πρέπει ευθύς εξ αρχής να καταστήσουμε σαφές ότι η «Αποτροπή» δεν είναι Στρατηγική πάνω στην οποία μπορεί να στηρίζεται η Εθνική Ασφάλεια της χώρας. «Η Αποτροπή» είναι ένα κομμάτι, μία πρακτική του Αμυντικού Δόγματος, και ως εκ τούτου είναι συνυφασμένη με τις υπόλοιπες επί μέρους πρακτικές που εφαρμόζονται αναλόγως τόπου και χρόνου, όπως θα γίνει φανερό από τα κάτωθι.
Πιο αναλυτικά αποτροπή είναι η πρακτική και είναι συνυφασμένη με την λέξη Αποθάρρυνση (Dissuasion). Και οι δύο αυτές λέξεις έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: αποσκοπούν στο να επιδράσουν στην διαμόρφωση της σκέψης ενός κράτους Β που επιβουλεύεται την εθνική ανεξαρτησία ή ζωτικά συμφέροντα της χώρας Α και ως εκ τούτου εκδηλώνει επιθετικές τάσεις. Και όπως λέει και ο Dr. Keith B. Payne, Διευθυντής του Μεταπτυχιακού Τμήματος του Παν/ημίου της Πολιτείας του Μισούρι, η αποτροπή» είναι καθαρά ψυχολογική έννοια. Η αποτροπή στην βαθύτερη έννοια είναι μία πολιτική που αποβλέπει στην διατήρηση της ειρήνης και του status quo, χωρίς να πέσει ούτε μία σφαίρα. Η επιτυχία της δε ουσιαστικά εξαρτάται από το πώς θα κρίνει αυτός που επιβουλεύεται την εδαφική ακεραιότητα, στην προκειμένη περίπτωση η Τουρκία, τις απειλές της αποτροπής εκ μέρους της Ελλάδας, αληθινές ή όχι; Στην βαθύτερη έννοιά της αποβλέπει στο να διαμορφώσει στο μυαλό της Τουρκίας μία εικόνα, η οποία έχει επηρεασθεί και σχηματισθεί ένεκα των πράξεων στις οποίες έχει προβεί η Ελλάδα. Και όχι το αντίθετο. Είναι δηλαδή μία καθαρά ψυχολογική τακτική. Και εκεί έγκειται η επιτυχία ή η αποτυχία της αποτροπής.
Η Τουρκία στην προκειμένη περίπτωση με βάση την μέχρι τώρα συμπεριφορά της Ελλάδας θα κρίνει την Ελληνική απειλή περί αποτροπής με δύο κριτήρια:
1) Αξιοπιστία (credibility) και
2) Πολιτική Θέληση (political will).
Δηλαδή, πρώτον ότι υπάρχουν οι στρατιωτικές υποδομές και τα οπλικά συστήματα, τα οποία και καθιστούν την αποτροπή αξιόλογη και αξιόπιστη και δεύτερον, αν η πολιτικό-στρατιωτική ηγεσία έχει την θέληση να εφαρμόσει τις απειλές της, ακόμα να φτάσει και σε πολεμική αντιπαράθεση, εναντίον του πιθανού εισβολέα που απειλεί ζωτικά συμφέροντά της. Η μέχρι τώρα συμπεριφορά της Ελλάδας έχει οδηγήσει την Τουρκία να λάβει αποφάσεις τις οποίες έλαβε, ένεκα της λεγόμενης πολιτικής του «κατευνασμού» (appeasement) που εφάρμοσε και εφαρμόζει η Ελλάδα μέχρι τώρα, με τα πενιχρά αποτελέσματα που βλέπουμε, και τον αυξανόμενο κίνδυνο πολεμικής εμπλοκής, σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό. Και για να γίνουμε σαφέστεροι, ¨Η Ελλάδα, με την πολιτική του «κατευνασμού» που άρχισε να εφαρμόζει από την κρίση των Ιμίων, ευθύνεται για την προβοκατόρικη και επιθετική πολιτική της Τουρκίας, και όχι η Τουρκία αυτή καθ’εαυτή, η οποία εκμεταλλεύεται τα μέγιστα στην προκειμένη συγκυρία. Για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την