Έφτασε η στιγμή που το Βελιγράδι θα πρέπει να επιλέξει. ‘Η θα συνεχίσει να παλεύει για τα σερβικά δικαιώματα στο Κόσσοβο, ή θα αποδεχθεί οριστικά ότι η πρώην αυτόνομη σερβική περιφέρεια, έχει αποσπαστεί.
Η Δύση προσπαθεί να αποσπάσει ως αντάλλαγμα από το Βελιγράδι τη «συνθηκολόγησή» του στο ζήτημα του Κοσσυφοπεδίου, δίνοντας ασαφείς υποσχέσεις για τη μακρινή προοπτική της ένταξης της Σερβίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Από την άλλη όμως, εάν η Σερβία δεν δεχθεί τον «συμβιβασμό» με την Πρίστινα, οι Βρυξέλλες θα κλείσουν την πόρτα τους στο Βελιγράδι για άγνωστο χρονικό διάστημα.
Η Δύση αντιμετωπίζει τη Σερβία ξεκάθαρα σαν μια ηττημένη μεγάλη δύναμη, η οποία δεν αξίζει καμιά υποχώρηση.
Από το 1999, οπότε το Κόσσοβο καταλήφθηκε από το ΝΑΤΟ, κανείς δεν έτρεφε αυταπάτες για πιθανή επιστροφή της περιοχής στη Σερβία. Το 2008, όταν η Πρίστινα ανακήρυξε μονομερώς την ανεξαρτησία της, το Βελιγράδι δήλωσε ότι ουδέποτε θα συμφιλιωθεί με κάτι τέτοιο. Και στο θέμα αυτό όμως, δεν υπήρχαν αμφιβολίες ότι αργά ή γρήγορα θα αναγκαστεί να πιεί το πικρό ποτήρι.
Το μόνο ερώτημα ήταν, εάν οι Βρυξέλλες και οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες θα κρατήσουν τα προσχήματα και θα επιδιώξουν να ικανοποιήσουν -έστω κατά κάποιο τρόπο- τη Σερβία. Όχι, δεν θα το κάνουν ούτε όσον αφορά τη μοίρα της συμπαγούς μειονότητας των Σέρβων που κατοικούν στο βόρειο Κόσσοβο. Κι’ αυτό, παρότι η χορήγηση ορισμένων εγγυήσεων για την ασφάλειά τους, θα ήταν προς το συμφέρον της Ευρώπης. Ωστόσο, η Σερβία αντιμετωπίζεται ξεκάθαρα σαν μια ηττημένη μεγάλη δύναμη, η οποία δεν αξίζει καμιά υποχώρηση. Κι’ όλα αυτά, τη στιγμή που εκείνοι οι οποίοι ήταν υπεύθυνοι για τον πόλεμο τη δεκαετία του ΄90 εδώ και καιρό δεν βρίσκονται εν ζωή, ή είναι φυλακή.
Η Μόσχα και τα Βαλκάνια
Το Βελιγράδι δεν θα πρέπει να έχουν αυταπάτες για τις ρωσικές φιλοδοξίες στα Βαλκάνια. Η Μόσχα δεν σκοπεύει να αμφισβητήσει την Ευρώπη στο όνομα μιας αφηρημένης επιρροής στα Βαλκάνια.
Η Ρωσία κατηγορούσε πάντοτε τη Δυτική πολιτική και είναι βέβαιη πως η μεταχείριση απέναντι στη Σερβία είναι άδικη. Στη σερβική κοινή γνώμη, επικρατεί η αντίληψη ότι όλες οι μεγάλες πολιτικές αποφάσεις του Βελιγραδίου αποτελούν μια επιλογή ανάμεσα στη Ρωσία και την Ευρώπη. Η επίσκεψη του σέρβου πρωθυπουργού Ίβιτσα Ντάτσιτς στη Μόσχα την περίοδο που πρέπει να ληφθεί η απόφαση σχετικά με το τελεσίγραφο της ΕΕ, το μόνο που έκανε ήταν να ενισχύσει την άποψη αυτή.
Ωστόσο, στο Βελιγράδι δεν θα πρέπει να έχουν αυταπάτες όσον αφορά το μέγεθος των ρωσικών φιλοδοξιών. Η Ρωσία δεν θα γίνει ένα εναλλακτικό σύστημα, δηλαδή η χώρα που στις συνθήκες της μέγιστης επιρροής της ΕΕ, θα προσπαθήσει να εξαπλώσει στα Βαλκάνια τη δική της γεωπολιτική, πολιτιστική και θρησκευτική επίδραση, όπως τον 19ο και εν μέρει τον 20ο αιώνα. Η Μόσχα δεν σκοπεύει να αμφισβητήσει την Ευρώπη στο όνομα μιας αφηρημένης επιρροής στα Βαλκάνια.
