7.6.13

Εθνική στρατηγική η συνεργασία με Ισραήλ

Του Αθανασιου Ελλις
Η υποδοχή που επιφύλαξε η Αμερικανοεβραϊκή Επιτροπή στον Δημήτρη Αβραμόπουλο στο Παγκόσμιο Φόρουμ της οργάνωσης, όπως και τα θερμά λόγια που ακούστηκαν για τον Αντώνη Σαμαρά, ήρθαν να επιβεβαιώσουν και σε επίπεδο δημόσιων δηλώσεων επί αμερικανικού εδάφους τη σύσφιγξη των ελληνοϊσραηλινών σχέσεων, που δρομολογείται με ταχείς ρυθμούς το τελευταίο διάστημα και μεταβάλλει το πώς βλέπουν και αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ την Ελλάδα και την Κύπρο. Πρόκειται για μείζονα εξέλιξη, που θα επηρεάσει καθοριστικά τη διαχείριση των εθνικών μας θεμάτων και όχι μόνο.





Μια σημαντική παράμετρος της, έστω και με καθυστέρηση ετών, στροφής της ελληνικής προσέγγισης προς τη δημιουργία μιας ιδιαίτερης σχέσης με το εβραϊκό κράτος, είναι το γεγονός ότι τη στηρίζει μια ευρύτατη πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Οχι μόνο τα τρία κόμματα που συμμετέχουν στην κυβέρνηση, και έλαβαν το 48% των ψήφων, αλλά σε μεγάλο βαθμό και η αξιωματική αντιπολίτευση, ή τουλάχιστον τα σοβαρά και ώριμα στελέχη της, που κατανοούν τα στρατηγικά οφέλη από την εμβάθυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, χωρίς να απαρνούνται τις παραδοσιακές ευαισθησίες και την κριτική στάση τους σε συγκεκριμένες πτυχές του Μεσανατολικού.

Το νέο σκηνικό που οικοδομείται έχει αρχίσει να καταγράφεται στα κέντρα της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας της Ουάσιγκτον, κάτι που κατέστη σαφές σε σωρεία συζητήσεων τις προηγούμενες ημέρες με πρωταγωνιστές των εξελίξεων από όλες τις πλευρές, αλλά κυρίως από την εβραϊκή. Η εικόνα που εισέπραξα είναι αυτή της ειλικρινούς επιθυμίας για την εγκαθίδρυση μιας «μακρόπνοης στρατηγικής συνεργασίας ανάμεσα στην Αθήνα και την Ιερουσαλήμ, τους πυλώνες του δυτικού πολιτισμού», όπως επανειλημμένως τόνιζαν Αμερικανοεβραίοι συνομιλητές.

Ενδεικτικές του κλίματος που επικρατεί ήταν οι αναφορές που έκανε στην Ελλάδα ο εκτελεστικός διευθυντής της Αμερικανοεβραϊκής Επιτροπής. Αφού εξήρε την προσωπικότητα του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, επί της πρωθυπουργίας του οποίου η Ελλάδα αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ, δεν περιορίστηκε στις επιφανειακές φιλοφρονήσεις που είθισται να γίνονται για τον προσκεκλημένο ομιλητή και τη χώρα του, αλλά έσπευσε να αναδείξει την ιστορική αναγκαιότητα, καθώς και την πρακτική σημασία της σχέσης που οικοδομείται στο τρίπτυχο Ισραήλ - Κύπρος - Ελλάδα, και υπό αυτό το πρίσμα κάλεσε τους σημαντικούς συνέδρους από όλο τον κόσμο να της αποδώσουν την προσοχή που της αρμόζει.

Εχοντας παρακολουθήσει και άλλες ημιτελείς απόπειρες προς την ίδια κατεύθυνση κατά το παρελθόν, ένα πράγμα είναι σαφές. Αυτή η φορά δεν είναι σαν τις άλλες. Συμβαίνει κάτι ουσιαστικό. Το επιβεβαιώνει η αίσθηση που εκπέμπουν αρμόδιοι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όπως και μέλη του Κογκρέσου.

Σε ό,τι αφορά τον Δημήτρη Αβραμόπουλο, έδειξε για άλλη μια φορά τις ικανότητές του στο επικοινωνιακό πεδίο. Περιέλαβε στην ομιλία του ξεκάθαρα μηνύματα καταδίκης της ξενοφοβίας και του αντισημιτισμού, διαμηνύοντας ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένο ελληνικό πρόβλημα, αλλά για ένα ευρύτερο πανευρωπαϊκό φαινόμενο που πρέπει να καταπολεμηθεί. Παράλληλα, πρόβαλε την πρόσφατη επίσκεψή του στο Ισραήλ και τις επαφές του με τον πρωθυπουργό και υπουργό Εξωτερικών Μπέντζαμιν Νετανιάχου, και γνωστοποίησε ότι στις αρχές Οκτωβρίου ο Αντώνης Σαμαράς και πολλοί Ελληνες υπουργοί θα επισκεφθούν το Ισραήλ και θα υπογράψουν έως και είκοσι μνημόνια και συμφωνίες, ενώ τόνισε επίσης την αξία της αναπτυσσόμενης συνεργασίας ανάμεσα στην εβραϊκή και την ελληνική κοινότητα της Αμερικής. Τέλος, επισήμανε πως ο ίδιος ήρθε στην Ουάσιγκτον μόνο και μόνο για να μιλήσει στο Παγκόσμιο Φόρουμ, σε μια ένδειξη της σημασίας που αποδίδει η Ελλάδα στη νέα σχέση που παίρνει σάρκα και οστά.

Οι Ισραηλινοί, και γενικότερα η παγκόσμια εβραϊκή κοινότητα, αντιλαμβάνονται πλέον ότι η πολιτική που με σταθερότητα εφαρμόζει ο Αντώνης Σαμαράς και είχε εγκαινιάσει ο Γιώργος Παπανδρέου, δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο, αλλά εθνική στρατηγική που θα έχει συνέχεια, και ως τέτοια πρέπει να εκλαμβάνεται από όλους.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