επιθετική πολιτική της γείτονος θα πρέπει να βρούμε τα αίτια που μας οδήγησαν σε αυτήν την κατάσταση, και να τα αντιστρέψουμε χωρίς προκαταλήψεις, αλλά με μία τελείως ψυχρή και άνευ συναισθήματος πολιτική. Η Τουρκία έχει ανταποκριθεί στην πολιτική του «κατευνασμού» της Ελλάδας με αυτό που ονομάζει ο Michael J. Mazarr, αναλυτής του ερευνητικού κέντρου των ΗΠΑ, Rand Corporation«τακτική του σαλαμιού» (salami slicing). Σύμφωνα με αυτήν την τακτική η Τουρκία υπονομεύει συνεχώς αυτήν την πολιτική της Ελλάδας με το να κάνει διαρκείς αλλά χαμηλής σχετικά έντασης επιθετικές κινήσεις ανά την Ελληνική επικράτεια, δοκιμάζοντας έτσι τις αντιδράσεις της Ελληνικής πλευράς, η οποία βρίσκει τον εαυτό της σε δύσκολη αμυντική θέση. H ιστορία δε αποδεικνύει του λόγου το αληθές.
¨Κρίση των Ιμίων 1996, διαρκείς παραβιάσεις του Ελληνικού εναερίου χώρου, αμφισβήτηση της Ελληνικής και Κυπριακής ΑΟΖ, εμβολισμός του σκάφους του Λιμενικού Σώματος «Γαύδος» στα Ίμια, απαγωγή δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο, εμπόδια στην αλιευτική δραστηριότητα Ελλήνων αλιέων μέσα στα Ελληνικά χωρικά ύδατα από το Θρακικό Πέλαγος μέχρι Ίμια, Κω, Ψέριμο, και όπου αλλού τους βολεύει, προσπάθεια απαγωγής Έλληνα ψαροντουφεκά με την «κατηγορία» ότι ψάρευε σε «Τουρκικά νερά». Αυτή η τακτική της «σαλαμοποίησης» εκ μέρους της Τουρκίας και του «κατευνασμού» εκ μέρους της Ελλάδας, έχει ως μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα την διάβρωση της στρατηγικής θέσης της Ελλάδας και το «γκριζάρισμα» ζωτικών και με διεθνείς συνθήκες κατοχυρωμένων Ελληνικών θέσεων. Ως εκ τούτου δημιουργείται μία «ανέφικτη» (unattainable) κατάσταση για την Ελλάδα, η οποία οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην πραγματική απώλεια της εθνικής κυριαρχίας της χώρας.

Τι πρέπει να γίνει ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να περάσει στην αντεπίθεση και να δώσει τα σωστά μηνύματα στην Τουρκία; Το πρώτο που οφείλει να γίνει είναι το Ελληνικό Δόγμα της «αποτροπής», όπως εξασκείται να αναθεωρηθεί και να αποκτήσει καινούργιες βάσεις. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η «αποτροπή» δεν είναι μία μονολιθική τακτική, αλλά μία πολυδιάστατη τακτική με διαφορετικές μορφές, οι οποίες αναλύονται και εφαρμόζονται σύμφωνα με τις περιστάσεις.
Αποτροπή δια της τακτικής της «άρνησης». Aυτή η τακτική αποτελείται από ορατή συσώρρευση μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων που σκοπό έχουν την άρνηση των στόχων του επιβολέα, όπως, η κατάληψη μιάς νησίδας, ή η έκδοση ΝΑΥΤΕΧ, εντός της Ελληνικής επικρατείας, χωρίς την άδεια των Ελληνικών αρχών, ή η έρευνα για υδρογονάνθρακες εντός της Ελληνικής ΑΟΖ (Για την Κυπριακή αργότερα). Αποκλειστικός σκοπός αυτής της τακτικής είναι καθαρά αμυντικός και υποδηλώνει ξεκάθαρα την βούληση υπεράσπισης των Ελληνικών συμφερόντων.
