24.12.13

Η Λογοτεχνική μας γωνιά

Φούγκα για δύο ασύμμετρες φωνές... "φιλόστομη"


της Ρένας Ραψομανίκη

Λίγο καιρό αργότερα ο Άγγελος έφευγε για μεταπτυχιακά στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
- Μια ακαδημαϊκή χρονιά είναι μόλις εννέα μήνες. Θα μπορέσεις να τους αντέξεις; 
Έγνεψε “ναι” αποφεύγοντας να μιλήσει γιατί εκείνος ο κόμπος στο λαιμό θα την πρόδιδε. Η προσμονή του ταχυδρόμου έγινε σκοπός ζωής. Αντάλλαξαν χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες λέξεις. Κάθε του γράμμα είχε την ιδιαιτερότητα του καινούργιου, όλα όμως άρχιζαν πανομοιότυπα. Είχε μια  λέξη αποκλειστικά για κείνη: φιλόστομη
-Τι σημαίνει; Ρώτησε απορημένη την πρώτη φορά που της το είχε ψιθυρίσει.
-Δεν ξέρω ακριβώς, είναι μια λέξη της πατρίδας μου μα είναι τόσο γλυκόηχη που λες και φτιάχτηκε για σένα.
Κι αφού πέρασε λίγος καιρός:
-Ρώτησα τον παππού. Σήκωσε τους ώμους και απάντησε: “εμείς φιλόστομη λέγαμε εκείνη που φιλάει ωραία”. Έκανα διάνα, δεν συμφωνείς;
Άπλωσαν όλες τις πτυχές της ζωής τους σ’ εκείνη την εκ βαθέων επικοινωνία. Γνωρίστηκαν τους εννέα μήνες, όσο δεν είχαν γνωριστεί όλο τον προηγούμενο καιρό.

Η λαχτάρα της είχε απογειωθεί, καθώς το αεροπλάνο που τον έφερνε κοντά της προσγειωνόταν. Χώθηκε στην αγκαλιά του στην πύλη εξόδου αδιαφορώντας που παρενοχλούσαν την έξοδο επιβατών από όλες τις φυλές της γης.
Δεν χρειάστηκε παρά μία  στιγμή για να  νιώσει την έλλειψη! 
Η αγαπημένη μυρωδιά δεν ήταν πια εκεί!
Κάτι ράγισε μέσα της!
Όχι, δεν του έβρισκε ψεγάδι, ήταν απαράλλακτα ίδιος όπως τον ήξερε. Με τις προδιαγραφές του, με τις ιδέες του, με τις αρχές του, με τις αξίες του. Απλώς τα μαλλιά του είχαν πάψει να μυρίζουν κανέλα κι αυτό δεν είχε παρά μία μόνο ανάγνωση: το παραμύθι είχε τελειώσει. Κι εκείνη είχε μόλις κλείσει τα είκοσι δύο.
Τι κάνεις χωρίς παραμύθι σ’ αυτή την ηλικία;

Συμβιβάζεσαι με το υπόλοιπο πακέτο και εγκλωβίζεσαι στον ορθολογισμό;
Όχι ήταν πολύ νέα ακόμα.
Πήρε γρήγορα και παρορμητικά την απόφαση  και του την ανακοίνωσε. Την  κοίταξε αποσβολωμένος, λες και είχε πέσει ο ουρανός στο κεφάλι του. Δεν είχε προσέξει ή δεν του είχε επιτρέψει να πάρει είδηση τι καυγάς γινόταν εδώ και λίγο καιρό στο κεφάλι της. Το “δεν σ’ αγαπώ πια και δεν ξέρω γιατί” ήταν απελπιστικά αφοπλιστικό. Ακύρωνε κάθε σκέψη να την διεκδικήσει ή να την δελεάσει με παρακάλια ή επιχειρήματα με υποσχέσεις ή πειθώ. Χώρισαν φιλικά, χωρίς να διευθετήσουν εκκρεμότητες όπως βιβλία που του είχε δανείσει ή δίσκοι κλασσικής μουσικής που είχαν ξεχαστεί σπίτι της. Ήταν κι εκείνη η γαλάζια ζακέτα, που είχε προνοήσει να έχει μαζί του τις προάλλες που έπιασε ένα ξαφνικό αεράκι, και της την είχε φορέσει τρυφερά. Κι εκείνη γελούσε που της κρέμονταν τα μανίκια, αλλά της άρεσε που ήταν μαλακή και ζεστή.

