19.2.18

Η θανάσιμη απειλή Άσαντ για την Τουρκία στο Αφρίν, δεν είναι στρατιωτική…


Η διεθνής ειδησεογραφία των τελευταίων ωρών κυριαρχείται από τη φερόμενη ως συμφωνία των Κούρδων της Συρίας με το καθεστώς Άσαντ, για την από κοινού αντιπαράθεση στην τουρκική εισβολή στη χώρα και το καντόνι Αφρίν, σύμφωνα με δηλώσεις υψηλόβαθμου Κούρδου αξιωματούχου στο διεθνές ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters.
Του ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Η άφιξη των κυβερνητικών συριακών δυνάμεων αναμένεται τις επόμενες δύο ημέρες, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες. Εκ πρώτης όψεως, αυτό που προκύπτει από την είδηση είναι ότι οι τουρκικές ενέργειες σε βάρος της Συρίας, κατάφεραν να οδηγήσουν σε προσέγγιση δύο πλευρές οι οποίες έχουν πολύ διαφορετικά «θέλω» για τη Συρία της επόμενης ημέρας, μετά το κλείσιμο του αιματηρού πολυετούς «κεφαλαίου» του εμφυλίου.
Πιο σημαντικό θέμα όμως από αυτό, είναι όσα η συμφωνία αυτή συνεπάγεται για τη «μεγάλη εικόνα» της σύγκρουσης, καθότι θα μπορούσαν να γίνουν ορισμένες ενδιαφέρουσες, κατά τη γνώμη μας, παρατηρήσεις.
Η πρώτη παρατήρηση είναι ότι η έλευση των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων στο Αφρίν αλλά ζει εντελώς τα δεδομένα για την Τουρκία. Μέχρι στιγμής, αυτό που χρησιμοποιούσε διπλωματικά και επικοινωνιακά, ήταν ότι η επιχείρηση στο Αφρίν είναι «αντιτρομοκρατική».
Οι ενέργειες των Κούρδων του YPG/PYD, του οποίους η Τουρκία θεωρεί «θυγατρική» του PKK (εξ ου και τα περί αντιμετώπισης τρομοκρατών), έχουν στόχους που στρέφονται μακροπρόθεσμα κατά της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής κυριαρχίας της χώρας (η πιο στρατιωτική – συμβατική ανάγνωση της κατάστασης).
Από τη στιγμή κατά την οποία στο Αφρίν αποκαθίσταται η τάξη, υπό την έννοια ότι αναλαμβάνουν τα ηνία οι στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας, άρα οι «τρομοκράτες» Κούρδοι εγκαταλείπουν εκ των πραγμάτων τα σχέδια που προκαλούσαν τον τουρκικό φόβο, όλα αλλάζουν.
Η επιχείρηση παύει να είναι «αντιτρομοκρατική» και μετονομάζεται αυτομάτως, εάν δεν διακοπεί, σε ξεκάθαρη εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων εναντίον ενός κυρίαρχου κράτους. Η δε διαφωνία της Τουρκίας και η επιθυμία ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ (κάποτε ήταν «στενοί φίλοι», όσο κάτι τέτοιο μπορεί να ορίζει διακρατικές σχέσεις όπου κυριαρχεί το συμφέρον), ουδόλως αλλάζει την ουσία, δηλαδή ότι η τουρκική επιχείρηση λαμβάνει πλέον τον χαρακτήρα εισβολής.
Αυτό έχει ενδιαφέρον και για έναν ακόμα λόγο. Στην προσπάθειά τους για να ισορροπήσουν τις προβληματικές τους σχέσεις με την Άγκυρα και να μην «αδειάσουν» τις μονομερείς πρωτοβουλίες της στο συριακό μέτωπο, τόσο η ηγεσία του ΝΑΤΟ όσο και αξιωματούχοι στα υψηλότερα κλιμάκια της αμερικανικής κυβέρνησης, συνεχώς διακήρυσσαν ότι αναγνωρίζουν τις νόμιμες – νομιμοποιημένες ανησυχίες της Τουρκίας.