Αποτροπή δια της τακτικής της «τιμωρίας». Την τιμωρία του αντιπάλου, εκτός του πεδίου μάχης, σε στάδια και φόρα. Αυτό σημαίνει και οικονομικές κυρώσεις σε διεθνείς οργανισμούς, όπως η ΕΕ, καθώς στο ΝΑΤΟ είναι λίγο δυσκολότερο λόγω του ότι και οι δύο χώρες είναι μέλη του. Το οικονομικό εμπάργκο σε προιόντα της γείτονος, οι μεγάλες ταρίφες στα Τουρκικά εισαγόμενα προιόντα. Περιορισμός στις άδειες εισόδου μουφτήδων της Θράκης. Κυβερνοεπιθέσεις στον ηλεκτρονικό ιστό της γείτονος και πολλά άλλα.
Μεταξύ των δύο ανωτέρων στρατηγικών τακτικών, η «Αποτροπή δια της άρνησης» είναι προτιμητέα ένεκα του ότι, όπως λέει και ο Schelling, υπάρχουν «τιμωρίες» που η δεχόμενη επίθεση χώρα, η Ελλάδα στην προκειμένη περίπτωση, ίσως να μην θελήσει να εφαρμόσει, καθιστώντας έτσι την αποτρεπτική της απειλή τελείως ακίνδυνη για την Τουρκία.
«Άμεση» Αποτροπή, «Επεκτατική» Αποτροπή. Η πρώτη αφορά την προστασία του καθαρώς Ελλαδικού χώρου, με την Ελληνική ΑΟΖ. Η δεύτερη αφορά περιοχές που είναι χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και είναι κοντύτερα στην περιοχή της Τουρκίας, από ότι είναι στην Ελλάδα. Και αυτό βέβαια αφορά την Κύπρο μαζί με την δική της ΑΟΖ. Η Τουρκία γνωρίζει ότι η Ελλάδα θα εμπλακεί σε πόλεμο μαζί της , για να υπερσπισθεί τον ζωτικό της χώρο. Για να μπορέσει όμως η Ελλάδα να πείσει την Τουρκία ότι είναι αποφασισμένη να υπερασπισθεί την Κύπρο και τα ζωτικά της συμφέροντα, θα πρέπει να παρατάξει στην Κύπρο αξιόλογες δυνάμεις και δύναμη πυρός, ικανές να πείσουν την Τουρκία, ότι μία απειλή εναντίον της Κύπρου θα αντιμετωπισθεί με την ίδια αποτελεσματικότητα και αποφασιστικότητα όπως μία επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Ευκολότερο να ειπωθεί, παρά να γίνει! Παραδείγματα που αυτή η τακτική απέτυχε, ήταν ο πόλεμος της Κορέας το 1950 και ο πόλεμος Ιράκ-ΗΠΑ, το 1990. Και στις δύο περιπτώσεις οι ΗΠΑ απέτυχαν να πείσουν τους Βορειοκορεάτες και τον Σαντάμ ότι ήταν αποφασισμένοι να επέμβουν πριν εκδηλωθούν οι εχθροπραξίες.
