Ο Ιωάννης Δομπόλης γεννήθηκε το 1769 στην Πετρούπολη.
Ηπειρώτης στην καταγωγή από το χωριό Κρετσούνιτσα της επαρχίας Κουρέντων και γιος του Τριαντάφυλλου Δομπόλη, ο Ιωάννης έμαθε τα πρώτα του ελληνικά γράμματα στη γεννέτηρά του, την Πετρούπολη.
Παράλληλα μαθαίνει γαλλικά και ρωσικά.
Επαγγελματικά ασχολείται με το εμπόριο και με διάφορες τραπεζικές επιχειρήσεις , μεγαλώνοντας έτσι την ήδη μεγάλη περιουσία του πατέρα του.
Δημιουργεί σχέσεις με επιφανείς ομογενείς καθώς και με μέλη της Αυτοκρατορικής Αυλής της Ρωσίας.

Σημαντική υπήρξε η γνωριμία του το 1809 με τον Ιωάννη Καποδίστρια ,τον μετέπειτα Υπουργό των Εξωτερικών της Αυτοκρατορικής Ρωσίας και αργότερα πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδος.
Το 1811 ανέλαβε την οικονομική διαχείριση της περιουσίας του , ενώ από το 1815 και μέχρι το 1820 του ανατέθηκε η ευθύνη του ταμείου της Φιλομούσου Εταιρείας της Ρωσίας. 
Το 1828, με την εκλογή του Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, έρχεται στην Ελλάδα και εγκαθίσταται στην Αίγινα, αναλαμβάνοντας γενικός ταμίας των Οικονομικών της Ελλάδος, θέση που διατηρεί ως τον Νοέμβριο 1829.
Το 1830 επιστρέφει στην Πετρούπολη λόγω προβλημάτων υγείας , όπου ζει μέχρι το θάνατό του το 1850, τιμώμενος μάλιστα με τίτλο ευγενείας.
Κατά την θητεία του ως «πρόβουλος Οικονομίας» (Υπουργός Οικονομικών) συμβάλλει τα μέγιστα στην ίδρυση Εθνικής Χρηματικής Τράπεζας στο Ναύπλιο, πρωτεύουσας του τότε Ελληνικού Κράτους, καταθέτοντας δικά του χρήματα για τα πρώτα κεφάλαια της νεοσύστατης Τράπεζας.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της φιλοπατρίας που διέκρινε τον Ιωάννη Δομπόλη είναι και το γεγονός ότι εργάσθηκε αμισθί, διαθέτοντας τα χρηματικά ποσά που απέρρεαν από τις διάφορες θέσεις που κατείχε για τις ανάγκες του Έθνους.
Από τις σημαντικότερες προσφορές του στο Έθνος υπήρξε αυτή της διάθεσης του συντριπτικά μεγαλύτερου μέρους της περιουσίας του για την ανέγερση και συντήρηση στην πρωτεύουσα του Ελληνικού Κράτους νέου Ιδρύματος Ανώτατης Εκπαίδευσης, το οποίο θα ονομαζόταν προς τιμή του πρώτου Κυβερνήτη της Χώρας μας Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο.
Ελπίδα μάλιστα του ευεργέτη ήταν το νέο Πανεπιστήμιο να ανεγερθεί στην Κωνσταντινούπολη, η οποία ήλπιζε κατά την εκτέλεση της διαθήκης του ότι θα ήταν η πρωτεύουσα του Ελληνικού Κράτους.
Επειδή κάτι τέτοιο δεν έγινε και στην Αθήνα υπήρχε ήδη το Εθνικό Πανεπιστήμιο, το έτος 1911 το Πανεπιστήμιο της Αθήνας, για να κληρονομήσει την τεράστια περιουσία του Ιωάννη Δομπόλη, διχοτομείται σε δύο «τύποις» ανεξάρτητες νομικά οντότητες, το Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον, στο οποίο υπάγονταν οι θεωρητικές σχολές και στο Εθνικόν Πανεπιστήμιον, στο οποίο υπάγονταν οι θετικές σχολές.
Ακολούθως το 1932 τα δύο νομικά πρόσωπα συγχωνεύθηκαν ξανά και το ίδρυμα μετονομάστηκε σε «Αθήνησι Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον», ονομασία που διατηρεί σχεδόν αναλλοίωτη μέχρι και σήμερα, ανακηρύσσοντας παράλληλα και τον Ιωάννη Δομπόλη σε Μέγα Ευεργέτη του.