Το διπλωματικό παιχνίδι Ρωσίας και Δύσης
Θα έχει πραγματικά ενδιαφέρον να διαπιστωθεί με ποιον τρόπο θα «αναπροσαρμοστεί» αυτή η κατευναστική ρητορική του ΝΑΤΟ τόσο σε κεντρικό επίπεδο, όσο και σε αυτό επιμέρους κρατών-μελών, πως δηλαδή θα αντιμετωπιστεί η αποκατάσταση του ελέγχου της κεντρικής κυβέρνησης της Συρίας στο καντόνι Αφρίν.
Μια δεύτερη παρατήρηση θα ήταν λιγότερο στηριγμένη στην ειδησεογραφία, αλλά προκύπτει ως λογικός συνειρμός που αναμένει περαιτέρω στοιχεία που θα τον επιβεβαιώσουν ή θα τον διαψεύσουν. Αυτή η παρατήρηση εδράζεται στον συλλογισμό, ότι κατά πάσα πιθανότητα, το καθεστώς Άσαντ δεν θα λάμβανε τέτοια απόφαση χωρίς να έχει λάβει το πράσινο φως από τη Μόσχα.
Εάν λοιπόν ισχύει αυτό, τότε θα πρέπει να βρισκόμαστε ενώπιον μιας ακόμα περίστασης που είτε θα υπάρχει ορατός κίνδυνος σύγκρουσης συμφερόντων ανάμεσα στην Τουρκία και τη Ρωσία (σ.σ. ως προστάτιδα του συριακού καθεστώτος). Εναλλακτικά, ή συνδυαστικά, σε μια προσπάθεια που θα καταστήσει ξανά τη ρωσική διπλωματία κυρίαρχη στη Συρία…
Εάν υποτεθεί ότι οι Κούρδοι της Συρίας είναι σύμμαχοι των Αμερικανών και όλο αυτό το διάστημα η Ουάσιγκτον προσπαθεί να πείσει τους Τούρκους να περιορίσουν τους στόχους της επιχείρησής τους, τότε εάν η συριακή ενέργεια έχει τις «ευλογίες» της Μόσχας, θα μπορούσε να θεωρηθεί ή να «πουληθεί» από τους ενδιαφερόμενους, ως χείρα βοηθείας της Ρωσίας προς τις ΗΠΑ σε μια δύσκολη στιγμή…
Ταυτόχρονα, αναφορικά με αυτή την ενέργεια (σ.σ. το «πράσινο φως» στον Άσαντ να κινηθεί), στους Τούρκους θα υπάρξει άρνηση ότι υπάρχει ρωσική ανάμιξη, ενώ στους Κούρδους θα «πουληθεί» ως απόδειξη ότι η Μόσχα δεν τους έχει ξεχάσει, αλλά εργάζεται παρασκηνιακά για να μπλοκάρει τον ανεξέλεγκτο χαρακτήρα των Τούρκων. Ακόμα και απέναντι στη Τεχεράνη το επιχείρημα θα ήταν ότι η Μόσχα εργάζεται ενεργά για το κοινό συμφέρον…
Το αδιέξοδο για την Τουρκία φαντάζει μεγάλο και κάθε της βήμα θα πρέπει να το υπολογίζει πάρα πολύ καλά, ώστε να αποφύγει να βρεθεί προ δυσάρεστων εκπλήξεων που θα προκαλέσουν μεγάλη ζημιά στον Ερντογάν τόσο στο εξωτερικό, κυρίως όμως στο εσωτερικό της χώρας του, όπου οι ισορροπίες μοιάζουν να είναι ιδιαίτερα εύθραυστες, παρά τον υψηλό βαθμό ελέγχου που έχει πετύχει να ισχύ σε όλους τους πυλώνες εξουσίας του κράτους.