Οι ψυχροί υπολογισμοί
Ο πειρασμός για τη Μόσχα να ασκήσει μια μεγάλη βαλκανική -«Ορθόδοξη»- πολιτική σε σχέση με την Ελλάδα, την Κύπρο, τη Σερβία, κ.λ.π., έχει τις ρίζες του στην ιστορική παράδοση. Και, θεωρητικά, μπορεί να αναθερμανθεί. Ομως, η σημερινή Ρωσία απέχει πολύ από μια τέτοια αυτοεπιβεβαίωση. Το πρόσφατο παράδειγμα με την Κύπρο, το αποδεικνύει. Ο ψυχρός υπολογισμός επικράτησε έναντι οιουδήποτε συναισθήματος, και η Μόσχα δεν έσπευσε να σώσει το βυθιζόμενο οικονομικό σύστημα αρπάζοντας την πρωτοβουλία από την ΕΕ, παρά το ότι στις διαδηλώσεις στη Λευκωσία εμφανίστηκαν πλακάτ στα ρωσικά, με εκκλήσεις προς τους αδελφούς στην πίστη.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η Ρωσία είναι αδιάφορη προς τις χώρες με τις οποίες έχει ιστορικούς δεσμούς. Ωστόσο, οι δεσμοί έχουν τώρα διαφορετική μορφή. Τα Βαλκάνια εξακολουθούν να ενδιαφέρουν τη Μόσχα, αλλά στο γενικό ευρωπαϊκό πλαίσιο. Η Ρωσία πίστευε πάντα ότι η μεγάλη Ευρώπη του μέλλοντος πρέπει να αποτελέσει προϊόν των κοινών προσπαθειών της ΕΕ, της Ρωσίας και των χωρών που βρίσκονται ανάμεσά τους. Μέχρι πρόσφατα οι Ευρωπαίοι το θεωρούσαν αυτό ουτοπία, με το σκεπτικό ότι υπάρχει η ΕΕ, και οι υπόλοιποι, εφόσον θέλουν να γίνουν μέλη της αληθινής Ευρώπης, θα πρέπει να αποδεχθούν τις αρχές της. Και είτε να ενταχθούν (όσον αφορά τις βαλκανικές χώρες), είτε οι σχέσεις να συνεχίσουν να βασίζονται πάνω στους ίδιους κανόνες, παραμένοντας έξω από αυτή (Ρωσία, Ουκρανία, Τουρκία).
Η μοναξιά της Σερβίας
Ο πειρασμός για τη Μόσχα να ασκήσει μια μεγάλη βαλκανική -«Ορθόδοξη»- πολιτική προς τις Ελλάδα, Κύπρο, Σερβία, κ.λ.π., έχει τις ιστορικές ρίζες. Ομως, η σημερινή Ρωσία απέχει πολύ από κάτι τέτοιο. Το πρόσφατο παράδειγμα με την Κύπρο, το αποδεικνύει. Ο ψυχρός υπολογισμός επικράτησε έναντι οιουδήποτε συναισθήματος.
Σήμερα η ΕΕ δεν μοιάζει πλέον δεδομένη και αμετάβλητη. Όπως δείχνουν όλα, ο διαχωρισμός σε πυρήνα και περιφέρεια είναι αναπόφευκτος. Και ενώ όσον αφορά τον πυρήνα (η Βορειοδυτική Ευρώπη γύρω από τη Γερμανία), τα πράγματα είναι περίπου σαφή, από την άλλη, η μοίρα της προβληματικής περιφέρειας όπως η Νοτιοανατολική Ευρώπη, τα Βαλκάνια και η Μεσόγειος, είναι ακαθόριστη. Με βάση το χειρότερο σενάριο εξέλιξης των γεγονότων, ο πυρήνας πιθανόν να αποποιηθεί τις όποιες ευθύνες για τα κράτη που προκαλούν αναταραχή και να προσπαθήσει να αποστασιοποιηθεί. Διάλυση της ΕΕ δεν θα συμβεί, αλλά η μορφή της αλληλεπίδρασης θα μεταβληθεί.
Ασφαλώς, η Μόσχα δεν θα ήταν αντίθετη να ενισχύσει την παρουσία της στις χώρες εκείνες που δεν θα συμπεριληφθούν στην «Α΄ κατηγορία» και θα αναζητούν άλλα στηρίγματα. Αυτό όμως δεν θα το κάνει σκοπεύοντας να αυτοεπιβεβαιωθεί, αλλά για να διευρύνει την παρουσία της -κυρίως την οικονομική- στην ενωμένη Ευρώπη. Και όχι με οποιοδήποτε κόστος. Πολλώ δε μάλλον ότι το μέγεθος των προβλημάτων ακόμη και στις μικρές χώρες μπορεί να είναι όπως βλέπουμε αρκετά μεγάλο και να στοιχίζει ακριβά. Η Ρωσία δεν θα θελήσει να σηκώσει η ίδια αυτό το φορτίο.
Η Σερβία, είναι αντικειμενικά ένας φυσικός εταίρος της Μόσχας από όποια πλευρά και αν το δει κανείς. Σκοπός της Μόσχας όμως δεν η δημιουργία αντιπολίτευσης στους υφιστάμενους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αλλά ο μετασχηματισμός τους προκειμένου να αυξήσει τα οφέλη της. Συνεπώς, τη δύσκολη απόφαση για το Κόσσοβο οι Σέρβοι θα κληθούν να την πάρουν μόνοι τους, με βάση το πώς οι ίδιοι εκτιμούν τις υφιστάμενες προοπτικές. Αργότερα, το Βελιγράδι θα μπορεί φυσικά να υπολογίζει στη συνδρομή της Μόσχας (όπως και η Λευκωσία, για παράδειγμα), αλλά αφότου το ίδιο προσδιορίσει το σύστημα των προτεραιοτήτων του.
http://rbth.gr