Ο Άγγελος όμως βρήκε, εντός των τειχών, έναν πανίσχυρο σύμμαχο. Ο ορθολογικός της επόπτης από την πρώτη στιγμή στάθηκε στο πλευρό του και απέναντί της. Καθημερινά, είκοσι ώρες το εικοσιτετράωρο, την έστηνε στον τοίχο και την σφυροκοπούσε ανελέητα.
Ωραία τα κατάφερες! Έχασες τον άνθρωπο της ζωής σου! Σού έλαχε ο πρώτος αριθμός του λαχείου και εσύ πέταξες το απόκομμα στα σκουπίδια να το βρει κάποια άλλη τυχερή και έξυπνη μαζί! Γιατί δεν φαντάζεσαι βέβαια ότι θα μείνει για πολύ στα αζήτητα. Κι όλα αυτά γιατί; Επειδή τελείωσε το παραμύθι! Για φαντάσου! Και πόσο νομίζεις ότι κρατούν τα παραμύθια; Ένα βράδυ διαρκούν και το πρωί εξανεμίζονται. Αυτή είναι η μοίρα τους. Το δικό σου παρατράβηξε και σε έκανε κακομαθημένη. Ψάξε λοιπόν για ένα καινούργιο παραμύθι! Δεν θα δυσκολευτείς καθόλου! Μα είσαι σίγουρη ότι αυτός που θα σού το χαρίσει, θα είναι ένας δεύτερος Άγγελος; Μα κι αν είναι, τι θα κάνεις όταν τελειώσει κι αυτό το παραμύθι; Αυτή θέλεις να είναι η εξέλιξη της ζωής σου; Ένα αδιάκοπο κυνηγητό πίσω από τη χίμαιρα; Κι όταν κάποια μέρα ξυπνήσεις ώριμη και κοιτάξεις πίσω τη ζωή σου, τι θα σκεφτείς για τη σημερινή σου απόφαση; Κι αν κάποτε, κατά τύχη, πέσεις πάνω στον Άγγελο με τα τέσσερα παιδιά του – που θα μπορούσαν να είναι και δικά σου– μήπως θα κρυφτείς για να μη σε αντιληφθεί; Και καλά, από κείνον μπορεί να κρυφτείς, από τον εαυτό σου όμως πώς θα μπορέσεις να ξεφύγεις; Μόνη θα το αντιμετωπίσεις, αφού κι εγώ ακόμα θα σε έχω εγκαταλείψει.

Το χειρότερο από όλα ήταν ότι δεν είχε επιχειρήματα να τον αντικρούσει. Είχε δίκιο σε κάθε λέξη που έλεγε και την έκανε να αισθάνεται κακομαθημένο παιδί που καταστρέφει το παιχνίδι του, χωρίς να υποψιάζεται ότι καταστρέφει τη μελλοντική του ζωή. Το οχυρό άντεξε μία βδομάδα. Την είδε να τον περιμένει, με τη γαλάζια  ζακέτα στο χέρι, έξω από το δικηγορικό γραφείο που έκανε πρακτική άσκηση. "Αυτό είναι δικό σου" είπε αντί για χαιρετισμό κι εκείνος απάντησε: “δεν πειράζει, κράτησέ την για ανάμνηση”. Κι η Αίγλη είπε ότι δεν θέλει να γίνει ανάμνηση, γιατί… της λείπει. Κι εκείνος απάντησε απλά ότι κι εκείνη του λείπει και της έσφιξε δυνατά το χέρι.

Κι έμειναν πάντα μαζί. Κι η Αίγλη άρχισε να χρησιμοποιεί κανέλα στη μαγειρική της ακολουθώντας τις συνταγές της μάνας της και κάπου-κάπου της περνούσε από το μυαλό πως μπορεί να έχασε κι εκείνη κάποτε την αυθεντική μυρωδιά και χρησιμοποιούσε τα ξυλάκια κανέλας ως υποκατάστατο. Και σκαλίζοντας παραμέσα αναρωτιόταν αν όλες οι γυναίκες αναπλήρωναν με καρυκεύματα  στις κουζίνες τους αρώματα που είχαν στερηθεί. Κι ίσως η ευρέως διαδεδομένη άποψη πως "ο έρωτας περνάει από το στομάχι" δεν περιγράφει παρά τη θλιβερή κατάληξη ενός αρωματοπωλείου που καταντάει μαγειρείο. Παρόλα αυτά δεν το μετάνιωσε. Μόνο, να, έμεινε με την απορία αν τα μαλλιά όλων των ανδρών που ερωτεύεσαι μυρίζουν κανέλα.  Κι ο Άγγελος το ξέρει αυτό, χωρίς να του το έχει πει, και γι αυτό ποτέ δεν ένιωσε απόλυτα ασφαλής μαζί της. Έχει άδικο όμως. Γιατί αν και ο έρωτας της χτύπησε κάποιες φορές την πόρτα, κάποτε επιτακτικά και κάποτε πολύ δελεαστικά, δεν τού άνοιξε ποτέ. Δεν της άρεσε εκείνη η βδομάδα του χωρισμού, δεν ήθελε να την ξαναζήσει.  Κι έφτασε, στα πενήντα της, ν’ ανοίξει διάπλατα την πόρτα –και τα παράθυρα– στον έρωτα του Μιχαλιού. Μόνο που τώρα τα πράγματα είχαν αλλάξει και ήταν σίγουρη πως ο Άγγελος –αν το μάθαινε– θα το αντιμετώπιζε ψύχραιμα. Επειδή, τώρα την αγαπάει πιο ώριμα, πιο φιλοσοφημένα, πιο συντροφικά. Αλλά κυρίως επειδή, τον τελευταίο καιρό, την αγαπάει πιο σπλαχνικά.

ΤΕΛΟΣ ΕΝΑΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ



- Γιούλια Ολόμπλαβα