Με τις επιδόσεις του τουρκικού στρατεύματος να μην έχουν εντυπωσιάσει κιόλας, παρά τις προσπάθειες να δοθεί επικοινωνιακά η εικόνα μιας τεχνολογικά προηγμένης πολεμικής μηχανής, η εξάρτηση από την αεροπορική κάλυψη ώστε να αντιμετωπιστούν με ταχύτητα κουρδικές ενέργειες είναι αυτονόητα πολύ υψηλή.
Το επιχείρημα υπονοήθηκε και είναι απλό: Οι Ρώσοι παρέχουν αεροπορική κάλυψη στις συριακές δυνάμεις. Κατά συνέπεια, εάν στο Αφρίν επιχειρούν ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη Su-35, Su-30SM και άλλα, προστατεύοντας δυνάμεις του Άσαντ, θα διανοηθούν οι Τούρκοι να στείλουν τα τουρκικά F-16 να επιχειρήσουν να πλήξουν τη συμμαχία Σύρων και Κούρδων; Χωρίς καν να αναφερθούμε αναλυτικότερα στην παράμετρο Ιράν και Χεζμπολάχ.
Το πρόβλημα δεν είναι όμως στρατιωτικό, αλλά πρωτίστως (γεω)πολιτικό. Δεν τίθεται θέμα εάν η Τουρκία θα μπορούσε με το μέγεθος της Αεροπορίας της (THK) να εξουδετερώσει τον περιορισμένο αριθμό των προηγμένων ρωσικών μαχητικών που βρίσκονται στη Συρία. Το ερώτημα είναι τι θα συνέβαινε μετά. Ή εάν μπορεί να συνεχιστεί το να βάζουν οι Τούρκοι μπροστά τους Σύρους συμμάχους τους με την υποστήριξη της THK. Αν τους επιεθεί ο Άσαντ με ρωσική αεροπορική κάλυψη, τι ακριβώς θα κάνουν;
Άρα, η νέα κατάσταση που ανέκυψε μετά τη φερόμενη ως συμφωνία μεταξύ του καθεστώτος Άσαντ με τους Κούρδους της Βόρειας Συρίας, έχει ισχυρά αποτρεπτικά στοιχεία τα οποία απευθύνονται ξεκάθαρα στους Τούρκους, οι οποίοι καλούνται να λύσουν μια ακόμα δύσκολη πολιτική-στρατιωτική εξίσωση.
Η πιο λογική εξέλιξη είναι μια διπλωματική διαδικασία με τη Μόσχα πρωταγωνίστρια και την Τουρκία να εξακολουθήσει να βρίσκεται σε στρατηγική αμηχανία, καθώς το «παιχνίδι» που παίζει τα τελευταία χρόνια ο Ερντογάν με την εξισορρόπηση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, έχει νόημα όσο δεν έχουν αρχίσει να «κελαηδούν» τα όπλα.
Διότι καλά είναι αυτά σε επίπεδο θεωρίας, αρκεί να μην τρέφεις ψευδαισθήσεις ότι ανήκεις σε ένα «κλειστό κλαμπ», σε μια κλειστή «λέσχη» στην οποία τα μέλη κατά βάθος να μη σε σέβονται και να σε θεωρούν μέλος, αλλά ένα πιόνι στο σκάκι που παίζουν πίνοντας το ουίσκι ή τη βότκα τους και καπνίζοντας κάποιο πούρο.
Οι σκακιστές βέβαια γνωρίζουν ότι σε μια παρτίδα, υπό προϋποθέσεις, δεν υπάρχει πιόνι που να μην μπορεί να θυσιαστεί. Εάν δηλαδή έπεται μια κατάσταση η οποία θα οδηγήσει είτε σε «σαχ ματ» (νίκη ενός εκ των δύο) είτε «πατ» (ισοπαλία).
Κι όλα αυτά επειδή ένα πιόνι του επιπέδου «αλόγου» ή «αξιωματικού», έχει αποφασίσει ότι θα αισθάνεται… σαν «βασίλισσα». Αυτό μπορούν βέβαια οι ισχυροί να του το εξασφαλίσουν, μόνο που δεν θα έχει ακριβώς το περιεχόμενο που είχε στο μυαλό του το επίδοξο μέλος της «λέσχης».