11.2.14

Σε πειραματόζωο μετατρέπουν οι ΗΠΑ τη Μεσόγειο!

Από μέρα σε μέρα, πιθανώς ακόμα και κατά την επόμενη εβδομάδα, αναμένεται να ξεκινήσει η καταστροφή του χημικού οπλοστασίου της Συρίας στην καρδιά της Μεσογείου, ανάμεσα στην Κρήτη και τη Σικελία. Όλη αυτή η διαδικασία υλοποιείται με νόμιμη επικάλυψη, σύμφωνα με σχετική απόφαση του ΟΗΕ, δηλαδή από έναν οργανισμό που ενώ θεωρητικά είναι ανεξάρτητος και ειρηνοποιός, στην πραγματικότητα είναι γνωστό ότι ελέγχεται από τα ίδια τα κράτη που εμπορεύονται τα επικίνδυνα αυτά χημικά όπλα, όπως οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα και η Γαλλία, οι οποίες αποτελούν και μόνιμα μέλη του ΟΗΕ.

Να σημειωθεί επίσης, ότι ενώ χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Νορβηγία, το Βέλγιο και η Αλβανία έχoυν ήδη αρνηθεί την καταστροφή των χημικών όπλων εντός των συνόρων τους, επικαλούμενες «έλλειψη υποδομών» – παρότι πολλές διαθέτουν εγκαταστάσεις διαχείρισης επικίνδυνων χημικών – ξαφνικά κρίνεται ασφαλής η καταστροφή εν πλω, σε διεθνή ύδατα, όπου ο έλεγχος είναι ουσιαστικά ανέφικτος.
Ο ΟΗΕ, με επίφαση νομιμότητας, καταστρατηγεί μία σειρά από Διεθνείς Συμβάσεις για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας (δεδομένου ότι φυσικά σε αυτές υπάρχουν εξαιρέσεις για περιπτώσεις διενέργειας στρατιωτικών δραστηριοτήτων), καταργεί την «Αρχή της Πρόληψης» και επιχειρεί να επιβάλει περιβαλλοντικό μεσαίωνα στη Μεσόγειο, όπως αναφέρει η Αναστασία Μήλιου, διευθύντρια έρευνας του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος».
Η επιλογή της περιοχής φυσικά δεν έγινε τυχαία, καθώς την περίοδο που διανύουμε, όλα τα μεσογειακά κράτη ανεξαιρέτως, όντας σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση, έχουν αδύναμες κυβερνήσεις και λαούς γονατισμένους από τα προβλήματα, οι οποίοι δεν είναι σε θέση να αντιδράσουν. Δηλαδή, πέρα από την οικονομική φτώχια με την οποία έρχονται αντιμέτωπες τα τελευταία χρόνια οι χώρες αυτές, τώρα απειλούνται και με σοβαρή περιβαλλοντική υποβάθμιση, καθώς δεδομένων των ρευμάτων που επικρατούν στην περιοχή, όπως επίσης και του κλειστού χαρακτήρα της Μεσογείου Θάλασσας, οι χημικές ουσίες μπορούν να διασκορπιστούν άμεσα στην ευρύτερη περιοχή της.
Δε λείπουν φυσικά οι διαβεβαιώσεις του ΟΗΕ και του Οργανισμoύ για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (OPCW) ότι η μέθοδος για την καταστροφή των χημικών που θα χρησιμοποιηθεί (υδρόλυση) δεν θα προκαλέσει καμία επιβάρυνση στο περιβάλλον. Ωστόσο, το Ινστιτούτο «Αρχιπέλαγος», όπως και ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες, ανησυχούν για την επικινδυνότητα μίας τέτοιας σύνθετης καταστροφής χημικών όπλων, που μάλιστα θα γίνει για πρώτη φορά – πιλοτικά – σε τέτοια έκταση, εν πλω, όπως επίσης και για τις επιπτώσεις που μπορεί να προκληθούν στο θαλάσσιο περιβάλλον, από την πιθανή απόρριψη ή διαρροή των υγρών αποβλήτων που παράγονται κατά τη διαδικασία.
Όπως αναφέρει και ο Δρ. Γιδαράκος, καθηγητής του Εργαστηρίου Διαχείρισης Τοξικών και Επικίνδυνων Αποβλήτων του Πολυτεχνείου Κρήτης, «Δεν είναι δυνατό τη στιγμή που απαιτείται εκπόνηση περιβαλλοντικής μελέτης και δημόσια διαβούλευση για την κατασκευή ενός απλού βιολογικού καθαρισμού, τέτοιου είδους και κλίμακας διαδικασίες επεξεργασίας επικίνδυνων αποβλήτων να παραμένουν ασαφείς και να γνωστοποιούνται σε κράτη και αρμόδιους φορείς μέσω δημοσιευμάτων του τύπου».
Το πρόβλημα είναι ότι ο χρόνος δεν μας αφήνει περιθώρια. Η αντίδρασή μας πρέπει να είναι άμεση, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες, δύο πλοία φορτωμένα με χημικά έχουν δυστυχώς ήδη ξεκινήσει την πορεία τους και βρίσκονται το ένα στην Κύπρο και το άλλο στην Ιταλία. Το Ινστιτούτο «Αρχιπέλαγος» ασκεί πίεση στις ευρωπαϊκές αρχές και προσπαθεί να κινητοποιήσει διεθνείς επιστημονικούς περιβαλλοντικούς φορείς, έτσι ώστε να υπάρξει παύση της διαδικασίας, έως ότου είτε α) βρεθεί εναλλακτικό πλάνο καταστροφής των χημικών όπλων σε κατάλληλες χερσαίες εγκαταστάσεις, ή β) δοθεί η δυνατότητα εποπτείας των διεργασιών από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες των γειτονικών χωρών, οι οποίοι θα επιβεβαιώσουν τη μη απόρριψη των αποβλήτων στο θαλάσσιο περιβάλλον.
Ζητάμε την άμεση και ουσιαστική αντίδραση της πολιτείας, αλλά και την ενεργοποίηση της κοινωνίας των πολιτών, για την ακύρωσητου περιβαλλοντικού εγκλήματος και την αποφυγή του άμεσου κινδύνου της περεταίρω υποβάθμισης της ευαίσθητης περιοχής της Μεσογείου, της οποίας η ισορροπία απειλείται σοβαρά ούτως ή άλλως τα τελευταία χρόνια.