Και εδώ ερχόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο που έχει να κάνει με την δύναμη πυρός και την αποτελεσματικότητά της, και το οποίο αποδεικνύει ότι η «αποτροπή» είναι καθαρά ψυχολογική τακτική, η οποία αποβλέπει στην αποθάρρυνση του αντιπάλου και σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να υπάρχει πραγματικά υπέρτερη δύναμη πυρός, αρκεί ο αντίπαλος να πιστεύει ότι υπάρχει υπέρτερη δύναμη πυρός. Σε μία επετηρίδα που έκανε το Ινστιτούτο Μοντέρνου Πολέμου στις ΗΠΑ, για να συζητήσουν το θέμα της «Αποτροπής τον 21ο αι.», κεντρικό θέμα ήταν οι θεωρίες του μεγάλου θεωρητικού Schelling, και οι ιδέες του ακριβώς επάνω στο θέμα της παρεμβατικής ψυχολογίας στην διαδικασία λήψης αποφάσεων του αντιπάλου. Και εάν ο Κλαούζεβιτζ εισήγαγε την ιδέα ότι ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα, ο Schelling έκανε δημοφιλή την ιδέα ότι το ρίσκο είναι επίσης ένα μέσο της πολιτικής. Αυτό που οι θεωρητικοί των παιγνίων θεωρούν «χειρισμός του ρίσκου». Δηλαδή με τον κατάλληλο χειρισμό του ρίσκου, και χωρίς να πέσει ούτε μία σφαίρα, να σταλεί ένα πλήρες και ξεκάθαρο μήνυμα στην Τουρκία ότι η Ελλάδα είναι διατεθειμένη να προξενήσει την μεγαλύτερη ζημιά στην γείτονα, αν αυτό κριθεί αναγκαίο. Αυτό που ο Schelling ονομάζει «η τέχνη του εξαναγκασμού και του εκφοβισμού» σημαίνει ότι η ισορροπία των δυνάμεων είναι σπουδαίος παράγοντας, αλλά όχι ο αποφασιστικός.
Αποφάσεις για πολεμική σύρραξη βασίζονται σε πολλούς παράγοντες όπως, φόβος για το άγνωστο , αντικειμενικοί στόχοι, κίνητρα, εξωτερικοί παράγοντες, εσωτερική συνοχή, ευρωστία κυβερνητικού μηχανισμού, και πολλά άλλα. Και όπως τονίζει o αναγνωρισμένος από την Βρετανική Ακαδημία Richard Ned Neblow«Πολύ σπάνια άρχισαν πόλεμοι επειδή η μία πλευρά πίστευε ότι είχε στρατιωτική υπεροχή. Οι πόλεμοι αρχίζουν όταν μία πλευρά πιστεύει ότι διακυβεύονται τα στρατηγικά της συμφέροντα». Και υπό αυτό το πρίσμα μπορούμε να κατανοήσουμε την επιθετική πολιτική που εξαπέλυσε τελευταία η Τουρκία, όταν η Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος, και Ισραήλ υπογράφουν συμφωνίες περί εκμετάλλευσης φυσικών αερίων, αφήνοντας την Τουρκία εκτός νυμφώνος. Στην προκειμένη περίπτωση ακόμα και μία ισχυρή στρατιωτική παρουσία, δεν θα αποτρέψει την Τουρκία να αναλάβει δράση, αν πιστεύει ότι πρέπει να δράσει ένεκα της απειλής των ζωτικών της συμφερόντων, ανεξάρτητα τι λέει το Διεθνές Δίκαιο και οι Διεθνείς Συνθήκες. Αν έτσι παρατίθενται τα γεγονότα η αποτελεσματικότητα της «αποτροπής» έγκειται στο να πεισθεί η Τουρκία μέσω της «αποθάρρυνσης» ότι τυχόν πολεμικές επιχειρήσεις εκ μέρους της, δεν θα δημιουργήσουν θέσεις fait accompli και υπάρχει ο κίνδυνος μιάς παρατεταμένης πολεμικής σύρραξης, που ο κάθε επιτιθέμενος θέλει να αποφύγει. Έτσι η ιδέα «αποτροπή» παίρνει την έννοια μιάς διπλωματικής προσέγγισης που περιλαμβάνει κίνητρα κέρδους για την Τουρκία, τα οποία τα «εξαργυρώνει» πολύ πιο φτηνά από ότι θα της «στοίχιζε» μια πολεμική αναμέτρηση.
