Να περιοριστεί το μαύρο χρήμα στη Ρωσία επιδιώκει η κυβέρνηση. Γι’ αυτό τις επόμενες μέρες, το υπουργείο Οικονομικών θα καταθέσει στο Κοινοβούλιο νομοσχέδιο με νέες ρυθμίσεις για τη χρήση κάρτας στις συναλλαγές. Σε αυτό προβλέπεται η σταδιακή μείωση της χρήσης των μετρητών. Ετσι, από το 2014 θα απαγορευτούν οι πληρωμές σε «ρευστό» για αγορές άνω των 20 χιλ. δολαρίων (600 χιλιάδες ρούβλια), και το 2015 το όριο θα πέσει στα 10 χιλιάδες δολάρια (300 χιλ. ρούβλια). Επιπλέον, η καταβολή της μισθοδοσίας των εργαζομένων θα γίνεται υποχρεωτικά μέσω Τραπεζών. Από τον γενικό κανόνα θα εξαιρεθούν οι μικρές επιχειρήσεις που απασχολούν λιγότερα από 35 άτομα (όταν πρόκειται για εμπορικές επιχειρήσεις, 20 άτομα).
Η πρώτη πλαστική κάρτα (Diners Club) εμφανίστηκε στη Ρωσία στις ημέρες του σοσιαλιστικού καθεστώτος, το 1969. Η χρήση της όμως, ήταν περιορισμένη. Την δέχονταν μόνο σε ειδικά καταστήματα που λειτουργούσαν αποκλειστικά σε συνάλλαγμα, για ξένους υπηκόους και για σοβιετικούς πολίτες που επέστρεφαν με «σκληρό νόμισμα» από το εξωτερικό. Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, έγιναν προσπάθειες για τη δημιουργία εγχώριων συστημάτων πιστωτικών καρτών (STB-card, Union-card). Οι κάρτες αυτές χρησιμοποιούνταν μόνο από τους πλούσιους πολίτες. Η μεσαία τάξη και τα λιγότερο οικονομικά εύρωστα στρώματα, δεν έσπευδαν να προμηθευτούν πιστωτικές κάρτες. Γιατί απλά, δεν είχε νόημα. Τα καταστήματα δεν βιάζονταν να εξοπλιστούν με τα μηχανήματα αναγνώρισης - συναλλαγών καρτών. Ακόμα και τα μεγάλα καταστήματα λιανικής πώλησης, και τα σουπερμάρκετ, δέχονταν μόνο το δικό τους «πλαστικό» χρήμα.
Μέχρι και σήμερα, το 85% του συνόλου των συναλλαγών που γίνονται μέσω των ΑΤΜ, αφορούν σε αναλήψεις μετρητών μετά την κατάθεση του μισθού. Από το 2005 μέχρι το 2011, ο κύκλος συναλλαγών σε μετρητά αυξήθηκε περισσότερο από 4 φορές. Σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, πάνω από το 90% των συναλλαγών στη χώρα διενεργούνται με τη χρήση μετρητών.

Το 60% είναι μαύρο χρήμα

Τώρα, η κυβέρνηση επιχειρεί να περιορίσει την παραοικονομία, αυξάνοντας τη ροή κεφαλαίων στα κρατικά θησαυροφυλάκια, πιστεύει η αναλύτρια της εταιρείας «Investkafe», Αικατερίνα Κοντρασόβα

Κατά την άποψή της, μετά την έναρξη ισχύος των νέων κανόνων που επεξεργάστηκαν στο υπουργείο Οικονομικών, όσοι χρησιμοποιούσαν «γκρίζα» σχήματα μισθοδοσίας, θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες. Παρά ταύτα, άπαντες πιστεύουν ότι οι «πολυμήχανοι» Ρώσοι θα βρούν πολλά παραθυράκια. 

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Εσωτερικών και της Εθνικής Επιτροπής Καταπολέμησης της Διαφθοράς, το μαύρο χρήμα κυμαίνεται από 116,5 έως 233 δισεκατομμύρια δολάρια (3,5 – 7 τρισεκατομμύρια ρούβλια). Ποσόν που αντιστοιχεί στο 60% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, Rosstat, η παραοικονομία ανέρχεται στο 15% του ρώσικου ΑΕΠ. Και μιλάμε για πραγματικά «γκρίζο» χρήμα. Φοροδιαφυγή, «φακελάκια», παραβιάσεις των νόμων περί συναλλάγματος και διεθνούς εμπορίου, όπως σημειώνει ο αναλυτής της επενδυτικής εταιρείας, «RIKOM-Trust», Βλαντισλάβ Ζουκόβσκι. Αν προσθέσουμε σε αυτά, τα προϊόντα από εγκληματικές δραστηριότητες και τα ποσά που προέρχονται από κάθε λογής είδους λαθρεμπόριο (όπως, π.χ., το εμπόριο όπλων), τότε η «μαύρη» οικονομία, κατά την άποψη του αναλυτή, αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 50%-65% του ΑΕΠ. Πρόσφατα, ακόμη και ο επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας, Σεργκέι Ιγκνάτιεφ, αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι μόνο το 2012 εξήχθησαν παράνομα από τη Ρωσία, περίπου 50 δις. δολάρια.
Ενίσχυση των Τραπεζών
Ωστόσο, η στροφή στη χρήση πλαστικού χρήματος θα επιφέρει αναπόφευκτα αυξήσεις στις τιμές ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών. Επιπλέον, ανάμεσα στα πρώτα «θύματα» της ρύθμισης θα είναι η μεσαία τάξη. Στην κατηγορία «υψηλού κινδύνου» θα βρεθούν οι συναλλαγές ακινήτων και αυτοκινήτων, ενώ κάποιες αρνητικές επιπτώσεις θα υπάρξουν στο κομμάτι των αγαθών και των παρεχόμενων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ακριβών τουριστικών ταξιδίων.
Σε αυτό θα παίξει ρόλο και το γεγονός ότι οι ρώσικες τράπεζες χρεώνουν στα φυσικά και στα νομικά πρόσωπα προμήθεια, κατά μέσο όρο 2% - 4%. Η Σβετλάνα Κοστρόμινα της εταιρείας Avilon που αντιπροσωπεύει την Volkswagen, πιστεύει ότι η μετάβαση σε μια μορφή συναλλαγών χωρίς μετρητά, θα επηρεάσει αρνητικά τον όγκο των λιανικών πωλήσεων αυτοκινήτων. Η Τράπεζα με την οποία συνεργάζεται η αντιπροσωπεία, χρεώνει για τη μεταφορά κεφαλαίων 1,8%. Δεν είναι τυχαίο, ότι από τα περίπου τριακόσια αυτοκίνητα που πωλούνται στην έκθεση αυτοκινήτων το μήνα, μόνο ένα ή δύο πωλούνται μέσω Τραπεζικού εμβάσματος. Στην περίπτωση της αγοράς ακινήτων, τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα, αφού το ποσοστό των Τραπεζών είναι ένα πολύ σημαντικό ποσό στη συναλλαγή.