14.8.09

ΚΥΠΡΟΣ 1974 /2009 -ΜΙΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ



Τον πυροβόλησε το ’74, τον κέρασε καφέ το 2009
Πέμπτη, 13 Αυγούστου 2009, 20:20



Η αυριανή 35η επέτειος της δεύτερης τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, «σκοτεινιάζει» για άλλη μια φορά το νησί. Μνήμες αιματοβαμμένες, πληγές που ακόμα χάσκουν ορθάνοιχτες βασανίζουν τον ύπνο των Κυπρίων αυτές τις αυγουστιάτικες μέρες, με την ανάμνηση των αντιεροπορικών σειρήνων να σαστίζει το νου πολλών και στις δυο πλευρές. Την ίδια ώρα, κάποιες συμπτώσεις φέρνουν κοντά τους ένοπλους πρωταγωνιστές της τραγωδίας και κάποιοι ξεπερνούν, 35 χρόνια μετά, τα χαρακώματα τους μίσους που κρατά το νησί χωρισμένο στα δυο.

Η πρόσφατη μετάφραση του βιβλίου του Πανίκου Νεοκλέους, "Αγνοηθέντες 1974" στα τουρκικά, στάθηκε αφορμή να πληροφορηθεί ο τουρκοκύπριος Φετχί Ακιντζί την τύχη ενός ελληνοκυπρίου, με τον οποίο βρέθηκαν αντιμέτωποι, στη μάχη στην -κατεχόμενη, σήμερα- Λεύκα, τη δεύτερη μέρα της εισβολής. Ο Ακιντζί πυροβόλησε στο κεφάλι τον ελληνοκύπριο Γιάννη Μαραθεύτη και για 35 χρόνια θεωρούσε ότι τον σκότωσε, αφού τον είδε να σωριάζεται στο έδαφος από το τρομερό χτύπημα. Ο Γιάννης ήταν τυχερός και το κράνος του έσωσε τη ζωή. Τα υπόλοιπα ήρθαν σχετικά εύκολα.

Ο Φετχί διάβασε το βιβλίο "Αγνοηθέντες 1974" επικοινώνησε με τον Πανίκο Νεοκλέους και ζήτησε να μάθει λεπτομέρειες. Λίγες μέρες αργότερα, στις 6 Αυγούστου 2009, Φετχί και Γιάννης ήπιαν καφέ στην οδό Λήδρας, στο σημείο της κυπριακής πρωτεύουσας, το τόσο αγαπημένο από Τουρκοκύπριους και Ελληνοκύπριους. Τη συνάντηση κατέγραψε η κυπριακή εφημερίδα «Πολίτης»: «Ο Γιάννης περιμένει τον Φετχί, ο οποίος έρχεται να τον συναντήσει με ένα δεντράκι ελιάς. Προηγήθηκαν μερικά δευτερόλεπτα αμηχανίας και στη συνέχεια ένα σφιχταγκάλιασμα των δυο. Ένα αγκάλιασμα που θα μου μείνει για πάντα βαθιά χαραγμένο στη μνήμη. Στη συνέχεια, κάθισαν οι δυο τους ο ένας δίπλα στον άλλο και είπαν πολλά, σαν παλιοί καλοί φίλοι», λέει ο κ. Νεοκλέους, χαρακτηρίζοντας αυτό το αλλιώτικο συναπάντημα ως μιας συνάντηση αγάπης, ανθρωπιάς και ειρήνης. «Σε πυροβόλησα για να σε σκοτώσω», είπε ο Φετχί για να του απαντήσει (όπως μας περιγράφει ο Πανίκος Νεοκλέους) ο Γιάννης: «Ήταν πόλεμος. Αν δεν με πυροβολούσες εσύ, θα σε σκότωνα εγώ».

Η όποια αμφιβολία για το αν πράγματι αυτοί οι δύο ήταν οι πρωταγωνιστές της μικρής τραγωδίας στη Λεύκα εξανεμίζεται όταν ο Φετχί παρουσιάζει το τρυπημένο κράνος και τον ασύρματο του Γιάννη, τα οποία συνέλεξε ο ίδιος μετά τη μάχη. Τα μάτια βουρκώνουν, οι δυο πρωταγωνιστές δεν μπορούν να βγάλουν λέξη… Όταν συνέρχονται, αγκαλιάζονται και δίνουν ραντεβού στη Λεύκα, για τις επόμενες μέρες.

Στον τόπο του εγκλήματος

Ο Γιάννης Μαραθεύτης και ο Φετχί Ακιντζί δεν θα αρκεστούν σε αυτή την πρώτη -ειρηνική- συνάντησή τους. Συμφώνησαν να βρεθούν για άλλη μία φορά και μάλιστα στο σημείο εκείνο όπου το 1974 πολέμησαν ο ένας εναντίον του άλλου. Εκεί στη Λεύκα, όπου και οι δυο βίωσαν τη σκοτεινή πλευρά του πολέμου και έχασαν φίλους.
«Σας προσκαλώ όλους σας. Σας παρακαλώ πολύ, όταν θα έρθετε, να μη φάτε τίποτα τις δυο προηγούμενες μέρες» είπε ο Φετχί, ο οποίος νιώθει ήσυχος γιατί ο άνθρωπος τον οποίο νόμιζε ότι είχε σκοτώσει παραμένει όλα αυτά τα χρόνια στη ζωή. Από την πλευρά του ο Γιάννης παρέλαβε το δενδρύλλιο ελιάς και θα το φυτέψει στο σπίτι του στον Καλοπαναγιώτη.

( Από το zougla.gr)