ΤΡΕΙΣ ΘΕΜΕΛΙΩΔΕΙΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΠΙΤΥΧΗ «ΑΠΟΤΡΟΠΗ»
Το κίνητρο του επιδρομέα .O Patrick Morgan του Παν/ημιου της Καλιφόρνιας, στο Ίρβιν, λέει «τα κίνητρα αυτού που εκφράζει επιθετικές τάσεις, είναι ο πιο σπουδαίος παράγοντας της επιτυχίας ή αποτυχίας της στρατηγικής τακτικής της «αποτροπής». Πρέπει να γίνει μία ποιοτική ανάλυση των διεκδικήσεων του Ερντογάν, και ο λόγος που αμφισβητεί με δυναμικό τρόπο διεθνείς συνθήκες και status quo. Οι διεκδικήσεις του Ερντογάν δεν ικανοποιούνται με αναφορές στο Διεθνές Δίκαιο, αυτό είναι κάτι που εκδηλώνει αδυναμία στο σημερινό πολυπολικό σύστημα διεθνών σχέσεων, αλλά με αναλύσεις, από επιστήμονες με ειδίκευση στην θεωρία των παιγνίων (game theory) και στην επίλυση συγκρούσεων (conflict resolution) πρωτίστως. Βεβαίως η τύχη των λαών δεν επαφίεται στην θεωρία των παιγνίων.
Απλά, η θεωρία των παιγνίων που στηρίζεται στην λογική και στα μαθηματικά, απλοποιεί με τα μοντέλα της, την λήψη αποφάσεων. Η ιστορία μαρτυρά ότι τα κράτη δεν επιδίδονται σε τυχοδιωκτικές στρατιωτικές επιχειρήσεις εθελουσίως. Απλά αντιδρούν σε καταστάσεις που θεωρούν επικίνδυνες για την διατήρησή τους.
Σαφήνεια για το ποιό είναι το αντικείμενο της «αποτροπής» και τις αμυντικές πράξεις στις οποίες θα προβεί ο αμυνόμενος
Ο «αποτροπέας» πρέπει να γνωστοποιήσει συγκεκριμένα τι προσπαθεί να προστατέψει και τί θα κάνει για να τα υπερασπιστεί. Συγκεκριμένα δεν σημαίνει βέβαια τον τρόπο που θα χρησιμοποιήσει ο αποτροπέας για την προστασία των ζωτικών του συμφερόντων, αλλά ποιές είναι οι κόκκινες γραμμές που θέτει ως μη υπερβάσιμες.
Ρητορικές που δεν έχουν καμία αξία στην διαδικασία λύσης των κρίσεων και στην πραγματικότητα είναι τελείως άτυπες και άτοπες, δυσχεραίνουν την επεξεργασία λύσεων και αχρηστεύουν την δυναμική της αποτροπής, κλιμακώνοντας μία ένταση που δεν χρειάζεται περισσότερο εύφλεκτο υλικό. Αντιθέτως, η γνωστοποίηση στον αντίπαλο συγκεκριμένων ζωτικών συμφερόντων, παρέχει και μία διέξοδο στον επιβολέα για τυχόν αποχώρηση του από την κρίση, χωρίς να διακυβευθεί η προσωπικότητά του και το κύρος του.
Ο επιβολέας πρέπει να είναι σίγουρος ότι ο «αποτροπέας» θα εφαρμόσει τις απειλές του
Αυτή η θεμελιώδης αρχή κατά την γνώμη του γράφοντος είναι η πιό σημαντική και στηρίζει όλο το Στρατηγικό Δόγμα της αποτροπής. Υπάρχει η θέληση της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας ότι η χώρα είναι διατεθειμένη να πάει και σε πόλεμο ακόμα αν δει ότι τα ζωτικά της συμφέροντα απειλούνται? Για να το επαναλάβουμε, η ερώτηση αυτή απευθύνεται στο υποσυνείδητο της Τουρκίας. Είναι πεπεισμένη η γείτων ότι η Ελλάδα όχι μόνο θα υπερασπιστεί αλλά είναι και σε θέση να διεξάγει και έναν επιθετικό πόλεμο εναντίον της Τουρκίας; Και αυτό που μετράει είναι το πώς αντιλαμβάνεται και μεταφράζει ο Ερντογάν και η Τουρκική ελίτ αυτό το ερώτημα. Οι δε σχεδιαστές της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, βγάζουν τα συμπεράσματά τους από το πώς αντιδρά η Ελλάδα σε περιόδους κρίσης με την Τουρκία. Από την μέχρι τώρα συμπεριφορά της Τουρκίας, μπορεί να λεχθεί, ότι η Ελλάδα έχει δώσει τα λάθος μηνύματα στην απέναντι πλευρά, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε σε απειλή πολέμου με τους απέναντι.
Συμπεράσματα¨
Η «Αποτροπή» δεν είναι μόνο καθαρά απειλή στρατιωτικής ενεργείας αλλά στηρίζεται και σε άλλες στρατηγικές που σκοπό έχουν την «αποθάρρυνση» της Τουρκίας να προβεί σε πολεμικές περιπέτειες.
Οι «εντυπώσεις» είναι το παν. Το τι εικόνα έχει σχηματίσει η Τουρκία για μας, θα καθορίσει κατά ένα πάρα πολύ μεγάλο ποσοστό την αντίδρασή της έναντι της Ελλάδας.
Tα κίνητρα του Ερντογάν πρέπει να ληφθούν υπ’όψιν και να μελετηθούν από ποιοτικής πλευράς. Η θέση της Ελλάδας πρέπει πρώτα να είναι συγκεκριμένη και να κοινοποιηθεί στην Τουρκία με γλαφυρότητα καθώς και το τι θα πράξει η Ελλάδα αν απειληθούν οι κοινοποιημένες ζωτικές της αξίες. Η Ελλάδα πρέπει να αποδείξει εμπράκτως, ότι έχει και την ικανότητα και την πολιτική βούληση να πάει ακόμα και σε πόλεμο για την προάσπιση των συμφερόντων της.
Το Δόγμα της Ελληνικής «Αποτροπής» στην παρούσα φάση της «άμεσης αποτροπής» δεν προσφέρει ως μακροπρόθεσμο όφελος τίποτε άλλο, παρά μία αναγκαία εσωτερική ανασκόπηση, του ποιά είναι τα γεγονότα που οδήγησαν την χώρα στο να έχει να κάνει την αποτροπή στην παρούσα και μη ικανοποιητική μορφή της, ναυαρχίδα της αμυντικής εξωτερικής της πολιτικής.
Τα ανωτέρω είναι τα συμπεράσματα από την παρούσα μελέτη και ευελπιστούμε ότι θα θεωρηθούν και ως συζητήσιμες αν όχι κατευθυντήριες γραμμές για μία καινούργια χάραξη του Ελληνικού Αμυντικού Δόγματος της Αποτροπής.
Πηγές¨
Understanding Deterrence, by Michael J. Mazarr, Rand Corporation
Game Theory and Deterrence Theory, by Denis Bašić Ch. 9: What Causes War? International Interactions
Principles of Deterrence, by John M. Collins, Air University Review, November-December 1979
Thomas Schelling’s Theories on Strategy and War Will Live On, by Liam Collins and Lionel Beehner, Modern War Institute, December 16, 2016
The Return of Coercive Diplomacy, by Sam Brannen, September 12, 2013
* Ο κ. Σπύρος Μπαμιατζής, έχει σπουδάσει και είναι πτυχιούχος στις Πολιτικές Επιστήμες, Δημοσιονομία, Τεχνολογία Διυλιστηρίων και Εξόρυξη Πετρελαίου, και Αντι-Τρομοκρατική Πολιτική, Εσωτερική Ασφάλεια και υπεράσπιση κρατικών υποδομών απο τρομοκρατικές κυβερνοεπιθέσεις. Σύμβουλος σε θέματα, της διεθνούς Ισλαμικής αντιτρομοκρατίας, στην σύνδεση τρομοκρατίας και οργανωμένου εγκλήματος στα Βαλκάνια, και στην αποτροπή τρομοκρατικών κυβερνοεπιθέσεων σε κρατικές υποδομές
militaire.gr